Οι γεωπολιτικοί ανταγωνισμοί ανάμεσα σε Δύση και Ρωσία επικεντρώνονται στην Ουκρανία. Συνεπεία αυτού οι τιμές στην ενέργεια έχουν χτυπήσει κόκκινο, ενώ οι ενεργειακές ανάγκες λόγω του χειμώνα αυξάνονται συνεχώς.
Η ιστορία με την Ουκρανία «σέρνεται» από το 2014 με την πραξικοπηματική πτώση της φιλορωσικής κυβέρνησης από τους φιλοδυτικούς φασίστες, την ενσωμάτωση της Κριμαίας από τη Ρωσία και τη στρατιωτική ένταση στην ανατολική Ουκρανία, όπου φιλορώσοι αποσχιστές αντιμάχονταν την ουκρανική κυβέρνηση. Eκτοτε η σύγκρουση πάγωσε έως ότου ολοκληρώθηκε η κατασκευή του αγωγού μεταφοράς φυσικού αερίου Nordstream 2 στη Βαλτική, ο
οποίος συνδέει τη Ρωσία με τη Γερμανία. Οι ΗΠΑ έχουν επιστρατεύσει κάθε εργαλείο, έρεισμα και τρικ για να διακόψουν τη λειτουργία του, ώστε να σταματήσουν τη ρωσική διείσδυση στην αμερικανοκρατούμενη Ευρώπη. Η Γερμανία από τη μεριά της δεν έχει ενεργοποιήσει τον αγωγό επικαλούμενη νομικά κωλύματα και η Ρωσία ανταπάντησε περιορίζοντας τη ροή του φυσικού αερίου που φέρνουν οι αγωγοί της Gazprom στην Ευρώπη. Η ουκρανική κυβέρνηση βλέποντας τις εξελίξεις και αισθανόμενη παραγκωνισμένη από τους «συμμάχους» της, αποφάσισε πως ήρθε η στιγμή της αντεπίθεσης και επιχείρησε να τραβήξει το βλέμμα του πλανήτη πάνω της.
Οι ΗΠΑ είδαν στη συγκυρία μια ευκαιρία για να στριμώξουν τους Ρώσους και μέσω του ΝΑΤΟ κλιμάκωσαν την ένταση κάνοντας λόγο για επικείμενη ρωσική εισβολή που θα ενεργοποιήσει σκληρές οικονομικές κυρώσεις εναντίον του επιτιθέμενου. Με τη σειρά του ο Βλαντίμιρ Πούτιν σήκωσε το γάντι και ζήτησε μια συνθήκη που θα εμπεριέχει εγγυήσεις ασφάλειας ανάμεσα στη Δύση και τη Ρωσία, όμοια με αυτή της Γιάλτας. Οι δυτικοί από τη μεριά τους δεν μπορούν να απορρίψουν δίχως συζήτηση το «τελεσίγραφο» των Ρώσων, αλλά στην πραγματικότητα δεν θέλουν να το αποδεχτούν.
Οι ΗΠΑ εντείνουν τη στήριξή τους προς τους Ευρωπαίους αυξάνοντας τη ροή του φυσικού αερίου μέσω της αποστολής συνολικά 35 τάνκερ αποκλιμακώνοντας τις τιμές και ενισχύοντας τα μειωμένα ενεργειακά αποθέματα της γηραιάς ηπείρου. Συγχρόνως, σημειώνονται προσπάθειες αύξησης της παραγωγής από άλλες πετρελαιοπαραγωγούς χώρες όπως το Ιράν ώστε να μειωθούν οι τιμές της αγοράς. Το Ιράν διαβλέποντας το κενό επιχειρεί να ενισχύσει τη θέση του, ενώ διαρκούν οι διαπραγματεύσεις στη Βιέννη ανάμεσα σε ΗΠΑ, ΕΕ και Ιράν και σχετίζονται με τη νέα συμφωνία για τα πυρηνικά.
Η Ευρώπη νιώθοντας τον βραχνά της ενεργειακής κρίσης, που έχει προκαλέσει και τον τρέχοντα καλπάζοντα πληθωρισμό, μοιάζει με καράβι δίχως καπετάνιο, ενώ συνεχίζεται το γεωπολιτικό μπρα ντε φερ με τους Ρώσους εξυπηρετώντας τις αμερικανικές επιταγές. Η μόνη αντίδραση μάλλον θα προέλθει από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα που θα αυξήσει το επιτόκιο του δανεισμού και θα περιορίσει τις αγορές των ομολόγων των κρατών-μελών της ευρωζώνης, με κίνδυνο να υπονομευτεί η δυναμική της ανάκαμψης που προκάλεσε η πανδημία. Όμως ούτε λόγος για λήψη μέτρων που θα προστατέψουν τους Ευρωπαίους καταναλωτές καθώς και την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων από τη δίνη της κρίσης.
Παρ’ όλα αυτά το πρόγραμμα της πράσινης μετάβασης δεν μπαίνει στον πάγο παρά το δυσθεώρητο κόστος που θα πληρώσουν οι Ευρωπαίοι εργαζόμενοι, υποτιμώντας παράλληλα την ανάδειξη ενός πανευρωπαϊκού κινήματος των «κίτρινων γιλέκων». Με άλλα λόγια, η ενεργειακή και οικονομική κρίση, όπως και ο αμερικανοκίνητος γεωπολιτικός ανταγωνισμός Δύσης – Ρωσίας με επίκεντρο την Ουκρανία, πιθανόν να αποδειχτούν μη βιώσιμες πολιτικά.