Ο αμερικανός σταρ Ματ Ντίλον βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη, παρουσίασε την ταινία «Την έλεγαν Μαρία» όπου υποδύεται τον Μάρλον Μπράντο και μεταξύ άλλων μίλησε και για τη συνεργασία του με τον Γιώργο Λάνθιμο.
Στο πλαίσιο της προώθησης του νέου του φιλμ με τίτλο «Την έλεγαν Μαρία» ο Ματ Ντίλον βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη και έδωσε συνέντευξη τύπου. Στην ταινία της Ζεσικά Παλούντ, ο αμερικανός ηθοποιός ενσαρκώνει τον Μάρλον Μπράντο την εποχή που εκείνος πρωταγωνίστησε στο «Τελευταίο ταγκό στο Παρίσι» του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι. Όπως είπε ο Ματ Ντίλον δεν μπόρεσε να αντισταθεί και να αρνηθεί τη συμμετοχή του σε αυτή την ταινία καθώς ο Μάρλον Μπράντο ήταν φοβερά επιδραστικός και άλλαξε τον ρου του σινεμά.
«Αγάπησα το σενάριο αφού η απεικόνιση ήταν δίκαιη και ειλικρινής» είπε χαρακτηριστικά και συμπλήρωσε: «Αργότερα κάπως το μετάνιωσα γιατί ήταν πραγματικά μια πολύ δύσκολη αποστολή, δεδομένου ότι ο Μάρλον Μπράντο υπήρξε ένας από τους πιο ενδιαφέροντες ανθρώπους του 20ού αιώνα. Ταυτόχρονα, όμως, μου άρεσε αυτή η πρόκληση. Μου αρέσει να παίρνω ρίσκα στην καριέρα μου, κι αυτό ήταν ένα από τα μεγαλύτερα που έχω πάρει. Θα κοιτώ τον Μπράντο πάντα με ένα αίσθημα ευγνωμοσύνης, διότι μου άσκησε πραγματικά τεράστια επιρροή. Οι ηθοποιοί δεν θέλουν ποτέ να συγκρίνονται μαζί του. Κατάφερνε να παρουσιάζεται πάντα ευάλωτος και αυθόρμητος, στοιχεία που ο ίδιος και ηθοποιοί του δικού του διαμετρήματος έφεραν στο σινεμά. Η ευαισθησία αυτή είναι εγγενής στην ανθρώπινη εμπειρία και είναι φοβερά σημαντική για μένα. Ο Μάρλον Μπράντο άλλαξε την εικόνα του αμερικανού άντρα – δεν υπήρχε πια Τζον Γουέιν».
Όσον αφορά τη διαβόητη σκηνή από το «Τελευταίο τανγκό στο Παρίσι», ο Ματ Ντίλον δήλωσε: «Χωρίς να θέλω να κακολογήσω τον Μπερνάρντο Μπερτολούτσι, αυτόν τον πραγματικά σπουδαίο κινηματογραφιστή, θεωρώ πως έκανε λάθος στην συγκεκριμένη επίμαχη σκηνή με τη Μαρία Σνάιντερ. Δεν πιστεύω σε καμία περίπτωση πως η πρόθεσή του ήταν να δημιουργήσει κάτι σαδιστικό. Θα ήταν όμως λάθος να απλοποιήσουμε τα δεδομένα. Έχουμε πολλά στοιχεία που περιπλέκουν την υπόθεση. Η ζωή της Μαρία Σνάιντερ ήταν ήδη φοβερά ασταθής λόγω του οικογενειακού της περιβάλλοντος. Η εμπειρία της στο πλατό εκείνη την ημέρα ήταν το χειρότερο δυνατό σενάριο για την ίδια, να βρεθεί δηλαδή σε μια τέτοια κατάσταση. Συνεχίζω να πιστεύω όμως πως το φιλμ είναι ένα αριστούργημα. Η σκηνή αυτή είναι το μόνο στοιχείο στην ταινία που δεν μου αρέσει καθόλου. Ήταν ένα λάθος που δημιούργησε ένα τεράστιο τραύμα. Το τραύμα αυτό ήταν ίσως ήδη σε εξέλιξη, αλλά σίγουρα επιδεινώθηκε από αυτή την κατάσταση. Το σημείο αυτό είναι κομβικό στην ιστορία της, αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι ολόκληρη η ιστορία της».
Επίσης σε ερώτηση για τις αμερικανικές εκλογές είπε ότι ψήφισε ήδη Κάμαλα Χάρις, επειδή τη θεωρεί ιδανικότερη για πρόεδρο.
Τέλος, σχετικά με τη συνεργασία του με τον Γιώργο Λάνθιμο στο «Nimic», ανέφερε: «Ήμουν στα γυρίσματα του ντοκιμαντέρ μου στην Κούβα, όταν με ειδοποίησαν πως ο Λάνθιμος ενδιαφέρεται να συνεργαστεί μαζί μου για μια ταινία μικρού μήκους. Μου αρέσει η δουλειά του, είναι ένας καταπληκτικός κινηματογραφιστής, μία από τις ελάχιστες πραγματικά ιδιαίτερες κινηματογραφικές φωνές παγκοσμίως. Είναι φοβερή ευκαιρία για έναν ηθοποιό να συνεργαστεί μαζί του. Κάναμε τα γυρίσματα στο Μεξικό. Θυμάμαι ακόμη εκείνη τη σκηνή που έπρεπε να φάω ένα βραστό αυγό. Κατέληξα να τρώω δυο ντουζίνες, σαν τον Πολ Νιούμαν στο «Cool Hand Luke». Ο Γιώργος είναι φανταστικός και ξέρει ακριβώς τι ψάχνει. Εγώ κάποιες φορές δυσκολευόμουν να καταλάβω. Νιώθω ότι ακόμη δεν είμαι σίγουρος για τι πράγμα μιλάει η ταινία. Θέλω όμως να ξαναδουλέψω μαζί του, είναι φανταστικός, και είστε τυχεροί ως Έλληνες να έχετε έναν τόσο μεγάλο δημιουργό. Για την ακρίβεια, ο Γιώργος Λάνθιμος μπορεί να είναι Έλληνας, αλλά ανήκει σε όλους μας», ολοκλήρωσε.
Σήμερα το βράδυ θα ακολουθήσει η προβολή της ταινίας «Πόλη φαντασμάτων», της πρώτης σκηνοθετικής απόπειρας του από το μακρινό 2002, όπου είναι προγραμματισμένη η απονομή τιμητικού Χρυσού Αλέξανδρου στον Ματ Ντίλον για τη συνολική του προσφορά στον κινηματογράφο. Επίσης ο σταρ, που είναι παθιασμένος συλλέκτης, ειδήμων της κουβανικής και λάτιν μουσικής αλλά και ζωγράφος, βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη και για έναν ακόμη λόγο καθώς συνεργάζεται με τον δανό εικαστικό καλλιτέχνη Γέσπερ Γιουστ στην οπτική εγκατάσταση του δεύτερου με τίτλο «Interfears».