Ο ντόμπρος, τίμιος και μικροαστός αστυνόμος Μπέκας

Ο ντόμπρος, τίμιος και μικροαστός αστυνόμος Μπέκας
Δεν νοείται καλοκαίρι χωρίς τις ιστορίες του ήρωα του Γιάννη Μαρή, ο οποίος διατηρεί αμείωτο το ενδιαφέρον του κοινού εδώ και επτά δεκαετίες

Την πρώτη φορά που ο αστυνόμος Μπέκας συστήνεται στο αναγνωστικό κοινό κρατάει στο χέρι ένα μαντίλι για να φυσάει τη μύτη του, καθώς ο «βρομόκαιρος», όπως τον χαρακτηρίζει, μαζί με τη γρίπη της εποχής τού έχουν φέρει συνάχι. Αυτή η όχι και τόσο κομψή «πρώτη φορά» θα είναι η αρχή μιας σχέσης με τους αναγνώστες που ήδη μετράει 71 χρόνια και συνεχίζει ακάθεκτη. Η πένα του Γιάννη Μαρή έφερε στον κόσμο μας τον Γιώργη Μπέκα τον Ιούλιο του 1953, όταν το «Εγκλημα στο Κολωνάκι» (το υπέγραψε με το πραγματικό όνομά του, Γιάννης Τσιριμώκος) δημοσιεύτηκε σε συνέχειες στο περιοδικό ποικίλης ύλης «Οικογένεια». Ο πρώτος γρίφος που κλήθηκε να λύσει ήταν εκείνος του θανάτου του ζωγράφου Νάσου Καρνέζη, ο οποίος βρέθηκε δολοφονημένος στο διαμέρισμά του στην οδό Σκουφά, με το πρόσωπό του φριχτά κακοποιημένο. Ωστόσο, οι αναγνώστες της εποχής δεν πρόλαβαν να μάθουν ποιος σκότωσε τον Καρνέζη καθώς το περιοδικό σταμάτησε να κυκλοφορεί προτού ολοκληρωθεί η ιστορία…

Ο Μαρής και οι δωσίλογοι

Ο Μαρής, όπως παλαιότερα έκανε ο Σιμενόν με τον επιθεωρητή Μεγκρέ, απομακρύνθηκε από το πρότυπο του σκληροτράχηλου ιδιωτικού ντετέκτιβ και επέλεξε για τον Μπέκα την εκδοχή του επίσημου αστυνομικού. Από ένα μέρος του αναγνωστικού κοινού θεωρήθηκε πως κατά κάποιον τρόπο «ξέπλενε» την αστυνομία η οποία εκείνη την εποχή είχε ταυτιστεί με τις διώξεις κατά των αριστερών. Πίστευαν επίσης πως ο βαθιά πολιτικοποιημένος και αποδεδειγμένα αγωνιστής Μαρής δεν δικαιούνταν να μην έχει στις ιστορίες του αναφορές για την πολιτική κατάσταση της εποχής, τη στιγμή μάλιστα που ως δημοσιογράφος όχι μόνο γνώριζε καλά τι συνέβαινε αλλά είχε αναλάβει και επιτελικές θέσεις στις εφημερίδες «Ακρόπολις» και «Απογευματινή» του συγκροτήματος Μπότση. Αυτός ήταν και ο βασικός λόγος που απέτρεψε αρκετό κόσμο της Αριστεράς να γνωρίσει έγκαιρα το έργο του, καθώς δεν ήταν οι παραδοσιακοί αναγνώστες των δυο συντηρητικών εφημερίδων αλλά και όταν πλέον οι ιστορίες εκδόθηκαν σε βιβλία θεωρούσαν πως δεν τους αφορούσαν. Δύσκολες εποχές και πολωμένες, ωστόσο ενίοτε και άδικες για ένα συγγραφέα ο οποίος έγραφε τα βιβλία του με τρόπο κατανοητό για τον μέσο αναγνώστη εφημερίδας και που μέσα από αυτά τόλμησε να θίξει δύσκολα για την εποχή ζητήματα –βρισκόμαστε ελάχιστα χρόνια μετά το τέλος του Εμφυλίου– όπως οι διασυνδέσεις των ναζί και ο ρόλος των δωσίλογων. Αυτούς προσπαθεί να περιγράψει σε μεγάλο μέρος του έργου του ο Μαρής. Οσους δηλαδή μετά το τέλος του Εμφυλίου όχι μόνο δεν τιμωρήθηκαν αλλά συγκέντρωσαν ένα μεγάλο μέρος του πλούτου στα χέρια τους αποκτώντας παντοδυναμία – τα εξηγεί εξαιρετικά παραθέτοντας στοιχεία ο ιστορικός Μενέλαος Χαραλαμπίδης στο πρόσφατο βιβλίο του «Οι δωσίλογοι» (εκδ. Αλεξάνδρεια).

Υπόκοσμος με κοστούμια

Ο Μαρής φροντίζει ώστε ο Μπέκας να φαίνεται τόσο κραυγαλέα μικροαστός για να ξεχωρίζει από όσους έγιναν κοσμοπολίτες με τα λεφτά των άλλων. Ολους εκείνους τους Πιτ, τις Ζανέτ, τις Ζουλιέτ και όσους φέρουν ονόματα τα οποία λειτουργούν σαν red flag για τους αναγνώστες. Ο Μπέκας, σύμφωνα με τον δημιουργό του, «ήταν άνθρωπος ντόμπρος, τίμιος, αυθόρμητος, και λιγάκι πρωτόγονος». Η εμφάνισή του, όπως γράφει ο Μαρής, ταιριάζει πιο πολύ σε συνοικιακό μπακάλη που έχει φορέσει το μαύρο κοστούμι του· ακόμη και κάτω από το εκτυφλωτικό φως της Μυκόνου. Στο ίδιο νησί «Ο Μπέκας με το μπλε κοστούμι του, τα μαύρα παπούτσια και τη γραβάτα του, κατέστρεφε όπως καθόταν σ’ ένα τραπέζι της γωνιάς την αισθητική του “χωριάτικου σαλονιού” της “Λητώς”» (απόσπασμα από το «Το κεφάλι του Απόλλωνα»). Οπως σημειώνει ο συγγραφέας όμως: «Αυτό δεν ήταν πράγμα να τον απασχολεί. Θα μπορούσες να πεις πως τίποτε άλλο δεν τον απασχολούσε εκείνη τη στιγμή έτσι όπως είχε τα μάτια μισόκλειστα κι έμοιαζε με χοντρό γάτο που είχε παραφάει και ήταν έτοιμος να αποκοιμηθεί κοντά στο τζάκι».

Βεβαίως τα φαινόμενα απατούν, καθώς αυτή η εικόνα που θέλει να δείχνει προς τα έξω ο αστυνόμος είναι η καλύτερη παγίδα για όσους θεωρούν πως έχουν να κάνουν με εύκολη περίπτωση. Ολους δηλαδή τους ζιγκολό, τους τυχοδιώκτες, τους αρχαιοκάπηλους, τους μαυραγορίτες και τους λαθρέμπορους που όπως αποδεικνύεται είναι υπόκοσμος με κοστούμια. Το σύμπαν του Μπέκα είναι σε μεγάλο βαθμό μανιχαϊστικό: ο καλός φτωχός και ο κακός κοσμοπολίτης, ο φτωχοδιάβολος και ο διεθνής απατεώνας, η γυναίκα-αράχνη και η τίμια ψυχοκόρη. Ωστόσο όσοι αγαπάμε τη γραφή του Μαρή το θεωρούμε αναπόσπαστο κομμάτι του στιλ του, όπως και τις εικόνες της μυθοπλαστικής Αθήνας του η οποία σφύζει από ζωή και συναίσθημα.

INFO
Βιβλία με τις ιστορίες του αστυνόμου Μπέκα κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Αγρα, με εξαιρετικές εισαγωγές από τον Ανδρέα Αποστολίδη, και Ατλαντίς (τα περισσότερα είναι εξαντλημένα)

Documento Newsletter