Περισσότεροι από 100.000 Αμερικανοί εργαζόμενοι απείλησαν ότι θα απεργήσουν ή συνεχίζουν να απεργούν καθώς το κύμα αντιδράσεων που έχει αποκληθεί «Striketober» (Απεργοκτώβρης, σε ελεύθερη απόδοση) κατακλύζει τη χώρα.
Την Πέμπτη 14 Οκτωβρίου 10.000 εργαζόμενοι στην εταιρεία παραγωγής αγροτικών μηχανημάτων John Deere διαμαρτυρήθηκαν για τους μισθούς και τις εργασιακές συνθήκες. Επιπλέον, περίπου 60.000 εργαζόμενοι στην τηλεόραση και στον κινηματογράφο είχαν απειλήσει να απεργήσουν τη Δευτέρα 18 Οκτωβρίου, ενώ 24.000 υγειονομικοί εργαζόμενοι προχώρησαν σε κινητοποιήσεις.
Χιλιάδες στον αγώνα
Δέκα χιλιάδες εργαζόμενοι της Deere & Co., με έδρα κυρίως στην Αϊόβα και στο Ιλινόι, προχώρησαν την Πέμπτη 14 Οκτωβρίου στη μεγαλύτερη απεργία των ΗΠΑ από το 2019, απορρίπτοντας τη νέα σύμβαση που τους πρότεινε η εργοδοσία. Οπως υποστηρίζουν, οι μισθολογικές αυξήσεις που τους προτείνονται είναι μηδαμινές, ενώ συγχρόνως η προτεινόμενη σύμβαση αποδυναμώνει τα συνταξιοδοτικά τους δικαιώματα. Η Deere από την πλευρά της δήλωσε ότι είναι αποφασισμένη να επιτύχει μια συμφωνία που «θα φέρει κάθε εργαζόμενο σε καλύτερη οικονομική θέση».
Την ίδια στιγμή περισσότεροι από 21.000 νοσηλευτές και άλλοι εργαζόμενοι στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης στην Καλιφόρνια και στο Ορεγκον ψήφισαν να κατέβουν σε απεργία, αφού οι διαπραγματεύσεις τους με τον ιδιωτικό νοσοκομειακό όμιλο Kaiser Permanente κατέρρευσαν. Μεταξύ άλλων, διεκδικούν ετήσια αύξηση μισθού 4% και μεγαλύτερα διαλείμματα για να αντιμετωπίζουν την εξουθένωσή τους που σχετίζεται με την πανδημία. Η ιδιωτική εταιρεία παροχής νοσηλευτικών υπηρεσιών –που το 2020 είχε κέρδη 6,4 δισ. δολάρια– προτίθεται να καθιερώσει εργαζόμενους δύο ταχυτήτων, αφού προτείνει να «διορθώσει» τις απολαβές όσων προσληφθούν από το 2023 και πέρα με βάση τους μισθούς που επικρατούν στην αγορά εργασίας, τους οποίους εκτιμά κατά 26% χαμηλότερους από αυτούς που προσφέρει στο ήδη υπάρχον προσωπικό της.
Εν τω μεταξύ, πολλά αμερικανικά τηλεοπτικά και κινηματογραφικά στούντιο κινδύνευσαν να κατεβάσουν ρολά στα μέσα Οκτωβρίου, καθώς 60.000 εργαζόμενοι στον κινηματογράφο και στα συνεργεία απείλησαν να κάνουν τη μεγαλύτερη στάση εργασίας στο Χόλιγουντ μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το σωματείο τους, η Διεθνής Συμμαχία Υπαλλήλων Θεατρικής Σκηνής, κατηγορούσε γίγαντες του Χόλιγουντ όπως η Paramount, η Apple, η Walt Disney, η Warner Bros και η Netflix ότι τους υποχρεώνουν να εργάζονται δώδεκα ώρες την ημέρα, έξι μέρες την εβδομάδα, χωρίς διαλείμματα γευμάτων. Η κρίση αποφεύχθηκε την τελευταία στιγμή καθώς επιτεύχθηκε τριετής συμφωνία με τη Συμμαχία Παραγωγών Κινηματογράφου και Τηλεόρασης για ζητήματα όπως τα ικανοποιητικά διαλείμματα για γεύματα, ο αξιοπρεπής μισθός για όσους είναι χαμηλά στη μισθολογική κλίμακα και οι σημαντικές αυξήσεις στην αποζημίωση από τις εταιρείες νέων Μέσων.
Χιλιάδες ήταν επίσης ήδη σε απεργία τον Απεργοκτώβρη: 700 νοσοκόμες στη Μασαχουσέτη, 2.000 υγειονομικοί εργαζόμενοι στη Νέα Υόρκη και 1.400 εργαζόμενοι στο εργοστάσιο του Kellogg στο Μίσιγκαν, στη Νεμπράσκα, την Πενσιλβάνια και στο Τενεσί. Περί
που 6.500 λέκτορες στην Καλιφόρνια είναι επίσης λίγο πριν από την προκήρυξη απεργίας. Η Σχολή Βιομηχανικών και Εργασιακών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Κορνέλ έχει καταγράψει φέτος 178 απεργιακές κινητοποιήσεις.
Η αριστερίζουσα Δημοκρατική βουλευτίνα της Νέας Υόρκης Αλεξάντρια Οκάσιο Κορτές εξέφρασε με ανάρτησή της στο Twitter την υποστήριξή της για τις κινητοποιήσεις, ενώ και ο Μπέρνι Σάντερς έγραψε στο ίδιο μέσο ότι «η πλουσιότερη χώρα του κόσμου έχει την οικονομική δυνατότητα να επενδύσει στις ανάγκες του εργαζόμενου κόσμου».
Γιατί τώρα;
Από τη μια πλευρά η κινητικότητα διεκδίκησης είναι απότοκη της έντονης δραστηριότητας των εργατικών σωματείων στις ΗΠΑ μες στην πανδημία έπειτα από δεκαετίες αδράνειας, καθώς απαίτησαν περισσότερα εργασιακά δικαιώματα και απολαβές αφού τον καιρό της κρίσης «έβαλαν το κεφάλι τους στον ντορβά». Επίσης, οι εργοδότες έχουν βρεθεί σε αδιέξοδο καθώς λόγω της έλλειψης εργατικών χεριών είναι σε μειονεκτική θέση και έχουν αναγκαστεί να αυξήσουν τις απολαβές για τους χαμηλόμισθους.
Από την άλλη πλευρά υπάρχει η μεγάλη αναντιστοιχία μεταπολεμικά ανάμεσα στην αύξηση της παραγωγικότητας της αμερικανικής οικονομίας και την αύξηση των μισθών, που αναγκάζει τους εργαζόμενους να απαιτούν μεγαλύτερο μερίδιο από τα κέρδη που παράγονται από την εργασία τους. Ενδεικτικά, το Ινστιτούτο Οικονομικής Πολιτικής αναφέρει ότι οι απολαβές του ανώτερου 1% της κοινωνίας έχουν αυξηθεί μεταπολεμικά κατά 407%, ενώ οι μισθοί μόλις 144%. Επίσης, εντύπωση προκαλεί το στοιχείο ότι η μέση αύξηση που παρατηρείται τα τελευταία δυο χρόνια στους μισθούς δεν είναι από την αύξηση στις απολαβές των μισθωτών αλλά από την έξοδο των πιο χαμηλόμισθων εργαζομένων από το εργατικό δυναμικό.
Ανάκαμψη των συνδικάτων
Περίπου το ένα τρίτο του συνόλου των εργαζομένων στις ΗΠΑ ήταν σε συνδικάτο στα τέλη της δεκαετίας του 1960, αλλά το ποσοστό μειώθηκε έκτοτε λόγω των αντισυνδικαλιστικών νόμων και των εταιρικών καταστολών στην οργάνωσή τους.
Ωστόσο το 2020 το ποσοστό συμμετοχής στα συνδικάτα αυξήθηκε για πρώτη φορά έπειτα από χρόνια στο 10,8%. Η Gallup εκτιμά επίσης ότι το 65% του συνόλου των Αμερικανών ενέκρινε τη δράση των συνδικάτων, ποσοστό που είναι το υψηλότερο τις δύο τελευταίες δεκαετίες.
Η θετική οπτική για τα συνδικάτα συμπίπτει με ένα κύμα εργατικής δράσης τους τελευταίους 18 μήνες: από το προσωπικό της αποθήκης της Amazon στην Αλαμπάμα μέχρι τους επιμελητές του μουσείου της Νέας Υόρκης που προσπάθησαν να συνδικαλιστούν για πρώτη φορά. Υπήρξαν επίσης απεργίες που διήρκεσαν μήνες από ανθρακωρύχους στην Αλαμπάμα και εργαζόμενους παντοπωλείων απέναντι στον γίγαντα τροφίμων Mondelez International.