«Ο ωμός ρεαλισμός μιλάει στα ίσια για όσα μας καίνε»

Αντιπροσωπευτικό δείγμα ωμού ρεαλισμού αποτελεί η παράσταση «Στέλλα κοιμήσου» του Γιάννη Οικονομίδη που ανέβηκε στο Εθνικό Θέατρο τον Οκτώβριο του 2017

Πέντε δημιουργοί καταθέτουν τις σκέψεις τους πάνω στην τάση του ωμού ρεαλισμού στο θέατρο, το καλλιτεχνικό ρεύμα το οποίο καταπιάνεται με την κοινωνία τού σήμερα, με ήρωες και αντιήρωες πραγματικούς χαρακτήρες.

Ας ξεκινήσουμε με μια παραδοχή: όταν μιλάμε για ωμό ρεαλισμό το πρώτο που μας έρχεται στο μυαλό είναι οι ταινίες του Γιάννη Οικονομίδη, σημείο αναφοράς στον ελληνικό κινηματογράφο. Το δε «Σπιρτόκουτο» εξελίχθηκε σε ποπ φαινόμενο χάρη στην ακραία γλώσσα του και στους εμβληματικούς του χαρακτήρες. Ατάκες του όπως το «φτιάξ’ το το μπουρδέλο σου» έχουν μείνει αξέχαστες.

Αν κατευθύνουμε τη συζήτηση στο θέατρο, μάλλον πάλι το «Στέλλα κοιμήσου» του ίδιου σκηνοθέτη θα σκεφτούμε, αλλά και τον «Κωλόκαιρο» του Αντώνη Τσιοτσιόπουλου, μεγάλη επιτυχία που συνεχίζεται για δεύτερη σεζόν.

Νεορεαλισμός, μαγικός ρεαλισμός και πόσες ακόμη λέξεις παντρεύονται υπέροχα με τη λέξη ρεαλισμός. Για τον ωμό ρεαλισμό έχουμε παρατηρήσει ότι πολλοί έχουν συνδέσει αυτή την τάση με βρισιές και λούμπεν χαρακτήρες. Δεν είναι, όμως, μόνο αυτό που χαρακτηρίζει το είδος. Οι δημιουργοί θέλουν να μιλήσουν για καταστάσεις που περιγράφουν το τώρα και οι θεατές αναζητούν ένα θέατρο που να μιλάει επίσης γι’ αυτό που συμβαίνει σήμερα εκεί έξω στην κοινωνία, με ήρωες και αντιήρωες πραγματικούς χαρακτήρες της διπλανής πόρτας.

Ας κάνουμε λοιπόν και μια δεύτερη παραδοχή: ο ωμός ρεαλισμός έχει στην καρδιά του τον ρεαλισμό. Μπορεί ο ρεαλισμός να συγγενέψει με άλλες θεατρικές φόρμες; Φυσικά. Ποιος είπε πως στον ρεαλισμό δεν κρύβεται η ποίηση; Για παράδειγμα στο in-yer-face theatre, όπως βαφτίστηκε το είδος του ρεαλισμού που επέλεξε η Σάρα Κέιν στην παράσταση «Φαίδρας έρως», δεν υπήρχε ποίηση; Μάλλον ναι, αφού έκανε τον Χάρολντ Πίντερ να απορεί πώς γίνεται να βρίσκει κανείς την ποίηση μέσα σε μια τόσο σκληρή προσέγγιση.

Σε κάθε περίπτωση, το είδος του ρεαλισμού, ειδικά όταν γέρνει προς τον ωμό ρεαλισμό, προκαλεί ή ενθουσιασμό ή αμηχανία. Τις σκέψεις τους πάνω σε αυτό καταθέτουν πέντε δημιουργοί.

«Εκφράζει τον λαϊκό πολιτισμό»
Γιάννης Οικονομίδης,
Σκηνοθέτης, σεναριογράφος

Αυτό που ζητούσα εγώ βλέποντας σινεμά ή θέατρο ήταν ένα υλικό που να με αφορά. Να το αναγνωρίζω ως πραγματικό. Ηθελα να βρω έργα, ήρωες που να με εκφράζουν. Να μιλούν για μένα. Το γαμώτο μου ήταν γιατί να το βλέπω αυτό στο αμερικανικό, το αγγλικό, το ρωσικό σινεμά και να μην μπορούμε και στην Ελλάδα να γυρίσουμε ανάλογες ταινίες. Δεν είναι το θέμα απλώς να ταυτιστώ. Μπορώ να βρω την εικόνα μου, τον εαυτό, εκεί μέσα; Τη λαλιά μου. Οχι μόνο επιφανειακά αλλά και μέσα στην ψυχή. Προφανώς υπήρχε μια έρημος εκεί πέρα. Είχαμε κενό για χρόνια. Ο ρεαλισμός δεν ήταν πάντα κυρίαρχο ρεύμα ούτως ώστε να μπορέσει ο κάθε δημιουργός να βρει την έκφρασή του. Να μιλήσει για τα προβλήματά του, τις αγωνίες του, ακόμη και τη γλώσσα του. Εκανα το «Σπιρτόκουτο» χωρίς να ακούω κανέναν. Είπα «θα κάνω αυτό που καταλαβαίνω κι ό,τι γίνει». Εννοείται ότι υπήρξαν άλλοι πριν από μένα: ο Γιάνναρης, ο Δαμιανός, ο Γλυκοφρύδης, ο Γεωργιάδης, ο Βούλγαρης. Το θέμα είναι ότι αυτές οι δουλειές για να υπάρξουν στη χώρα μας δίνουν αγώνα κάθε φορά. Υπάρχει κυνήγι, τρώμε ξύλο. Αυτό που φτιάχνουμε και στον κινηματογράφο και στο θέατρο έχει να κάνει με τον λαϊκό πολιτισμό. Με τη βαθύτερη και πιο ουσιαστική έννοια της λαϊκότητας. Το πώς εκφράζεται καλλιτεχνικά και ρεαλιστικά κάθε τόπος. Ο κόσμος έχει δίψα. Οπως το ελληνικό χιπ χοπ. Το αγκαλιάζει ο κόσμος γιατί είναι μια μορφή ρεαλισμού. Μιλάει αδιαμεσολάβητα, στα ίσια και κατευθείαν στην καρδιά για πράγματα που μας καίνε. Ολα καταλήγουν στο ερώτημα «ποιοι είμαστε τελικά;», «ποια είναι η αλήθεια μας;». Μου έλεγαν με το «Σπιρτόκουτο» και το «Στέλλα κοιμήσου» ότι δεν μιλάει ο κόσμος έτσι και τι είναι αυτά που κάνετε. Μέχρι που ήρθε η πραγματικότητα και μας καβάλησε. Πετάνε ανθρώπους από τα πλοία.

«Δεν είναι λογάκια»
Αντώνης Τσιοτσιόπουλος,
Ηθοποιός, συγγραφέας

Με τον Γιώργο (σ.σ.: Παλούμπης) καθόμασταν ένα χρόνο και κουβεντιάζαμε για τον «Κωλόκαιρο». Το ότι καταλήξαμε σε αυτό που είδατε είναι προϊόν σκληρής δουλειάς. Δεν είναι ένα κείμενο «έλα πάμε». Δεν είναι εύκολος ο ρεαλισμός. Δεν είναι λογάκια. Οποιος το λέει αυτό δεν ξέρει τι του γίνεται. Είναι ένα είδος θεάτρου πολύ σκληρό για τον ηθοποιό. Αν δεν είσαι εκεί, δεν μπορείς να κοροϊδέψεις τον θεατή. Πρέπει να είσαι με όλο σου το είναι. Το κορμί και όλες σου τις αισθήσεις 100%.

Αν σε μια παράσταση δεν νιώσει να κλάψει ο Στάθης (σ.σ.: Σταμουλακάτος), ξέρουμε πως κάτι δεν πήγε καλά εκείνη την ημέρα. Και έτσι είναι. Πρέπει κάθε μέρα αυτός ο άνθρωπος να κλαίει για να πηγαίνει καλά η παράσταση. Και δεν εννοώ να προσπαθεί να κλάψει και μαλακίες. Εννοώ να το νιώσει στο πετσί του. Δεν είναι οι φωνές και τα βρισίδια που τραβούν τον κόσμο. Αυτά είναι βλακείες. Είναι η αλήθεια. Τώρα αν η αλήθεια μερικούς τους ενοχλεί, όποιος είναι μάγκας να αγωνιστεί να αλλάξει τα σκατά που υπάρχουν εκεί έξω και να κάνει τον κόσμο πιο δίκαιο για όλους.

Μόνοι μας φτιάχνουμε τις ιστορίες μας, μόνοι μας ονειρευόμαστε και όποιος θέλει ακολουθεί. Αν θες, έλα παρέα, αλλιώς άσε μας στην ησυχία μας. Τι να κάνουμε, να μην υπάρχουμε; Aς κάνει ο καθένας ό,τι θέλει. Ασε με όμως κι εμένα να κάνω ό,τι θέλω. Δεν σε έχω πειράξει. Κι αν δεν γουστάρεις τη δουλειά μου, καλά κάνεις. Ασε με όμως να τη γουστάρω εγώ. Ούτε μέσα στο σύστημα είμαστε ούτε τα παίρνουμε ούτε τίποτε.

«Φάγαμε αρκετό “ξύλο”»
Γιώργος Παλούμπης
Σκηνοθέτης, δραματουργός, συγγραφέας

Ο ρεαλισμός δεν θα έπρεπε να είναι ταμπέλα. Είναι σαν κάποιοι να προσπαθούν να μας χωρέσουν σε μια κατάσταση. Εγώ κάνω ρεαλισμό από τη δεκαετία του ’90. Από το θέατρο Αμόρε που είχα γράψει το «Πέναλτι». Το είχα ανάγκη γιατί είναι ένας τρόπος να μιλήσεις για καταστάσεις που ζούμε εδώ και τώρα. Στη συνέχεια, όταν ανεβάσαμε με την Ελένη Σκότη το 2001 το «Αγαπητή Ελένα», έγινε χαμός. Που ήταν καθαρός ρεαλισμός. Υπήρχε και ο «Αμερικάνικος Βούβαλος» στο Εμπρός με τον Καταλειφό, αλλά με το «Αγαπητή Ελένα» έγινε το μπαμ.

Τότε πήραν χαμπάρι και τον Οικονομίδη στον κινηματογράφο. Εκεί κατάλαβα ότι έχω μακρινές συγγένειες με τον Γιάννη. Ολοι εμείς θέλαμε να μιλήσουμε για θέματα κοινωνικά ή υπαρξιακά μέσα από αυτό τον δρόμο. Μετά γνωρίστηκα με τον Τσίρο, ήρθε ο Τσιοτσιόπουλος και δέσαμε ωραία. Είναι δίκαιο να πούμε ότι ο μεγάλος χαμός έγινε με το «Στέλλα κοιμήσου» το 2015 του Οικονομίδη. Ο κόσμος κάτι είδε. Φάγαμε αρκετό «ξύλο» κι ακόμη κάποιοι ενοχλούνται. Βρισκόμαστε σε μια εποχή που υπάρχει θυμός για όσα συμβαίνουν. Υπάρχει αδικία εκεί έξω. Βγαίνουμε στους δρόμους. Αυτό κάτι σημαίνει. Οποιος μένει στο μπινελίκι δεν καταλαβαίνει τι βλέπει. Γράφονται κριτικές και λένε τα δικά τους. Ζουν σε άλλον κόσμο; Πολλή μπουρζουαζία και πολλή δηθενιά. Και ξέρεις και κάτι; Δεν έχω ακούσει κάποιον να σχολιάζει αν του αρέσει η συγκεκριμένη παράσταση που είδε. Να μιλήσουμε για το κείμενο και τη σκηνοθεσία. Ευπρόσδεκτοι είναι. Εμείς τους ενοχλούμε; Γιατί; Επειδή γουστάρουμε να μιλήσουμε για έναν κόσμο που μας μοιάζει; Μήπως αυτό τους πειράζει; Πόσο μας μοιάζει ο κόσμος εκεί έξω;

«Η ζωή μας πήγε σε αυτό το είδος»
Ελένη Σκότη
Σκηνοθέτρια, δασκάλα υποκριτικής

Ο ρεαλισμός είναι εκλεπτυσμένο είδος θεάτρου γιατί αγγίζει την αλήθεια. Και είναι από τα πιο δύσκολα είδη. Με προβληματίζει και με στενοχωρεί που το παρεξηγούν. Είδε κάποιος τον «Γάμο» και ανέφερε κάτι για τηλεόραση και για επιρροές τηλεοπτικές. Εγώ δεν έχω καν τηλεόραση σπίτι μου. Δεν έχω ιδέα ποιες σειρές υπάρχουν και ποιοι ηθοποιοί παίζουν σε αυτές. Πώς έχω επηρεαστεί; Γούστα είναι αυτά, βέβαια, αλλά βλέπεις μια παράσταση. Γιατί δεν αναλύεις με επιχειρήματα και γνώση αυτό που είδες; Οποιος λέει πως ο ρεαλισμός είναι μόδα ή κάτι καινούργιο ας αναζητήσει κείμενα του Γρηγόριου Ξενόπουλου. Εχει γίνει μια έκρηξη με τον ωμό ρεαλισμό τα τελευταία χρόνια γιατί η πραγματικότητα μας πήγε εκεί. Ζούμε σε αυτή την κοινωνία. Παρατηρούμε την κοινωνία. Δεν πρέπει να είναι όλα επιτήδευση. Οταν δίδασκα υποκριτική στο Εθνικό έλεγα στα παιδιά να παίζουν φυσικά. Χωρίς να προσποιούνται. Μου έλεγαν συνάδελφοι «σιγά, δεν κάνουν και τίποτε. Ετσι είναι και στη ζωή τους». Αυτό για μένα ήταν η μεγαλύτερη επιβεβαίωση. Είναι δύσκολο να είσαι αληθινός.

«Εχει να κάνει με την αλήθεια»
Γιώργος Χατζηνικολάου
Σκηνοθέτης, σκηνογράφος, αρχιτέκτονας

Οταν λέμε για ρεαλισμό πρέπει να ξεκαθαρίσουμε αν μιλάμε για το περιεχόμενο ή τη μορφή. Η πιστή απεικόνιση μιας πραγματικότητας είναι νατουραλισμός. Θα μου πείτε: «Δεν είναι το ίδιο;». Κάποτε συζητούσαμε με τον Βογιατζή και μου είπε: «Γιατί, δεν είναι το ίδιο;». Οχι, για μένα δεν είναι το ίδιο. Ορισμένες φορές θεωρώ πως ο νατουραλισμός είναι ένα είδος ρεαλισμού. Από την άλλη, σκέφτομαι πως ίσως είναι δύο παράλληλα πράγματα που έχουν πολλές ομοιότητες.

Αν δίναμε έναν ορισμό για το καθένα, θα λέγαμε πως νατουραλισμός είναι η πιστή αναπαράσταση της πραγματικότητας με διάθεση μελέτης ως προς τη μορφή. Στην υποκριτική ίσως ο κόσμος να θεωρεί πως είναι το φυσικό παίξιμο. Δυστυχώς, έχω παρατηρήσει πως υπάρχουν ηθοποιοί που αυτό αδυνατούν να το πράξουν. Ανεβαίνουν στη σκηνή και χάνουν τη φυσικότητά τους. Παίζουν με στόμφο, κλαίνε με τεχνική, ξύνουν το κεφάλι τους με τεχνική. Αυτό όλο είναι η έλλειψη ικανότητας να κάνει ο άλλος κάτι πολύ απλό. Να είναι φυσικός.

Ο ρεαλισμός δεν στέκεται και τόσο πολύ στην έννοια της απεικόνισης όσο στην έννοια της ουσίας μιας κατάστασης. Εχει να κάνει με την επαφή της ουσιαστικής πλευράς της πραγματικότητας. Δεν στέκεται μόνο στα εξωτερικά χαρακτηριστικά όπως ο νατουραλισμός, αλλά επιμένει στον πυρήνα. Μπορεί να έχουμε αφαίρεση και παρ’ όλα αυτά να είναι η αποθέωση του ρεαλισμού. Γι’ αυτό και έχουμε τόσα είδη. Και είναι λάθος όσοι πιστεύουν πως ο ρεαλισμός δεν μπορεί να συγγενέψει με άλλα είδη. Ο ρεαλισμός έχει να κάνει με την αλήθεια.

Σκηνή από την παράσταση «Κωλόκαιρος» των Γιώργου Παλούμπη και Αντώνη Τσιοτσιόπουλου που ανέβηκε στο θέατρο Χώρα

Ετικέτες