Ο Πέτρος Βαγιόπουλος, ο συνθέτης μεταξύ άλλων του «Πότε Βούδας, πότε Κούδας», μιλάει στο Documento για τραγούδια «ψυχικής ανάτασης»

Ο Πέτρος Βαγιόπουλος, ο συνθέτης μεταξύ άλλων του «Πότε Βούδας, πότε Κούδας», μιλάει στο Documento για τραγούδια «ψυχικής ανάτασης»

«Ο Ρασούλης έλεγε στον Λοΐζο για το “Ελα στην παρέα μας, φαντάρε” να το κάνει κανονικό τσιφτετέλι, να κουνηθούν λίγο οι κώλοι των αριστερών»

Η συνεργασία του με τον Μανώλη Ρασούλη ξεκίνησε όταν εμφανίστηκε για πρώτη φορά μπροστά του το 1983 στο σπίτι του στην Κυψέλη. «Στην αρχή κοιταχτήκαμε και δεν είχαμε πού να καθίσουμε με τόσα βιβλία. Ηταν αστείο γιατί ήμουν ένας μαθηματικός με γραβάτα που έγραφε λαϊκά τραγούδια – έντεχνα με μπουζούκι για την ακρίβεια. Γρήγορα μου είπε ότι θα συνεργαστούμε. Ο Ρασούλης όμως ήθελε πρώτα να σε γνωρίσει, να σε κάνει φίλο, να δει αν ταιριάζουν τα χνότα σας. Σε τριάντα χρόνια γράψαμε περίπου εκατό τραγούδια. Δεν είναι πολλά. Εχω δισκογραφήσει και με τον Γιάννη Λογοθέτη, τον Λευτέρη Παπαδόπουλο, τον Ηλία Κατσούλη και με άλλους. Με τον Ρασούλη όμως είχα μια αποκλειστικότητα. Ηθελε να είμαστε ντουέτο».

Ο Μανώλης Ρασούλης ήταν ιδιαίτερη περίπτωση στο ελληνικό τραγούδι. Φιλοσοφημένος. Αναζητητής της αλήθειας. «Ο,τι έγραψε ο Μανώλης πρέπει να το ψάχνουμε. Η αλήθεια είναι ότι τον εκτίμησαν περισσότερο όταν πέθανε. Ιδιόμορφο τρελό τον θεωρούσαν. Εχουμε γράψει τραγούδια πολιτικά, κοινωνικά, ερωτικά, μπερδεμένα όλα μεταξύ τους. Αυτή ήταν η τακτική του. Ηταν πονηρός. Στην “Εκδίκηση της γυφτιάς” μέσα από το ερωτικό στοιχείο περνάει όλες τις θεωρίες του. Ο ποιητής Δημήτρης Χριστοδούλου τον έλεγε γκουρού. Διάβαζε όλη τη μέρα και ό,τι διάβαζε το αφομοίωνε. Τους έφαγε όλους στη στροφή. Ακόμη και στα χορευτικά. Ελεγε στον Μάνο Λοΐζο για το τραγούδι “Ελα στην παρέα μας, φαντάρε” να το κάνει κανονικό τσιφτετέλι, να κουνηθούν λίγο οι κώλοι των αριστερών, να ανέβει το αίμα στο κεφάλι τους να δουλέψει».

Η γνωριμία τους ξεκίνησε ύστερα από παρότρυνση του άγνωστου τότε Ανδρέα Μικρούτσικου. «Σε μια βραδιά αφιερωμένη στους Μίκη Θεοδωράκη, Δημήτρη Χριστοδούλου και Μαρία Φαραντούρη, ο Ανδρέας Μικρούτσικος μου είπε: “Ρε Πέτρο, γράφεις ωραία λαϊκά τραγούδια, δεν πας να συνεργαστείς με τον Ρασούλη;” Του λέω: “Είσαι τρελός; Εγώ έχω φροντιστήρια στον Βόλο. Τι δουλειά έχω με τον καλύτερο στιχουργό;”. Αυτή η ιστορία φανερώνει μια ωραία νοοτροπία. Ο Ανδρέας Μικρούτσικος, που δεν με ήξερε προσωπικά, άκουσε κάτι ενδιαφέρον και με έστειλε στον Ρασούλη. Ετσι πρέπει να κινείται το πράγμα».

Το τραγούδι «Πότε Βούδας, πότε Κούδας» ήταν μια λαμπρή μουσική στιγμή, μια συνεργασία τριών σπουδαίων δημιουργών. «Εκανα πολλές μπαλάντες. Μου αρέσουν. Τα λαϊκά μου όμως ακούστηκαν περισσότερο. Και φυσικά τα σκόρπισε όλα το “Πότε Βούδας, πότε Κούδας”. Ο Ρασούλης περιέγραφε με τα πρώτα στιχάκια τον εαυτό του. Ηθελε να μοιάσει στον ποδοσφαιριστή, τον Γιώργο Κούδα, ήταν βουδιστής και χριστιανός, τα έψαχνε όλα. Μετά ήρθε και ο Παπάζογλου με μια φοβερή εκτέλεση. Την ίδια βδομάδα είχε κυκλοφορήσει και ο δικός του δίσκος “Μέσω νεφών”. Ανησυχούσε μήπως δεν πήγαινε καλά η δουλειά του γι’ αυτό τον λόγο. Τελικά μας έκανε καλό. Πήγαιναν να πάρουν τον δίσκο του Παπάζογλου για να βρουν το “Πότε Βούδας, πότε Κούδας”. Επαιρναν τον δικό μας δίσκο για να ακούσουν τα τραγούδια του Παπάζογλου. Ιδιαίτερη φυσιογνωμία ο Νίκος. Έκανε συναυλίες, όχι κέντρα. Τα κέντρα είναι περίεργα και για μας».

Όταν κυκλοφόρησε το τραγούδι δεν υπήρχαν ιδιωτικά ραδιόφωνα. «Μόλις ακουγόταν κάτι στην ΕΡΤ γινόταν κατευθείαν σουξέ. Όταν πήγαμε να παρουσιάσουμε τον δίσκο, μόλις παίξαμε το “Πότε Βούδας” έπεσαν τα πρώτα τηλέφωνα από την εκκλησία. “Ποιος είναι αυτός που βρίζει τα θεία;” έλεγαν. Ο λαός όμως το άκουσε, δεν μπορούσε να του ξεφύγει. Είναι γαμηστερό τραγούδι όσο να ’ναι. Σε ξεσηκώνει. Ο Ρασούλης έλεγε ότι ήταν πάντοτε στη μαύρη λίστα. Τα τραγούδια μας όμως ήταν στιγμές ανάτασης». Με μεγάλη εμπειρία στο ραδιόφωνο, πιστεύει ότι η τέχνη να ξεχωρίζει ένα καλό τραγούδι σήμερα έχει χαθεί. «Είμαι χρόνια ραδιοφωνιτζής. Τώρα δεν υπάρχει δισκογραφία. Βγαίνουν δίσκοι δηλαδή, αλλά δεν τους ακούει κανείς. Πιστεύω ότι είναι κακό να υπάρχουν playlists, γιατί χάνεται η ζωντανή επικοινωνία. Ένας παραγωγός πρέπει να διακρίνει ποια είναι τα καλά τραγούδια. Το ζήτημα δεν είναι μόνο πόσο θα πουλήσει κάτι. Εγώ έκανα κριτική δίσκων στην τηλεόραση και κάποτε άκουσα έναν δημιουργό από τη Θεσσαλονίκη. Φοβερά τραγούδια, τους λέω, πρέπει να τον προσέξουμε. Λέγεται… Σωκράτης Μάλαμας. Τι με ενδιέφερε αν ήταν τότε γνωστός; Εγώ άκουσα ωραία τραγούδια. Πρέπει να ακούς λοιπόν ένα τραγούδι και να το ευχαριστιέσαι. Και έχουμε πολλούς καλούς. Ζηλεύεις πόσα ωραία έχουν γραφτεί».

Ο Πέτρος Βαγιόπουλος αναφέρεται σε μερικές χαρακτηριστικές περιπτώσεις δημιουργών που σφράγισαν τη μουσική του τόπου. «Για παράδειγμα, ο Μίκης Θεοδωράκης έφτιαξε σε πολλές περιπτώσεις μουσική ανώτερη της ποίησης. Πολλοί ποιητές παρακαλούσαν να τους γράψει μουσική ο Μίκης. Οι μεγάλες αξίες όμως αναγνωρίζουν τις μεγάλες αξίες. Πρώτα ο Βασίλης Τσιτσάνης και μετά όλοι εμείς, έλεγε ο Μίκης. Αυτός ο άνθρωπος είχε ένστικτο, από αυτά που αλλάζουν για πάντα τη μουσική ενός τόπου».

Οταν η κουβέντα πηγαίνει στην πολιτική άνοιξε και το επίμαχο θέμα της ΑΕΠΙ. «Αν και δεν θέλω να μιλήσω για τη σημερινή κατάσταση, προτιμώ ακόμη και τον χειρότερο Τσίπρα από τον καλύτερο Μητσοτάκη. Έχω υπάρξει αρκετά ανεκτικός, γιατί ξέρω ότι είναι δύσκολα. Ολοι στην Ευρώπη είναι δεξιοί. Λένε ότι η οικονομία πάει καλύτερα. Φυσικά δεν πηγαίνει καθόλου καλύτερα και όλοι οι δημιουργοί ψωμολυσσάμε. Ο Νίκος Ξυδάκης με έναν έλεγχο τα έκανε όλα φύλλο και φτερό στην ΑΕΠΙ. Αυτό έγινε πέρυσι. Ξέρεις πόσα χρόνια υπάρχει η ΑΕΠΙ; Εμένα μου άνοιξαν τα μάτια οι μουσικοί. Μου είπαν ότι θα έπρεπε να ζω μόνο από το “Πότε Βούδας”. Δεν υπάρχει μαγαζί στην Ελλάδα που να μην το παίζει. Μόνο στις κηδείες δεν έχει ακουστεί ακόμη. Εψαξα στα χαρτιά, αλλά δεν έβγαζα άκρη. Μόλις 300 ευρώ πήρα μέσα σε 20 χρόνια για τις συναυλίες του Παπάζογλου. Οχι από τον Νίκο, από την ΑΕΠΙ. Και ας γράφει το συμβόλαιο ότι θα κοιτάνε το τραγούδι σαν να είναι δικό μας. Κακοί ντυθήκανε καλοί και πιάσανε εξουσίες, λέει ένα τραγούδι μας».

Η φιλοσοφία του Πέτρου Βαγιόπουλου είναι ότι μια ωραία προσπάθεια αξίζει τον κόπο και ας μη γίνει επιτυχία. «Ο Μανώλης δεν ενδιαφερόταν για το οικονομικό κομμάτι. Η γη είναι μια κουκκίδα στο σύμπαν, πίστευε. Αυτοί οι άνθρωποι βλέπουν πιο μπροστά από τους πολιτικούς, οσμίζονται τις καταστάσεις. Μπορεί να ξέραμε ότι ένα τραγούδι ήταν σουξέ, αλλά αν δεν ταίριαζε με τα υπόλοιπα δεν θα το βάζαμε στον δίσκο. Ποτέ δεν λέγαμε “ωραία, ευκαιρία να τα κονομήσουμε”. Αποτυχημένος κατά τη γνώμη μου δεν είναι αυτός που γράφει κακά τραγούδια. Αποτυχημένος είναι αυτός που ένα τραγούδι του δεν το θυμάται ποτέ κανένας. Μπαίνει από το ένα αυτί και βγαίνει από το άλλο. Δεν μπορούν να ακουστούν όλα τα τραγούδια από έναν δίσκο. Δεν θεωρώ αποτυχία ένα κομμάτι που δεν ακούστηκε. Λίγη ανάταση ψυχική ζητούσαμε από τη μουσική. Αυτοί ήμασταν».

Ετικέτες

Τελευταίες ΕιδήσειςDropdown Arrow
preloader
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Documento Newsletter