Ο Πολάκης, ο Χατζηνικολάου και η θέση μας

Η πρόσφατη δηµόσια αντιπαράθεση µεταξύ του δηµοσιογράφου Νίκου Χατζηνικολάου και του βουλευτή Παύλου Πολάκη δεν είναι θέµα ούτε του Χατζηνικολάου ούτε του Πολάκη. ∆εν είναι µια προσωπική κόντρα, µια βεντέτα Κρήτης ή Εκάλης που πρέπει να αντιµετωπιστεί µε όρους περιέργειας και κακεντρεχούς κουτσοµπολιού. Οσα έχουν κατατεθεί στη δηµόσια σφαίρα, πριν από τους χαρακτηρισµούς, απαιτούν απαντήσεις. Σε ανάρτησή του ο Παύλος Πολάκης απευθύνθηκε στον Νίκο Χατζηνικολάου απαιτώντας εξηγήσεις για ένα σοβαρό θέµα: «Γιατί οι εταιρείες µέσων ενηµέρωσης µε τις οποίες σχετίζεται ο δηµοσιογράφος χρωστούν στο ελληνικό δηµόσιο 32,5 εκατοµµύρια ευρώ;».

Μέχρι αυτή την πολύ συγκεκριµένη καταγγελτική ανάρτηση η αντιπαράθεση Χατζηνικολάου – Πολάκη ήταν «σύγκρουση συµπεριφοράς». Ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ ­­– ΠΣ είχε δηµοσιεύσει εν είδει επικήρυξης (έτσι χαρακτηρίστηκε) φωτογραφίες 15 δηµοσιογράφων που θεωρούσε εµπλεκόµενους µε τη διαπλοκή. Η ΕΣΗΕΑ έβγαλε µάλιστα και ανακοίνωση καταγγέλλοντάς τον, αν και ο Πολάκης δεν είναι ο µόνος πολιτικός που έβγαλε στη σέντρα δηµοσιογράφους. Να θυµίσω ότι ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης αποκάλεσε εµένα και άλλους δηµοσιογράφους «εγκληµατίες» από το βήµα της Βουλής ενώ ο Αδωνης Γεωργιάδης είχε προαναγγείλει τη δίωξή µου για τη Novartis. Η δε Ν∆ µε αλλεπάλληλες αναρτήσεις µε αποκαλεί «συκοφάντη» όποτε το Documento προχωρά σε αποκάλυψη σκανδάλου.

Από τη δική του πλευρά ο Χατζηνικολάου υποσχέθηκε αγωγές στον Πολάκη λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «θα του πάρει το κοπάδι» ως περιουσιακό στοιχείο κερδίζοντας τις αγωγές. Εδώ υπάρχει ένα θέµα και δεν εννοώ την υποτιµητική αναφορά στους κτηνοτρόφους. Ο Χατζηνικολάου δεν υπόσχεται απλώς καταδίκη του Πολάκη, αλλά δηµιουργεί την εικόνα ότι ο βουλευτής είναι ένας γιδοβοσκός µε κοπάδια. Ο Πολάκης όµως δεν είναι γιδοβοσκός, είναι επιστήµονας, γιατρός εντατικολόγος µε πολύ καλή φήµη και όχι εκτροφέας αιγοπροβάτων. Από την άλλη, ο Χατζηνικολάου κατάφερε να µπει στην Πάντειο Σχολή (τότε), από την οποία δεν εξήλθε καν µε πτυχίο. Οπως συνέβη και σ’ εµένα άλλωστε, τον κέρδισε η δηµοσιογραφία. Αν όµως πρόκειται να µιλήσουµε για προσόντα µε τη λογική Μητσοτάκη, ο άριστος είναι ο Πολάκης. Προς τι λοιπόν οι άδικοι και απαξιωτικοί χαρακτηρισµοί από έναν έµπειρο δηµοσιογράφο οι οποίοι τρέφουν το αφήγηµα του ορεσίβιου αγροίκου;

Ας αφήσουµε όµως τις συµπεριφορές και την ευπρέπεια µαζί µε τα κοστούµια της και ας πάµε στην ουσία. Τι απάντησε ο Χατζηνικολάου στις καταγγελίες Πολάκη ότι οι εταιρείες του χρωστάνε 32,5 εκατοµµύρια; Εδωσε µια σύντοµη απάντηση στο Twitter, λέγοντας ότι τα χρέη είναι λιγότερα, είναι ρυθµισµένα και ότι θα οδηγήσει τον Πολάκη στα δικαστήρια. Αυτό είναι απάντηση ή µη απάντηση; Οι εταιρείες του δηµοσιογράφου δεν εµπορεύονται προϊόντα αλλά είναι εταιρείες µέσων ενηµέρωσης. Η φύση τους τις καθιστά όχι µόνο ηθικά υπόλογες στην κοινή γνώµη αλλά και ελεγχόµενες. Οχι στα δικαστήρια αλλά στην κοινωνία. Οι δηµοσιογράφοι είναι πρόσωπα εξουσίας και ισχύος την οποία µπορεί να χρησιµοποιήσουν άνοµα και γι’ αυτό είναι υποχρεωµένοι να καταθέτουν δήλωση πόθεν έσχες. Είναι επίσης δηµόσια πρόσωπα που (πρέπει να) λειτουργούν µε διαφάνεια και λογοδοσία. Ο δηµοσιογράφος ελέγχει αλλά είναι και ο ίδιος ελεγχόµενος. Η απάντηση που δίνεται από έναν/µία δηµοσιογράφο για θέµατα που αφορούν το πώς λειτουργεί δεν µπορεί να είναι αόριστη. Ο Χατζηνικολάου οφείλει να πει πόσα χρωστάει, πού τα χρωστάει, πότε και πώς τα ρύθµισε. Συγκεκριµένα.

Η παραποµπή στη ∆ικαιοσύνη µπορεί να γίνει αφού δοθούν οι δηµόσιες απαντήσεις, οι οποίες δεν σχετίζονται µε λειτουργία «λαϊκού δικαστηρίου» αλλά αποτελούν ηθική υποχρέωση και απόδειξη αξιοπιστίας. Προσωπικά έχω κάνει αγωγές και µηνύσεις για συκοφάντησή µου, αλλά αφού πρώτα απάντησα ως δηµόσιο πρόσωπο και αντέκρουσα µε έγγραφα τις συκοφαντίες. Αντέκρουσα, δηµοσιοποιώντας όλα τα έγγραφα, τις αθλιότητες για δήθεν 3 εκατ. ευρώ Καλογρίτσα που δόθηκαν στο Documento αλλά και το γκεµπελικό κατασκεύασµα για τη «σκευωρία Novartis» (για το τελευταίο µάλιστα θυµάµαι τον Ν. Χατζηνικολάου να µου εύχεται να είµαι αθώος την ώρα που οι διεθνείς ενώσεις δηµοσιογράφων µιλούσαν για πολιτική και εκδικητική δίωξή µου λόγω των αποκαλύψεων).

Αρα ο Νίκος Χατζηνικολάου πρέπει να απαντήσει συγκεκριµένα, για να µην υπάρχουν σκιές ούτε για την ηθική ούτε για την ανεξαρτησία του. Αν ένα δηµοσιογραφικό συγκρότηµα χρωστάει εκατοµµύρια στο δηµόσιο και προχωράει σε ρυθµίσεις, η διαδροµή πρέπει να είναι ορατή για να αποκλείσουµε το ενδεχόµενο αυτός που είναι χρεωµένος να εξαργυρώνει γραµµάτια στους κυβερνώντες, όποιοι κι αν είναι αυτοί.

Ας προχωρήσουµε όµως στο χρέος. Οι ισολογισµοί των εταιρειών των µέσων ενηµέρωσης µε τις οποίες σχετίζεται ο Ν. Χατζηνικολάου είναι δηµοσιευµένοι (µε εξαίρεση την εταιρεία ΕΝΙΚΟΣ, που δεν έχει δηµοσιεύσει ισολογισµό από το 2014). Από τους ισολογισµούς λοιπόν φαίνεται ότι υπάρχουν χρέη δεκάδων εκατοµµυρίων στο δηµόσιο, στις τράπεζες και σε ιδιώτες-προµηθευτές. Η Real Media που εκδίδει την εφηµερίδα έχει παθητικό περί τα 10 εκατ. ευρώ (ισολογισµός 31/12/2021) σε σύνολο υποχρεώσεων 32 εκατ. ευρώ. Ας κάνουµε την παραδοχή ότι οι προβλέψεις εσόδων είναι πραγµατικές. Πώς ένα εκδοτικό συγκρότηµα που χρωστάει δεκάδες εκατοµµύρια, ακόµη κι αν δεν είναι τα 32,5 εκατοµµύρια που αναφέρει ο Πολάκης, µπορεί να επιβιώσει; Το ερώτηµα δεν αφορά τις ρυθµίσεις που έγιναν ή δεν έγιναν αλλά την οικονοµική πραγµατικότητα. Και, για να είµαστε δίκαιοι, αυτό το ερώτηµα δεν αφορά µόνο τα Μέσα του Χατζηνικολάου αλλά σχεδόν όλα τα Media, µε εξαίρεση το Documento, το οποίο ούτε δάνεια έχει ούτε χρωστάει στο δηµόσιο.

Ενα συγκρότηµα µε τέτοια εικόνα µπορεί να περιµένει τρία πράγµατα: 1) Να κλείσει, 2) να βρεθεί ο πονηρός τρόπος για να απαλλαγεί από τα χρέη ή 3) να µετατραπεί σε Motor Oil ή σε Οµιλο Μυτιληναίου για να εξασφαλίσει κέρδη πετρελαϊκής και να ξεχρεώσει.

Ας δούµε την παθογενή πραγµατικότητα πίσω από τα νούµερα. Η εφηµερίδα του Ν. Χατζηνικολάου (όπως και το σύνολο των εφηµερίδων, µε εξαίρεση το Documento και την «Εφηµερίδα των Συντακτών») δίνει τρία πολυτελή ένθετα µαζί µε το έντυπο. ∆ίνει επίσης κουπόνια αγοράς σε σουπερµάρκετ. Ο αναγνώστης µετατρέπεται σε πελάτη. Αγοράζει την εφηµερίδα για να πάρει ουσιαστικά τα συνοδευτικά και όχι το δηµοσιογραφικό περιεχόµενο. ∆εν είναι τυχαίο ότι στις διαφηµίσεις προώθησης των εφηµερίδων δεν διαφηµίζονται τα θέµατα αλλά τα ένθετα, γιατί απλώς πουλάνε ένθετα και όχι ενηµέρωση.

Το να δίνει όµως µια εφηµερίδα τρία ιλουστρασιόν ένθετα ανεβάζει το κόστος της κυριακάτικης έκδοσης πάνω από το κόστος πώλησης (αν συµπεριλάβουµε αποθήκευση, απένθεση, µεταφορές κ.λπ.). Αρα η ζηµιογόνα εφηµερίδα καταγράφει κυκλοφορίες επιδοτώντας την έκδοση µε χρήµατα µε τα οποία φεσώνει το δηµόσιο και τα ασφαλιστικά ταµεία που δεν πληρώνει. Αυτό δεν αποτελεί µόνο θέµα ηθικής και πρόβληµα ακύρωσης της δηµοσιογραφίας αλλά και νόθευση της αγοράς. Κάνουν δώρο ένα κιλό φέτα ή ειδικές εκδόσεις για να αγοράσεις την εφηµερίδα και να εµφανίσουν την εικονική κυκλοφορία που θα φέρει διαφηµιστικά έσοδα. Το ζητούµενο για την εταιρεία δεν είναι η υγιής επιβίωση κατά τους νόµους της αγοράς αλλά η επιρροή. Η εφηµερίδα παύει να είναι δηµοσιογραφικό όργανο µε τις πολιτικές της απόψεις και γίνεται όργανο χειραγώγησης µε ανταλλάγµατα. Κάποιος απειλεί να βγάλει τον αναπνευστήρα και όλοι µπορούν να καταλάβουν ποιος είναι.

Φυσικά η διανοµή της διαφήµισης γίνεται κατά τα πρότυπα Πέτσα. Αν πρέπει να πιστέψουµε τα κριτήρια της διαφήµισης στην Ελλάδα, ο Γιάννης Κουρτάκης για παράδειγµα δεν εκδίδει µια σειρά από έντυπα αµφίβολης ποιότητας αλλά τους «New York Times».

ΥΓ.: Για να µην κοροϊδευόµαστε, µετά την αποκάλυψη των θαλασσοδανείων στα ΜΜΕ µε εγγυήσεις αέρα και το κλείσιµο της στρόφιγγας των τραπεζών ο δανεισµός µεταφέρθηκε στο δηµόσιο. Οι εκδότες «δανείζονται» παρακρατώντας τα χρήµατα που πρέπει να αποδώσουν στα ασφαλιστικά ταµεία και στην εφορία. Το θέµα πάντα είναι τα ανταλλάγµατα.