Η εθνική μπάσκετ κέρδισε το 2009 το πιο απρόσμενο από τα μετάλλιά της. Eκτοτε, η σαμπάνια ξεθύμανε…
Το Ευρωμπάσκετ του 2009 βρήκε την «επίσημη αγαπημένη» σε κρίσιμο σταυροδρόμι. Είχε προηγηθεί μία τετραετία σταθερής παρουσίας στην κορυφογραμμή, από τα μετάλλια του 2005 (Βελιγράδι) και του 2006 (Σαϊτάμα) μέχρι την τέταρτη θέση στο Ευρωμπάσκετ του 2007 (Μαδρίτη) και τον χαμένο στο «αμήν» Ολυμπιακό στον προημιτελικό με την Αργεντινή στο Πεκίνο. Ομως, το πλήρωμα του χρόνου για τη χρυσή γενιά πλησίαζε και οι αγαστές σχέσεις είχαν αρχίσει να κακοφορμίζουν. Ουδείς περίμενε ότι η αποδεκατισμένη ομάδα του Γιόνας Καζλάουσκας θα επέστρεφε από το Κατοβίτσε με πολύτιμο μέταλλο στο στήθος.
Η εκπαραθύρωση του Παναγιώτη Γιαννάκη, που βαφτίστηκε «κοινή συναινέσει διαζύγιο», ήταν η εκκωφαντική απόδειξη ότι έχασκαν ανοιχτές πληγές στο κορμί της εθνικής. Ο Γιαννάκης έπιασε δουλειά στον Ολυμπιακό λίγους μήνες πριν από τους αγώνες του Πεκίνου και κανένας από τους δύο «αιωνίους»
Ο Σπανούλης, ο Σχορτσανίτης, ο Φώτσης και ο Ζήσης ήταν οι πρωταγωνιστές της αποδεκατισμένης εθνικής στα ματς του χάλκινου μεταλλίου δεν δεχόταν αυτό το δίπορτο. Στον Πειραιά έλεγαν ότι ο προπονητής της ομάδας δεν είχε καμία δουλειά να μπαινοβγαίνει στο μαγαζάκι του Βασιλακόπουλου, στο ΟΑΚΑ ότι ο Γιαννάκης επηρέαζε τους παίκτες για να τους ντύσει όλους στα κόκκινα.
Η ΕΟΚ εγκατέλειψε την αρχικά διαλλακτική στάση της και οδήγησε τον «δράκο» στην έξοδο, μολονότι δεν υπήρχε ορατή λύση για τη διαδοχή. Για πρώτη φορά έπειτα από χρόνια ων ουκ έστιν αριθμός, η ομοσπονδία έδωσε το χρίσμα σε ξένο προπονητή, τον Λιθουανό Γιόνας Καζλάουσκας, που –και αυτός– είχε δουλέψει για μία διετία στον Ολυμπιακό (2004-06).
Ο εσωστρεφής Καζλάουσκας δεν έπιασε ποτέ τον σφυγμό των αποδυτηρίων, όπου είχε αρχίσει να τρυπώνει το «πρασινοκόκκινο» χτικιό, αλλά αυτό δεν ήταν απαραίτητα κακό. Ούτε ήταν δική του δουλειά η περιχαράκωση του στρατοπέδου. Στο πλευρό του είχε τους Σφαιρόπουλο, Πρίφτη, Ελευθεριάδη.
Στο Πεκίνο, στη Μαδρίτη, την Ιαπωνία και στο Βελιγράδι η εθνική είχε εκστρατεύσει πλήρης, με εξαίρεση σκόρπιους τραυματισμούς (π.χ. το σπασμένο χέρι του Φώτση το 2007). Το Ευρωμπάσκετ του 2009, όμως, τη βρήκε για πρώτη φορά κουτσουρεμένη από σοβαρές απουσίες.
Ο Δημήτρης Διαμαντίδης, που μέχρι τότε είχε φήμη «βιονικού», τραυματίστηκε στους κοιλιακούς και χειρουργήθηκε, με αποτέλεσμα να τεθεί νοκ άουτ. Ο Θοδωρής Παπαλουκάς αισθάνθηκε στα 32 του καταπονημένος και ζήτησε εξαίρεση, με την υπόσχεση να επιστρέψει την επόμενη σεζόν. Ο συνομήλικος Δήμος Ντικούδης το ίδιο. Ο 30χρονος Κώστας Τσαρτσαρής, που προερχόταν από χρονιά με τραυματισμούς, το ίδιο.
Ο Νίκος Χατζηβρέττας, γεννηθείς το 1977, είχε αποχωρήσει από την εθνική ομάδα, ενώ ο βετεράνος Μιχάλης Κακιούζης (33) και ο «αντιστασιακός» Λάζαρος Παπαδόπουλος (29) δεν κλήθηκαν. Ο Παναγιώτης Βασιλόπουλος αντιμετώπιζε χρόνια προβλήματα τραυματισμών.
Μολονότι είχαν περάσει μόλις τρία χρόνια από το έπος της Σαϊτάμα, η ασημόχρυση ομάδα των δύο μεταλλίων είχε αποψιλωθεί. Στις επάλξεις είχαν παραμείνει ο Βασίλης Σπανούλης,ο Νίκος Ζήσης, ο Αντώνης Φώτσης, ο Γιάννης Μπουρούσης που πλέον ήταν βασικός και ο αινιγματικός Σοφοκλής Σχορτσανίτης.
Η λειψανδρία ήταν βασανιστική στα γκαρντ, αφού από τους τέσσερις σωματοφύλακες των θριάμβων είχαν μείνει δύο. Ο Καζλάουσκας πήρε στη δωδεκάδα τον 20άχρονο τότε Νικ Καλάθη, ο οποίος όμως ήταν άγουρος, αφού είχε μόλις πρωτοπεράσει τον Ατλαντικό για να γίνει επαγγελματίας στην πατρίδα του πατέρα του. Ο μικρός έμοιαζε με αλεξιπτωτιστή και δεν άντεχε για περισσότερα από 5-6 λεπτά στο παρκέ. Το τρίο πλαισιώθηκε με τον Γιάννη Καλαμπόκη, ο οποίος μπορεί να ήταν 31 ετών, αλλά δεν είχε καν ομάδα και ταξίδεψε στην Πολωνία με την αβεβαιότητα του ανέργου.
Εξάλλου, η εθνική υστερούσε στη θέση «3», αφού πέρα από τον αδοκίμαστο Στράτο Περπέρογλου δεν υπήρχε κανείς. Ο Καζλάουσκας τράβηξε παραέξω τον επίσης πρωτάρη Κώστα Καϊμακόγλου (που ακόμη έπαιζε στο Μαρούσι), αλλά και τον 24χρονο Γιώργο Πρίντεζη, ο οποίος είχε προλάβει να φορέσει τα μπλε στο Πεκίνο. Ο Πρίντεζης έμελλε να πετύχει ένα καθοριστικής σημασίας τρίποντο από τη γωνία, ως «τριάρι», στον προημιτελικό με τους Τούρκους. Το σκορ ήταν 61-63 και ο αγώνας έμπαινε στο τελευταίο του λεπτό.
Ο Καζλάουσκας πήρε μαζί του στην Πολωνία όλους τους καλούς ψηλούς που υπήρχαν διαθέσιμοι και πόνταρε στο μπόι της εθνικής, η οποία πράγματι σάρωνε στα ριμπάουντ και κυριαρχούσε στις ρακέτες: και Μπουρούσης και «Σόφο» και Γλυνιαδάκης και Φώτσης και Πρίντεζης. Την αποστολή συμπλήρωσε ο 20άχρονος Κώστας Κουφός, που κατέφτασε για το ντεμπούτο του συνοδευόμενος από τη μάνα του αλλά παροπλίστηκε λόγω βαριάς γαστρεντερίτιδας. Τα υπόλοιπα τα φορτώθηκε στις πλάτες του ο Σπανούλης με υπολοχαγό τον Ζήση. Και όπου μας βγάλει…
Εντελώς απρόσμενα μας έβγαλε… στο βάθρο. Αλλά ο δρόμος ήταν ανηφορικός και γεμάτος λακκούβες. Η πρεμιέρα με τη FYROM ήταν ευτυχώς αναίμακτη (86-54), αφού οι «πελαργοί» έδιωξαν κλοτσηδόν κάτι λεβεντόπαιδα που πήγαν στο γήπεδο για να κάνουν φασαρία με εθνικιστικά συνθήματα και πανό. Ακολούθησαν μεγάλες νίκες επί της Κροατίας (76-68) και επί του Ισραήλ (106-80). Η ομάδα μετακόμισε στο Μπίντγκοστς για τη δεύτερη φάση: τη νίκη με 84-76 επί της μέτριας Γερμανίας διαδέχτηκε η ήττα 65-68 από την έτι μετριότερη Ρωσία.
Φτάνοντας στο τελευταίο εμπόδιο η αποστολή βρέθηκε μπροστά στο προαιώνιο δίλημμα: να διαλέξουμε αντίπαλο για τα προημιτελικά, ναι ή όχι; Η απάντηση ήταν θετική και η εθνική εμφανίστηκε χλιαρή απέναντι στους Γάλλους, μέχρι που έπιασαν τον Σπανούλη οι εγωισμοί του και τον ώθησαν σε ένα προσωπικό κρεσέντο, προσεκτικό ωστόσο ώστε να μην οδηγήσει σε… προσπέρασμα.
Οι «τρικολόρ» κέρδισαν το ματς (69-71) με ένα καλάθι τού ακόμη άγνωστου Νάντο ντε Κολό τη στιγμή που το χρονόμετρο μηδενιζόταν και έπεσαν απευθείας στα νύχια της πανίσχυρης Ισπανίας, όπου έχασαν τα αυγά και τα καλάθια (68-88). Το καλάθι του ανυποψίαστου Ντε Κολό πανηγυρίστηκε δεόντως στα αποδυτήρια όχι των νικητών αλλά των… ηττημένων. Για τους πονηρούς Ελληνες, το τελευταίο εμπόδιο πριν από τα ημιτελικά ήταν η βατή εθνική Τουρκίας των Τούρκογλου, Ιλιάσοβα, Ερντέν.
Ο προημιτελικός εξελίχτηκε σε συναρπαστική τιτανομαχία και κρίθηκε στην παράταση με 76-74 υπέρ της εθνικής μας. Οι Τούρκοι είχαν δύο ευκαιρίες για να κερδίσουν το εισιτήριο στην εκπνοή, έπειτα από ελληνικές απόπειρες αυτοχειρίας, αλλά τις σπατάλησαν (Τούρκογλου, Αρσλάν). Ο Σπανούλης έκανε ονειρική εμφάνιση και πέτυχε 23 πόντους με έξι τρίποντα. Ο Ζήσης πρόσθεσε 13 πόντους, αλλά το σταθερό χέρι του τον πρόδωσε στα τελευταία λεπτά και απείλησε να τον κάνει «ομ φατάλ». Ο Μπουρούσης έβαλε έντεκα, ο Φώτσης δέκα. Για το βαρύ και ασήκωτο τρίποντο του Πρίντεζη προς το τέλος του κανονικού αγώνα να μην τα ξαναλέμε…
Η εθνική παραδόθηκε αμαχητί στους αχτύπητους μετέπειτα πρωταθλητές Ισπανούς στον ημιτελικό (64-82), αλλά είχε εξαρχής σημαδέψει το ματς της 3ης-4ης θέσης, ως χρυσή –ή μάλλον χάλκινη– ευκαιρία μεταλλίου. Απέναντί της παρατάχτηκε η παραδοσιακά εύθραυστη Σλοβενία των Ντράγκιτς, Νάχμπαρ, Λόρμπεκ, Λάκοβιτς, Σμόντις, αποκαμωμένη από την τιτανομαχία με τους Σέρβους στον έτερο ημιτελικό (92-96 στην παράταση, με 32 πόντους του Τεοντόσιτς).
Το ντέρμπι ανάμεσα στις δύο ομάδες με το άδειο ρεζερβουάρ θύμιζε μάχη χαρακωμάτων και τελείωσε με το φτωχό 57-56 και με τους Ελληνες παίκτες να πανηγυρίζουν στην Αρένα Σπόντεκ, που μοιάζει με ιπτάμενο δίσκο. Ο κατάκοπος Σπανούλης έμεινε στους τρεις πόντους με 1/11 σουτ, ο Ζήσης στους έξι, αλλά ο Σοφοκλής Σχορτσανίτης έκανε το ματς της ζωής του και σήκωσε την ομάδα στις πλάτες του: 23 πόντοι, 7/9 σουτ, 9/12 βολές.
Κανένας άλλος Ελληνας δεν έφτασε σε διψήφιο αριθμό (Μπουρούσης 9). Ο «άνιωθος» Φώτσης έβαλε το σουτ της νίκης 31΄΄ πριν από το τέλος με το σκορ στο 51-49, εκατοντάδες Ελληνες έστησαν χορό στις κερκίδες και η εθνική κατέκτησε το τελευταίο μετάλλιο της ζωής της. Τελευταίο μέχρι το επόμενο…