Ο Μητσοτάκης δεν τηρεί την υπογραφή του για τη δασοπροστασία

Ο Μητσοτάκης δεν τηρεί την υπογραφή του για τη δασοπροστασία

Καταστολή. Ισως είναι η αγαπημένη λέξη της κυβέρνησης Μητσοτάκη και παρουσιάζεται ως μόνη λύση στο όποιο πρόβλημα – και στην πανδημία. Ετσι και με τις καταστροφικές πυρκαγιές που μαίνονται η καταστολή παρουσιάστηκε ως μονόδρομος, η πρόληψη παραγκωνίστηκε και το 12% των δασών της Ελλάδας παραδόθηκε στις φλόγες κι έγινε στάχτη.

Η καταστροφή είναι ανυπολόγιστη και έρχεται ως απόρροια της αδιαφορίας της πολιτείας. Ηδη από το 1998, χρονιά που πολλοί θεωρούν ορόσημο για την προστασία των δασικών εκτάσεων, τα δάση έπαψαν να φυλάσσονται από την απογυμνωμένη πλέον Δασική Υπηρεσία, η χρηματοδότηση της οποίας στέρεψε τα χρόνια των μνημονίων.

Απροθυμία για πρόληψη, παρότι μειώνει τα κόστη

«Δεν υπάρχει καμία προθυμία από το κράτος να ενδιαφερθεί. Η πρόληψη είναι πολύ σημαντικό κομμάτι γιατί μειώνει την καταστολή, μειώνει τα κόστη» αναφέρει στο Documento ο Ιωάννης Κουρτέσης, τεχνικός δασικής προστασίας, εθελοντής πυροσβέστης και εκπρόσωπος επικοινωνίας του Πανελλήνιου Σωματείου Ειδικών και Τεχνικών Δασικής Προστασίας (ΠΑΣΕΤΕΔΑΠ).

Οπως εξηγεί, «όταν κάνεις πρόληψη θα μπεις μέσα στο δάσος, θα κόψεις, θα κάνεις τις σκοπιές σου, τις αναδασώσεις σου με σωστό τρόπο και όχι με τον τρόπο που θέλουν να γίνουν. Θα μπορείς να έχεις ένα καλύτερο καλοκαίρι. Ετσι που πηγαίνουν, με το σκεπτικό εστιασμένο στην καταστολή, τα προβλήματα θα διογκωθούν και θα καίγονται τα δάση ολοένα και περισσότερο. Φέτος έχει καεί το 12% των ελληνικών δασών. Η καταστροφή είναι τεράστια και φαίνεται να μην την καταλαβαίνουν» σημειώνει, για να τονίσει με νόημα ότι «ακόμη δεν έχει τελειώσει η αντιπυρική περίοδος, είμαστε στα μέσα».

Η πρόληψη αποτελεί τη μόνη λύση

«Το δάσος το ξέρει κάποιος που έχει σπουδάσει. Αρμόδια υπηρεσία του κράτους που θα μπορούσε να δώσει λύση στο πρόβλημα είναι η Δασική Υπηρεσία και μόνο επειδή μπορεί να κάνει δύο πράγματα μαζί: και πρόληψη και καταστολή. Πρόληψη θα κάνει τον χειμώνα, θα πάρει τις διαχειριστικές μελέτες, θα τις δώσει στους δασολόγους-δασοπόνους, στο κάθε δασαρχείο. Θα πάνε μαζί δασολόγοι-δασοπόνοι και θα κάνουν όλες τις δασοκομικές ενέργειες που απαιτούνται προκειμένου να έχουμε τα δάση μας καθαρά, διαχειρίσιμα και να μπορεί ο πολίτης να έρχεται στο δάσος, όχι να του απαγορεύεται η πρόσβαση» αναφέρει ο ίδιος.

Ο Ιωάννης Κουρτέσης

 

Στη συζήτηση μπαίνουν η έλλειψη σχεδιασμού και η αδιαφορία και ο Ι. Κουρτέσης επισημαίνει τα αίτια: «Τους ενδιαφέρει μόνο η καταστολή, στην οποία ξοδεύουμε δεκάδες εκατομμύρια. Μόνο η ενοικίαση των εναέριων μέσων έχει φτάσει κοντά στα 50 εκατ. ευρώ, χωρίς το κόστος χρήσης που συνυπολογίζεται μετά το τέλος της σύμβασης. Και ενώ βρίσκονται χρήματα για την καταστολή, για τη Δασική Υπηρεσία δεν υπάρχουν. Αν επιθυμούν αυτό το μοντέλο δασοπυρόσβεσης, τότε πρέπει να τους πούμε με σιγουριά ότι θα καούν και τα υπόλοιπα δάση στην Ελλάδα».

Τα νούμερα του πρώην υπαρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος και δικαστικού πραγματογνώμονα Ανδριανού Γκουρμπάτση πριν από τις καταστροφικές πυρκαγιές σε Εύβοια και Πελοπόννησο, σύμφωνα με τα κύρια συμπεράσματα πρόσφατης μελέτης, είναι ζοφερά. Χαρακτηριστικά επισημαίνεται στη μελέτη ότι από την 1η Ιανουαρίου έως και την 31η Ιουλίου 2021 έχουν προκληθεί συνολικά 8.360 αγροτοδασικές πυρκαγιές, αυξημένες κατά 20,1% σε σχέση με το 2020, ενώ το πρώτο τρίμηνο της τρέχουσας αντιπυρικής περιόδου έχει καεί έκταση ίση με όση κάηκε ολόκληρο το 2019.

«Τα δάση στην Ελλάδα είναι πολύ μεγάλα σε αριθμό, οπότε οι δυνάμεις που υπάρχουν δεν επαρκούν» λέει ο Ι. Κουρτέσης και συμπληρώνει: «Δεν υπάρχουν απλές εκτάσεις δασών. Υπάρχουν προστατευόμενα δάση, περιοχές Natura και αυτές οι περιοχές με την έλλειψη προσωπικού ουσιαστικά μένουν στο κενό. Δεν υπάρχει φύλαξη, οπότε όλοι οι κίνδυνοι πολλαπλασιάζονται» σημειώνει και προσθέτει: «Πρέπει να καλυφθούν όλα τα κενά στη δασική υπηρεσία σε ό,τι αφορά τους δασοφύλακες. Κάθε χρόνο η πολιτεία προσθέτει και καινούργιες περιοχές ευθύνης, με αποτέλεσμα οι ελάχιστοι φύλακες που υπάρχουν να μην επαρκούν. Φανταστείτε ότι υπάρχουν φορείς διαχείρισης στην Ελλάδα οι οποίοι έχουν πέντε φύλακες για εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα, τα οποία αδυνατούν να φυλάξουν». Θα μπορούσε να δοθεί λύση, καθώς όπως αναφέρει ο ίδιος «αυτήν τη στιγμή υπάρχουν 2.000 αδιόριστοι ειδικοί και τεχνικοί δασικής προστασίας. Τα κενά είναι τόσο πολλά που ακόμη και όλοι να προσληφθούν δεν επαρκούν για την κάλυψη όλων των αναγκών».

 

«Δεν γίνονται προσλήψεις εδώ και 17 χρόνια»

Εγκατάλειψη της Δασικής Υπηρεσίας καταγγέλλει ο Ι. Κουρτέσης, η οποία για το 2021 έλαβε από τον κρατικό προϋπολογισμό της κυβέρνησης Μητσοτάκη μόλις το 1/10 όσων αιτήθηκε (από τα 17,7 εκατ. ευρώ που ζητούσε δόθηκε 1,7 εκατ. ευρώ).

«Η Δασική Υπηρεσία ουσιαστικά εγκαταλείφθηκε. Κάθε χρόνο υπάρχουν υποχρηματοδότηση και μειωμένα κονδύλια. Εδώ και 17 χρόνια δεν γίνονται προσλήψεις. Δεν υπάρχουν δασοφύλακες να αναπληρώσουν τα επιπλέον κενά που δημιουργούνται (σ.σ.: συνταξιοδοτήσεις, θάνατοι). Οι φορείς διαχείρισης που δημιουργήθηκαν τελούν υπό καθεστώς ομηρίας των εργαζομένων με ετήσιες ανανεώσεις συμβάσεων και με ένα μέλλον που κανείς δεν ξέρει πού μπορεί να καταλήξει. Ολοι οι φορείς διαχείρισης έχουν τεράστιες εκτάσεις περιοχών Natura και προστατευόμενα δάση που δεν μπορούν να τα καλύψουν, δεν έχουν καν το επιστημονικό προσωπικό, δεν έχουν ούτε το προσωπικό φύλαξης, με αποτέλεσμα τα κενά να είναι τεράστια» υπογραμμίζει ο Ι. Κουρτέσης.

Τραγική ειρωνεία αποτελεί το γεγονός ότι το κράτος δημιουργεί εκπαιδευμένους δασοφύλακες μέσω των δημόσιων ΙΕΚ, τους οποίους όμως αφήνει ανεκμετάλλευτους. Αποτέλεσμα είναι η ύπαρξη πλέον μιας δεξαμενής περίπου 2.000 άνεργων και αδιόριστων δασοφυλάκων, ενώ την ίδια ώρα προσλαμβάνει υπεράριθμους ειδικούς φρουρούς και επενδύει σε εκατοντάδες νέα αστυνομικά οχήματα. Ετσι στο μέτωπο της φωτιάς η κυβέρνηση Μητσοτάκη στέλνει… αστυνομικούς της ομάδας ΔΕΛΤΑ, με τους πυροσβέστες να τους κοιτούν αποσβολωμένοι αφού είναι αδύνατον να βοηθήσουν καθότι ανεκπαίδευτοι.

Στα δάση με όχημα τον νόμο επί Σημίτη. Ετσι ξεκίνησε η υποβάθμιση και άνοιξε χρόνο με τον χρόνο ο δρόμος για την καταστολή

 

Το βασικό πρόβλημα κατά πολλούς ξεκινάει από το 1998, όταν η τότε κυβέρνηση Σημίτη μετά την καταστροφική πυρκαγιά στο δάσος του Σέιχ Σου μετέφερε την ευθύνη της πυρόσβεσης των δασικών πυρκαγιών στο Πυροσβεστικό Σώμα. Με αυτή την ενέργεια ξεκίνησε η υποβάθμιση της πρόληψης και χρόνο με τον χρόνο δόθηκε περισσότερη βάση στην καταστολή των πυρκαγιών.

«Ο νόμος 2612/1998 διαχώρισε το κομμάτι της πρόληψης των πυρκαγιών από το κομμάτι της καταστολής. Η μεν καταστολή περιήλθε στο Πυροσβεστικό Σώμα ως αρμοδιότητα, η δε πρόληψη παρέμεινε στην τότε υφιστάμενη Γενική Γραμματεία Δασών και Φυσικού Περιβάλλοντος» λέει στο Documento ο αντιπρόεδρος της Πανελλήνιας Ενωσης Δασολόγων Δημοσίων Υπαλλήλων (ΠΕΔΔΥ) Νίκος Μπόκαρης και σημειώνει: «Ομως στο λεκτικό του νόμου αναφέρεται ότι η αρμοδιότητα της πρόληψης παραμένει στις δασικές υπηρεσίες, στη Γενική Γραμματεία Δασών, εκτός από την έκδοση σχετικών πυροσβεστικών κανονισμών και διατάξεων, εκτός από την ενημέρωση και ευαισθητοποίηση των πολιτών σε θέματα πυροπροστασίας του δάσους, εκτός από την οργάνωση περιπόλων όταν αυτό κρίνεται αναγκαίο, εκτός από την επιτήρηση των δασών με επίγεια και εναέρια μέσα, εκτός από την κατανομή των πυροσβεστικών δυνάμεων, εκτός από τη συνεργασία με άλλες αρχές και φορείς, εκτός από τη φύλαξη της περιοχής όπου εξερράγη η πυρκαγιά για τυχόν αναζωπυρώσεις, τα οποία ανήκουν στην αρμοδιότητα του Πυροσβεστικού Σώματος.

Ο Νίκος Μπόκαρης

 

Το υπουργείο Γεωργίας στο πλαίσιο της αρμοδιότητάς του για την πρόληψη των δασικών πυρκαγιών δύναται να προβαίνει στις ενέργειες που αναφέρονται στο άρθρο 21 του νόμου, δηλαδή στην πραγματικότητα να εκτυπώνει φυλλάδια φιλοδασικού περιεχομένου» αναφέρει ο Ν. Μπόκαρης και προσθέτει ότι «αυτές είναι ρυθμίσεις που ως ένωση δασολόγων έχουμε καταδικάσει. Προσφύγαμε και στο ΣτΕ για τις διατάξεις αυτού του νόμου» ζητώντας την πλήρη αναθεώρησή του.

«Ηταν μια λανθασμένη πολιτική απόφαση» εκτιμά ο Ν. Μπόκαρης και συνεχίζει: «Αυτός ο νόμος στην πραγματικότητα ξέκοψε τις δασικές υπηρεσίες, οι οποίες είναι οι αρμόδιες υπηρεσίες για τη διαχείριση και την εποπτεία των δασών, από το φυσικό τους αντικείμενο. Υστερα από αυτό τον νόμο ακολούθησε μια διοικητική διολίσθηση της υπηρεσίας: λιγότερες πιστώσεις, λιγότερο προσωπικό, απαξίωση. Δεν μπορείς να απαξιώνεις μια υπηρεσία που έχει τόσο νευραλγικό χαρακτήρα, επειδή τα δάση εκτός από φυσικό περιβάλλον είναι και δημόσια περιουσία».

Οπως σημειώνει ο ίδιος, «είναι πάρα πολύ σημαντικός ο τρόπος που οργανώνει κανείς τις δυνάμεις της Πολιτικής Προστασίας για να εφαρμόσει έναν σχεδιασμό. Επομένως το κύριο στοιχείο της προστασίας των δασών είναι η παρουσία εντεταλμένων ανθρώπων μέσα στα δάση. Πρέπει να υπάρχουν θέσεις φύλαξης, παρατηρητήρια, διασπορές αυτοκινήτων και οργανωμένες υπηρεσίες να ελέγχουν τη δημόσια περιουσία».

Ο Ν. Μπόκαρης αναφέρεται σε τρία διαφορετικά πορίσματα τα οποία συμφωνούν με τα λεγόμενά του και όσα ζητά η Δασική Υπηρεσία. Συγκεκριμένα, το 2008, μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές στην Ηλεία, υπήρξε πόρισμα της Μόνιμης Επιτροπής Προστασίας Περιβάλλοντος της Βουλής, με πρόεδρο μάλιστα τον νυν πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη. Αν και τότε είχε προτείνει όσα ζητούν οι δασοφύλακες σήμερα, ως πρωθυπουργός αγνοεί επιδεικτικά τα αιτήματά τους. Στην ουσία πρότεινε τη σύσταση ενιαίου φορέα δασοπροστασίας και είχε καταλήξει σε επίσημο και σαφέστατο πόρισμα για την ανάγκη αναθεώρησης του επιχειρησιακού σχεδιασμού και των επιμέρους συντελεστών του συστήματος πυροπροστασίας (δηλαδή της πρόληψης και της καταστολής) με πλήρη αναθεώρηση του νόμου 2612/1998, που εκ των αποτελεσμάτων απέτυχε.

Το δεύτερο και το πιο πρόσφατο είναι το πόρισμα της Ανεξάρτητης Επιτροπής για τη Διερεύνηση των Αιτίων των Πυρκαγιών του καθηγητή Γιόχαν Γκολντάμερ. Συστάθηκε μετά την τραγωδία στο Μάτι με εντολή του τότε πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα και στο πόρισμά της κατέγραψε την ασυνεννοησία των συναρμόδιων φορέων, την έλλειψη συντονισμού, τα κενά στη δασοπροστασία και τις αδυναμίες στη στρατηγική διαχείρισης της πυρόσβεσης και έκανε προτάσεις για ολοκληρωμένο σχέδιο αντιπυρικής αντιμετώπισης με επίκεντρο την πρόληψη και όχι την καταστολή.

Στα ίδια συμπεράσματα είχε καταλήξει και το πόρισμα της Διακομματικής Επιτροπής της Βουλής για τα Δάση το 1993. «Και τα τρία αυτά πορίσματα δίνουν πολύ σημαντικό ρόλο στη Δασική Υπηρεσία. Επιμένουμε στο 2008 γιατί πρόεδρος ήταν ο σημερινός πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης» επισημαίνει ο Ν. Μπόκαρης.

 

Documento Newsletter