O Μάνος Καρατζογιάννης συναντά τη Λούλα Αναγνωστάκη στην «Κασέτα»

O Μάνος Καρατζογιάννης συναντά τη Λούλα Αναγνωστάκη στην «Κασέτα»
«Αυτό που πετυχαίνει η Λούλα Αναγνωστάκη στην “Κασέτα” είναι ότι επισημαίνει τις προεκτάσεις του Εμφυλίου στη ζωή μας. Πώς οι επόμενες γενιές πλήρωσαν τα γραμμάτια του παρελθόντος», μας λέει ο Μάνος Καρατζογιάννης

Πήγαμε στην πρόβα του θεατρικού έργου «Κασέτα» της Λούλας Αναγνωστάκη που ανεβάζει ο Μάνος Καρατζογιάννης και μας μίλησε για τη συγγραφέα και τις μεγάλες πράξεις που ονειρεύτηκαν οι ήρωές της.

Την πρώτη φορά που ανέβηκε στο θέατρο η «Κασέτα» της Λούλας Αναγνωστάκη ήταν περίπου πριν από σαράντα χρόνια στο Θέατρο Τέχνης, σε σκηνοθεσία Καρόλου Κουν. Το 2002 τη σκηνοθέτησε ο Γιώργος Αρμένης δίνοντας τον ρόλο του Γιωργάκη στον τριτοετή τότε φοιτητή υποκριτικής Μάνο Καρατζογιάννη, ο οποίος έχει πραγματικά εντρυφήσει στο έργο της, ανεβάζοντας πολλά δικά της έργα αλλά και κάνοντας τη διδακτορική του διατριβή στο Πανεπιστήμιο του Ηull με θέμα «Η πνευματική παρακαταθήκη της Λούλας Αναγνωστάκη». Και να που τώρα σκηνοθετεί ο ίδιος την «Κασέτα» ερμηνεύοντας παράλληλα τον εμβληματικό ρόλο του Παύλου.

Η Λούλα Αναγνωστάκη έγραψε την «Κασέτα» το 1982 και απ’ ό,τι φαίνεται δύο είναι τα γεγονότα εκείνης της εποχής που καθόρισαν όσα θα έγραφε: η τραγωδία της Θύρας 7 που συνέβη στις 8 Φεβρουαρίου 1981 στο στάδιο «Γεώργιος Καραϊσκάκης» στο Νέο Φάληρο και η απόπειρα δολοφονίας του πάπα Ιωάννη Παύλου Β΄ από τον Μεχμέτ Αλί Αγκτσά, μέλος των Γκρίζων Λύκων.

Η «Κασέτα», ένα έργο βαθιά πολιτικό και ανατρεπτικό ανεβαίνει ξανά ύστερα από δύο δεκαετίες (αριστερά το πρόγραμμα από την παράσταση του Κάρολου Κουν το 1982, δεξιά από αυτήν του Γιώργου Αρμένη το 2002) από ένα σκηνοθέτη που έχει μελετήσει με πολλή αγάπη τα γραπτά της Αναγνωστάκη.

Στην «Κασέτα» της κεντρικός ήρωας είναι ο Παύλος, ο οποίος προσπαθώντας να αποδράσει από την καθημερινότητά του καταγράφει τις σκέψεις του σε ένα κασετόφωνο. Πιστεύει πως ο άνθρωπος που αποπειράθηκε να δολοφονήσει τον πάπα Ιωάννη Παύλο είναι ο παιδικός του φίλος από την Ξάνθη. Σταδιακά απομονώνεται από την κοπέλα του Κατερίνα τον πατέρα του, ο οποίος στον Εμφύλιο σκότωνε αντάρτες, τη μητριά του και τους φίλους του. Μοναδικό πρόσωπο στη ζωή του είναι ο μικρότερος αδερφός του Γιωργάκης που λατρεύει τον Oλυμπιακό. Για τον Παύλο δεν υπάρχει διαφυγή ούτε έξω από το σπίτι, αφού και ο θόρυβος της πόλης τον πνίγει.

Τραύματα του παρελθόντος

Οι ήρωες στη γραφή της Αναγνωστάκη προσπαθούν να ξεφύγουν από το παρελθόν που τους στοιχειώνει διεκδικώντας να γράψουν τη δική τους ιστορία. Φαντάσματα που συνθλίβονται μες στη μιζέρια της καθημερινότητας. Επιθυμούν την αλλαγή χωρίς να μπορούν να αντιληφθούν τον λόγο που η ζωή τους πάει χαμένη. Τσεχωφικά πρόσωπα που ξοδεύονται σε μικρές στιγμές λαχταρώντας τη μεγάλη πράξη που θα τους δικαιώσει. Ο σκηνοθέτης και ηθοποιός της παράστασης Μάνος Καρατζογιάννης σκιαγραφεί το δραματουργικό πλαίσιο στο έργο της Λούλας Αναγνωστάκη: «Αν μπορούμε να πούμε πως ο Καμπανέλλης θεωρεί πνευματική του καταγωγή το στρατόπεδο Μαουτχάουζεν που ήταν έγκλειστος, η πνευματική αφετηρία της Αναγνωστάκη είναι ο Εμφύλιος. Αυτό που πετυχαίνει στην “Κασέτα” είναι ότι χωρίς να κραυγάζει επισημαίνει τις προεκτάσεις του Εμφυλίου στη ζωή μας. Πώς οι επόμενες γενιές πλήρωσαν τα γραμμάτια του παρελθόντος. Σίγουρα δεν υπάρχουν οι αντάρτες και οι ταγματασφαλίτες αλλά στην καθημερινότητά μας υπάρχει η χλεύη για το διαφορετικό. Υπάρχει η εύκολη κριτική που οδηγεί στην απομόνωση. Ο χαρακτήρας του Τάσου, πατέρα του Παύλου και του Γιωργάκη, που σκότωνε αντάρτες στον Εμφύλιο, είναι μια γενναία προσθήκη της Αναγνωστάκη.

Δεν κρίνει απλώς, δίνει και αυτή την πληροφορία. Οπως και της Καίτης, φίλης της οικογένειας, που δεν έχει τελειώσει το σχολείο, δεν ξέρει να μιλάει σπουδαία και γι’ αυτό τη σνομπάρουν οι “αριστεροί” κι ας σηκώνεται από τις πέντε για να βγάλει το μεροκάματο. Η Αναγνωστάκη με την τεράστια αγάπη της και πίστη για την Αριστερά δεν διστάζει να μιλήσει γι’ αυτά που κάποιοι δεν θέλουν να ακούσουν. Δεν το κάνει μόνο στην “Κασέτα” αλλά σε όλα της στα έργα. Στο έργο της “Νίκη” αναφέρει την ιστορία του Θύμιου που οι αντάρτες έσφαξαν τον πατέρα του. Μάλιστα, τότε είχαν ενοχληθεί έντονα κύκλοι της Αριστεράς και λένε πως όταν το ανέβασε η Ασπασία Παπαθανασίου είχε αφαιρεθεί αυτός ο μονόλογος. Αυτό που χαρακτηρίζει την Αναγνωστάκη είναι η τόλμη της να μιλήσει για τη διχόνοια ή για το ΄78 και τον Μίκη Θεοδωράκη. Στην “Κασέτα” σχολιάζει την οικογενειοκρατία: “Τι είναι η Ελλάδα, Γιωργάκη; Η οικογενειοκρατία που αναπαράγεται στο φουλ”. Η Αναγνωστάκη γράφει για την Ελλάδα του παρελθόντος, την Ελλάδα του τώρα κι αυτή που θα ’ρθει».

Το ιδεολογικό περίγραμμα

Το πρώτο πράγμα που άκουσα φτάνοντας στο θέατρο Σταθμός ήταν η φωνή του Γιάννη Καλατζή να ερμηνεύει το «Παποράκι του Μπουρνόβα», ενώ λίγα μέτρα πιο πέρα ο ηθοποιός Γιάννης Τσουμαράκης μουρμούριζε κάτι σαν προσευχή που δεν μπορούσα να διακρίνω αν έκανε πέρασμα στα λόγια του ή ασκήσεις ορθοφωνίας. Το σκηνικό του Αγγελου Αγγελή διαιρεί τη σκηνή σε τρία μέρη. Αριστερά η αυλή με την κληματαριά, δεξιά η μεγάλου κυβισμού μοτοσικλέτα Kawasaki και στο κέντρο ένα πολυμορφικό έπιπλο που άλλοτε λειτουργεί ως τραπέζι και άλλοτε ως προσωπικός χώρος του Παύλου. Ενα στοιχείο όπου το συλλογικό και το ατομικό μπερδεύονται καταλύοντας κάθε έννοια ιδιωτικής ζωής.

Ολα τα έργα της Λούλας Αναγνωστάκη έχουν ένα ιδεολογικό περίγραμμα. Ζώντας από πολύ μικρή τον Εμφύλιο, επισκεπτόταν καθημερινά τον αδερφό της, Μανόλη Αναγνωστάκη, τον «ποιητή της ήττας», στις φυλακές Επταπυργίου ακούγοντας όλες τις ιστορίες για τον αγώνα και τους ανθρώπους που έμειναν πίσω. Το πιο δύσκολο που ακολούθησε στα πρώτα μετεμφυλιακά χρόνια ήταν η διχόνοια και η κρίση για το ποιος έφταιξε περισσότερο. Ολοι εναντίον όλων. Αυτή ήταν η νέα Ελλάδα και μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο «γεννήθηκε» από την πένα και τη φαντασία της Αναγνωστάκη o ήρωάς της ο Παύλος, ο οποίος αναζητά μια μεγάλη πράξη που θα τον βγάλει από την παράνοια και τη δυστυχία του. Ο σκηνοθέτης επιμένει πολύ στο στοιχείο της διχόνοιας και στην ανάγκη των ανθρώπων να ξεφύγουν από τα γραμμάτια του παρελθόντος. Και μας εξηγεί γιατί: «Είναι ίδιον του Ελληνα η υποτίμηση που νιώθουμε για τους άλλους. Μια διαρκής κριτική που δεν μας αφήνει να δούμε μέσα μας. Ολοι έχουν μια άποψη για όλα. Για σένα, για μένα, για όλους μας. Βγάζουμε ένα μέτρο και εκεί πάνω κόβουμε και ράβουμε τους ανθρώπους. Ο Παύλος στην πράξη του Μεχμέτ Αλί Αγκτσά αναζητά τη δική του μοίρα, την οποία συγγενεύει με ό,τι πιο αγνό έχει ζήσει. Τα παιδικά του χρόνια στην Ξάνθη μαζί με τον φίλο του Αμάρ πριν πεθάνει η μητέρα του. Γι’ αυτό μιλάει στην κασέτα, γι’ αυτό και θέλει να επιστρέψει στο χωριό του. Ο Παύλος υποφέρει, πνίγεται γιατί δεν θέλει να γίνει ένα ακόμη γρανάζι. Δεν θέλει να παντρευτεί, δεν θέλει να βγάλει λεφτά, δεν θέλει να διαλέξει πλευρά. Χρειάζεται μια μεγάλη πράξη για να συνεχίσει να ζει».

Στο τέλος της παράστασης ακούγονται οι στίχοι του Μάνου Ελευθερίου από τον «Αμλετ της Σελήνης», που μελοποίησε ο Θάνος Μικρούτσικος, ως φόρος τιμής στον Γιώργο Χειμωνά, συγγραφέα και σύντροφο της Αναγνωστάκη. Ο χαρακτήρας του Παύλου, άλλωστε, είναι εμπνευσμένος από τον Γιώργο Χειμωνά και του Γιωργάκη από τον γιο τους, επίσης συγγραφέα Θανάση Χειμωνά. Φεύγοντας από το θέατρο έχω ακόμη στο μυαλό μου την τελευταία σκηνή με τα λερωμένα με αίμα «λευκά άσπιλα ενδύματά του» κι αναρωτιέμαι αν τελικά ο Παύλος δικαιώθηκε…

Ο Μάνος Καρατζογιάννης παίζοντας τον Γιωργάκη στην «Κασέτα» του Γιώργου Αρμένη το 2002

Λίγα λόγια από καρδιάς από τον Μάνο για τη δική του Λούλα

Η Αναγνωστάκη ήταν ιερό πρόσωπο στη ζωή μου. Τη συναντούσα κάθε μέρα και ό,τι έκανα στο θέατρο είχε αναφορά εκείνη. Ο πρώτος μου ρόλος ήταν ο Γιωργάκης από την «Κασέτα», σε σκηνοθεσία Αρμένη. Η πρώτη μου σκηνοθεσία ήταν το έργο «Σε εσάς που με ακούτε», μετά ήρθαν τα «Δωμάτια μνήμης» που κάναμε με τη Δήμητρα Κονδυλάκη και τον Γρηγόρη Ιωαννίδη στο Φεστιβάλ Αθηνών. Πάντα στη ζωή μου υπήρχε σαν φάρος αυτή η γυναίκα. Γνωριστήκαμε όταν ανέβασε ο Γιώργος Αρμένης την «Κασέτα» κι εγώ ήμουν στο τρίτο έτος της δραματικής σχολής. Η παράσταση ξεκινούσε με το «Παποράκι του Μπουρνόβα» και κάθε φορά που το άκουγα ήθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί από το άγχος. Στη γενική πρόβα με πλησιάζει η Αναγνωστάκη και η πρώτη φράση που μου λέει ήταν πως ήθελε να γράφει για τον κινηματογράφο. Ξεκίνησε να μου μιλάει μια τόση σημαντική συγγραφέας μέσα από μια ματαίωσή της, μια «αποτυχία» της. Αξίζει να πούμε πως έχει γράψει δύο σενάρια. Το 1959 έγραψε μια μικρή ιστορία στη σπονδυλωτή ταινία «Ερωτικές ιστορίες», σε σκηνοθεσία Σωτήρη Καψάσκη.

Το 1962 θα υπέγραφε και το «Η εκδίκησις του καβαλάρη» του Ερρίκου Θαλασσινού. Ολα τα έργα της κουβαλούν μέσα τους την κοινωνία. Τα πρόσωπα στα κείμενά της είμαστε εμείς. Με αυτό τον τρόπο ερχόταν η Αναγνωστάκη κοντά στον κόσμο. Μέσα από τους ήρωες των έργων της. Ενιωθε την αγωνία των ανθρώπων. Η δική της «Αυλή των θαυμάτων». Σε αυτή την αγκαλιά εγώ βρήκα τον δικό μου χώρο για να ζήσω. Βρήκα την οικογένεια, το θέατρο, την αγάπη, βρήκα την Αριστερά. Μέσα από τη μελαγχολία της ξόρκισα και τη δική μου ζωή. Τη δική μου απογοήτευση. Στον πολιτικό της λόγο βρήκα τη δική μου μεγάλη πράξη που θα με δικαίωνε. Μπορεί στη γραφή της να υπάρχει αυτή η μελαγχολία για το πώς ήρθαν τα πράγματα, αλλά για εμένα η Λούλα Αναγνωστάκη θα μας δείχνει πάντα τον δρόμο της Αριστεράς.

INFO
Θέατρο Σταθμός, Βίκτωρος Ουγκώ 55, Αθήνα (μετρό Μεταξουργείο) – Κάθε Παρασκευή, Σάββατο, Κυριακή, έως 28 Απριλίου. Παίζουν οι Γιώργος Δεπάστας, Γιώργος Ζιόβας, Βάσω Καμαράτου, Μάνος Καρατζογιάννης, Αναστασία-Ραφαέλα Κονίδη, Ερμίνα Κυριαζή, Σμαράγδα Σμυρναίου, Γιάννης Τσουμαράκης

Documento Newsletter