Ο Μητσοτάκης κηρύσσει τον πόλεμο στα κοινωνικά δίκτυα

Ο Μητσοτάκης κηρύσσει τον πόλεμο στα κοινωνικά δίκτυα

Πίσω από τους λεονταρισμούς κατά της Τουρκίας, τις επικοινωνιακές κορώνες για τα «εύσημα» της Λαγκάρντ για τις ανακοινώσεις περί φορολόγησης των -ανύπαρκτων ακόμα για την κυβέρνηση- υπερκερδών των εταιρειών ηλεκτρικής ενέργειας και τα ψέματα του πρωθυπουργού για το όργιο αστυνομικής βίας του ΑΠΘ, ο Κυριάκος Μητσοτάκης προχώρησε από την καρέκλα του υπουργικού συμβουλίου στην «τοποθέτηση» ενός εξαιρετικά τρομακτικού προϊόντος, με ακόμα πιο τρομακτική επιλογή λέξεων.

Πριν ακόμα στεγνώσει το μελάνι που πέταξαν τα συμπολιτευόμενα μέσα ενημέρωσης γύρω από το ταξίδι του κυβερνητικού εκπροσώπου στις Βρυξέλλες, όπου βρέθηκε απολογούμενος για τα ζητήματα της ελευθερίας του Τύπου, η κυβέρνηση ετοιμάζεται να προχωρήσει σε παρέμβαση για τον έλεγχο της λειτουργίας των κοινωνικών δικτύων, και μάλιστα με την εμπλοκή των μεγάλων εταιρειών του διαδικτύου.

«Από την άλλη πλευρά, δεν νομίζω ότι χρειάζεται να επισημάνω ότι οι πόλεμοι πλέον δεν διεξάγονται μόνο με τα όπλα, αλλά και με τα πληκτρολόγια. Τα σαμποτάζ δε γίνονται μόνο με εκρήξεις αλλά και με ψηφιακά black-out. Και φυσικά η δημοκρατική ζωή δεν υπονομεύεται μόνο με αυταρχικές απαγορεύσεις, αλλά και με τον οργανωμένο “πληθωρισμό” ανυπόστατων ηλεκτρονικών φημών από ύποπτα κέντρα» δήλωνε την Παρασκευή ο πρωθυπουργός στο πρώτο διά ζώσης υπουργικό συμβούλιο της κυβέρνησης από τα μέσα του 2020.

Τα παραπάνω, την ώρα που ακόμα δεν έχει κοπάσει η ένταση από τις νέες απαράδεκτες εικόνες αστυνομικής βιαιότητας κατά των φοιτητών και των φοιτητριών στη Θεσσαλονίκη. Εικόνες που φυσικά διαδόθηκαν αποκλειστικά μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα, σε αντίθεση με τους τηλεοπτικούς δέκτες και τις εφημερίδες.

Επίθεση εξ Αμερικής

Η επιλογή των λέξεων δεν ήταν διόλου τυχαία. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ενέπλεξε εν πλήρει συνειδήσει τον έλεγχο της διαδικτυακής ζωής και λόγου με τον πόλεμο, ο οποίος «δεν διεξάγεται μόνο με όπλα, αλλά και με πληκτρολόγια». Αναφέρθηκε σε «σαμποτάζ», σε «υπονόμευση» και σε «ύποπτα κέντρα». Αυτή ήταν η κορύφωση των αναφορών του στα κυβερνητικά σχέδια ελέγχου του διαδικτύου. Εάν κανείς δεν γνώριζε ότι μιλά για τα κοινωνικά δίκτυα και το διαδίκτυο, θα πίστευε πως μιλά για κάποιον εσωτερικό εχθρό.

Η αρχή έγινε με την ομιλία του Κυριάκου Μητσοτάκη στο Κογκρέσο. Εκεί, ανάμεσα στα χειροκροτήματα που του επιφύλαξαν οι γερουσιαστές και οι εκπρόσωποι του ελληνοαμερικανικού λόμπι για την απόλυτη παράδοση της χώρας στην αμερικανική στρατιωτική μηχανή και την ολοκληρωτική πρόσδεση στο αμερικανικό ενεργειακό άρμα, ο Έλληνας πρωθυπουργός συνέδεσε τον λαϊκισμό με την «πόλωση του δημοσίου διαλόγου» που προκαλούν τα κοινωνικά δίκτυα.

«Οι δημοκρατίες μας απειλούνται από τις “Σειρήνες” των λαϊκιστών που προσφέρουν εύκολες λύσεις σε περίπλοκα προβλήματα. Οι φωνές τους ακούγονται, κυρίως επειδή η ανισότητα των εισοδημάτων έχει αυξηθεί στις κοινωνίες μας και πολλοί, δικαιολογημένα, αισθάνονται ότι έχουν μείνει πίσω. Στην Ελλάδα μιλάμε εκ πείρας. Πληρώσαμε βαρύ τίμημα επειδή  ακούσαμε αυτές τις φωνές» ανέφερε εισαγωγικά, για να συνδέσει την αναφορά με τον «προβληματισμό» για τα κοινωνικά δίκτυα.

«Παντού στον κόσμο, στις ΗΠΑ, στην Ελλάδα, στην Ευρώπη, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πολώνουν τον δημόσιο διάλογο και μετατρέπουν τη δημόσια σφαίρα σε μια σύγχρονη εκδοχή του Πύργου της Βαβέλ, όπου μιλάμε διαφορετικές γλώσσες και ακούμε μόνο εκείνους που μοιράζονται τις ίδιες απόψεις με εμάς» πρόσθεσε στις 17 Μαΐου από τις ΗΠΑ. Η παραπάνω αναφορά φαίνεται πως στον πρωθυπουργό ή σε κάποιον από το επικοινωνιακό του επιτελείο άρεσε τόσο πολύ, που έξι ημέρες αργότερα, στην επιστροφή του στις ΗΠΑ και στην ομιλία στην τελετή αποφοίτησης του Κολλεγίου της Βοστώνης την «κόπιαρε» ανερυθρίαστα.

«Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πολώνουν τη δημόσια συζήτηση και μετατρέπουν τη δημόσια σφαίρα σε μια σύγχρονη εκδοχή του Πύργου της Βαβέλ, όπου μιλάμε διαφορετικές γλώσσες και ακούμε μόνο όσους μοιράζονται τις ίδιες απόψεις μαζί μας» επανέλαβε στο ακροατήριο των αποφοίτων της Βοστώνης, ενώ δύο εικοσιτετράωρα αργότερα, πιο άνετος από τον καναπέ του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ έγινε πιο αναλυτικός για την ρίζα των αναφορών του.

Επιβεβαίωση από Νταβός

«Θέλουμε μια συμπεριληπτική ανάπτυξη, χωρίς αποκλεισμούς και χρειάζεται επίσης να δούμε τον τρόπο με τον οποίο παρεμβαίνουμε στην πολιτική αντιπαράθεση στη δημόσια σφαίρα. Πώς θα μειώσουμε την τοξικότητα. Έχουμε ηγετικό ρόλο στη ρύθμιση του ψηφιακού οικοσυστήματος, αλλά μπορούμε να κάνουμε περισσότερα για να συνεργαστούμε και με τις μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας για να διασφαλίσουμε ότι η ρητορική μίσους και η διαστρέβλωση, η παραπληροφόρηση, δεν θα καθίστανται τμήμα του διαδικτυακού διαλόγου. Γιατί, δυστυχώς, αυτό είναι που πρέπει να αντιμετωπίσουμε», υποστηρίζοντας στη συνέχεια πως η κατάσταση στο διαδίκτυο είναι η αιτία που οι πολίτες στο μέλλον δεν θα ασχολούνται με την πολιτική.

Το νήμα έπιασε μία ημέρα αργότερα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, ο οποίος παρά το γεγονός πως λίγο πριν είχε συρθεί στις Βρυξέλλες απολογούμενος για την κατάσταση της ελευθερίας του Τύπου στη χώρα, δήλωσε ευθαρσώς την πρόθεση της κυβέρνησης να παρέμβει στη λειτουργία των κοινωνικών δικτύων. Ο Γιάννης Οικονόμου προφασίστηκε πως για τα κοινωνικά δίκτυα «υπάρχει μία πολύ μεγάλη συζήτηση, που δεν αφορά μόνο την Ελλάδα, γίνεται και σε άλλες χώρες», υποστηρίζοντας πως «αποτελεί και δική μας αγωνία και προτεραιότητα, και τη συζητήσαμε και με την Επίτροπο, για την ανάγκη ενίσχυσης και αναβάθμισης της ποιότητας, της αντικειμενικότητας, της ενημέρωσης και στα social media και παντού» εμπλέκοντας ουσιαστικά την Επίτροπο στα κυβερνητικά σχέδια ελέγχου του διαδικτύου, δημιουργώντας ερωτήματα που θα πρέπει να απαντηθούν και από την αντιπρόεδρο της Κομισιόν.

«Είναι ένα ζήτημα που αφορά όλους, κυρίως αφορά τους ανθρώπους που εργάζονται στον Τύπο, αλλά και τους πολίτες που οφείλουν και θέλουν και δικαιούνται να έχουν ποιοτική και αντικειμενική ενημέρωση και από αυτό το κομμάτι» πρόσθεσε όψιμα, αφού αναφέρθηκε σε «ευαισθησίες» και «αγωνία» της κυβέρνησης για το ζήτημα.

Ακόμα μεγαλύτερος έλεγχος πίσω από τις «βελτιώσεις»

Ένα ακόμα σημαντικό στοιχείο της επιχείρησης ελέγχου των κοινωνικών δικτύων από την κυβέρνηση Μητσοτάκη, είναι η διεθνής κατακραυγή που έχει υποστεί για την νομοθεσία περί της «διάδοσης ψευδών ειδήσεων». Ένας νόμος στον οποίο οφείλεται σε μεγάλο βαθμό η καταβαράθρωση της χώρας στην κατάταξη των Ρεπόρτερ χωρίς Σύνορα για την ελευθερία του Τύπου, που ανάγκασε και τον ίδιο στις ΗΠΑ να ομολογήσει πως «δεν είχε μεγάλη επιτυχία».

«Αυτό που κάναμε κατά τη διάρκεια της πανδημίας ήταν να προσπαθήσουμε να νομοθετήσουμε ένα πλαίσιο για τον περιορισμό της διάδοσης ψευδών ειδήσεων που σχετίζονται με την πανδημία. Δεν είχε μεγάλη επιτυχία. Είμαι ο πρώτος που θα το παραδεχθώ, γιατί αυτού του είδους οι τεχνικές, ειδικά σε ό,τι αφορά την πανδημία, έχουν την ικανότητα να εξαπλώνονται ανεξέλεγκτα μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα. Επομένως, αν ήταν να γυρίσουμε τον χρόνο πίσω, πιθανότατα δεν θα εισήγαγα αυτή τη νομοθεσία» απάντησε στον  δημοσιογράφο David Ignatius, στο Georgetown University μία ημέρα πριν το Κογκρέσο, αφού προηγουμένως είχε χάσει τα λόγια του από την έκπληξη που του προκάλεσε η ερώτηση για την ελευθεροτυπία στη χώρα.

Το αυτό επιβεβαίωσε και ο γενικός γραμματέας ενημέρωσης και επικοινωνίας, Δημήτρης Γαλαμάτης, που αντικαθιστώντας τον κυβερνητικό εκπρόσωπο στην εκδήλωση του «Αθήνα 984» για τα fake news, δήλωσε μεταξύ άλλων πως «χρειάζεται να ορίσουμε τι είναι πραγματικά τα fake news. Είμαστε σε μία φάση που επανεξετάζεται η διατύπωση της νομοθετικής διάταξης για τα fake news», προαναγγέλλοντας ουσιαστικά μία «βελτίωση». Μάλιστα, προκάλεσε έκπληξη και από την ανακοίνωση της υπογραφής μνημονίου μεταξύ του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη και πέντε ακόμα υπουργείων, με αντικείμενο την «προάσπιση του δημοσιογραφικού επαγγέλματος», με τη δημιουργία και μίας task force, αγνώστου αντικειμένου και λοιπών πληροφοριών.

Το ζήτημα είναι πως κατά πως φαίνεται, η «βελτίωση» που ετοιμάζεται να φέρει η κυβέρνηση θα περιλαμβάνει ουσιαστικά την επέκταση του ελέγχου στη λειτουργία των κοινωνικών δικτύων, και μάλιστα, προφασιζόμενη ούτε λίγο ούτε πολύ μία «πολεμική κατάσταση». Ακόμα και εάν αναγκαστεί στη νέα διάταξη να περιλάβει και την οφειλόμενη οδηγία της ΕΕ για τα SLAPPs και την προστασία των δημοσιογράφων, τα όσα έχει διαμηνύσει δημοσίως ο Κυρ. Μητσοτάκης δεν εμπνέουν καμία εμπιστοσύνη για τις προθέσεις του.

Επανάληψη του Μαρτίου του 2021

Η ιδέα για την «ρύθμιση» του διαδικτύου δεν είναι διόλου καινούρια για τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Ήδη από τον περσινό Μάρτιο, στην προσπάθειά του να αντιμετωπίσει τα συνεχή κύματα αποκαλύψεων σε βάρος της κυβέρνησης μέσω των κοινωνικών δικτύων, είχε επιχειρήσει να προϊδεάσει για τις προθέσεις της κυβέρνησης να παρέμβει έναντι των «στεγανών» του διαδικτύου. Η έξαρση της αστυνομικής βίας -με αποκορύφωμα τη Νέα Σμύρνη- και οι κοινωνικές αντιδράσεις που ανάγκασαν τον πρωθυπουργό να κρατήσει τα σχέδια αυτά στο συρτάρι, και μάλιστα με εξευτελιστικό τρόπο.

Τότε, σε μία περίοδο που -κατά τραγική σύμπτωση σε σχέση με σήμερα- η έξαρση της αστυνομικής βίας βρέθηκε και πάλι στο απόγειό της, ήταν ίδιος Κυρ. Μητσοτάκης που από βήματος Βουλής έδειξε τις ορέξεις του. Τότε, εμμέσως πλην σαφώς υποστήριξε πως τα κοινωνικά δίκτυα κάνουν κακό στη δημοκρατία!

«Είναι σημαντικό να εξηγήσουμε στους νέους μας ότι έτσι όπως λειτουργούν σήμερα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και οι αλγόριθμοι των μεγάλων πλατφορμών που χρησιμοποιούν, στην ουσία αναπαράγουν και επιβραβεύουν τις όποιες απόψεις μπορεί να ήδη έχουν. Δημιουργούν στεγανά. Στεγανά έντασης, όχι στεγανά διαλόγου. Στεγανά όπου ανατροφοδοτούνται τα στερεότυπα τα οποία έχουν από τη μία και από την άλλη πλευρά και αυτό είναι κακό για τη δημοκρατία μας, είναι κακό για το επίπεδο του διαλόγου μας» ήταν η ακριβής αποστροφή του από το βήμα της Βουλής.

Εάν τις επόμενες ημέρες δεν ξέφευγε η κατάσταση με την αστυνομική καταστολή στις πλατείες, και δεν βίωνε τον απόλυτο εξευτελισμό από την αποκάλυψη πως το επιτελείο του πληρώνει στα κοινωνικά δίκτυα για να αγοράζει likes από την… Ουαγκαντούγκου, τότε ήδη από τότε θα γνωρίζαμε τα σχέδιά του.

Σχέδια που φαίνεται σήμερα πιστεύει πως μπορεί να εφαρμόσει, με την επαναφορά της πόλωσης και της τοξικότητας στον δημόσιο διάλογο και της «απελευθέρωσης» των χεριών των αστυνομικών να αποτελούν απλώς προπομπό.

Documento Newsletter