Ο νέος εφιάλτης των νοικοκυριών

Λίγο μετά τις εκλογές του Μαΐου 2023 καλός φίλος δημοσιογράφος σε περιφερειακή ΕΡΤ μου έλεγε ότι οι οικονομικές προσδοκίες του κόσμου στην περιοχή του ήταν τόσο υψηλές που κανείς δεν θέλει να ακούει αρνητικές αναλύσεις όπως η δική μου.

Δεν πέρασαν δύο μήνες και ο ίδιος μου έλεγε ότι οι ίδιοι άνθρωποι στην περιοχή του έχουν απελπιστεί με την ακρίβεια. Νοικοκυριά τα φέρνουν όλο και πιο δύσκολα βόλτα, αλλά και βιοτεχνικές παραγωγές υποφέρουν από την αύξηση των τιμών των πρώτων υλών, που τις οδηγεί στην απώλεια των όποιων ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων έχουν. Την ίδια ώρα οι τράπεζες μιλούν για νέα γενιά «κόκκινων» δανείων κάτω από το βάρος των αυξημένων επιτοκίων.

Με δύο λόγια, ο πληθωρισμός και η ακρίβεια είναι εδώ για τρία χρόνια και βάλε μετά τον Απρίλιο του 2020, που οι πληθωριστικές πιέσεις έκαναν την εμφάνισή τους. Η επανεμφάνιση του πληθωρισμού σε εκείνη τη χρονική συγκυρία ήταν σοκ τόσο για τους νεοκλασικούς όσο και για τους νεο-κεϊνσιανούς οικονομολόγους.

Οι νεοκλασικοί θεωρούν ότι ο πληθωρισμός είναι «πάντα νομισματικό φαινόμενο» όπως έλεγε ο Μίλτον Φρίντμαν. Αυτό που εννοούσε είναι ότι οι ονομαστικές τιμές αντιδρούν σε αυτόνομες μεταβολές στην προσφορά χρήματος που δεν αντιστοιχίζονται σε μεταβολές στην παραγωγή και στα εισοδήματα. Ομως το 2020 τα μεγάλα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης των κεντρικών τραπεζών βρίσκονταν σε ύφεση, τουλάχιστον σε σχέση με τα τεράστια ποσά εξαγορών ομολόγων που προηγήθηκαν. Κοντολογίς, αν κάποιος υπολογίσει ένα συντελεστή συσχέτισης ανάμεσα στον πληθωρισμό και την προσφορά χρήματος μετά το 1970, θα βρει ότι τα δύο μεγέθη είναι εν πολλοίς ασυσχέτιστα.

Οι νεο-κεϊνσιανοί από την άλλη θεωρούν ότι οι πληθωριστικές πιέσεις προκύπτουν όταν η απασχόληση αυξάνεται και μαζί της αυξάνονται και οι μισθοί. Είναι η καμπύλη Phillips που χρησιμοποιούνταν κατά κόρον στις αρχές της δεκαετίας του 1970 για να ρυθμίζει τα επίπεδα πληθωρισμού και ανεργίας στην οικονομία. Η λογική ήταν ότι όταν μειώνεται η ανεργία οι μισθοί αυξάνονται και αυτό περνάει στις τιμές. Ομως σε μια δεκαπενταετία (2009-23) που οι μισθοί έχουν ανέβει μόλις 10% στην ΕΕ και έχουν μειωθεί 40% στην Ελλάδα, είναι δύσκολο να σταθεί μια θεωρία ερμηνείας του πληθωρισμού εξαιτίας της αύξησης των μισθών.

Μετά την είσοδο της Γερμανίας σε ύφεση στις αρχές του 2023 και μάλιστα με πληθωρισμό 7,5% τα πράγματα έγιναν ιδιαίτερα πιεστικά για τους χαράσσοντες οικονομική πολιτική στις Βρυξέλλες. Η πολιτική των υψηλών επιτοκίων της ΕΚΤ δεν μοιάζει να δουλεύει. Παρόλο που τα επιτόκια ανέβηκαν, οι αποταμιεύσεις δεν ανέβηκαν αντίστοιχα σε βάρος της κατανάλωσης και ο πληθωρισμός, ειδικά ο «πυρηνικός πληθωρισμός» (core inflation), συνεχίζεται.

Ετσι οι οικονομολόγοι των Βρυξελλών έφεραν εκ νέου στο προσκήνιο τη δημοσιονομική πειθαρχία σαν μηχανισμό αναγκαστικής αύξησης των αποταμιεύσεων λόγω υψηλότερης φορολογίας. Ευελπιστούν ότι θα καταφέρουν να ελέγξουν τον πληθωρισμό μέσα από τα πρωτογενή πλεονάσματα του νέου Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.

Πολύ αμφιβάλλω. Το σημαντικό όμως είναι ότι χώρες όπως η Ελλάδα, όπου μισθωτοί και συνταξιούχοι μετράνε μόνο απώλειες όλο αυτό το διάστημα, πώς θα αντέξουν μια νέα περίοδο λιτότητας και δημοσιονομικής πειθαρχίας;

*Ο Νίκος Στραβελάκης είναι πανεπιστημιακός, τμήμα Οικονομικών Επιστημών ΕΚΠΑ