Ο Μάνος Στεφανίδης για τον ζωγράφο Διαμαντή Διαμαντόπουλο: «Ήταν πονεμένος και αξιοπρεπής, ασυμβίβαστος και ταπεινός»

Ο ζωγράφος Διαμαντής Διαμαντόπουλος

O ιστορικός τέχνης και καθηγητής στο ΕΚΠΑ, Μάνος Στεφανίδης, μιλάει στην Αφροδίτη Ερμίδη για τον παραγνωρισμένο ζωγράφο Διαμαντή Διαμαντόπουλο.

 

«Ο ∆ιαµαντόπουλος αναζητεί στις τεχνικές και καλλιτεχνικές παραδόσεις της λαϊκής µας τέχνης τις ρίζες του, µε το χυµό τους τρέφεται και µε την πλούσια από την παρισινή τέχνη καλλιεργηµένη ευαισθησία του δίδει τους ώριµους πια καρπούς του» έγραφε ο Μάνος Χατζιδάκις στην εφηµερίδα «Ελευθερία» το 1949 σε κριτικό σηµείωµα για την έκθεση του ∆ιαµαντή ∆ιαµαντόπουλου στην γκαλερί Ρόµβος.

Ο Μάνος Στεφανίδης µελέτησε ενδελεχώς το έργο του ιδιαίτερου –και ίσως παραγνωρισµένου– ζωγράφου και µας δίνει µια πλήρη εικόνα µέσα από το νέο του βιβλίο «Το δράµα του σώµατος».

ζωγράφος Διαμαντής Διαμαντόπουλος
«Τερατολογία 19», 1949-78 (συλλογή Ζαχαρία Πορταλάκη)

 

Τι σας ώθησε να γράψετε ένα βιβλίο για τον ∆ιαµαντή ∆ιαµαντόπουλο;

Πρώτα ασχολήθηκα µε τον ∆ιαµαντόπουλο όταν οργάνωνε η Εθνική Πινακοθήκη τη µεγάλη αναδροµική του έκθεση. Αργότερα είδα ξανά το έργο του όπως το παρουσίασε ο αείµνηστος Ασαντούρ Μπαχαριάν στην γκαλερί Ωρα και γνωρίστηκα µε τον ζωγράφο. Ήταν γλυκός αλλά και απόµακρος, πονεµένος και αξιοπρεπής, ασυµβίβαστος και ταπεινός. Με πολύ ξεκάθαρες απόψεις για την τέχνη και τον ρόλο της στη διαµόρφωση των κοινωνιών και το πιο σηµαντικό για τη σχέση του καλλιτέχνη µε την κοινωνία. Του καλλιτέχνη που πρέπει να ανοίγει τον δρόµο συνδυάζοντας την αισθητική µε την ηθική και την αγωνιστικότητα µε την προσφορά. Επιπλέον µε βοήθησε για να κατανοήσω το έργο του ο σκηνογράφος Βασίλης Φωτόπουλος που ήταν θαυµαστής και συλλέκτης του.

Αργότερα υποστήριξα στο ΑΠΘ διατριβή µε θέµα τον ∆ιαµαντόπουλο και τους ζωγράφους της γενιάς του ’30. Τότε ολοκλήρωσα την άποψή µου για το έργο του, τοποθετώντας τον σε κορυφαία θέση ανάµεσα στους ζωγράφους της εποχής του.

Ο Διαμαντής Διαμαντόπουλος (αριστερά) με τον Γιάννη Τσαρούχη στο αλβανικό μέτωπο

 

Ποιες ήταν οι κύριες θεµατικές των έργων του Διαμαντόπουλου;

Εξελίσσει µε πολύ εσωτερικό τρόπο την εικαστική του έρευνα. Από την αρχή έως το τέλος επιµένει σε µια ανθρωποκεντρική έκφραση· παράλληλα µε τους εργάτες και τους λαϊκούς ανθρώπους ζωγραφίζει τα αγαπηµένα του πρόσωπα και την αδερφή του επιµένοντας στην απόδοση όχι τόσο της προσωπικότητας ή του ήθους των εικονιζοµένων όσο της τραγικής τους διάστασης ως ανθρώπινων όντων. Γι’ αυτό και τα πρόσωπά του έχουν συνήθως µια απορηµένη ή φοβισµένη έκφραση κρύβοντας συγχρόνως τον δύσκολα ελεγχόµενο πανικό τους.

Διαβάστε επίσης:

Πέτρος Ζουμπουλάκης: “Οι σύγχρονοι ζωγράφοι δυσκολεύονται να καταπιαστούν με το δύσκολο έργο που λέγεται πορτρέτο”

Αυτά τα θέµατα τον κατέστησαν πολύ αγαπητό στην Αριστερά, όπως και αργότερα εκείνα µε τις µηχανές, τους γερανούς ή τους µεγάλους εκσκαφείς που ζωγράφισε τη δεκαετία του ’80. Μόχθος και πάλι αλλά ήδη µε ένα νέο στοιχείο στην προβληµατική του. Οι µηχανές είναι για τον ζωγράφο οι ορατές εκφάνσεις του καπιταλισµού, είναι αυτές που παράγουν το άφθονο όσο και άδικο και παράλογο και παράνοµο χρήµα και οι οποίες βέβαια υποδουλώνουν τον άνθρωπο. Μόνο που γι’ αυτήν τη νέα σειρά των έργων ξεπερνάει πια κάθε ισορροπηµένη και κλασική αφήγηση και εκτίθεται σε µια εικονοποιία που είναι ανάµεσα στην τρέλα και τη φρονιµάδα αλλά και την έκθεση στις πιο σκοτεινές περιοχές του υποσυνείδητου.

«Οικοδόμοι»

 

Θεωρείτε ότι υπήρχε κενό ως προς την ενδελεχή µελέτη και παρουσίαση του έργου του;

∆εν πρέπει να ξεχνάµε ότι η καχυποψία του προς τη διαφήµιση και την προβολή των καλλιτεχνών αλλά και η απόλυτη απέχθειά του για την αγορά τέχνης και όσους εµπλέκονται σε αυτή τον υποχρέωσαν σιγά σιγά να τεθεί αυτοβούλως στο περιθώριο. Ο ∆ιαµαντόπουλος ήταν υπερήφανος στα όρια της νεύρωσης· δεν αποδεχόταν συµβιβασµούς ή κολακείες και υιοθέτησε από νωρίς ένα απόλυτα ασκητικό και αποτραβηγµένο τρόπο ζωής. Σκεφτείτε, έζησε αποµονωµένος σχεδόν τρεις δεκαετίες χωρίς να εκθέτει τα έργα του και πολύ περισσότερο βέβαια να τα πουλάει. Κι αυτό ως επιλογή και στάση ζωής. Νοµίζω πως βιογραφικά συγγενεύει µε τους υπόλοιπους «εγκλείστους» της τέχνης µας, δηλαδή τον Γιαννούλη Χαλεπά, τον Κωνσταντίνο Παρθένη και τον Γεώργιο Μπουζιάνη.

Γιατί αρνιόταν να πουλήσει τα έργα του ο Διαμαντόπουλος;

Αρνιόταν να πουλήσει τα έργα του, ειδικά στους νεόπλουτους, γιατί δεν ήθελε να συµµετάσχει σε αυτό το πανηγυράκι των δηµόσιων σχέσεων και της επίδειξης µέσα από την καλλιτεχνική δηµιουργία. Φαντάζοµαι, σήµερα θα αισθανόταν διπλά δικαιωµένος και πολλαπλά δυστυχής.

«Εργάτης»

Γιατί υπήρξε συχνά µια σύγκριση του έργου του µε αυτό του Γιάννη Τσαρούχη;

Από παιδί βίωσε το δράµα του ξεριζωµού. Φιλόπονος και φιλοµαθής, επουλώνει τα τραύµατά του στη νέα του πατρίδα στον Βύρωνα, µελετώντας και δηµιουργώντας. Παρότι µικρότερος από τον Γιάννη Τσαρούχη, ήταν τρόπον τινά ο σοφός στη µεταξύ τους σχέση, όπως συχνά έχει παραδεχτεί ο ίδιος ο ζωγράφος. Η σύγκρουσή τους σαφώς µπορεί να ερµηνευτεί είτε στον έντονο ανταγωνισµό που αναπτύχθηκε ανάµεσά τους αλλά και στην υπερευαισθησία του ∆ιαµαντόπουλου ο οποίος προτιµούσε να πληγωθεί παρά να πληγώσει. Ο ∆ιαµαντόπουλος τον κατηγόρησε ότι έκλεψε τις ιδέες του ως προς τη σκηνική αναβίωση της «Αλκηστης» του Ευριπίδη και της «Ερωφίλης» του Χορτάτση όπως τις ανέβασε στη Λαϊκή Σκηνή το 1934 ο Κάρολος Κουν. Η άποψή του είχε να κάνει µε την επιστροφή στις ρίζες και την αξιοποίηση µε σεβασµό αλλά και έµπνευση της λαϊκής τέχνης. Αυτό τον ιδιότυπο δηλαδή λαϊκό εξπρεσιονισµό που έκτοτε θα γίνει το σήµα κατατεθέν του Καρόλου Κουν και αργότερα του Θεάτρου Τέχνης. Μια άποψη που από τα έργα και τη διδασκαλία του Πικιώνη και του Κόντογλου φτάνει µέχρι τους νεότερους ∆ιαµαντόπουλο και Τσαρούχη.

Μάνος Στεφανίδης

Μόνο που ο Τσαρούχης ήταν πολύ πιο επικοινωνιακός, πιο «µαλαγάνας» θα λέγαµε, και σαφέστατα πιο έτοιµος να διεκδικήσει πράγµατα και να τα κατακτήσει. Μια ακόµη αιτία της διαφοράς τους πρέπει να είναι η οµολογηµένη οµοφυλοφιλία του Τσαρούχη και η ανοµολόγητη από πλευράς του ντροπαλού και γεµάτου ανασφάλεια ως προς την ερωτική έκφραση ∆ιαµαντόπουλου.

Επιπλέον, ο Τσαρούχης τόλµησε ήδη από τη δεκαετία του ’30 να προκαλέσει µια κοινωνία βαθιά συντηρητική όχι µόνο ζωγραφίζοντας, αλλά και εκθέτοντας χωρίς υποκρισία τα γεµάτα ερωτική επιθυµία αντρικά γυµνά του. Αντίθετα ο ∆ιαµαντόπουλος έβρισκε πάντοτε υπεκφυγές ως προς την έκφραση των ερωτικών του φαντασιώσεων και γι’ αυτό ακριβώς αγαπηµένο του θέµα ήταν οι εργάτες, οι χτίστες, οι λαϊκοί άνθρωποι. Θέµατα απόλυτα συµβατά µε την ιδεολογία του, κάποια όµως του επέτρεπαν να κοιτάζει χωρίς ενοχές τα ρωµαλέα γυµνά κορµιά που στην υπό νευρωτική ανοικοδόµηση Αθήνα µετά τον Εµφύλιο κουβαλούσαν τους τενεκέδες µε τη λάσπη ή κρατούσαν το πηλοφόρι στα χέρια τους.

Διαμαντής Διαμαντόπουλος, «Σφουγγαράδες»

 

Νιώθετε ότι κατά κάποιον τρόπο µε το βιβλίο σας συµβάλλετε στην αποκατάσταση του καλλιτέχνη;

Νοµίζω ότι αποκαθιστώ µια αδικία και επαναπροτείνω τον ∆ιαµαντόπουλο ως κορυφαίο Ελληνα δηµιουργό, δίπλα στον Σπύρο Παπαλουκά, τον Γιάννη Σπυρόπουλο, τον Γεώργιο Μπουζιάνη. Αν µάλιστα σκεφτείτε ότι τον αποσπά από τη σιωπή του ένας ακτιβιστής της Αριστεράς, ο αντιστασιακός καλλιτέχνης Ασαντούρ Μπαχαριάν, αµέσως µετά τη χούντα και αν υπολογίσετε ότι τη µεγάλη αναδροµική έκθεση την πραγµατοποίησε η Εθνική Πινακοθήκη βοηθούντος και του Κοµµουνιστικού Κόµµατος το 1978, είναι στοιχειώδης υποχρέωση της εποχής µας να διοργανώσει µια εξίσου µεγάλη και πιο διαφωτιστική αναδροµική του έκθεση σε κάποιο από τα κρατικά µας µουσεία.

Αυτό θα ήταν κέρδος και για την αµφιλεγόµενη κοινωνική µας ευαισθησία, αλλά και µια µεγάλη προσφορά προς τους νεότερους οι οποίοι έχουν τόσο ανάγκη από καλλιτεχνική ευαισθητοποίηση και παιδεία. Το έργο του ∆ιαµαντή ∆ιαµαντόπουλου αποτελεί έναν θησαυρό του νεοελληνικού µας πολιτισµού τον οποίο ούτε η πολιτεία ούτε οι πολίτες επιτρέπεται να αφήνουν ανεκµετάλλευτο.

INF0

Το βιβλίο «Το δράμα του σώματος. Διαμαντής Διαμαντόπουλος. Αισθητική και ιδεολογία μιας εποχής» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις University Studio Press

 

 

 

 

 

Διαβάστε επίσης:

Γιώργος Ρόρρης: «Δύσκολο και ανυπόφορο στη ζωγραφική είναι αυτό που δεν σου αρέσει»