Στην τελική ευθεία για την πρεμιέρα της παράστασης «Ο χορός των εραστών» του Τιάγκο Ροντρίγκες ο Νίκος Καραθάνος μάς μιλάει για όσα μας πληγώνουν και όσα μπορούν να μας δώσουν φτερά.
Η συζήτηση μαζί του θυμίζει ιδιότυπη γιορτή. Αλλοτε πάνω στον καλπασμό πολύκροτων παραστάσεων όπως της «Γκόλφως» του Σπυρίδωνος Περεσιάδη και των «Ορνίθων» του Αριστοφάνη που άφησαν εποχή και άλλοτε σε πιο εσωτερικές στιγμές. Οπως τώρα που πρωταγωνιστεί στον «Χορό των εραστών» του 46άχρονου Πορτογάλου Τιάγκο Ροντρίγκες, καλλιτεχνικού διευθυντή του Φεστιβάλ της Αβινιόν, παράσταση που έχει χαρακτηριστεί «ακρόαμα αιφνιδιαστικής τρυφερότητας» και σε παρασύρει στην καρδιά της σχέσης δύο ανθρώπων την ώρα που αναμετριούνται με μια οριακή εμπειρία ζωής ή θανάτου. Ομως πάντα, ο Νίκος Καραθάνος μιλάει ακροβατώντας ανάμεσα σε μια ποιητική ανάγνωση της ζωής και μια ειλικρίνεια που σε ξαφνιάζει. Οπως κάθε φορά που παίρνει τον χρόνο του για να απαντήσει σε μια ερώτηση και μετά σε βομβαρδίζει με ένα πανόραμα εικόνων και λέξεων, λες και φτιάχνει μικρούς αυτοσχέδιους μονολόγους την ώρα που πίνει τον καφέ του. Εκτός από τις περιπτώσεις που δεν του παίρνεις κουβέντα. Οπως για την παράσταση που θα κάνει πρεμιέρα στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση στις 10 Οκτωβρίου: «Δεν θέλω να πω πολλά. Είναι το πρώτο θεατρικό του Τιάγκο, το οποίο ξεκίνησε να γράφει πριν από χρόνια, ένα έργο που μας μαθαίνει ότι είμαστε άνθρωποι που απλώς λέμε ιστορίες».
Πώς είναι η συνεργασία με τον Τιάγκο Ροντρίγκες;
Εξαιρετική. Είναι κανονικός μέσα στην οικουμενικότητά του, ένας βαθιά ανθρωπιστής καλλιτέχνης, ένας τύπος που κερνάει καφέδες τους θεατές που περιμένουν στην ουρά για ένα εισιτήριο στην Αβινιόν, που κάνει το γκαρσόνι στις πρεμιέρες, που έχει εμπλέξει ολόκληρη την πόλη στο φεστιβάλ, που τον χαιρετάνε όλοι και που τολμάει να κάνει παραστάσεις βασισμένος μόνο στη δραματουργία του, όταν έχουν δει τα μάτια του τα πάντα σε όλα τα φεστιβάλ του κόσμου.
Διάβασα ότι η παράσταση ξεκινάει με τη φράση «δεν μπορώ να ανασάνω». Εσάς πότε σας κόβεται η ανάσα;
Πολλά νομίζεις ότι δεν μπορείς να αντέξεις και τελικά μπορείς. Ενα πράγμα μόνο δεν φεύγει από πάνω σου: η απώλεια.
Ο θάνατος φέρνει στο μυαλό το γήρας. Είστε συμφιλιωμένος που μεγαλώνετε;
Απόλυτα. Το να μεγαλώνεις είναι ένα υπέροχο, ένα μεγάλο δώρο, γιατί αδειάζεις, απλοποιείς, αποφορτίζεσαι. Λάμπει ο κόσμος, λεπταίνει ο αέρας, είναι ωραία να μη φοβάσαι τίποτε και κανέναν. Ακόμη και ο έρωτας ενηλικιώνεται. Οι γονείς μου τώρα που είναι μεγάλοι και άρρωστοι κάθονται μαζί στο μπαλκόνι ατενίζοντας τον κόσμο. Με διαλύει να βλέπω το νόημα των πάντων σε μια σιωπή.
Η τέχνη ενηλικιώνεται;
Το σημαντικό είναι ότι αλλάζει, κάτι συμβαίνει στον κόσμο τώρα, μια επιστροφή σε κάτι πυρηνικό και απόλυτα απλό. Η εξυπνάδα, οι δεξιότητες, όλα τα ανθρώπινα επιτεύγματα, όσο μεγάλα και φοβερά κι αν είναι, δεν σημαίνουν τίποτε αν δεν υπάρχει λίγη ψυχή και καρδιά στη ζωή που μας μένει σ’ αυτό τον κόσμο. Η εντύπωση από μια παράσταση είναι ένα ωραίο ναρκωτικό που το κατουράς το πρωί. Το καρφί στην καρδιά από κάτι καλό που δεν ξέρεις πώς μπήκε και για χρόνια προσπαθείς να το βγάλεις και δεν βγαίνει είναι το σημαντικό κριτήριο. Δηλαδή η ουσιαστική συνάντηση μεταξύ ανθρώπων.
Πιστεύετε ότι η τέχνη μπορεί να αλλάξει τον κόσμο;
Οχι καλέ. Απλώς η τέχνη θα κυριαρχήσει στον κόσμο νομοτελειακά. Θα φτιάχνουμε όλο και πιο όμορφες τις πόλεις, τα σπίτια μας, τη ζωή μας με τέχνη. Είναι η φύση των υλικών και των πραγμάτων. Το μυαλό απεργάζεται νέες φόρμες όπου μέσα τους θα ζούμε. Και στα χωριά παλιά με τέχνη ζούσαν – και στο σπίτι και στον στάβλο και στο ντύσιμο. Η φύση και τα μόριά της είναι καλλιτεχνικά σωματίδια.
Και το θέατρο; Το μέλλον του ποιο είναι;
Το θέατρο είναι για να λέμε ιστορίες σε κτίρια χρήσιμα για να μπούμε μέσα να τις πούμε. Το μέλλον του δεν θα είμαι εδώ για να το δω. Πιστεύω ότι πάντα κάτι θα γίνεται κάπου, γιατί πάντα θα θέλουμε να συναντιόμαστε και να λέμε τα κλάματά μας.
Πώς αντιλαμβανόσασταν τον κόσμο μικρός; Θέλατε πάντα να λέτε ιστορίες;
Αυτενεργούσα, έκανα τις παλαβομάρες μου χωρίς να ξέρω τι σημαίνουν. Μπορεί να κοιτούσα έναν πίνακα για ώρες, να περπατούσα τη νύχτα στον κήπο, να υπνοβατούσα, να χανόμουν μέσα μου ή να έβλεπα φαντάσματα εκεί που δεν υπήρχαν. Από μικρό παιδί ζω στον ίδιο κόσμο και λέω την ίδια ιστορία είτε κάνω παράσταση είτε γράφω.
Θυμάστε μια εικόνα από τότε;
Ενα μεσημέρι από την ανοιχτή μπαλκονόπορτα έμπαιναν οι ακτίνες του ήλιου και ήταν τόσο λαμπερός που σκεφτόμουν: «Τι κάνεις εδώ μέσα; Βγες έξω να τον φας». Μάθαινα πολλά πράγματα από το χώμα, από τη νύχτα, από τα πόδια των θειάδων, από το τίποτε και από τα πάντα, όλες τις επιστήμες του κόσμου, την αστρονομία και τη γεωμετρία, από τον τρόπο που τα χέρια σέρβιραν τα πιάτα στο τραπέζι, τι σημαίνει τραγωδία από έναν πόνο στο στομάχι που δεν σου έφευγε για μήνες. Από μικρός σκέφτομαι θύελλες θαυμαστές. Καλά περνάω. Απλώς δεν κάνω πολύ μακρινά σχέδια πια.
Θα αναλαμβάνατε μια δημόσια θέση αν σας το ζητούσαν; Στο τιμόνι του Εθνικού Θεάτρου;
Πηγαίνεις κάπου όταν πραγματικά σε θέλουν πολύ. Οταν σου πουν «βλέπω κάτι σε σένα, έλα να το κάνεις». Αυτές οι θέσεις δεν είναι για να πας εσύ μπροστά αλλά για να πάνε οι άλλοι μπροστά και προϋποθέτουν όραμα, κρατική στήριξη και συνασπισμό ανθρώπων. Χωρίς χρήματα για να στηριχτεί το θέατρο ώστε να πάμε μπροστά ένα θεσμό για τον οποίο μάτωσαν πολλοί άνθρωποι δεν γίνεται. Δεν φαντάζεται κανείς με τι πενία άνθρωποι προσπαθούν να κάνουν τη δουλειά τους. Δοξασμένη πενία. Ξέρεις τι λέει ο φίλος μου ο Στράτος που ζει στην Παταγονία; «Η δάφνη είναι καλή για τη φακή». Εχει απονεκρωθεί το θέατρο εδώ και δεκαετίες, η μισθοδοσία είναι γελοία κι αυτό αν θέλεις είναι το τραγικό του συνδικαλισμού σήμερα που κοιτάζει το πάτωμα αντί για το ταβάνι. Είμαστε σκυμμένοι και μαλώνουμε για το πάτωμα, δεν αγαπάμε να κάνουμε κάτι υψηλό σ’ αυτό τον τόπο, όσο κι αν φωνάζουμε. Δεν συνεργαζόμαστε, δεν ανταλλάσσουμε τεχνογνωσία, δεν ομονοούμε για να εξυψώσουμε ο ένας τον άλλο. Ολοι οι θεσμοί, κρατικοί και ιδιωτικοί, θα έπρεπε να συνεργάζονται μεταξύ τους και το κράτος να έχει τους καλλιτέχνες σαν παιδιά του.
Γιατί πιστεύετε ότι δεν μπορούμε να σηκωθούμε ψηλά;
Γιατί υπάρχει μες στην ψυχή μας ένα βαθύ κράτος που δεν μας αφήνει να προχωρήσουμε. Ενα συνονθύλευμα πραγμάτων μιας «μεγαλόμικρης» χώρας που έχει να κάνει με το κόμπλεξ της ανωτερότητάς της και του βάθους της ιστορίας της μαζί με μια ριγμένη αυτοπεποίθηση ότι δεν αξίζει τίποτε. Η χώρα μας μοιάζει σταματημένη, δεν ξέρει πού να πάει και πώς να προχωρήσει. Και το υπουργείο Πολιτισμού που έχει μια κύρια ευθύνη να λογαριάσει τα πράγματα σωστά στον πολιτισμό είδες εσύ να λογαριάζει τίποτε; Δεν ξέρει τι να τους κάνει τους καλλιτέχνες. Στέκει αμήχανο μπροστά στη σύγχρονη τέχνη∙ μόνο στις αρχαιότητες δεν είναι αμήχανο. Μια αισθητική αμηχανία δεν είναι και το νέο κτίριο της Εθνικής Πινακοθήκης που μοιάζει σαν φαρμακευτική βιομηχανία; Είμαστε η χώρα που γέννησε τους Ολυμπιακούς Αγώνες και έχει στεγάσει το Ολυμπιακό Μουσείο της σε έναν όροφο μέσα σε ένα mall. Eχουμε μια πρωτεύουσα που το κέντρο της έχει τις πιο άσχημες πλατείες του κόσμου. Δεν ξέρω, με ελικόπτερο πάνε κάθε μέρα στη δουλειά τους οι πολιτικοί και δεν βλέπουν την ασχήμια; Είμαστε παιδιά του Εμφυλίου, άνθρωποι που μάθαμε να μισούμε τους αντιπάλους μας, οπαδοί που παραχωρήσαμε τη ζωή και την ομορφιά στα κόμματα. Αν δεν αποφασίσουμε να κάνουμε κάτι για τον δημόσιο χώρο και δεν οραματιστούμε την επαφή μας με τον κόσμο έξω από το σπίτι μας, θα μένουμε πάντα τελευταίοι.
Αλλάζουμε ή χανόμαστε δηλαδή.
Μετά το Μάτι και τα Τέμπη έπρεπε να είχαν αλλάξει τα πάντα την ίδια ώρα και για πάντα. Το αίμα είναι ακόμη εδώ και θα είναι. Μια κοινωνία πρέπει να μπορεί να αλλάξει τον εαυτό της έπειτα από μια τραγωδία, όπως στο αρχαίο θέατρο μέσα από την τελετή της κάθαρσης.
Είστε απαισιόδοξος.
Απλώς λέω «αυτό ήταν η χώρα μου». Από κει και πέρα, ίσως το απόγευμα κάτι αλλάξει…
Αισθανθήκατε ποτέ έτοιμος να τα παρατήσετε όλα;
Κάθε μέρα το νιώθουμε όλοι μας. Τη ζωή μας ζούμε όλοι και προσπαθούμε να τη συλλαβίσουμε και να μετέχουμε σ’ αυτό το μυστήριο όσο βαδίζουμε σ’ αυτό το χώμα.
Εχετε πει ότι υπήρξατε τυχερός στη διαδρομή σας.
Εχω πει ότι αποφάσισα να είμαι τυχερός. Μερικές φορές βαριέσαι τόσο πολύ τα αντίτυπα του εαυτού σου γι’ αυτό πας σε πιο πυρηνικά πράγματα, στα μάτια του πατέρα σου ή τα γερασμένα χέρια της μάνας σου, σε μια κουβέντα που θα πούμε για να γελάσουμε, σε κάτι που θα μείνει απέθαντο. Κολυμπάς κάθε μέρα στο ένα τετραγωνικό που σου ανήκει.
Συνεργαστήκατε με τους εκλεκτότερους του θεάτρου. Νιώσατε ποτέ ότι ανήκετε σε μια ελίτ;
Ουδεμία σχέση. Γιατί όλοι οι άνθρωποι που δουλέψαμε μαζί είχαν τεράστια αγωνία, κόπο, βάσανο, τα βράδια δεν κοιμούνταν γιατί δεν είχαν τα χρήματα να πάνε παρακάτω. Τις παρέες τις κάνεις από έναν αλληλοενθουσιασμό, από μια πυρκαγιά ψυχών και σύμπτωσης. Αν τις κάνεις μόνο από συμφέρον, θα πας αλλού από εκεί που νομίζεις. Ο κόσμος μεταλλάσσεται τόσο γρήγορα που αν μείνεις στο χτεσινό σου κλέος, την πάτησες, γίνεσαι γραφικός.
Κάποιο παράπονο ή φόβο που νιώθετε;
Μόνο μη δεν προλάβω να τελειώσω
ωραία, να πω «καλά ήτανε, να σας αφήσω τώρα στην ησυχία σας». Ολη η ουσία είναι να νιώσεις αυτό τον κόσμο, να δίνεις φως από μέσα σου, να κάνεις έρωτα ακόμη κι όταν δεν μπορείς, να διεισδύεις σε σώματα και σε μυαλά, να νιώθεις εξαϋλωμένος και να εισχωρείς σε ανθρώπους και σε τοπία και σε στιγμές, να γίνεις ένα τοπίο μέσα σου, να είσαι αέρας να χαθείς.
Εχετε ποιητικότητα και ως άνθρωπος και ως καλλιτέχνης.
Κάθε άνθρωπος έχει ποιητικότητα. Σαν ένα ποίημα διατρέχεις αυτό τον κόσμο. Καλοδιαβασμένο, καλοτυπωμένο ή όχι. Από αυτά τα υλικά είμαστε φτιαγμένοι όλοι. Από μια μυθικότητα∙ είμαστε ομηρικοί, δεν είμαστε καθημερινοί, ερχόμαστε από τη γενεαλογία των μύθων.
Μια τελευταία ερώτηση. Πόση σχέση έχετε σήμερα με το παιδί που ζούσε στο Μαρούσι και περνούσε τα καλοκαίρια του στην Ευρυτανία;
Ο ίδιος είμαι. Ενας δακρύβρεχτος ελεύθερος άνθρωπος.
Τελικά είπαμε για όλα εκτός από την παράσταση.
Θα έχουμε πολλά να πούμε μετά την πρεμιέρα.