Ο προϋπολογισμός της φτώχειας

Ο προϋπολογισμός της φτώχειας

Το προσχέδιο για το 2023 που παρουσίασε η κυβέρνηση «κουρεύει» τις δημόσιες δαπάνες και φέρνει περαιτέρω λιτότητα στα νοικοκυριά χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος.

Την περασμένη εβδομάδα το υπουργείο Οικονομικών κατέθεσε στη Βουλή το προσχέδιο του προϋπολογισμού 2023, ο οποίος αν και είναι βέβαιο ότι θα αλλάξει έως τον Νοέμβριο, δίνει κάποιες βασικές κατευθύνσεις για τις προβλέψεις του οικονομικού επιτελείου σχετικά με το πού θα πάει η οικονομία το 2023 και τι πρέπει να περιμένουν τα νοικοκυριά από την κυβερνητική πολιτική.

Σε ό,τι αφορά την πορεία της οικονομίας, στο προσχέδιο διατυπώνεται η πρόβλεψη ότι το 2022 θα κλείσει με ανάπτυξη του ΑΕΠ κατά 5,3% (ή και έως 6% σύμφωνα με έκθεση της Εθνικής Τράπεζας), όμως το 2023 η ελληνική οικονομία θα προσγειωθεί σε χαμηλές πτήσεις, με την ανάπτυξη να περιορίζεται στο 2,1% στο βασικό (ή καλό) σενάριο και στο 1% στο δυσμενές (ή κακό) σενάριο.

Χάριν τουρισμού

Οι προβλέψεις αυτές σημαίνουν ότι η ισχυρή αναπτυξιακή δυναμική που παρουσίασε η οικονομία φέτος χάρη στην ισχυρή επιθυμία των Ευρωπαίων για διακοπές και ταξίδια μετά το τέλος της πανδημίας, η οποία έφερε τα μεγέθη του τουρισμού πολύ κοντά στο τουριστικά εξαιρετικό 2019, θα εξαντληθεί. Από το 2023 αρχίζουν τα δύσκολα, με την ανάπτυξη να είναι είτε περιορισμένη (2%) είτε υποτονική (1%). Φυσικά, όσο κι αν ξορκίζεται ακόμη από τους οικονομικούς υπουργούς, υπάρχει πολύ ισχυρή πιθανότητα το 2023 η οικονομία να περάσει σε ύφεση. Με την ευρωπαϊκή ενεργειακή κρίση σε πλήρη εξέλιξη και τις τιμές του φυσικού αερίου και του πετρελαίου στα ύψη οι εκτιμήσεις των διεθνών τραπεζών για τις οικονομίες της Ευρώπης αναθεωρούνται κάθε μήνα προς το χειρότερο και η τελευταία πρόβλεψη της Deutsche Bank, πριν από 20 μέρες, ήταν βαθιά ύφεση 2,2% για την ευρωζώνη, η οποία θα παρασύρει ανάλογα την ελληνική οικονομία.

Σε αυτό το λίγο ως πολύ ομιχλώδες πλαίσιο, λοιπόν, το 2023 η κυβέρνηση θα πρέπει να κάνει δημοσιονομική σύσφιξη – λιτότητα, περνώντας από το έλλειμμα 1,7% με το οποίο θα κλείσει ο φετινός προϋπολογισμός σε πρωτογενές πλεόνασμα 0,7% του ΑΕΠ. Ο λόγος περί μιας διαφοράς της τάξης του 2,4% του ΑΕΠ ή των 5 δισ. ευρώ και για να βγει ο «λογαριασμός» θα πρέπει είτε να μπει βαθύ μαχαίρι στις δημόσιες δαπάνες είτε να αυξηθούν σημαντικά τα φορολογικά έσοδα είτε να γίνει κάποιος συνδυασμός τους.

Σύμφωνα με το προσχέδιο θα γίνει συνδυασμός τους. Οι δημόσιες δαπάνες δηλαδή θα μειωθούν κατά 3,05 δισ. ευρώ, από τα 72,46 δισ. ευρώ του έτους 2022 σε 69,411 δισ. ευρώ το 2023, και τα φορολογικά έσοδα του 2023 που αντιπροσωπεύουν τον μεγάλο όγκο των δημόσιων εσόδων θα αυξηθούν κατά 1,58 δισ. ευρώ ή 2,9% σε σχέση με το 2022 και θα φτάσουν τα 56,19 δισ. ευρώ.

Περαιτέρω, αν ληφθεί υπόψη ότι –πάντα με βάση το προσχέδιο– τα φορολογικά έσοδα του 2022 κλείνουν αυξημένα κατά 6,4 δισ. ευρώ ή 9,1% έναντι των προβλέψεων του κρατικού προϋπολογισμού 2022, με το 63% αυτής της αύξησης ή ποσό περί τα 4 δισ. ευρώ να προέρχεται αποκλειστικά από την έμμεση φορολογία και τον ΦΠΑ, που έδωσε κατά 23,3% αυξημένα έσοδα λόγω του υψηλού πληθωρισμού, επιβαρύνοντας όμως δραματικά τα οικονομικά των χαμηλότερων εισοδηματικών στρωμάτων, εύκολα προκύπτει ότι η ίδια τάση θα δώσει τον τόνο και κατά το 2023 και μάλιστα θα επιδεινωθεί.

Για τον λόγο αυτό άλλωστε οι προβλέψεις του προσχεδίου σε ό,τι αφορά τα αυξημένα φορολογικά έσοδα του 2022 και την περαιτέρω αύξησή τους το 2023 συγκέντρωσαν το μεγαλύτερο μέρος των πυρών της αντιπολίτευσης, με την Εφη Αχτσιόγλου από τον ΣΥΡΙΖΑ να προσάπτει στην κυβέρνηση της ΝΔ «εκμετάλλευση της ακρίβειας που οδηγεί σε αφαίμαξη του εισοδήματος των πολιτών και σε φτωχοποίηση των νοικοκυριών και των εργαζομένων» και το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ να δηλώνει πως το προσχέδιο «αποτυπώνει τη συνέχιση μιας άδικης φορολογικής πολιτικής καθώς συγκεκριμένα προβλέπει ότι το 2023 οι καταναλωτές θα ξαναπληρώσουν τα 4 δισ. ευρώ επιπλέον φόρων κατανάλωσης σε σχέση με το 2021 που πλήρωσαν το 2022, επιβαρυμένα με 700 εκατ. ευρώ ακόμη».

Πληθωρισμός σε… αστοχία

Σε ό,τι αφορά τον πληθωρισμό τι να λέμε τώρα; Η κυβέρνηση, που τον περασμένο Δεκέμβριο στον κρατικό προϋπολογισμό 2022 είχε προβλέψει ετήσιο πληθωρισμό 0,8% ενώ η ΕΛΣΤΑΤ είχε ανακοινώσει ήδη 3,4% για τον Οκτώβριο 2021, υποστηρίζει στο προσχέδιο ότι ο πληθωρισμός, που με βάση τα τελευταία στοιχεία του Σεπτεμβρίου έχει εκτροχιαστεί στο 12,1%, θα κλείσει το 2022 στο 8,8% και ότι το 2023 θα υποχωρήσει στο 3%. Οι άστοχες αυτές προβλέψεις που υποτιμούν τον πληθωρισμό εννοείται ότι οφείλονται σε συνειδητή επιλογή ώστε να μη δίνεται έρεισμα στις κατηγορίες της αντιπολίτευσης ότι η κυβέρνηση αφήνει ανεξέλεγκτη την ακρίβεια ή να μη δίνεται έδαφος στα αιτήματα περί μείωσης του ΦΠΑ στα τρόφιμα ή του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα. Είναι σχεδόν σίγουρο πάντως ότι μέχρι τα τέλη του 2023 η κυβέρνηση θα αλλάξει τις προβλέψεις της για τον πληθωρισμό.

Ελαφρύνσεις για ελάχιστους

Σε ό,τι αφορά τα μέτρα ελάφρυνσης, με βάση όσα δήλωσαν οι αρμόδιοι υπουργοί Χρήστος Σταϊκούρας και Θόδωρος Σκυλακάκης το προσχέδιο προϋπολογισμού περιέλαβε τα δημοσιονομικά μέτρα 3,2 δισ. ευρώ των εξαγγελιών της ΔΕΘ και επιπλέον 1 δισ. ευρώ αποθεματικό για την επιδότηση των λογαριασμών του ρεύματος.

Να υπενθυμίσουμε με την ευκαιρία ότι οι παρεμβάσεις που εξήγγειλε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη ΔΕΘ ήταν η κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για δημόσιους υπαλλήλους και συνταξιούχους, ένα μέτρο χωρίς όφελος για όσους έχουν αποδοχές έως 1.000 ευρώ τον μήνα, όπως είναι το 80% των συνταξιούχων και μεγάλο μέρος των δημόσιων υπαλλήλων, με πολύ μικρό όφελος της τάξης των 5-10 ευρώ τον μήνα για όσους έχουν αμοιβές στη ζώνη των 1.000-1.200 ευρώ και μεγαλύτερο όφελος για τα λίγα ανώτατα στελέχη του δημοσίου που παίρνουν υψηλούς μισθούς. Ηταν επίσης η αύξηση των κύριων συντάξεων κατά 6% για το ήμισυ των συνταξιούχων που δεν λαμβάνουν προσωπική διαφορά, η οποία αποκαθιστά μόνο το μισό των εισοδηματικών απωλειών τους το 2022 λόγω του πληθωρισμού και ήταν, τέλος, η επέκταση του μειωμένου ΦΠΑ σε μεταφορές, καφέ, μη αλκοολούχα ποτά, γυμναστήρια, σχολές χορού, κινηματογράφους και τουρισμό.

Υπό συζήτηση βρίσκεται, χωρίς να υπάρχει ακόμη πρόβλεψη, η επιδότηση του πετρελαίου θέρμανσης με 25 λεπτά το λίτρο για το 2023. Και βέβαια δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για τη μείωση των συντελεστών ΦΠΑ κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες, από το 24% στο 22% και από το 13% στο 11% με διατήρηση του χαμηλού συντελεστή ΦΠΑ 6%, που θα ήταν επωφελής στη σημερινή πληθωριστική συνθήκη, ιδίως για τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα, μολονότι η ΝΔ είχε δώσει προεκλογικά ανάλογη υπόσχεση – προφανώς για να μη μειωθούν τα δημόσια έσοδα.

Ανάπτυξη πόθεν;

Σε αυτό το συγκεκριμένο δημοσιονομικό πλαίσιο λοιπόν που περιγράφεται στο προσχέδιο προϋπολογισμού για το 2023 και το οποίο προβλέπει μείωση των δημόσιων δαπανών κατά 3 δισ. ευρώ με συρρίκνωση της δημόσιας κατανάλωσης κατά 1,5% (τον Νοέμβριο θα μάθουμε αναλυτικότερα τι σχεδιάζει να κόψει η κυβέρνηση από τις δημόσιες δαπάνες: νοσοκομεία, γιατρούς, φάρμακα, σχολεία), από πού προσδοκά η κυβέρνηση ότι θα έρθει η έστω και χαμηλή ανάπτυξη του 1-2% για να αποτραπεί η βύθιση της οικονομίας;

Ως ένα βαθμό από την ιδιωτική κατανάλωση, που το 2023 προβλέπεται να αυξηθεί κατά 1,3%, υπόθεση ιδιαίτερα επισφαλής αν ληφθεί υπόψη ότι οι ισχυρές πληθωριστικές πιέσεις διαρκώς συμπιέζουν την αγοραστική δύναμη και έχουν βυθίσει την καταναλωτική εμπιστοσύνη στη χώρα μας σε μια από τις τελευταίες θέσεις στην ΕΕ κατά το ΙΟΒΕ.

Σε μεγαλύτερο βαθμό, από μια μεγάλη αύξηση των επενδύσεων κατά 16%, για τις οποίες υπάρχει σημαντική δεξαμενή χρηματοδοτήσεων ύψους συνολικά 14 δισ. ευρώ, από τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης, του ΕΣΠΑ και του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων. Με δεδομένο ότι στην Ελλάδα υπάρχει χρόνια υστέρηση επενδύσεων, που μεγεθύνθηκε μάλιστα σε προβληματικό βαθμό λόγω της υπερδεκαετούς κρίσης χρέους, θα ήλπιζε κανείς ο στόχος αυτός να επιτευχθεί, αλλά όπως επισημαίνει σε σχετική έκθεση το Δημοσιονομικό Συμβούλιο, η κυβέρνηση ενδεχομένως υπερεκτιμά τη δυναμική των ιδιωτικών επενδύσεων, διότι συντρέχουν πολλοί αντίξοοι παράγοντες που δεν λαμβάνει υπόψη: ισχυρή αβεβαιότητα, αυξημένο ενεργειακό κόστος, επιθετική αύξηση των επιτοκίων που οδηγεί τις επιχειρήσεις να διστάζουν να αυξήσουν τον δανεισμό τους.

Κίνδυνοι και αβεβαιότητα

Καταλήγοντας, αν κάτι έκανε τη μεγαλύτερη εντύπωση στο προσχέδιο προϋπολογισμού 2023 που παρουσίασαν οι υπουργοί Οικονομικών την περασμένη εβδομάδα, ήταν η επίμονη ρητορική περί «κινδύνων, επισφάλειας και αβεβαιότητας» με την οποία συνόδευσαν την παρουσίασή τους και η οποία παραπέμπει στην ισχυρή πιθανότητα αυτό το προσχέδιο να αποδειχτεί απλή άσκηση επί χάρτου. Κατά συνέπεια το 2023 αναμένεται να μας επιφυλάσσει δυσάρεστες εκπλήξεις και αντί ανάπτυξης να έχουμε ύφεση, επίμονα υψηλό πληθωρισμό και βέβαια, αναλόγως του πόσο ψηλά θα ανεβάσει τα επιτόκια η ΕΚΤ, ακόμη και σοβαρούς κλυδωνισμούς στην ελληνική αγορά ομολόγων.

Παρ’ όλα αυτά, το προσχέδιο παρέχει και μια μεγάλη και σκληρή βεβαιότητα: όπου κι αν φτάσουν οι τιμές των τροφίμων και της ενέργειας, η κυβέρνηση δεν θα μειώσει τον ΦΠΑ και τους ΕΦΚ και όπως ακριβώς έκανε και το 2022 θα συνεχίσει να εκμεταλλεύεται την ακρίβεια για να αυξάνει τα δημόσια έσοδα μέσω της κοινωνικά άδικα έμμεσης φορολογίας. Και τα ελληνικά νοικοκυριά –η χώρα μας από άποψη αγοραστικής δύναμης ήδη βρίσκεται στην προτελευταία θέση της ΕΕ27, πάνω μόνο από τη Βουλγαρία– θα συνεχίσουν αργά και σταδιακά να φτωχοποιούνται.

Διαβάστε επίσης

Fitch – Ελλάδα: Πτώση του ΑΕΠ, μεγαλύτερος πληθωρισμός και υψηλότερα ελλείμματα το 2023

«Επιτελικές» αλχημείες με το ΑΕΠ

Προϋπολογισμός εξαπάτησης

Documento Newsletter