Ο Μπομπ Κατσιώνης στο Documento: «Nιώθω ότι κάνω κοινωνικό έργο στο TikTok»

Ο Μπομπ Κατσιώνης στο Documento: «Nιώθω ότι κάνω κοινωνικό έργο στο TikTok»
«Δεν γίνεται να μην βλέπουμε τις παγίδες που κρύβει το AI», λέει ο Μπομπ Κατσιώνης στο Documento (Φωτογραφίες: Σωτήρης Δημητρόπουλος/ Eurokinissi)

Ο μουσικός και παραγωγός Μπομπ Κατσιώνης μιλάει για την επαγγελματική του διαδρομή και εξηγεί τους λόγους για τους οποίους το τελευταίο διάστημα έχει αναπτύξει έντονη δραστηριότητα στα social media.

Τον συναντήσαμε στο στούντιό του στο Χαλάνδρι όπου έχει γραφτεί η μισή ελληνική ποπ δισκογραφία. Εναν εμβληματικό χώρο της μουσικής Αθήνας που ο ίδιος ανακαίνισε στα μέσα της δεκαετίας του ’90, ανοίγοντας τότε έναν νέο κύκλο ως μουσικός και κυρίως ως παραγωγός. Eνα περιβάλλον οικείο για όποιον ακολουθεί τον Μπομπ Κατσιώνη στα social media και παρακολουθεί τα βίντεο που ανεβάζει με στόχο, όπως λέει, να αναδείξει την ουσία πίσω από το περιτύλιγμα.

Σε αυτόν τον νέο κύκλο προτιμάς περισσότερο να γράφεις ή να κατευθύνεις;

Γενικώς μου αρέσει να δημιουργώ κι αυτός είναι και ο λόγος που έχω σταματήσει να κάνω πολλά live. Δεν το βρίσκω πλέον δημιουργικό να παίζω κάθε μέρα τα ίδια τραγούδια και να προσπαθώ να πουλάω εισιτήρια και μπλουζάκια. Προτιμώ να γράφω νέα τραγούδια, να φτιάχνω βίντεο και γενικώς να κάνω οτιδήποτε με γεμίζει. Μου αρέσει πολύ όταν έρχεται στο στούντιο μια παρέα πιτσιρικάδων, πολλές φορές και με τους γονείς τους, γιατί βάζω τον εαυτό μου στις εποχές που εμείς πηγαίναμε στα στούντιο και δυστυχώς δεν είχαμε κάποιον να μας βοηθήσει γιατί πολύ απλά δεν υπήρχε τεχνογνωσία. Αισθάνομαι ότι διορθώνω μια κατάσταση, μαζί φυσικά και με άλλους επαγγελματίες που κάνουν το ίδιο πράγμα, αφήνοντας πίσω τα κακώς κείμενα της εποχής της ξερολίασης, που οι τότε παραγωγοί στην πραγματικότητα δεν έκαναν τίποτε άλλο από το να πατάνε το rec και να γράφουν ό,τι να ’ναι.

Την τεχνογνωσία πώς την απέκτησες;

Ξεκίνησα με μια κιθάρα και ένα αρμόνιο, που ήταν ό,τι μπορούσαν να μου προσφέρουν οι γονείς μου στα χρόνια που ξεκινούσα να ασχολούμαι με τη μουσική. Οταν ήρθε η ώρα να ηχογραφήσω κάτι και κατάλαβα πηγαίνοντας σε διάφορα στούντιο ότι δεν υπήρχε κάποιος να με κατευθύνει σωστά, αποφάσισα να το κάνω μόνος μου. Αγόρασα το πρώτο μου τετρακάναλο Fostex με τα λεφτά που κέρδισα παίζοντας σε κάτι μπουζούκια στην Κω και ακολούθησε ένα οχτακάναλο Adat με χρήματα που έβγαλα κάνοντας μαθήματα κιθάρας σε μια αποχή που δύο τρεις μαθητές ήταν αρκετοί. Το ίδιο έγινε αργότερα και με τα βιντεοκλίπ. Εβαλα δόσεις σε ένα κατάστημα ηλεκτρονικών που το είχε ένα φίλος και αγόρασα την πρώτη μου βιντεοκάμερα το 2002 όταν τα ελληνικά μέταλ συγκροτήματα που έκαναν βιντεοκλίπ ήταν μετρημένα στα δάχτυλα του ενός χεριού.

Αυτοδίδακτος λοιπόν…

Σε ό,τι αφορά τον ήχο, το βίντεο και την παραγωγή ναι, στη μουσική βέβαια έχω τα πτυχία, τα οποία τελικά δεν μου χρειάστηκαν ποτέ, έχω να διαβάσω παρτιτούρα από το 1999.

Πώς αποφάσισες να ασχοληθείς τόσο ενεργά με τα social; Θα έλεγε κανείς ότι δεν αφήνεις τίποτα ασχολίαστο, μουσικά μιλώντας πάντα.

Αν δεν ήταν η Ευρυδίκη (σ.σ.: η δημοφιλής τραγουδίστρια και συνθέτρια είναι η σύζυγος του Μπομπ Κατσιώνη) να με προστατεύει από πολλές κακοτοπιές, θα έκανα πολύ περισσότερα και ενδεχομένως ανούσια, αλλά ευτυχώς με επαναφέρει στην τάξη (γέλια). Αυτό που βλέπουμε σήμερα ως trends, τα βίντεο που θαυμάζουμε και παίρνουν χιλιάδες ή και εκατομμύρια likes, είναι πράγματα που κάνω πριν καν μπει το ίντερνετ στη ζωή μας. Οταν τον περασμένο Μάιο ξεκίνησα όλη αυτή την ιστορία με το ΤikΤok, πάλι έκανα κάτι που κάνω εδώ και χρόνια, να παίζω δηλαδή μια μελωδία που μου αρέσει και να την ανεβάζω στα social. Απλώς κατάλαβα πώς λειτουργεί και πλέον τα ανεβάζω εκεί. Είναι ένα μέσο που με βόλεψε πάρα πολύ γιατί επιβραβεύει την αυθεντικότητα, τη δημιουργικότητα και την αμεσότητα. Αν μοντάρεις κάτι και το επεξεργαστείς, δεν το σπρώχνει το ίδιο με ένα απλό σταθερό πλάνο.

Υπάρχει κάποιος απώτερος στόχος πίσω από καθετί που επιλέγεις να σχολιάσεις;

Δεν κάνω τίποτε χωρίς απώτερο σκοπό. Στην αρχή έκανα λίγο χαβαλέ γιατί είμαι άνθρωπος με χιούμορ –θέλω να πιστεύω– και μου αρέσει αυτό να το συνδυάζω με τη μουσική χωρίς να γίνεται γελοίο. Αφού λοιπόν μάζεψα τον πολύ κόσμο με τα χιουμοριστικά βίντεο και τις περίεργες διασκευές από το «Ζάρι» μέχρι τους ύμνους των ομάδων, έκανα αυτό που ήθελα πραγματικά και που στο μυαλό μου είναι περισσότερο σαν κοινωνικό έργο. Οι διασκευές στον Χατζιδάκι, τον Πλέσσα, τον Ξαρχάκο για παράδειγμα δεν είναι αυτό που νομίζουν πολλοί, ότι δηλαδή ένας τύπος το γύρισε στο ΤikΤok για να πάρει views –τα οποία ειρήσθω εν παρόδω δεν μεταφράζονται σε λεφτά– αλλά θέλω να δείξω αφενός στους μεταλάδες ότι υπάρχει μια τεράστια μουσική κληρονομιά που αξίζει να ανακαλύψουν και αφετέρου στον υπόλοιπο κόσμο που βλέπει ακόμη εμάς τους μεταλάδες ως άπλυτους μπαχαλάκηδες σατανιστές ότι υπάρχει παιδεία και ότι το μόνο που αλλάζει είναι το περιτύλιγμα. Αλλά και να καταδείξω πώς έχει καταντήσει η ελληνική μουσική σήμερα και πόσο μακριά βρισκόμαστε σήμερα ποιοτικά σε σχέση με ό,τι γραφόταν μέχρι και πριν από 40-50 χρόνια.

Να φανταστώ ότι υπάρχουν και τα σχετικά ερεθίσματα από την παιδική σου ηλικία;

Πολύ σωστά. Μεγάλωσα σε ένα σπίτι που ακούγαμε το «Χαμόγελο της Τζοκόντας». Mαζί με το «Seventh son of a seventh son» των Iron Maiden είναι οι δύο πιο αγαπημένοι μου δίσκοι. Συνειδητοποίησα κάποια στιγμή ότι ήταν εκείνα ακριβώς τα παιδικά ακούσματα χάρη στα οποία απέκτησα όλη αυτήν την αίσθηση της ποιότητας που με βοήθησε να διαμορφώσω και το δικό μου παίξιμο και τη δική μου αντίληψη και πάνω στη μελωδία. Βασικά, στο «Χαμόγελο της Τζοκόντας» ο Χατζιδάκις τα έπαιξε πραγματικά όλα, είναι ένας δίσκος-εγχειρίδιο μελωδίας και ενορχήστρωσης. Και είναι περίεργο, γιατί εγώ τότε δεν τα εκτιμούσα αυτά. Βασικά, όταν ήμουν μικρός, δεν άκουγα καθόλου μουσική. Σήμερα όμως, όταν ακούω κάτι ελληνικό που μου αρέσει, ρωτάω την Ευρυδίκη –που είναι πραγματική εγκυκλοπαίδεια– τι είναι και μου λέει «Βαρδής» και συνειδητοποιώ ότι η εξήγηση στο γιατί μου αρέσει είναι ότι ο άνθρωπος αυτός είχε μπει μέσα μου από τότε που η μητέρα μου άκουγε κάθε μέρα στο σπίτι το «Ξημερώνει». Μιλάμε για κανονικό σπαμάρισμα…

Το γεγονός ότι ζούμε στην εποχή που ο καθένας βγαίνει και λέει την άποψή του σε ένα περιβάλλον που τίποτε δεν φιλτράρεται μήπως είναι ένας λόγος να θέλει να επικοινωνήσει την άποψή του κάποιος που ξέρει για τι μιλάει;

Είναι τρομερό αυτό που συμβαίνει με τα πράγματα τα οποία μας διασκεδάζουν. Οπως στην μπάλα γίνονται όλοι προπονητές και η γνώμη τους ακούγεται περισσότερο από αυτή των ποδοσφαιριστών, έτσι και στην τέχνη φαίνεται να μη μετράει και τόσο η άποψη κάποιου που το έχει σπουδάσει. Εδώ βέβαια υπάρχει και το υποκειμενικό στοιχείο που λέει πως ό,τι και να μου πεις δεν μπορείς να μου επιβάλεις τι να μου αρέσει και τι όχι. Παρ’ όλα αυτά υπάρχουν κάποιοι θεμελιώδεις κανόνες, κάποιες αξίες στη μουσική, πράγματα για τα οποία καλό είναι να ακούγεται και η γνώμη του μουσικού. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο καθετί που ανεβάζω το συνοδεύω και με το σχετικό κείμενο, για να καταλάβει ο κόσμος γιατί το κάνω και τι θέλω να πω. Αισθάνομαι ότι κάνω κάτι σαν μάθημα, το κοινωνικό έργο που λέγαμε πριν.

Πιστεύεις ότι έχει αποτέλεσμα όλο αυτό; Μαθαίνει ο κόσμος;

Τις προάλλες με σταμάτησε ένας πιτσιρικάς στον δρόμο και μου είπε «ρε Μπομπ, αυτό που ανέβασες για τον Ξαρχάκο ήταν καταπληκτικό». Είναι μια δικαίωση να έρχεται ένα 18άχρονο παιδί και να εκφράζεται με αυτό τον τρόπο για μια δουλειά που δεν έχει εμπορικό αλλά διδακτικό χαρακτήρα. Δεν θέλω να αγοράσει κανείς κάτι, αλλά να μάθει. Και για να μάθουν κι εμένα, δεν το κρύβω, όπως ακριβώς γίνεται όταν βάζει κάποιος το όνομά του και τη φωτογραφία του στα credits ενός δίσκου.

«Το περιτύλιγμα δυστυχώς παίζει μεγάλο ρόλο σήμερα. Το δικό μου περιτύλιγμα για όσους δεν με ξέρουν ως μουσικό και παραγωγό είναι ότι είμαι ένας tiktoker»

Τελικά τι μετράει περισσότερο; Τι θα παρουσιάσεις ή πώς θα το παρουσιάσεις;

Το περιτύλιγμα δυστυχώς παίζει μεγάλο ρόλο. Το δικό μου περιτύλιγμα είναι ότι για πολλούς είμαι ένας tiktoker. Γι’ αυτό και πήρα την πάσα πάρε-βάλε που μου έδωσε κάποιος που με ρώτησε πώς και δεν έχω ασχοληθεί ποτέ με τη δισκογραφία. Το περίμενα ότι θα συνέβαινε και κατά κάποιο τρόπο είχα έτοιμη τη λίστα με τους 170 δίσκους που έχω βάλει το χεράκι μου, ακριβώς επειδή δεν θέλω όσοι δεν με ξέρουν να με μάθουν ως tiktoker αλλά ως μουσικό και παραγωγό.

Με τι κριτήρια επιλέγεις τα θέματα που θα σχολιάσεις μέσα από τα βιντεάκια σου;

Το βασικό ζητούμενο είναι να διατηρώ μια ισορροπία ανάμεσα στα μουσικά θέματα του ’60 και του σήμερα. Θα παίξω Βαγγέλη Παπαθανασίου, θα κάνω και μια Μαρίνα Σάττι. Η επικαιρότητα είναι αυτή που δίνει τις πάσες.

Οπως έγινε και με το τραγούδι του Δεληβοριά για τα Τέμπη…

Ακριβώς. Επαθα πλάκα όταν το πρωτοάκουσα, το τραγουδούσα συνέχεια και ομολογώ ότι είναι από τις λίγες φορές που έχω ζηλέψει κάποιον για κάτι που έγραψε. Με είχε στοιχειώσει τόσο που ένα βράδυ πετάχτηκα από το κρεβάτι και έπιασα την κιθάρα, αλλά μου πήρε μία εβδομάδα μέχρι να το ολοκληρώσω, έπειτα από καθημερινή ανταλλαγή ιδεών με την Ευρυδίκη που εκείνη την περίοδο ήταν στην Κύπρο. Θεώρησα ότι είναι τόσο πολλά και δυνατά τα μηνύματα του τραγουδιού αυτού που πρέπει να φτάσουν παντού με κάθε τρόπο και δεν υπήρχε περίπτωση να συμβιβαστώ με κάτι που δεν θα έβγαινε άρτιο. Είμαι πραγματικά πολύ περήφανος γι’ αυτήν τη διασκευή.

Αναπολείς καθόλου τα χρόνια που η ακρόαση ενός νέου δίσκου ήταν λόγος για να μαζευτεί η παρέα να ακούσει μουσική;

Αν αναπολήσουμε εκείνες τις εποχές θα μας πουν boomers, αλλά είμαστε πολύ χαρούμενοι που είμαστε boomers γιατί ζήσαμε την καλύτερη περίοδο στην ιστορία της μουσικής. Μετά τη δημιουργική κορύφωση του ’70 και του ’80 περάσαμε στην ψηφιακή εποχή, εκμεταλλευτήκαμε την τεχνολογία στο έπακρο και τώρα η ζωή μας είναι μια μάχη ενάντια στην ψηφιοποίηση, ειδικά τώρα που μπήκε στο παιχνίδι η τεχνητή νοημοσύνη.

Η τεχνητή νοημοσύνη είναι χρήσιμο ή επικίνδυνο εργαλείο για τη μουσική;

Μπορεί να ακουστεί λίγο συνωμοσιολογικό, αλλά νομίζω ότι μας έχουν δώσει το εργαλείο του AI για να παίξουμε και να αρχίσουμε να συνηθίζουμε την παρουσία του. Οσον αφορά τη μουσική, μπήκα πολύ νωρίς στο παιχνίδι γιατί ήθελα να μάθω ακριβώς περί τίνος πρόκειται και πώς λειτουργεί. Πολλές φορές τού έχω ζητήσει να μου δώσει ένα ρεφρέν ή μια μελωδία και δεν έχω πάρει κάτι καλύτερο από αυτό που θα έγραφα εγώ. Από την άλλη έρχονται πολλά συγκροτήματα φέρνοντας ένα τραγούδι χτισμένο πάνω σε μια AI ιδέα και μου ζητούν να το πάμε ένα βήμα παραπέρα. Αν το αξιοποιήσεις λοιπόν σαν εκπαιδευτικό εργαλείο που σου δίνει τον μέσο όρο για να βάλεις εσύ τον δικό σου χαρακτήρα και την πινελιά, είναι καλό. Από την άλλη, εντάσσεται και αυτό στην κατηγορία των ψηφιακών εργαλείων που έρχονται για να μας κάνουν τη ζωή πιο εύκολη, αλλά δεν γίνεται να μη βλέπουμε τον κίνδυνο μακροπρόθεσμα να χάσει κάποιος τη δουλειά του, για την οποία έχει αφιερώσει χρόνο και χρήμα, από κάποιον που απλώς θα πατήσει ένα κουμπί. Οπως έχει πει και ο μεγάλος Μπρους Ντίκινσον, «the road to hell is full of good intentions» (ο δρόμος προς την κόλαση είναι γεμάτος καλές προθέσεις).

Documento Newsletter