Ο Σίβερτ Χόιεμ στο Documento: «Σημείο των καιρών μας η τρέλα στην πολιτική»

Φωτογραφία: Andreas Hornoff

Λίγο πριν από τις δύο μεγάλες σόλο συναυλίες στη χώρα μας, ο τραγουδιστής των Madrugada Σίβερτ Χόιεμ μιλάει για τη μουσική και την πολιτική και δηλώνει ουμανιστής.

Ο Νορβηγός Σίβερτ Χόιεμ είναι ο τραγουδιστής του ροκ συγκροτήματος Madrugada, μιας πολύ αγαπημένης μπάντας του ελληνικού κοινού από την πρώτη στιγμή που έδωσε συναυλία στη χώρα μας. Τα τελευταία είκοσι χρόνια που ακολουθεί σόλο πορεία επίσης παραμένει ένας πολύ ξεχωριστός ξένος τραγουδιστής για το ελληνικό κοινό, φτάνοντας μάλιστα στο σημείο να κυκλοφορήσει το άλμπουμ «Live at Acropolis – Herod Atticus Odeon, Athens» (2017). Τον συγκινούν ακόμη τραγούδια από μεγάλες μορφές της ποπ κουλτούρας σαν τον Λέοναρντ Κοέν και τη Νίνα Σιμόν, ενώ δηλώνει φαν και του διεθνούς Ελληνα τροβαδούρου Ζωρζ Μουστακί. Ο Χόιεμ διαθέτει την ίδια ζεστή φωνή όταν μιλάει και από τηλεφώνου. Ενας άνθρωπος ευγενής και επικοινωνιακός, που δεν έχει καθόλου το σύνηθες μπλαζέ ύφος πολλών ροκ σταρ. Τον πέτυχα στο Βερολίνο και κάναμε μια ενδιαφέρουσα συζήτηση, κεντρικός άξονας της οποίας ήταν φυσικά οι δύο επερχόμενες συναυλίες του στη χώρα μας σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, στο πλαίσιο προώθησης του τελευταίου του δίσκου που κυκλοφόρησε τον περασμένο Ιανουάριο («On an Island»).

Η Νορβηγία είναι χώρα με παράδοση στη ροκ μουσική; Σίγουρα οι επιρροές από την αγγλική και αμερικανική ροκ σκηνή θα έφταναν πιο γρήγορα εκεί συγκριτικά με την Ελλάδα.

Οταν εγώ μεγάλωνα οι επιρροές από την αμερικανική και αγγλική κουλτούρα ήταν παντού, από τα τηλεοπτικά προγράμματα μέχρι τη μουσική. Μιλάω όμως γι’ αυτή την κουλτούρα γενικώς, ενώ για τη ροκ μουσική δεν είμαι τόσο σίγουρος. Στη Νορβηγία μεγάλωσα με τους δίσκους του Γιαν Γκαρμπάρεκ, τον οποίο δεν έτυχε να γνωρίσω ποτέ αλλά γνωρίζω καλά τη μουσική του. Πάντως έχω την αίσθηση πως στην Ελλάδα το ροκ εκτιμάται περισσότερο απ’ ό,τι στη Νορβηγία, όπου κυριαρχεί η ποπ. Το λέω χωρίς να είμαι εξπέρ στα της ελληνικής μουσικής πέραν των ανθρώπων που βλέπω να έρχονται στα live μου κάθε φορά.

Είστε 48 ετών, ούτε νέος μα ούτε μεγάλος. Υπάρχει ηλικία για τους καλλιτέχνες;

Οχι, δεν το νομίζω, αν και οριακή ηλικία είναι σίγουρα τα γεράματα. Δεν ξέρω τι θα έκανα αν ήμουν ένας γέρος που θα έπρεπε να σταματήσει να τραγουδάει. Είναι φυσικό ζητούμενο για μένα το τραγούδι και η μουσική μου απαιτεί συμμετοχή σωματική, επομένως αν γίνω 7075 ετών, θα πρέπει να μηδενίσω το κοντέρ. Γνωρίζω μερικούς καλλιτέχνες που εξακολουθούν να είναι «μάχιμοι» και τους απασχολεί εντονότερα το θέμα. Οσο πάντως ασχολείσαι με τη μουσική δεν σκέφτεσαι ότι υπάρχουν οριακές ηλικίες.

Προέρχεστε από πατέρα δάσκαλο και μητέρα πολιτικό. Η παιδεία και η πολιτική επηρέασαν την τέχνη σας;

Ναι, υποθέτω, παρόλο που δεν είμαι πολιτικοποιημένος. Μεγάλωσα με δύο γονείς που ήταν μέσα σ’ όλα τα ριζοσπαστικά κινήματα των 60s και 70s. Οχι κομμουνιστές, αλλά κοντά στα αριστερά ρεύματα ή στο σοσιαλιστικό όραμα των χρόνων εκείνων. Σήμερα βλέπω να ασκούνται επιθετικές πολιτικές από παντού, ανθρώπους στη μια γωνία και στην απέναντι άλλους ανθρώπους εναντίον τους, είτε συμφωνείς είτε διαφωνείς μαζί τους. Ενα σημείο των καιρών μας είναι όλη αυτή η τρέλα στην πολιτική – μιλάω για τα τελευταία δέκα χρόνια. Προτιμώ να δηλώνω ουμανιστής στην τέχνη μου και σε αυτό μάλλον έπαιξαν ρόλο και οι γονείς μου.

Θα μπορούσατε να μου περιγράψετε την ιδιαιτερότητα της φωνής σας;

Είναι δύσκολο για μένα να καθορίσω το είδος ή το στιλ της φωνής μου. Ισως να μπορούσε κάποιος άλλος να το κάνει που θα ήταν ειδήμων στις αντικειμενικές περιγραφές φωνών (γέλια). Τραγουδάω πια τόσα χρόνια που δεν ξέρω αν μπορώ να το κάνω, να πάρω δηλαδή απόσταση από τον εαυτό μου.

Κάθε φορά που τραγουδάτε είναι θέμα τεχνικής ή ψυχικής διάθεσης;

Καταρχάς δεν έχω εξασκημένη φωνή και το είδος της μουσικής που παίζω δεν απαιτεί καμία ιδιαίτερη τεχνική. Η μόνη μου τραγουδιστική εκπαίδευση ήταν να τραγουδάω μόνος μου από πολύ μικρός, όπως και ν’ ακούω μια ζωή πώς τραγουδάνε οι άλλοι τραγουδιστές. Το σημαντικότερο λοιπόν είναι η ψυχική διάθεση κάθε φορά. Αυτό προσπαθώ να κάνω, να μεταφέρω τη διάθεση στην οποία βρίσκομαι χωρίς καμία σκέψη για τεχνική.

Θυμάστε την πρώτη φορά που τραγουδήσατε μπροστά σε κοινό;

Νομίζω στα 14-15 μου, τραγουδώντας σε μια μπάντα με τους φίλους μου. Οταν ήμουν παιδί έπαιζα τρομπέτα επίσης σε μια στρατιωτική μπάντα και κοινωνικοποιήθηκα μουσικά παίζοντας ροκ ταυτόχρονα με την άλλη μπάντα. Θυμάμαι καλά πως το τραγούδι που τραγούδησα μπροστά σε κοινό για πρώτη φορά ήταν το «Losing my religion» των REM. Ακόμη το αγαπώ αυτό το πολύ όμορφο τραγούδι που είχε εντυπωσιάσει τον κόσμο εκείνη τη βραδιά κι εκεί είπα «να κάτι που μπορώ και θέλω να κάνω». Ηταν μια θετική εμπειρία για μένα να βρίσκομαι στην εφηβεία και να εισπράττω τόσο κουράγιο από το κοινό μου. Εκεί ανακάλυψα την ταυτότητά μου.

Συνήθως οι μπάντες συστήνονται με το όνομά τους, εσείς όμως μετά τον θάνατο του κιθαρίστα σας ονομάσατε «Madrugada» το τελευταίο σας άλμπουμ.

Δεν το είχα σκεφτεί αυτό! Ηταν μνημειακό και οριακό άλμπουμ για την μπάντα και για μένα προσωπικά ήταν το καλύτερό μας, αυτό που ακόμη προτιμώ περισσότερο απ’ όλα. Προφανώς το ότι βγήκε μετά τον χαμό του κιθαρίστα μας και ήταν το τελευταίο μας σήμαινε κάτι ιδιαίτερο στην ιστορία του συγκροτήματος. Δεν θα μπορούσα τώρα να σκεφτώ άλλον τίτλο και το ίδιο σκέφτηκαν και οι άλλοι την ίδια περίοδο, πως είχε έρθει η στιγμή να βγάλουμε ένα άλμπουμ με το όνομά μας για τίτλο. Πέρασαν πολλά χρόνια από τότε και δεν μπορώ να θυμηθώ αν υπήρχε κάποιος άλλος συγκεκριμένος λόγος που το θέλαμε.

Φωτογραφία: Knut Aaserud

Το πρώτο σας άλμπουμ λεγόταν «Industrial silence» (βιομηχανική σιωπή). Κατά τη γνώμη μου εξέφρασε στην εντέλεια τη μοναξιά βιομηχανικού τύπου των δυτικών κοινωνιών. Υπό αυτή την έννοια ήταν πολιτικός δίσκος;

Καταλαβαίνω πολύ καλά τι θέλετε να πείτε. Το «Industrial silence» είχε να κάνει με μια ανησυχία για την πορεία που έπαιρνε η κοινωνία, αν σκεφτούμε και ότι τότε ήμουν ένας θυμωμένος νεαρός. Από την άλλη, δήλωνε και τις διαθέσεις μας μέσα σε έναν απόλυτα βιομηχανοποιημένο κόσμο. Σαν να ήμασταν μέσα σε ένα αυτοκίνητο και σε μια πορεία νυχτερινή βλέπαμε από μακριά την ίδια τη ζωή μας. Σκεφτείτε όμως και τι τοπία θα βλέπαμε σ’ αυτήν τη διαδρομή. Θέλαμε να βγει όλη αυτή η ομορφιά, όχι μόνο η ανησυχία ή η αντίδραση.

Σας ρώτησα διότι η έννοια της σιωπής μοιάζει να διαπερνά το έργο σας, τόσο με τους Madrugada όσο και με τις προσωπικές σας δουλειές. Υπάρχει το κομμάτι «Silences» στο άλμπουμ «Lioness», λόγου χάρη. Μήπως ο κόσμος τελικά την έχει ανάγκη τη σιωπή;

Κι εγώ το πιστεύω αυτό. Ο κόσμος χρειάζεται τη σιωπή και να ρίξει ταχύτητες. Κοιτάζοντας το iPhone όλη μέρα ή μπαίνοντας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κάνεις ασυναίσθητα τεράστιο θόρυβο. Καταβάλλω μεγάλες προσπάθειες να παραμένω φυσικός και απλός. Χρειαζόμαστε τη σιωπή πιο έντονα από ποτέ άλλοτε και οι άνθρωποι τούτη τη στιγμή αγνοούν αυτή την ανάγκη. Είναι και η αιτία που έχουμε όλοι τρελαθεί αυτή την περίοδο.

Γιατί είστε τόσο αγαπητός στην Ελλάδα; Δεν είναι σύνηθες, ξέρετε, για έναν ξένο καλλιτέχνη.

(γέλια) Αγαπώ κι εγώ τον ελληνικό λαό. Από τους Madrugada παλαιότερα, αλλά και σήμερα νιώθω τη σύνδεση που βιώσαμε όταν πρωτοήρθαμε στην Ελλάδα το 2000. Οι άνθρωποι στη χώρα σας μας πήραν στα σοβαρά ως καλλιτέχνες από την πρώτη στιγμή. Δεν ξέρω την αιτία, αλλά υποθέτω ότι αυτή η αγάπη για τη μουσική μας μεγάλωνε μέσα στα χρόνια και τελικά λειτούργησε και για μας ενισχυτικά.

Ετσι, με ένα live σόλο άλμπουμ σας από το Ηρώδειο το 2017 θελήσατε να ανταποδώσετε μέρος αυτής της αγάπης;

Για μένα ήταν σαν φυσικό επακόλουθο να ηχογραφήσω ένα live δίσκο στην Ελλάδα, ειδικά όταν είχα τη δυνατότητα να παίξω στο Ηρώδειο κάτω από την Ακρόπολη. Δεν ήθελα να χάσω μια τέτοια μεγάλη ευκαιρία και η μπάντα μου βρισκόταν σε πολύ καλό σημείο τότε. Θα ήταν κρίμα να μην το είχα κάνει.

Πόσα γνωρίζετε για την ελληνική μουσική;

Πολύ λίγα πράγματα. Καμιά φορά οι φίλοι με πηγαίνουν σε μέρη όπου παίζουν μπουζούκι. Μου αρέσει να τους ακούω να παίζουν, όπως και τους διάφορους τραγουδιστές να τραγουδάνε. Πήγα μια φορά σ’ έναν τέτοιο χώρο στη Θεσσαλονίκη και ήταν φανταστικά. Ξέρω πως δεν είναι αυτό που περιμένετε να ακούσετε από μένα τώρα, αλλά μου άρεσε κι ένας Ελληνας τραγουδιστής που έκανε καριέρα στη Γαλλία, ο Ζωρζ Μουστακί. Βέβαια, αυτός τραγουδούσε στα γαλλικά, οπότε θεωρείται μάλλον μέρος της γαλλικής τραγουδιστικής παράδοσης. Είμαι μεγάλος φαν του Vangelis φυσικά και των Aphrodite’s Child – καταπληκτικό συγκρότημα ήταν αυτοί! Δεν γνωρίζω πράγματα για τη σύγχρονη ελληνική μουσική και θα ξεχώριζα ακόμη την Ιωάννα Γκίκα, που μου αρέσει η ηλεκτρονική γκόθικ μουσική της, αν κι αυτή πάλι κάνει καριέρα στο Λος Αντζελες και όχι στην Ελλάδα.

Θα ήσασταν θετικός στο να διασκευάσετε και να τραγουδήσετε κομμάτι ενός Ελληνα συνθέτη στα αγγλικά ή σε κάποια άλλη γλώσσα;

Αν είναι κάτι καλό, γιατί όχι; Θα μου άρεσε. Πάντα είμαι ανοιχτός στα νέα πράγματα. Η μουσική άλλωστε, όσο κι αν ακούγεται κοινότοπο, είναι παγκόσμια τέχνη.

Μένετε ακόμη στο Οσλο. Τι νιώθετε γι’ αυτή την πόλη στην οποία ζείτε από τα 19 σας;

Δεν είμαι σίγουρος αν μου πολυαρέσει αυτή η πόλη. Υπήρξε το σπίτι μου για χρόνια, αλλά δεν θα με πείραζε καθόλου να ζω πιο κοντά στη φύση. Γεννήθηκα σ’ έναν πολύ πιο μικρό τόπο της Νορβηγίας και σήμερα μου λείπει, όμως η δουλειά της γυναίκας μου είναι στο Οσλο και μένουμε ακόμη εκεί. Είναι η βάση μας το Οσλο και δεν θα έβρισκα καλύτερη πόλη σε όλη τη Νορβηγία για να ζει κάποιος, ασχέτως αν εγώ θα προτιμούσα να ζούσαμε στην εξοχή. Ευτυχώς που κάνω πολλά ταξίδια.

Χωρίς να με ενδιαφέρουν καθόλου οι θρησκειολογικές αναζητήσεις σας, θα ήθελα να ρωτήσω αν νιώσατε ποτέ με την τέχνη σας να αγγίζετε τη θέωση έτσι όπως εσείς την αντιλαμβάνεστε.

Δεν είμαι θρησκευόμενος, αλλά κατανοώ το πνεύμα της ερώτησής σας. Θα απαντήσω λέγοντας πως με τη μουσική πράγματι μπορείς να νιώσεις ότι συνδέεσαι με κάτι ανώτερο πνευματικά. Δεν είναι εύκολη ερώτηση αυτή… Σαφώς και δεν νιώθω ότι συνδέομαι με κανέναν θεό. Αντίθετα, όταν τραγουδάω νιώθω την ένωση με κάτι πιο φυσικό, πιο δυνατό και πιο ανθρώπινο και αυτό από μόνο του κάνει το τραγούδι πνευματική δραστηριότητα. Σας είπα, δεν είμαι θρησκευόμενος, δηλώνω άθεος, όμως δεν παραβλέπω πως το να κάνεις μουσική σε συνδέει γερά με κάτι πολύ υψηλό πνευματικά, τον λόγο δηλαδή ακριβώς για τον οποίο οι άνθρωποι κάνουν μουσική. Μέσα στον σύγχρονο τρόπο ζωής οι άνθρωποι χρειάζονται την επαφή με τη χαμένη πνευματικότητα κι αυτή το προσφέρει η μουσική με όλα τα είδη της.

INFO
Ο Σίβερτ Χόιεμ θα εμφανιστεί στην Αθήνα, στο Floyd Live Music Venue, το Σάββατο 27 Απριλίου και στη Θεσσαλονίκη, στο Principal Club Theater, την Κυριακή 28 Απριλίου

Ετικέτες