Οχι, φίλοι. Εδώ δεν έχουµε νίκη. Πρόκειται για οδυνηρή ήττα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και του κράτους δικαίου. Θα ήθελα µε τον έναν ή τον άλλον τρόπο να δούµε το αύριο µε αισιοδοξία. Με όραµα. Με πείσµα. Το πείσµα του πολίτη που γνωρίζει ότι έχει δίκιο. Του πολίτη που ρισκάρει πλέον να συµπαραστέκεται στον κατατρεγµένο. Στον αδικηµένο. Του πολίτη που δεν κωλώνει µπροστά στο σάπιο λιπαρό κουφάρι του συστήµατος. Που δεν χαµπαριάζει. Του πολίτη-εραστή της αλήθειας. Οσο κι αν κοστίζει αυτή η στάση ζωής.
Κι αν θέλουµε πραγµατικά να είµαστε αισιόδοξοι, θα χρειαστεί αµέσως να ανατρέξουµε και σε όλες εκείνες τις περιπτώσεις ανθρώπων –κι αυτό δεν είναι κατ’ ανάγκη προσωποποιηµένο στη συγκεκριµένη περίπτωση αλλά αφορά παρόµοιες ερεβώδεις ιστορίες– που µας είπαν κατ’ ιδίαν: «Ελα µωρέ, δεν ήξερες; Τότε, εκεί, µ’ αυτούς και µ’ αυτούς συγκεκριµένα». Τους ανθρώπους που υπήρξαν θύµατα αλλά δεν µίλησαν, εκείνους που τα µισοείπαν, εκείνους που υπήρξαν συν-θύτες, εκείνους που υπήρξαν θύµατα και µετά θύτες στον κύκλο αυτό των χαµένων ψυχών.
Ολους εκείνους που µε την ισόβια, επουλωτική των προσωπικών τους τραυµάτων σιωπή επιτρέπουν να συµβούν, να συνεχίζονται και εντέλει να µην τιµωρούνται αµετάκλητα βάρβαρες κακοποιήσεις.
Αν είχαν µιλήσει, ακόµη και την τελευταία στιγµή, αυτοβούλως έστω αφού δεν κλητεύθηκαν ποτέ, θα ήταν αλλιώς τα πράγµατα.
Αν θέλουµε να είµαστε αισιόδοξοι, αυτή την κυρίαρχη συνθήκη θα χρειαστεί να ανατρέψουµε. Να ξεπατώσουµε τον οχαδερφισµό, την απάθεια και τον τρόµο που σε κάθε ευκαιρία σπέρνει στην κοινωνία το κάθε σύστηµα.
Αν θέλουµε να είµαστε αισιόδοξοι.