Πάρε λοιπόν κι εσύ μέρος στο «The Show». Δώσε την ευκαιρία στο κοινό, στους φίλους, και στους συγγενείς να σε δουν στην οθόνη, στο γυαλί. Να κερδίσεις την αγάπη του κοινού και την εύνοια των χρυσών χορηγών!
Το Θέατρο Μπάγκειον φιλοξενεί την παράσταση «The Show» ή αλλιώς μια προσέγγιση στο έργο του Horace McCoy «Σκοτώνουν τα Άλογα όταν Γεράσουν» σε σκηνοθεσία Παντελή Δεντάκη. Ένας λαμπερός και μακάβριος μαραθώνιος χορού ξεσκεπάζει την κοινωνική απομόνωση και το υπαρξιακό σκοτάδι του σύγχονου ανθρώπου. Σε έναν κόσμο γεμάτο φευγαλέες εικόνες, τηλεοπτικά ριάλιτι και μιντιακούς αντικατοπτρισμούς το θέμα του έργου γίνεται άμεσο και επιτακτικό. Με αφορμή την παράσταση ο σκηνοθέτης Παντελής Δεντάκης μίλησε στο Documento για τον βίαιο αγώνα επιβίωσης, το κίνημα Me Too στον χώρο του θεάτρου και την απαξιωτική στάση του Υπουργείου Πολιτισμού απέναντι στις διεκδικήσεις των εργαζόμενων στον πολιτισμό.
Ένας live μαραθώνιος διαγωνισμός χορού μέχρι τελικής πτώσης με λαμπερούς χορηγούς και παθητικούς θεατές. Το θέμα του έργου αναπόφευκτα φέρνει στο μυαλό μας τα τηλεοπτικά ριάλιτι, τον κόσμο της κοινωνίας του θεάματος και των ΜΜΕ.
Θεωρώ πως το θέμα του κειμένου συνδέεται με την καθημερινή πραγματικότητα της πλειονότητας των ανθρώπων αυτού του κόσμου. Οι κοινωνίες μας έχουν κτιστεί πάνω ακριβώς σ’ αυτόν τον κανόνα: «αγωνίσου μέχρι τελικής πτώσης, χωρίς ανάσα, χωρίς αναστολές, χωρίς ηθικούς φραγμούς, χωρίς οίκτο γι’ αυτούς που πέφτουν δίπλα σου, χωρίς έλεος γι’ αυτούς που ποδοπατάς στον αγώνα, χωρίς να σταματάς ακόμα κι αν σε έχουν ποδοπατήσει!»
Με ποιον τρόπο ο Παρουσιαστής καθρεφτίζει το πρόσωπο της εξουσίας και της βίας;
Ο Παρουσιαστής είναι ο εκμεταλλευτής της αγωνίας και του αγώνα για επιβίωση των συμμετεχόντων. Πίσω από το φανταχτερό του κοστούμι και το χαμογελαστό του πρόσωπο, κρύβεται βρωμιά, χυδαιότητα και αδηφαγία. Εκθέτει, εξευτελίζει και κακοποιεί τους παίχτες, αντιμετωπίζοντας τους σαν πειραματόζωα, σαν αντικείμενα ψυχαγωγίας και ηδονοβλεπτικής διαστροφής. Το μότο του είναι: «όσο περισσότερο εκπέσεις, τόσο περισσότερα θα κερδίσεις…»
Το κείμενο θίγει ζητήματα κοινωνικού αυτοματισμού, αποκτήνωσης και απάθειας. Ποιο είναι το δικό σας σχόλιο για τη σύνδεση του με την εποχή που διανύουμε;
Νομίζω πως διανύουμε μια πολύ σκοτεινή περίοδο. Έναντι της ομορφιάς, της δικαιοσύνης και της υγείας, επικρατεί η ασχήμια, η χυδαιότητα, ο θυμός, η νοσηρότητα, η απόγνωση κι η εξαθλίωση. Το “The Show… πόσο θ’ αντέξουν;” είναι εμποτισμένο από την απελπισία που γεννάει αυτό το κοινωνικό τέλμα. Κι όμως, παράλληλα – και μ’ έναν υπόγειο τρόπο – θέλει να εξυμνήσει και την δύναμη του «μαζί», την δύναμη του βλέμματος του ενός προς τον άλλο, τον διονυσιασμό που μπορεί να προκαλέσει το «χορέψτε σαν τρελοί, χορέψτε γιατί χανόμαστε»!
Ο κόσμος του θεάτρου βρέθηκε στο επίκεντρο το προηγούμενο διάστημα λόγω των εργασιακών διεκδικήσεων που αρθρώθηκαν αλλά και του κινήματος «Μe too» που έφερε στο φως υποθέσεις κακοποιητικών συμπεριφορών. Που πιστεύετε ότι βρισκόμαστε σήμερα;
Πέρυσι, εν μέσω του παρατεταμένου lockdown, υπήρξε μια έντονη περίοδος διεκδικήσεων από τον κλάδο μας και σίγουρα καταφέραμε κάποια πράγματα. Όμως, όσο συνεχίζουμε να δουλεύουμε χωρίς συλλογική σύμβαση εργασίας, όσο η Υπουργός Πολιτισμού αδιαφορεί για το εργασιακό χάος και μας αντιμετωπίζει εχθρικά, όσο υπάρχει τέτοια δυσαναλογία μεταξύ προσφοράς παραστάσεων και θεατρόφιλου κοινού τα πράγματα θα παραμένουν ζοφερά.
Σε σχέση με τις αποκαλύψεις για τους βιασμούς, τις παρενοχλήσεις, τις κακοποιητικές και προσβλητικές συμπεριφορές, θεωρώ πως έχουμε να διανύσουμε ακόμα πολύ δρόμο. Υπάρχουν εκείνες οι περιπτώσεις που άπτονται της Δικαιοσύνης και κάποιες απ’ αυτές – ίσως οι πιο σοβαρές – έχουν πάρει το δρόμο τους, ελπίζοντας πως θα αποδοθεί δικαιοσύνη. Υπάρχουν, ωστόσο, και κακοποιητικές ή χειριστικές συμπεριφορές που ενώ δεν ανήκουν στη σφαίρα του ποινικά κολάσιμου δηλητηριάζουν τους ανθρώπους που δουλεύουν στο θέατρο. Η συζήτηση, λοιπόν, πρέπει να συνεχιστεί και συνεχίζεται.
Ποια είναι η θέση σας για τη συζήτηση που έχει ανοίξει περί αποκλεισμών και διαχωρισμών στο θέατρο; Ενώ η πανδημία προελαύνει, ταυτόχρονα υφαίνεται γύρω μας μία δυστοπική καθημερινότητα.
Θεωρώ απαράδεκτο τον αποκλεισμό ανθρώπων από κάποιες δραστηριότητες, ακόμα κι αν στηρίζεται σε κάποιου είδους υγειονομικής λογικής. Ωστόσο, όλη αυτή η συζήτηση μου φαίνεται τρομερά υποκριτική. Ζούμε σε κοινωνίες ανισοτήτων και αδικιών που μέρα με τη μέρα οξύνονται. Καθημερινά αποκλείονται άνθρωποι από την εργασία, την εκπαίδευση, την ψυχαγωγία, το σύστημα υγείας, την αξιοπρεπή διαβίωση, την επιβίωση. Ας μιλήσουμε πρώτα, ως κοινωνία, πχ για τον άστεγο, γι αυτόν που είναι «αποκλεισμένος» από την στέγη και μετά ας ασχοληθούμε με εκείνον που δεν του επιτρέπεται η είσοδος στο θέατρο επειδή έχει αποφασίσει να μην εμβολιαστεί.