Ο Σάλλας έχει δίκιο…

Ο Σάλλας έχει δίκιο…

Αν όλα σου τα χρόνια είσαι οικονομικός παράγοντας και πολιτικός ρυθμιστής και τραπεζίτης και κάτι σαν μεγάλος υπουργός και μικρός πρωθυπουργός, αν έχεις κυβερνήσει από το παρασκήνιο και έχεις ευθύνη για όσα γίνονται στο προσκήνιο, τότε έχεις δίκιο να ενοχλείσαι όταν εισαγγελείς και δημοσιογράφοι αναφέρουν το όνομά σου επί ματαίω.

 Αν είσαι ή νομίζεις ότι είσαι ο κύριος και θεός όσων εμφανίζονται ως κύριοι και κυρίαρχοι, τότε με το δίκιο σου είσαι έτοιμος ανά πάσα στιγμή να θυμίσεις ποιος κυβερνά αυτό τον κόσμο. Αν έχεις με τον παρά σου (όχι ακριβώς δικό σου αλλά έτσι τον θεωρείς) πληρώσει τα κανάλια, τις εφημερίδες, ό,τι υπάρχει και κυκλοφορεί στο διαδίκτυο, αν έχεις δανείσει τα λεφτά του κόσμου χωρίς να βρεθεί ένας να ρωτήσει ή να σε απειλήσει γι’ αυτό που κάνεις, δεν έχεις μόνο δίκιο αλλά είσαι ο ορισμός τού πώς πρέπει να αντιλαμβάνονται οι άλλοι το δίκιο. Αν ό,τι και αν κάνεις στα τραπέζια και στις τράπεζες της διαπλοκής το όνομά σου καθαγιάζεται στα πρωτοσέλιδα των ευεργετημένων ή όσων πιστεύουν πως «μαζί τα φάγαμε», εσύ έχεις δίκιο. Αν, αν, αν, τίποτα δεν σε άγγιξε γιατί στα μάτια σου όλα ήταν συναλλαγές στα γκισέ, τότε έχεις δίκιο.

Ναι, όταν είσαι ο Μιχάλης Σάλλας, ο εθνικός τραπεζίτης, ο οποίος εκπλήρωσε το ελληνικό όνειρο του καταφρονεμένου που έγινε μεγάλος αλλά δεν πλήρωσε καμία από τις επιλογές που κατέστρεψαν το τραπεζικό σύστημα και μαζί την Ελλάδα φορτώνοντάς της τα χρέη των τραπεζών, δεν σηκώνεις μύγα στο σπαθί σου, πόσο μάλλον εισαγγελέα.

Το ελληνικό δημόσιο πλήρωσε με τις ανακεφαλαιοποιήσεις τις μαύρες τρύπες των τραπεζών, τα θαλασσοδάνεια και βέβαια τις διαφημίσεις με τις οποίες εξαγοράζονταν τα ΜΜΕ. Πάνω από τριάντα εκατομμύρια τον χρόνο έδινε η Τράπεζα Πειραιώς στα media, την εποχή που δεν υπήρχε ούτε τράπεζα ούτε προϊόν για να διαφημίσει γιατί είχαν καταστραφεί.

Το Reuters, οι «New York Times» και φυσικά το Hot Doc έκαναν αποκαλύψεις και έθεταν ερωτήματα για τον Σάλλα. Κανένα Μέσο στην Ελλάδα δεν τις μετέδιδε. Υπήρχε μια δημοσιογραφία εν κενώ. Μετέδιδαν τη διάψευση του Σάλλα αλλά όχι ποιο είναι το ρεπορτάζ που «διέψευδε». Και ξαφνικά ήρθαν οι διώξεις. Ούτε για τις διώξεις είπαν. Μόνο τη διάψευση πάλι.

Με το δίκιο του ο Μιχάλης Σάλλας κατέφυγε εναντίον των εισαγγελέων που τόλμησαν να ασκήσουν δίωξη όπως θα έκαναν για κάθε Ελληνα για τον οποίο θα υπήρχαν αποχρώσες ενδείξεις. Είναι μνημειώδης η επιχειρηματολογία του για την αθωότητά του. Οπως θα διαβάσετε στο Documento, είναι αθώος γιατί μόνο μία εφημερίδα, το Documento δηλαδή, έγραψε για τη δίωξή του, ενώ τα άλλα Μέσα, τα σοβαρά κατ’ αυτόν, πεπεισμένα για την αθωότητά του δεν έγραψαν λέξη. Αυτό ακριβώς λέει εγκαινιάζοντας μια νέα νομική αντίληψη, ότι οι ισχυροί έχουν δίκιο επειδή τους καλύπτει η ισχύς τους. Οπως άλλωστε είπε ο Σάλλας στο ΑΠΕ, οι διώξεις (οι δικές του) προκαλούν πρόβλημα στις επενδύσεις. Τα συζητούσε όλα αυτά το Πάσχα στο Λεωνίδιο, όπου με παρέα δημοσιογράφων και πολιτικών συμφωνούσαν πως έχει δίκιο. Και αφού αυτοί πιστεύουν πως έχει δίκιο, έχει.

Φυσικά και έχει δίκιο. Οπως άλλωστε θα διαβάσετε στο πρώτο θέμα της εφημερίδας, δίκιο είναι αυτό που ορίζουν πλέον οι τραπεζίτες. Επεξεργάζονται τροπολογία για να μη γίνεται δίωξη τραπεζίτη αν δεν δώσει άδεια ο κάθε Στουρνάρας της ΤτΕ. Δεν υπάρχει ούτε σύνταγμα ούτε εισαγγελείς ούτε έρευνες και ευθύνες. Δίπλα στον Αρειο Πάγο δημιουργείται ο Στουρν-Αρειος Πάγος, πάνω από το σύνταγμα, πάνω από τις συνταγματικές προβλέψεις, για να απαγορεύει την τιμωρία προκειμένου να υπάρχει η επιχειρηματικότητα η οποία δεν υπήρξε γιατί αυτοί που έπρεπε να την προάγουν έκαναν όλα αυτά για τα οποία δεν πρέπει τελικώς να τιμωρηθούν.

Οταν οι τραπεζίτες άδειασαν τις τράπεζες με τον τρόπο που τις άδειασαν, επικαλέστηκαν την καταστροφή που προκάλεσαν για να πάρουν κεφάλαια από την κοινωνία. Τώρα που υπάρχει πιθανότητα να τιμωρηθούν επικαλούνται τον κίνδυνο των φοβισμένων τραπεζιτών και της αδυναμίας να λειτουργήσουν για να σωθούν.

Δεν είναι κακές λογικές ή συμφεροντολογικές ρυθμίσεις. Είναι η νέα κατάσταση που δημιουργείται στο κενό το οποίο αφήνει η έλλειψη τιμωρίας και απόδοσης δικαιοσύνης. Χτίζεται η νέα κυριαρχία, ανεξέλεγκτη και αντιδημοκρατική. Οπως τελικώς ορθώς μάλλον είχε γράψει δημοσιογράφος της «Καθημερινής», όταν υπάρχει ανάγκη ίσως πρέπει να καταργούνται μερικά άρθρα του συντάγματος. Και προφανώς η ανάγκη να μην πάει κάποιος τραπεζίτης φυλακή είναι μια ανάγκη μπροστά στην οποία το σύνταγμα πρέπει απλώς να μετατρέπεται σε ονομασία πλατείας. Ο Μπρεχτ το έλεγε λίγο πιο κυνικά: Τι είναι η κλοπή μιας τράπεζας μπροστά στην ίδρυσή της…

Documento Newsletter