Το σχέδιο του Μητσοτάκη, μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να το υποβοηθήσει ή να το ανατρέψει λύνοντας σοβαρά προβλήματα που τον ταλανίζουν
Μπορεί να το είπε σε περίεργη γλώσσα λογογράφου που θεωρεί πως είναι διασταύρωση Κοέλιο και Ράμφου, αλλά σε κάθε περίπτωση ο Κυριάκος Μητσοτάκης το είπε. Τα σενάρια που θέλουν το Μαξίμου να επεξεργάζεται φυγή προς τις εκλογές πριν η οικονομική κρίση διαδεχθεί την υγειονομική και χαλάσει την μεσσιανική εικόνα της πρωθυπουργίας που με επιμέλεια και εκατομμύρια δημιουργήθηκε, έπαψαν να είναι διαρροές και έγιναν ασαφείς έστω διατυπώσεις. Είπε λοιπόν ο πρωθυπουργός:
“Μετά την κρίση, η κάθε εξουσία οφείλει να εγκαταλείπει το απυρόβλητο της ανάγκης, δυναμώνοντας την λογοδοσία. Γιατί καμία έκτακτη συνθήκη δεν μπορεί να αμφισβητεί τη δημοκρατική ευαισθησία”. Τι θέλει να πει ο ποιητής με το “εγκαταλείπει το απυρόβλητο της ανάγκης”; Μάλλον ότι παύει να δικαιολογείται με την ανάγκη και τις έκτακτες συνθήκες. Μάλλον. Και τι σημαίνει το “δυναμώνοντας τη λογοδοσία”; Πως ξαφνικά ο Μητσοτάκης θα λογοδοτήσει για όσα συμβαίνουν ενώ δεν λογοδοτεί; Πιθανόν όχι. Επειδή καιρό τώρα όλοι είναι ψυλιασμένοι ότι ο Μητσοτάκης θα επιλέξει να ανανεώσει τετραετία πριν πλακώσουν τα δύσκολα της κρίσης, μέσα στα “ωσανά” των παλαμακιστών που θα είναι έτοιμοι να διαβεβαιώσουν πως σχεδόν ανακάλυψε το εμβόλιο του κορονοϊού, η ασαφής διατύπωση περί λογοδοσίας αποκτά αυτή τη διάσταση. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης , δεν θα αφήσει το χρόνο να δράσει εναντίον του σε βαθμό που να μην μπορούν να αντιστρέψουν την πραγματικότητα ούτε τα κανάλια. Θα βάλει τη στολή του στρατηγού , ενδεχομένως και του υγειονομικού, θα τοποθετήσει μερικούς από τους ήρωες της αντιϊκής επικοινωνίας στα ψηφοδέλτια και θα πάει σε εκλογές. Ο λόγος που θα επικαλεστεί είναι πως έρχονται δύσκολες στιγμές, αυτός προσπάθησε και έφερε σε πέρας την αντιμετώπιση της πανδημίας, αλλά θέλει ανανέωση της λαϊκής εντολής για να φτιάξει μια νέα Ελλάδα. Άλλωστε λίγο παρακάτω στην ομιλία του ο λογογράφος Κοέλιο-Ράμφος πάλι το υπονόησε λέγοντας:
“Η Βουλή και οι θεσμοί, λοιπόν, λειτουργούν παρά τους περιορισμούς. Όμως, θα το ξαναπώ: Η Ελλάδα μετά την πανδημία πρέπει να είναι μία ανανεωμένη Ελλάδα!”. Θα επικαλεστεί λοιπόν την ανανεωμένη Ελλάδα που ΘΑ κάνει. Στόχος του Μητσοτάκη και του επιτελείου του είναι διπλός. Πρώτα να τελειώνει δια παντός από τον Αλέξη Τσίπρα μετά από μια πιθανή νίκη. Το δεύτερο είναι να εγκαθιδρύει ένα προσωπικό και βαθύ καθεστώς στη χώρα , πάνω στα συντρίμια και με τις έκτακτες ανάγκες που δημιούργησε η αρρώστια. Αυτός είναι ο λόγος άλλωστε που δεν παίρνει εμπροσθοβαρή μέτρα για να τονώσει την Οικονομία, παρότι έχει το μαξιλάρι των δισεκατομμυρίων που άφησε η προηγούμενη κυβέρνηση. Περιμένει την ισοπέδωση, για να ορίσει πλήρως και ανεμπόδιστα τους “όρους της ανοικοδόμησης” για αυτό που ονομάζει ανανεωμένη Ελλάδα. Πιστεύει πως δεν θα υπάρχει κανένας να τον εμποδίσει, ενώ οι πολιτικοί αντίπαλοι θα είναι αποδυναμωμένοι από την ήττα. Θα πάει, πιστεύει, σε μια Pax Mitsotacana με το Επιτελικό του κράτος να επικρατεί και να δέρνει χωρίς αντίπαλο.
Μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο; Αν το επιτρέψει ο ΣΥΡΙΖΑ, φυσικά. Γιατί το σχέδιο του Μητσοτάκη, μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να το υποβοηθήσει ή να το ανατρέψει λύνοντας σοβαρά προβλήματα πολιτικής, τακτικής και επικοινωνίας, μα κυρίως αποφασιστικότητας που τον ταλανίζουν. Τα συγκεκριμένα προβλήματα ξεπερνούν πλέον τη γραφικότητα της αέναης εσωκομματικής εσωστρέφειας και γίνονται φραγμός για την εξουσία, ή αν προτιμάτε βούτυρο στο ψωμί του Μητσοτάκη.
Συγκεκριμένα:
1. Ο ΣΥΡΙΖΑ, είτε αρέσει είτε δεν αρέσει σε τμήμα του δυναμικού του (σίγουρα δεν αρέσει στο Μητσοτάκη) έχει το συγκριτικό πολιτικό πλεονέκτημα, που είναι η ηγεσία του. Αφήστε τα περί συλλογικότητας της ηγεσίας, μιλάω ξεκάθαρα για τον Αλέξη Τσίπρα. Εκτός από πολιτικό είναι και το σοβαρότερο επικοινωνιακό όπλο που διαθέτει. Αυτό το όπλο αχρηστεύεται και ναρκοθετείαι καθημερινά μέσα από ενοχικές θεωρίες που αναπτύσσονται πως η χρήση του ευνοεί την προσωπολατρεία και προσβάλει το κόμμα. Οι θεωρίες αυτές είτε προκύπτουν από συμπλέγματα στελεχών που θα ήθελαν αλλιώς τους ρόλους , είτε από πολιτική ανωριμότητα, ακυρώνουν το πιο ισχυρό όπλο του ΣΥΡΙΖΑ.
2. Υπάρχει μια σοβαρή σύγχυση, στη μετάφραση του όρου Αντιπολίτευση. Η Αντιπολίτευση δεν είναι διατύπωση διαφορετικών θέσεων , ούτε διαπληκτισμοί σε τηλεοπτικά πάνελ. Είναι συστηματική διατύπωση πολιτικής άποψης και πολιτικής πράξης. Αυτή τη στιγμή ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει σπασμωδικές κινήσεις περιστασιακής Αντιπολίτευσης, δείχνοντας να επενδύει στο χρόνο και στη θεωρία του ώριμου φρούτου. Το πρόβλημα αυτής της τακτικής δεν είναι πως αγνοεί ότι ο Μητσοτάκης μπορεί επίσης να αξιοπιεί το χρόνο και τις περιστάσεις, αλλά κυρίως πως αφήνει τον κόσμο που ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ ακάλυπτο, με την αίσθηση ότι είναι μόνος και χωρίς πολιτική κάλυψη για όσα συμβαίνουν.
Τα θέματα πάνω στα οποία αντιπολιτεύεται ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν τα παράγει ο ίδιος μέσα από την ενασχόληση με την καθημερινότητα, αλλά προκύπτουν από δημοσιεύματα (όχι των κομματικών Μέσων φυσικά τα οποία θεωρητικολογούν) και καραμπόλες. Ακόμη και όταν η Αντιπολίτευση παίρνει Κοινοβουλευτική έκφραση είναι ατελής, σπασμωδική και πολλές φορές με προσωπικό στίγμα. Χαρακτηριστική είναι η σύγκλιση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας από τον ίδιο το ΣΥΡΙΖΑ. Κλήθηκε ο Υπουργός Στέλιος Πέτσας να απολογηθεί για τα 11 εκατομμύρια που μοίρασε στα ΜΜΕ , αδιαφανώς και με εμφανή λόγο την φιλοκυβερνητική προπαγάνδα. Ενώ ο Πέτσας κλήθηκε για ένα καραμπινάτο σκάνδαλο που αποδείκνυαν συγκεκριμένα στοιχεία, ο εισηγητής θέλησε καλό να μιλήσει για Δημοκρατία και πολυφωνία στα πλαίσια ακαδημαϊκών αναφορών. Πράγμα που έκανε φυσικά και τον Πέτσα να συμφωνήσει αντί να απολογηθεί.
3. Για τμήμα του στελεχικού δυναμικού του ΣΥΡΙΖΑ, πολιτική πρακτική δεν αποτελεί η έκθεση της πολιτικής του Μητσοτάκη αλλά το καραούλι της “μετριοπάθειας”. Έχοντας αποδόσει στον εαυτό τους το ρόλο του κριτή και το θεματοφύλακα του μετριοπαθούς και πάντα πολιτικά ορθού, είναι έτοιμοι να κρίνουν όποιον διατυπώσει άποψη ή ανεβάσει τους τόνους. Εμφανίζονται με ένα είδος δημοκρατικής φιλοτιμίας που ερεθίζεται με τον Πολάκη αλλά παραμένει αναίσθητη σε σκάνδαλα, αντιδημοκρατικές πρακτικές της κυβέρνησης, ή επιθέσεις σε πρόσωπα συντρόφων τους. Η πρακτική η οποία στηρίζεται στο δεδομένο ότι “οι άλλοι” δεν θα απαντήσουν σεβόμενοι την κομματικότητα , δημιουργεί απο κοινού με τα συστημικά Μέσα , τις προϋποθέσεις δολοφονίας χαρακτήρα στελεχών του κόμματος. Η πρακτική αυτή δεν αφήνει απέξω ούτε τον ίδιο τον Τσίπρα. Πρόσφατα το δημοσιογραφικό όργανο του κόμματος, η Αυγή, στο κύριο άρθρο της , λοιδόρησε φράση του Προέδρου του Κόμματος μετά την απόφαση του Eurogroup ότι «στάθηκε κατώτερη των περιστάσεων». Και αυτό στο όνομα μιας επιπόλαιης και ισοπεδωτικής δημοκρατικολαγνείας.
4. Η πολιτική των συμμαχιών που εγκαινιάστηκε προεκλογικά, αφού σαμποταρίστηκε ανοιχτά από κορυφαία στελέχη του κόμματος, κατέληξε να χάσει την κοινωνική της αίγλη και να μετασχηματιστεί σε επαφές με «αντιπροσώπους» προσώπων και τάσεων. Στη διαδικασία αυτή επικρατέστεροι αποδεικνύονται όχι όσοι έχουν κοινωνικά και πολιτικά ερείσματα, αλλά οι «επαγγελματίες» της προσωπικής πώλησης.
5. Το πέρασμα του ΣΥΡΙΖΑ στην Αντιπολίτευση , δημιούργησε αντιλήψεις πολυτελούς συνταξιοδότησης έναντι της καθημερινής πολιτικής λάντζας. Πρόσωπα που έλαμψαν αν και δεν τα ήξερε ο θυρωρός τους, απέχουν από κάθε πολιτική δραστηριότητα λες και περιμένουν απλώς την ώρα που θα ξαναγίνουν υπουργοί. Το πολιτικό τους έλλειμα αναδεικνύει κάθε μέρα η τεράστια συζήτηση στα social media , με βασικό ερώτημα «τι κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ».
6. Καθημερινά θεσμοθετείται ένα οργανωτικό κομματικό χάος που κάποια στιγμή εκ των πραγμάτων θα μετατραπεί σε χάος πολιτικής. Οι πολιτικές πρωτοβουλίες που πρέπει να βαραίνουν κορυφαία στελέχη , μέσα από συντονισμένη κομματική και Κοινοβουλευτική δράση, παίρνουν τη μορφή προσωπικού γούστου και διάθεσης, ανερμάτιστης δραστηριότητας ανάλογα με τα κέφια. Στην πρόσφατη συζήτηση στη Βουλή μετά την απόφαση του Eurogroup, ο Γιάνης Βαρουφάκης ήταν εκεί για να τοποθετηθεί με τρόπο που θύμιζε τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν ήταν οι πρώην (και αρμόδιοι) υπουργοί του ΣΥΡΙΖΑ.
Μαζί με όλα αυτά υπάρχει και ένα πρόβλημα που δεν είναι μόνο του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά τούτη τη στιγμή απειλεί κυρίως το ΣΥΡΙΖΑ. Είναι οι άνθρωποι που αναπαράγουν την πολιτική ανασφάλεια και την αμφιβολία και με τον τρόπο αυτό γίνονται οι ίδιοι απαραίτητοι ως οι “σοφοί του κινδύνου” που επισείουν. Είναι οι εκ δειλίας (;) προβοκάτορες , τους οποίους έχει χρησιμοποιήσει η ΝΔ για να καταστήσει το ΣΥΡΙΖΑ προκαταβολικά υπόλογο για τον πολιτικό του λόγο. Όποτε ο Μητσοτάκης κατηγορούσε το ΣΥΡΙΖΑ για κάτι (για παρέμβαση στην εξουσία, διχαστικό λόγο, έλλειψη μέτρου κλπ) , οι ίδιοι πάντα άνθρωποι μετέτρεπαν την εξωτερική κριτική του Μητσοτάκη, σε εσωτερική. Αντί να ενοχοποιούν τον Μητσοτάκη για τη σκοπιμότητα του λόγου του, κατηγορούσαν τους συντρόφους τους ότι φέρονται απρεπώς. Αν υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ εξέφραζε άποψη πως καθυστερεί η Δικαιοσύνη ήταν έτοιμοι όσο και ο Κυριάκος, να του αποδώσουν παρεμβατικότητα. Ευνούχιζαν τότε και ευνουχίζουν και σήμερα την αποφασιστικότητα και το πολιτικό σθένος, παράγοντας γκρίνια αντί για πολιτική δράση. Πρακτικά μεταφέρουν στον πυρήνα των πολιτικών αποφάσεων του ΣΥΡΙΖΑ , (από αφέλεια, επιπολαιότητα, ανικανότητα ή δόλο λίγη σημασία έχει) την ατζέντα της ΝΔ. Ο Μητσοτάκης λοιπόν σχεδιάζει αλλά δεν μπορεί μόνος του.