Ο Ντέιβιντ Σούρκαμπ των Pavlov’s Dog στο Documento: «Η Julia υπήρχε μόνο στα όνειρά μου»

Ο Ντέιβιντ Σούρκαμπ των Pavlov’s Dog στο Documento: «Η Julia υπήρχε μόνο στα όνειρά μου»
Φωτογραφίες: Κώστας Τζούμας/Eurokinissi

Ο frontman των Pavlov’s Dog με τη μοναδική χροιά φωνής που έγραψε ιστορία στη ροκ μουσική αποκαλύπτει πτυχές της προσωπικής και επαγγελματικής του ζωής.

Συνάντησα τον Ντέιβιντ Σούρκαμπ στο ξενοδοχείο του την ημέρα που θα εμφανιζόταν στο Κύτταρο. Μαζί μου είχα το βινύλιο του «Pampered menial», του πρώτου άλμπουμ των Pavlov’s Dog, αγορασμένο το 1991. Πού να το φανταζόμουν ότι έπειτα από σχεδόν 35 χρόνια θα τον συναντούσα και θα τον ρωτούσα για όλα όσα ήθελα να μάθω και που δεν υπάρχουν καν στο διαδίκτυο;

Μην ξεχνάμε πως το «Julia» είναι μια κλασική ροκ μπαλάντα, ιδιαίτερα δημοφιλής στην Ελλάδα, που όλοι κάποτε τραγουδήσαμε στα μπαράκια, ακούγοντας παράλληλα αστικούς μύθους γι’ αυτό τον τραγουδιστή με την άφυλη φωνή. Αλλοι έλεγαν πως ήταν δύσμορφος όπως ο Κουασιμόδος στο εξώφυλλο του δεύτερου άλμπουμ της μπάντας, άλλοι πως είχε πεθάνει, μέχρι και ότι ήταν μια τρανς γυναίκα τραγουδίστρια των 70s είχε ακουστεί.

Τίποτε απ’ αυτά δεν ισχύει. Ο Σούρκαμπ έφτασε αισίως 72 ετών, εξακολουθεί να ζει στο Σεντ Λούις με την οικογένειά του και να είναι μάχιμος, on the road, κυρίως στην Ευρώπη, αφού οι Pavlov’s Dog ποτέ δεν έκαναν μεγάλη καριέρα στην Αμερική. Οπως είπε και ο ίδιος, αυτή είναι μια σπάνια συνέντευξη, αφού αποκαλύπτει πτυχές της προσωπικής και επαγγελματικής του ζωής.

Είναι παράξενο που δεν υπάρχει καμία πληροφορία για τη ζωή σας στο διαδίκτυο. Σαν να μη θέλετε ν’ αφήσετε ηλεκτρονικά ίχνη.

Συμφωνώ απολύτως. Ποτέ δεν ήμουν στο Facebook και ποτέ δεν έχω στείλει email. Στέλνω μόνο ελάχιστα sms και πάντα αποζητούσα την ιδιωτικότητά μου. Προτιμώ να κάθομαι στο δωμάτιό μου, να παίζω την κιθάρα μου και να συνεχίζω να γράφω σαν να ήμουν 20 χρονών. Πάντα θυμάμαι τη γιαγιά μου στα πρώτα χρόνια μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο να μου δίνει ένα γιουκαλίλι και να μου μαθαίνει τα πρώτα ακόρντα. Πρέπει να μην ήμουν ούτε καν τεσσάρων ετών. Οταν η μεγαλύτερη αδερφή μου πούλησε το γιουκαλίλι, η γιαγιά μου έφερε ένα άλλο όργανο, που νόμισα πως ήταν πάλι γιουκαλίλι, αλλά τελικά ήταν μαντολίνο. Πιστεύω ωστόσο πως η γραφή ήταν αυτό που γέμιζε την ψυχή μου από παιδί.

Πού και πότε γεννηθήκατε;

Στο Σεντ Λούις του Μιζούρι το 1952. Εζησα σε πολλά άλλα μέρη, αλλά από τα 16 μου, μετά το σχολείο, άρχισα να γυρίζω παντού, επέστρεψα όμως στη γενέτειρά μου. Από τότε γνώριζα τη γυναίκα μου, τη Σάρα, ήμασταν συμμαθητές, μόνο που εκείνη ήταν παντρεμένη με άλλον από τα 18 της. Οταν βγήκαν οι δύο πρώτοι δίσκοι των Pavlov’s Dog δεν ήμασταν ακόμη ζευγάρι. Ημασταν δηλαδή φίλοι για δεκαετίες. Απ’ όταν η Σάρα χώρισε, ύστερα από 19 χρόνια γάμου, είμαστε μαζί κάθε ώρα και στιγμή.

Σπουδάσατε φωνητική, καλλιεργήσατε αυτήν τη σπάνια φωνή;

Ποτέ, απλώς πάντα τραγουδούσα. Οταν ξεκινούσαν οι Pavlov’ s Dog κανείς άλλος δεν τραγουδούσε, οπότε το έκανα εγώ. Εχει πλάκα, γιατί μια ζωή ήμουν ο συνθέτης του γκρουπ, πάντα έγραφα τα τραγούδια μας. Το να γράφω ήταν και το πιο ήσυχο μέρος της ύπαρξής μου μέσα στο γκρουπ.

Τι θυμάστε από τους γονείς σας;

Η αλήθεια είναι πως μέχρι τα 16 μου μεγάλωσα μέσα στο σπίτι, μετά είχα τάσεις φυγής. Ο πατέρας μου ήταν τραπεζικός, αλλά ήξερε να παίζει πιάνο. Ενα δυο τραγούδια, τα ίδια, όχι πολλά πράγματα. Ή μόνο ένα μάλλον. Η μητέρα μου είχε καλλιτεχνικό υπόβαθρο, καθώς έφτιαχνε κούκλες. Την έλεγαν Ντάλι Ντεφόρ και ήταν διεθνώς γνωστή για τη δουλειά της. Ενας θείος μου επίσης ήταν μεγάλος καλλιτέχνης του Μιζούρι, εικαστικός, όπως και η θεία μου, η γυναίκα του, που ήταν ακόμη πιο διάσημη εικαστικός. Πουλούσε πίνακές της στις μεγαλύτερες γκαλερί του κόσμου. Νομίζω πως το απόλυτα καλλιτεχνικό περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσα με έκανε καλλιτέχνη και μένα και όχι τραπεζικό υπάλληλο. Η μάνα μου έφτιαχνε κούκλες και ο πατέρας μου έπαιζε με εκατομμύρια δολάρια.

Γνωρίσατε το ψυχεδελικό κίνημα των 60s από πολύ νέος. Ποια συγκροτήματα της εποχής ξεχωρίζατε;

Τα δυο αγαπημένα μου συγκροτήματα ήταν οι King Crimson και οι Fairport Convention. Στα μέσα του ’70 άνοιξα συναυλία των Fairport Convention στο Σεντ Λούις – μόνος μου, όχι με τους Pavlov’s Dog. Βγήκα σαν Ντέιβιντ Σούρκαμπ με το πιάνο και την κιθάρα μου. Ηταν το 1976, η τελευταία τουρνέ των Fairport με τη Σάντι Ντένι, λίγο προτού φύγει από τη ζωή. Ηταν υπέροχη η Ντένι! Μια απ’ τις ωραιότερες μνήμες μου είναι να τραγουδάει και να παίζει πιάνο και την επόμενη στιγμή να πιάνει την κιθάρα της.

Βάσει της εμπειρίας σας, ποιες διαφορές θα επισημαίνατε μεταξύ του βρετανικού και του αμερικανικού ροκ των 60s-70s;

Το βρετανικό ροκ ήταν πραγματικά όμορφο, ενώ το αμερικανικό ροκ ήταν πραγματικά φρικτό! Θα εξαιρούσα τον Μπομπ Ντίλαν, όπως και τους Νιλ Γιανγκ, Τζόνι Μίτσελ, Λέοναρντ Κοέν, αν και οι τελευταίοι είναι Καναδοί. Δεν μου άρεσαν και ακόμη δεν μου αρέσουν τα αμερικανικά συγκροτήματα. Προτιμώ την αγγλική μουσική, το ροκ των Γερμανών, όπως και τους Ελληνες Aphrodite’ s Child. Λάτρευα το «Four horsemen» που παιζόταν από τα ραδιόφωνα στο Μιζούρι με το φοβερό σόλο στην κιθάρα.

Υπήρχε πολιτικοποίηση στη μουσική σας;

Η μητέρα μου ήταν φανατική κομμουνίστρια και ο πατέρας μου Ρεπουμπλικάνος, αλλά τα βρίσκανε. Εγώ πάλι με θυμάμαι να κάθομαι στο πιάνο μου και να κρατάω σημειώσεις από διάφορα γεγονότα που αργότερα θα χαρακτηρίζονταν κοσμοϊστορικής σημασίας.

«To όνομα το πήραμε όταν ο Κάρβερ (σ.σ. μέλος της αρχικής σύνθεσης των Pavlov’s Dog) σκάλιζε κάτι βιβλία ψυχολογίας που είχα στο πανεπιστήμιο και έπεσε πάνω στο πείραμα του Παβλόφ με τον σκύλο», λέει ο Ντέιβιντ Σούρκαμπ στον Αντώνη Μποσκοΐτη ενώ υπογράφει στο εξώφυλλο του «Pampered menial», το εμβληματικό ντεμπούτο των Pavlov’s Dog

Οταν σας ακούγαμε πιτσιρικάδες νομίζαμε πως οι Pavlov’s Dog έχουν γυναίκα τραγουδίστρια. Τι ακούγατε από τότε για τη φωνή σας;

Οι άνθρωποι είτε μ’ αγαπούν είτε με μισούν, δεν υπάρχει κάτι ενδιάμεσο. Σε πολλούς ανθρώπους δεν αρέσει η φωνή μου. Αν θυμάστε τους Flo & Eddie από τους Turtles, ακόμη δίνουν συνεντεύξεις και με ειρωνεύονται για τη φωνή μου.

Εντάξει, μιλάμε για ένα σατιρικό δίδυμο τώρα.

Που χωρίς να με έχουν γνωρίσει δεν λένε καλά πράγματα για μένα. Μια φορά πήγα να δω τους Be-Bop Deluxe σε συναυλία τους αφού με είχε στείλει ένας μάνατζερ κι αυτοί με πιάσανε και μου έκαναν κήρυγμα για τη φωνή μου. Επομένως, δεν περίμενα εξαρχής να αρέσω σε όλους.

Υπήρχαν αστικοί μύθοι που έλεγαν ότι πεθάνατε νέος ή ότι εσείς ήσασταν ο Κουασιμόδος στο εξώφυλλο του δεύτερου άλμπουμ. Τις έχετε ακούσει αυτές τις φήμες;

Τι έχω ακούσει και τις δύο! Πριν από είκοσι χρόνια είχαμε παίξει σ’ ένα φεστιβάλ στην Αγγλία. Η κόρη μου, που ήταν γύρω στα 14-15, έκανε φωνητικά στη μητέρα της. Ενας τύπος που κινηματογραφούσε το φεστιβάλ από τηλεοπτικό συνεργείο της Γερμανίας τη ρώτησε πώς αισθάνεται που τραγουδάει τα τραγούδια του «χαμένου» πατέρα της. Κι εκείνη με έδειξε που καθόμουν λίγο παραπέρα και μιλούσαμε με τον Στιβ Χάκετ των Genesis για κιθάρες. Τι να πω, δεν ξέρω πώς βγήκαν αυτές οι φήμες. Είμαι καλά, πάντως, ευχαριστώ!

Πώς ήταν για μια μπάντα από το Μιζούρι να μην παίζει μπλουζ και κάντρι αλλά προοδευτικό ροκ;

Μπορώ να παίζω μπλουζ, μια και προέρχομαι από το Σεντ Λούις, έχοντας δει ζωντανά την Τίνα Τέρνερ, τον Αλμπερτ Κινγκ και τον Λιτλ Μίλτον. Η καρδιά μου, όμως, δεν χτυπούσε ποτέ εκεί. Από τη μητέρα μου που αγαπούσε την κάντρι άκουσα κι εγώ πολλή κάντρι, την οποία θεωρώ το ίδιο με τη φολκ. Από τις δεκαετίες του 1950 και του ’60 κάντρι και φολκ δεν είχαν διαφορές, αλλά πλέον τα βρίσκω λίγο μονότονα.

Ποιος εμπνεύστηκε το Pavlov’s Dog, αυτό το έξυπνο όνομα για συγκρότημα;

Οταν πήγα στο κολέγιο για λίγους μήνες, αφού δεν μ’ άρεσε, είχαμε εγώ και ο Ρικ Στόκτον μια μπάντα που τη λέγαμε High On a Small Hill. Οταν βρεθήκαμε με τον Ζίγκφριντ Κάρβερ και τον Στιβ Σκορφίνα δεν ήθελαν να λεγόμαστε High On a Small Hill αλλά τους έρχονταν κάτι άλλα, φρικτά ονόματα. Είχα πάρει λοιπόν ένα μάθημα ψυχολογίας και έτυχε να σκαλίσει τα σχετικά βιβλία μου ο Κάρβερ και να πέσει πάνω στο πείραμα του Παβλόφ με τον σκύλο. «Ετσι θα ονομαστούμε» είπε και συμφώνησα, αφού δεν είχα ακούσει καλύτερο όνομα για συγκρότημα.

Το ότι δεν κάνατε μεγάλη καριέρα στην Αμερική ισοφαρίστηκε με την επιτυχία σε ευρωπαϊκές χώρες;

Ποτέ δεν κάναμε καριέρα στην Αμερική. Αυτό είναι καλό γιατί διαφορετικά δεν θα μπορούσα να πάω πουθενά. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν ξέρουν καν πώς μοιάζω. Από την άλλη, μια φορά ήμουν μέσα σ’ ένα δισκάδικο στο Μόναχο της Γερμανίας και κάποιος μου φώναξε: «Ε, μαέστρο»! Τα έχασα, είπα μέσα μου «πού με αναγνώρισε;», αλλά δεν με πείραξε καθόλου…

Χωρίς να είμαι αδιάκριτος, βγάλατε χρήματα από τους δίσκους; Μπορεί το «Pampered menial» να μην πούλησε στην Αμερική, στην Ελλάδα όμως πενήντα χρόνια μετά ακόμη επανεκδίδεται.

Ας πούμε ότι πάντα ζούσα καλά και δεν υποφέραμε. Τα παιδιά μου πήγαν σε καλά σχολεία, η κόρη μου τελείωσε ένα υπέροχο πανεπιστήμιο και στην πορεία έγινε καλλιτέχνιδα. Εχω δύο παιδιά, ένα γιο και μια κόρη. Ο γιος μου είναι ο μάνατζέρ μας αυτήν τη στιγμή. Τα πάντα είναι η οικογένεια και ομολογώ πως δεν θα μου πήγαινε το ροκ lifestyle μετά τα 60 και τα 70 μου.

Ναι, αλλά οι Rolling Stones έγιναν ζάπλουτοι με τη μουσική τους και ο Μικ Τζάγκερ ακόμη ροκάρει.

Δεν είμαι εγώ αυτό. Δεν θα μπορούσα να είμαι. Προτιμώ πια να κάθομαι με τη σύζυγό μου και να βγάζω βόλτα τον σκύλο μου κι αυτό είναι εξίσου διασκεδαστικό με μια χλιδάτη ζωή.

Θα μου πείτε ποια ήταν αυτή η Τζούλια που όλοι την τραγουδούσαμε κάποτε, αλλά και ποια ήταν η Μέγκαν του «Standing here with you»;

Δεν υπήρχε καμία Τζούλια, ήταν απλώς ένα τραγούδι που έγραψα. Μόνο στα όνειρά μου υπήρχε, όπως αποδείχτηκε. Η Μέγκαν πάλι, που της αφιέρωσα τραγούδι στο δεύτερο άλμπουμ, ήταν φίλη μου, όχι κοπέλα μου. Την έλεγαν Μέγκαν ΜακΝτάνα και ήταν φολκ τραγουδίστρια από το Σικάγο. Εγραψα απλώς ένα τραγούδι σκεπτόμενος τη φωνή της.

«Ποτέ δεν ήμουν στο Facebook και ποτέ δεν έχω στείλει email. Στέλνω μόνο ελάχιστα sms και πάντα αποζητούσα την ιδιωτικότητά μου. Προτιμώ να κάθομαι στο δωμάτιό μου, να παίζω την κιθάρα μου και να συνεχίζω να γράφω σαν να ήμουν 20 χρονών.», λέει ο Ντέιβιντ Σούρκαμπ αξηγώντας τους λόγους για τους οποίους αποφεύγει να έχει πολλά πολλά με την τεχνολογία

Υπήρξε περίοδος στη ζωή σας που είπατε να τα παρατήσετε;

Οταν γεννήθηκε η κόρη μου ήθελα να τη βλέπω να μεγαλώνει και σταμάτησα τις συναυλιακές δραστηριότητες. Το πολύ πολύ να παίζαμε ακουστική και όχι ηλεκτρική μουσική μαζί με τη Σάρα σε μικρά κλαμπάκια. Τότε έγινα δημοσιογράφος και για σχεδόν μια δεκαετία αρθρογραφούσα σε εφημερίδες. Μου άρεσε η γραφή και ακόμη γράφω. Επαιρνα συνεντεύξεις, όπως κάνετε εσείς με μένα αυτήν τη στιγμή. Θυμάμαι μια συνέντευξη που μου είχε δώσει ο Μάικλ Χάτσενς των INXS. «Είστε ο Ντέιβιντ Σούρκαμπ ο παλιός;» με ρωτούσε όλο ενθουσιασμό, σαν να μου έπαιρνε αυτός συνέντευξη. Το απολάμβανα!

Σας αγχώνει το γεγονός που δεν είστε πια εκείνος ο μακρυμάλλης χίπης από τα 70s;

Καθόλου. Αν κέρδισα κάτι, κέρδισα μια σοφία στη ζωή μου. Ολοι μεγαλώνουν. Οχι, όχι, νιώθω πολύ άνετα έτσι όπως έχω γίνει, εδώ που έφτασα. Ο χρόνος περνάει πιο γρήγορα, μια αίσθηση που έχει να κάνει με την ηλικία. Οι μέρες μοιάζουν να περνούν γρηγορότερα, αλλά… that’s life.

Τελευταία ερώτηση: Τι ήταν τελικά οι Pavlov’s Dog μέσα στην παγκοσμιότητα της ροκ μουσικής;

Πιστεύω ότι ήμασταν πολύ μοναδικοί κι ακόμη είμαστε. Δεν μπορώ να βρω επιρροές στο πώς ακουγόμασταν και ποτέ ως τραγουδοποιός δεν αντέγραψα κάποιον άλλο. Γι’ αυτό άλλωστε και μ’ αγαπάνε σε χώρες σαν την Ελλάδα. Απ’ την οποία Ελλάδα, παρεμπιπτόντως, ο μόνος μουσικός που ξέρω ήταν ο Βαγγέλης Παπαθανασίου με τους Aphrodite’s Child που μου πήγαιναν πολύ σαν ήχος. Κάποτε αγόραζα τους δίσκους τους.

Documento Newsletter