Ο Μωυσής και οι προφήτες των δημοσκοπήσεων

Η πρωτοφανής για τα µεταπολιτευτικά χρονικά µιντιακή µονοφωνία θεωρείται από πολλούς η µία πλευρά του νοµίσµατος. Σαν γρανάζι του ίδιου µηχανισµού αντιλαµβάνονται τη λειτουργία των δηµοσκοπικών εταιρειών, οι οποίες φροντίζουν να καλύπτουν πρωτοσέλιδα και τηλεοπτικό χρόνο µε µετρήσεις της κοινής γνώµης. Κατά το κοινώς λεγόµενο, το ένα χέρι νίβει τ’ άλλο και τα δυο µαζί παράγουν συγκεκριµένα κοινωνικά αποτελέσµατα, τάσεις και στάσεις.

Από το 2012 και έπειτα στην Ελλάδα είναι καταγεγραµµένα δύο παραδείγµατα λειτουργίας των εν λόγω εταιρειών. Με αποκορύφωµα τις δηµοσκοπήσεις για το δηµοψήφισµα, όσες καλούνται να σηκώσουν αυτό τον ευαίσθητο για τη δηµοκρατία φόρτο έδωσαν –πέραν πάσης αµφιβολίας– την εντύπωση ότι βασίζονταν σε δείγµα άλλης χώρας. Το δεύτερο παράδειγµα αφορά τις πρόσφατες ευρωεκλογές και βουλευτικές εκλογές του 2019, στις οποίες, µε εξαίρεση τη VoxPop (και κάποιες ακόµα) που προσέγγισε το ποσοστό του πρώτου κόµµατος αλλά έχασε κάθε επαφή µε το 23,75% του ΣΥΡΙΖΑ, οι εταιρείες δηµοσκοπήσεων κινούνταν στα όρια του στατιστικού λάθους.

Η πρόταση σύστασης εξεταστικής επιτροπής από την αξιωµατική αντιπολίτευση στον απόηχο του πολύκροτου σκανδάλου µε πρωταγωνιστή τον παραιτηθέντα καγκελάριο της Αυστρίας Σεµπάστιαν Κουρτς επαναφέρει στο επίκεντρο τη συζήτηση, τις ανησυχίες και τον προβληµατισµό για τον ρόλο που διαδραµατίζουν οι εταιρείες δηµοσκοπήσεων.

Σε αυτό το πλαίσιο είναι πιο επίκαιρη από ποτέ η ανάγκη να απαντηθούν µια σειρά από ερωτήµατα. Μετατρέπονται οι πολιτικές επιθυµίες σε δηµοσκοπικές προβλέψεις; Υπάρχουν σχέσεις εξάρτησης ή και διαπλοκής ανάµεσα στα κόµµατα και τις εταιρείες δηµοσκοπήσεων; Υπάρχει κενό ελέγχου; Μπορεί να χρηµατοδοτείται µε απευθείας ανάθεση εταιρεία ιδιοκτήτη δηµοσκοπικής εταιρείας; Η πρακτική αυτή νοθεύει την αγορά; Ποια κριτήρια οδηγούν δηµόσιους φορείς στην επιλογή συγκεκριµένων δηµοσκοπικών εταιρειών; Πώς γίνεται η τιµολόγηση; Τι φταίει και οι δηµοσκοπήσεις για πολύ µεγάλο χρονικό διάστηµα βρίσκονταν σε κραυγαλέα απόκλιση από τα εκλογικά αποτελέσµατα;

Τι φταίει;

Οι απαντήσεις ποικίλλουν σε σχέση µε την αναζήτηση των αιτιών που οδηγούν τις εταιρείες σε λανθασµένα αποτελέσµατα µετρήσεων. Οι υποστηρικτές των δηµοσκοπήσεων µέσω διαδικτύου κρίνουν ότι η τηλεφωνική έρευνα είναι αναχρονιστική καθώς δεν µπορεί να προσεγγίσει όλα τα τµήµατα του πληθυσµού. Στον αντίποδα, οι υπέρµαχοι των µετρήσεων µέσω τηλεφώνου αντιλαµβάνονται µεν το σηµαντικό ποσοστό πολιτών που δεν συµπεριλαµβάνονται στο δείγµα, τονίζουν δε ότι η εν λόγω µέθοδος µπορεί να οδηγήσει σε ασφαλή συµπεράσµατα.

Επιστήµονας µε εµπειρία στον χώρο των πολιτικών ερευνών καθιστά σαφές πως το ουσιώδες δεν είναι αυτό καθαυτό το αποτέλεσµα, αλλά ο διαφανής τρόπος διεξαγωγής µιας δηµοσκόπησης. «Η απάντηση βρίσκεται στη ροή του χρήµατος, ειδικά όταν πρόκειται για κρατικά κονδύλια. Επίσης, η δηµιουργία µιας ανοιχτής βάσης δεδοµένων που θα περιείχε το πρωτογενές υλικό των δηµοσκοπήσεων, το ερωτηµατολόγιο και τα χαρακτηριστικά του δείγµατος θα ξεδιάλυνε µια και καλή το τοπίο» εκτιµά.

Αξίζει να αναφερθεί ότι ο Αλέξης Τσίπρας δεσµεύτηκε κατά την οµιλία του στη ∆ΕΘ για τη δηµιουργία ενός νέου θεσµικού πλαισίου «διαφάνειας και ελέγχου» της εγκυρότητας των µετρήσεων κοινής γνώµης. Ειδικότερα, εξήγγειλε τη θέσπιση της υποχρέωσης των δηµοσκοπικών εταιρειών να αναρτούν «σε ειδική ιστοσελίδα διαύγειας» όλα τα πρωτογενή στοιχεία των µετρήσεων, καθώς και να δηµοσιοποιούν τις συµβάσεις έργου που συνάπτουν µε δηµόσιους ή ιδιωτικούς εντολείς.

Τα µυστικά της δουλειάς

Μία από τις αµφιβολίες που βασανίζουν τη συλλογική σκέψη αφορά τα πρόσφατα δηµοσκοπικά ευρήµατα. Στην τελευταία δηµοσκόπηση της Marc για τον Αnt1 η εκτίµηση ψήφου εκτοξεύει το κυβερνών κόµµα σε ποσοστό µεγαλύτερο από αυτό των εκλογών του Ιουλίου του 2019. Συγκεκριµένα, η Ν∆ συγκεντρώνει το 41% και ο ΣΥΡΙΖΑ το 27,5%. Κανείς δεν µπορεί να υποστηρίξει ότι πρόκειται για λαθροχειρία, αφού η απάντηση βρίσκεται στο πρωτογενές υλικό. Ωστόσο προκαλεί εύλογα ερωτήµατα η ενίσχυση των ποσοστών της πλειοψηφίας τη στιγµή που η κυβέρνηση αδυνατεί να απαντήσει στην καλπάζουσα πληθωριστική τάση.

Τα µέτρα που εξήγγειλε στη ∆ΕΘ ο πρωθυπουργός δεν απέδωσαν τα αναµενόµενα σε επίπεδο ποιοτικών µετρήσεων και ταυτόχρονα η κυβέρνηση βρίσκεται σε µετωπική σύγκρουση µε κοινωνικές οµάδες όπως οι εκπαιδευτικοί, οι υγειονοµικοί και οι διανοµείς. Συν τοις άλλοις, το καυτό –στην κυριολεξία– καλοκαίρι δροµολόγησε το «ξήλωµα» δύο υπουργών εξαιτίας 1,3 εκατ. στρεµµάτων καµένης γης, µε την κοινωνική οργή να αντανακλάται σε ένα σύνθηµα πολύ πιο σκληρό από το «Μητσοτάκη κάθαρµα» ή το «ΕΑΣ, ΕΑΣ, να φύγει ο κερατάς».

«Σύµπτωση» πρώτη

Μια επιπλέον προβληµατική διάσταση είναι το δηµόσιο χρήµα που διοχετεύεται στις εταιρείες µε αδιαφανή κριτήρια, εντείνοντας τις υποψίες περί µετατροπής µύχιων πολιτικών πόθων σε δηµοσκοπικά αποτελέσµατα. Ενδεικτικό παράδειγµα η αποκάλυψη της «Εφηµερίδας των Συντακτών» για την προτίµηση του Αδ. Γεωργιάδη στην εταιρεία δηµοσκοπήσεων Interview. Στις 30 Ιουλίου 2020 το υπουργείο Ανάπτυξης της ανέθεσε τη «διενέργεια έρευνας αναφορικά µε τον ρόλο των δράσεων του υπουργού Ανάπτυξης & Επενδύσεων, µε τη χρηµατοδότηση του ΕΣΠΑ, για την καταπολέµηση των αρνητικών επιπτώσεων της πανδηµίας προς τον παραγωγικό τοµέα και ιδίως στις µικρές και µεσαίες επιχειρήσεις». Το τίµηµα ανήλθε σε 24.180 ευρώ συµπεριλαµβανοµένου του ΦΠΑ.

Παράλληλα, η Interview έχει αναπτύξει στενή συνεργασία µε το κανάλι των πούρων «µακεδονοµάχων» Βεργίνα ΤV. Πρόκειται για τον τηλεοπτικό σταθµό που χρηµατοδοτήθηκε από τη λίστα Πέτσα και αντί ενηµερωτικής καµπάνιας κατά του κορονοϊού προβάλλει θεωρίες συνωµοσίας κατά του εµβολίου. Το κυριότερο είναι ότι ο κεντρικός παρουσιαστής του καναλιού Στέργιος Καλόγηρος είναι κουµπάρος του υπουργού, διάσταση που ο Αδ. Γεωργιάδης απέφυγε να θίξει στην απάντηση που απέστειλε στην «ΕφΣυν». Το Βεργίνα TV λοιπόν έχει δηµοσιεύσει σειρά δηµοσκοπήσεων σε σχέση µε την αξιολόγηση της αποτελεσµατικότητας των υπουργών. Ω του θαύµατος, ο αντιδηµοφιλής –σύµφωνα µε τις δηµοσκοπήσεις και τις παραδοχές του– αντιπρόεδρος της Ν∆ φιγουράρει πάντα µέσα στην πρώτη τριάδα, ενώ στις µετρήσεις άλλων εταιρειών που αφορούν την αποδοχή των υπουργών παρουσιάζεται µονίµως στον πάτο. Αλήθεια, πώς ένας αντιδηµοφιλής υπουργός είναι ταυτόχρονα αποτελεσµατικός για την κοινή γνώµη;

Την εποµένη του δηµοσιεύµατος της «ΕφΣυν» ο Αδ. Γεωργιάδης εµφανίστηκε ωρυόµενος στον Σκάι προβλέποντας φυλακίσεις και καταδίκες κατά του Documento, ενώ το πρόσωπό του πήρε διάφορες αποχρώσεις του κόκκινου. Εν µέσω παραληρήµατος ο υπουργός παραδέχτηκε ότι παρέκαµψε τους αρµόδιους υπηρεσιακούς παράγοντες, παίρνοντας πάνω του την απόφαση της απευθείας ανάθεσης. Ειδικότερα είπε: «Θα µπορούσα να διαλέξω οποιαδήποτε άλλη. Αυτή έδωσε την καλύτερη τιµή. Ρώτησα την αγορά και τις αντίστοιχες άλλες ανάλογης αξιοπιστίας εταιρείες και η τιµή ήταν ακριβώς διπλάσια σε όλες τις άλλες. Ηταν λοιπόν η χαµηλότερη τιµή, την εταιρεία εγώ την εµπιστεύοµαι, είναι καλή […] και είπα “γιατί να πάµε να δώσουµε σε άλλους 45 και 50.000 ευρώ όταν αυτός θα το κάνει µε 19.000 ευρώ;”».

«Σύµπτωση» δεύτερη

Η δεύτερη «σύµπτωση» σχετίζεται µε την πολυσυζητηµένη εταιρεία δηµοσκοπήσεων Opinion Poll, η οποία συµπεριλήφθηκε στην πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για σύσταση εξεταστικής επιτροπής. Η εταιρεία βρίσκεται στο στόχαστρο τόσο της αξιωµατικής αντιπολίτευσης όσο και του ΚΙΝΑΛ. Ο ΣΥΡΙΖΑ θέτει σαφή ερωτήµατα για τις απευθείας αναθέσεις ύψους 270.000 ευρώ που έλαβε εταιρεία (Reposition Strategy) του ιδιοκτήτη της δηµοσκοπικής Μιχαήλ ∆ιαµαντή από τον εποπτευόµενο φορέα του υπουργείου Ψηφιακής ∆ιακυβέρνησης Ε∆ΥΤΕ ΑΕ (Εθνικό ∆ίκτυο Υποδοµών Τεχνολογίας & Ερευνας). «Με τέτοιες πρακτικές η κυβέρνηση καταφέρνει κεκαλυµµένα να παραγγέλνει δηµοσκοπήσεις µέσω τρίτων, που λειτουργούν ως µπροστινοί της, σε φιλικές δηµοσκοπικές εταιρείες, αδιαφορώντας για κάθε έννοια δεοντολογίας, αξιοπιστίας και επιστηµονικότητας» σηµειώνει στην πρότασή του ο ΣΥΡΙΖΑ.

Επιπρόσθετα, µε βάση τον νόµο Ρουσόπουλου ο ΣΥΡΙΖΑ αιτήθηκε να διαβιβαστεί στην Επιτροπή Θεσµών και ∆ιαφάνειας της Βουλής το πρωτογενές υλικό ύποπτης –κατά την Κουµουνδούρου– δηµοσκόπησης που δηµοσίευσε η Opinion Poll στις 31.5.2021. Επειτα από ένα διάστηµα σιωπής και αµηχανίας ο πρόεδρος της επιτροπής Γιάννης Μπούρας απέρριψε το αίτηµα, µε πρόφαση την «αποκλειστική αρµοδιότητα της εταιρείας Ελεγκτική ∆ηµοσκοπήσεων» επί του ζητήµατος.

«Να σηµειώσουµε ότι η Ελεγκτική ∆ηµοσκοπήσεων ουδέποτε, κατά δήλωση του ίδιου του προέδρου της, συνεδρίασε και επί 13 χρόνια παραµένει “άφωνη”» απάντησαν τα µέλη της επιτροπής από την πλευρά της αξιωµατικής αντιπολίτευσης, απευθύνοντας ευθεία ερωτήµατα προς τον Γ. Μπούρα: «Αρνείται να εφαρµόσει τον νόµο γιατί επιδιώκει να αποφύγει τον έλεγχο στη συγκεκριµένη δηµοσκόπηση; Αρνείται να εφαρµόσει τον νόµο γιατί φοβάται πως ένας τέτοιος έλεγχος µπορεί να αποτελέσει προηγούµενο ελέγχου και άλλων δηµοσκοπήσεων στο µέλλον; Γιατί να µη θέλει η κυβέρνηση να επιβεβαιωθεί η άρτια και σύµφωνα µε τους κανόνες της στατιστικής επιστήµης διενέργεια της συγκεκριµένης ή άλλων δηµοσκοπήσεων;». Πάντως σε δηλώσεις που είχε παραχωρήσει ο Ζαχαρίας Ζούπης, πολιτικός αναλυτής και διευθυντής ερευνών και επικοινωνίας της Opinion Poll, στο Documento (12.9.2021) είχε διασαφηνίσει ότι «αν µας καλούσε η επιτροπή της Βουλής, θα πηγαίναµε».

Η Opinion Poll προκάλεσε επίσης τη µήνη της Χαριλάου Τρικούπη εξαιτίας πρόσφατης δηµοσκόπησης για την κούρσα της προεδρίας του κόµµατος η οποία –σύµφωνα µε την κριτική που ασκήθηκε– απέκλειε τη Φώφη Γεννηµατά. Στελέχη του ΚΙΝΑΛ υποστήριζαν ότι η εταιρεία «ξεδιάντροπα προκατασκεύασε –κατά παραγγελία και πριν καν έχει τα αποτελέσµατα της “έρευνας”– δίδυµο δεύτερου γύρου σύµφωνα µε τις επιλογές της» και υπογράµµιζαν πως «κατά τη διενέργεια της δήθεν έρευνας σχολιάζονται αρνητικά και αποδοκιµάζονται στα όρια του bullying όσοι δηλώνουν τη στήριξή τους στη Φώφη Γεννηµατά». Μάλιστα ο αναπληρωτής τοµεάρχης οικονοµικών του κόµµατος Απόστολος Κρυωνίδης κατήγγειλε σε live µετάδοση από τον τηλεοπτικό σταθµό Kontra ότι του τηλεφώνησαν στο πλαίσιο διεξαγωγής της συγκεκριµένης έρευνας και τον ρώτησαν για την προτίµησή του σχετικά µε τους τρεις και όχι τους τέσσερις υποψήφιους, εξαιρώντας την κ. Γεννηµατά προτού γνωστοποιηθεί το σοβαρό πρόβληµα υγείας που αντιµετωπίζει. «Με έκπληξη ρώτησα: “Για την κ. Γεννηµατά δεν θα µε ρωτήσετε;”. Και µου λένε: “Α ναι, και την κ. Γεννηµατά…”» αποκάλυψε, κάνοντας λόγο για µεθοδεύσεις από «εξωθεσµικούς παράγοντες» προκειµένου να επηρεαστεί το αποτέλεσµα των εσωκοµµατικών εκλογών του ΚΙΝΑΛ.

«Σύµπτωση» τρίτη

∆εν αποτελεί µυστικό ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αντιλαµβάνεται τον επικεφαλής της Marc ως «συνεργάτη» του Κυριάκου Μητσοτάκη. Την προηγούµενη ∆ευτέρα ο τοµεάρχης ψηφιακής πολιτικής της αξιωµατικής αντιπολίτευσης Μάριος Κάτσης προχώρησε στην εξής ανάρτηση στο Twitter: «Ο κ. Γεράκης που όλοι γνωρίζουν ότι “δουλεύει” για το Μαξίµου, παρουσιάζεται ως αντικειµενικός στον ANT1 και λέει ότι “εκτιµά” πως η Ν∆ θα έχει µεγαλύτερο ποσοστό από τις εκλογές και ο ΣΥΡΙΖΑ µικρότερο. Θα έχει ενδιαφέρον να δούµε και τι εκτιµά και για τις απευθείας αναθέσεις». Αντί του Θωµά Γεράκη απάντησε ο Σύλλογος Εταιρειών ∆ηµοσκόπησης & Ερευνας Αγοράς (ΣΕ∆ΕΑ), χαρακτηρίζοντας νόµιµη την ανάθεση ερευνών από το δηµόσιο. Γιατί άραγε ο σύλλογος έκρινε σκόπιµο να επιβεβαιώσει το αυταπόδεικτο τη στιγµή που στο µικροσκόπιο της επικείµενης εξεταστικής επιτροπής θα βρεθεί η Opinion Poll και όχι η Marc;

Στις αρχές Φεβρουαρίου του 2021, 37 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ –µε πρωτοβουλία του Μ. Κάτση– κατέθεσαν ερώτηση και αίτηση κατάθεσης εγγράφων στον τότε αρµόδιο υφυπουργό Θοδωρή Λιβάνιο για τις τρεις απευθείας αναθέσεις της ΕΡΤ στη Marc ύψους 30.900 ευρώ. «Πώς αιτιολογούνται οι τρεις αποφάσεις της ΕΡΤ για απευθείας ανάθεση ερευνών, αντί των υπερβολικά υψηλών τιµηµάτων των 12.450, 12.450 και 6.000 ευρώ, αντίστοιχα, δηλαδή συνολικά 30.900 ευρώ, µέσα σε σχεδόν ένα έτος; Πώς εξηγείται το γεγονός ότι αντίστοιχες έρευνες που έχει αναθέσει απευθείας η ΕΡΤ κόστιζαν λιγότερο από 3.000 ευρώ; Ποια η σκοπιµότητα των µετρήσεων κοινής γνώµης όταν είναι γνωστά τα νούµερα ακροαµατικότητας αλλά και η επισκεψιµότητα στην υβριδική πλατφόρµα ERTflix;» ρωτούσαν και ζητούσαν από τον Θ. Λιβάνιο να καταθέσει «έγγραφο που να αποτυπώνεται το συνολικό ποσό που έχει καταβληθεί από φορείς του δηµοσίου ή του ευρύτερου δηµόσιου τοµέα κατά το έτος 2020 σε καθέναν από τους φορείς/επιχειρήσεις δηµοσκοπήσεων του σχετικού µητρώου του ΕΣΡ για ανάθεση δηµοσκοπήσεων ή κάθε άλλη έρευνα ή οποιοδήποτε έργο/ανάθεση υπηρεσίας».

Η απάντηση της εταιρείας ήταν άµεση, χαρακτηρίζοντας «πλήρως ανακριβή και παντελώς άστοχη» την κριτική των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ περί υπερκοστολόγησης. «Πράγµατι υπάρχουν και έρευνες που διενεργούνται µε χαµηλό κόστος. Ισως και µε λιγότερα από 3.000 ευρώ, όπως ισχυρίζεται η “Αυγή”. Πρόκειται για έρευνες που γίνονται διαδικτυακά ή ακόµη και µε αυτόµατα τηλεφωνήµατα (robocalls) χωρίς κανένα µισθολογικό κόστος. Ισως να πρόκειται για έρευνες µονοθεµατικές, µε λίγες ερωτήσεις. Ισως να αφορά και συνδροµητικές έρευνες που έχουν πολλούς αποδέκτες οι οποίοι µοιράζονται το κόστος» αντέτεινε η εταιρεία, συµπληρώνοντας ότι «σε όλο τον πολιτισµένο κόσµο οι φορείς του δηµοσίου ή του ευρύτερου δηµόσιου δοµές αναθέτουν έρευνες σε εταιρείες δηµοσκοπήσεων και ερευνών κοινής γνώµης».

Στις 15 Φεβρουαρίου ο τότε υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ απάντησε κι εκείνος µε τη σειρά του στην ερώτηση των βουλευτών της αξιωµατικής αντιπολίτευσης, «ξεχνώντας» να καταθέσει το έγγραφο που αιτήθηκαν οι πολιτικοί του αντίπαλοι. Ο κ. Λιβάνιος απέδωσε την αιτία επιλογής της Marc στην «πολύ µεγάλη εµπειρία σε τηλεοπτικές έρευνες», θυµίζοντας ότι µε τον ίδιο τρόπο είχαν διεξαχθεί τουλάχιστον τρεις αντίστοιχες έρευνες για την ΕΡΤ την περίοδο 2015 έως 2019. Αποκάλεσε αναληθείς τους ισχυρισµούς των 37 βουλευτών περί υψηλού κόστους, παραθέτοντας τα ποσά παρόµοιων δηµοσκοπήσεων που έγιναν επί ΣΥΡΙΖΑ για τον ίδιο σκοπό.

Οµολογίες αλληλεξάρτησης

Εν προκειµένω θα µπορούσε κανείς να επισηµάνει µια ραδιοφωνική οµολογία του χειµαρρώδους πρώην υπουργού της Ν∆ Γεράσιµου Γιακουµάτου. Σε συνέντευξή του από άλλον πρώην υπουργό της ∆εξιάς στις 12 Ιουνίου 2015 ο κ. Γιακουµάτος παραδέχτηκε: «Ενα θα σας πω, κ. Ντινόπουλε, η Ν∆ έχει την ατυχία να µην έχει λεφτά και χρωστάει στις δηµοσκοπικές εταιρείες. Την εκδικούνται µε τον τρόπο τους…». Εκδικήθηκαν οι εταιρείες δηµοσκοπήσεων τη Ν∆; Η απάντηση είναι «όχι». Μια πρόχειρη ανάγνωση των δηµοσκοπήσεων που προηγήθηκαν τόσο του δηµοψηφίσµατος όσο και των εκλογών του Σεπτεµβρίου του 2015 οδηγεί µε βεβαιότητα σε αυτό το συµπέρασµα. Παραµερίζοντας το άλλοθι που «πλάθει» ο πρώην υπουργός για τον τότε εκλογικό κατήφορο της Ν∆, προκύπτουν δύο στέρεες διαπιστώσεις. Αφενός η σχέση αλληλεξάρτησης της δεξιάς παράταξης µε τις δηµοσκοπικές εταιρείες, αφετέρου η αναγνώριση των ρεβανσιστικών πρακτικών που δύνανται να ακολουθήσουν.

Δημοσκοπήσεις εκτός ελέγχου;

Αρμόδιοι ελεγκτικοί φορείς των εταιρειών δημοσκοπήσεων είναι η Αρχή Διαφάνειας, ο ΣΕΔΕΑ και η Ελεγκτική Δημοσκοπήσεων, η οποία συνδέεται άμεσα με τον ΣΕΔΕΑ και ουσιαστικά είναι ένα όργανο-σφραγίδα. Ουδέποτε έχουν έρθει στο φως έρευνες που αφορούσαν τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων, παρά το γεγονός ότι κατά την περίοδο 2012-15 στο φως της δημοσιότητας έρχονταν κατά ριπάς «άστοχες» έρευνες.

Το Documento απευθύνθηκε στον ΣΕΔΕΑ προωθώντας έξι δημοσιογραφικά ερωτήματα:

01 Πόσους ελέγχους αξιοπιστίας διεξάγει ετησίως ο ΣΕΔΕΑ;

02 Ποια τα αποτελέσματά τους;

03 Υπάρχουν καταγγελίες κατά συγκεκριμένων εταιρειών δημοσκοπήσεων;

04 Ο σύλλογός σας είναι θετικός ή αρνητικός στο ενδεχόμενο να διαβιβαστούν στη Βουλή τα πρωτογενή στοιχεία από την επίμαχη δημοσκόπηση της Opinion Poll, η οποία απασχόλησε την Επιτροπή Θεσμών & Διαφάνειας; Προφανώς και δεν ζητάμε να τοποθετηθείτε επί των αποφάσεων που λαμβάνονται στο πλαίσιο κοινοβουλευτικών διαδικασιών, ζητάμε να αποτυπωθεί η άποψη του συλλόγου επί ενός ζητήματος που τον αφορά άμεσα.

05 Πώς κρίνετε την απευθείας ανάθεση κρατικού φορέα σε εταιρεία ιδιοκτήτη δημοσκοπικής εταιρείας; Είθισται να συμβαίνει κάτι τέτοιο;Υπάρχουν ανάλογα παραδείγματα;

06 Στην τελευταία ανακοίνωση του συλλόγου (13/10) δεν γίνεται καμία αναφορά στο ζήτημα της απευθείας ανάθεσης που πήρε εταιρεία του ιδιοκτήτη της Opinion Poll, γεγονός που περιλαμβάνεται στα υπό διερεύνηση θέματα της πρότασης συγκρότησης εξεταστικής επιτροπής με πρωτοβουλία της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Γιατί;

Το ΔΣ του ΣΕΔΕΑ απάντησε πετώντας την μπάλα στην εξέδρα: «Οι εταιρείες του ΣΕΔΕΑ ελέγχονται σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κανονισμό ΠΕΣΣ (δείτε κεφ. 5). Ούτε ο ΣΕΔΕΑ ούτε η Ελεγκτική Δημοσκοπήσεων έχουν λάβει αίτημα ελέγχου συγκεκριμένης έρευνας τον τελευταίο χρόνο. Ο ΣΕΔΕΑ είναι υπέρ της τήρησης του νόμου. O ΣΕΔΕΑ δεν κρίνει τη λειτουργία του Δημοσίου και των φορέων του».