Η «λειψή» κυβερνητική πλειοψηφία του Γάλλου προέδρου τον αναγκάζει σε συνεργασία εκ δεξιών του
Την περασμένη Τετάρτη (30/8) ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν προσκάλεσε στο Σεν Ντενί εκπροσώπους από όλα τα κόμματα, σε μια συνάντηση που κατέληξε να διαρκέσει δώδεκα ώρες. Ο πρόεδρος επιδιώκει να «ρίξει γέφυρες» στα κόμματα, κυρίως στους Ρεπουμπλικανούς (Les Républicains – LR) του Ερίκ Σιοτί, καθώς η κυβερνητική πλειοψηφία στη γαλλική Εθνοσυνέλευση δεν είναι απόλυτη και δεν του επιτρέπει να περνά αναίμακτα τις πολιτικές του. Ωστόσο δεν είδαν όλα τα κόμματα με καλό μάτι τις προθέσεις του, ενώ οι εσωκομματικές εντάσεις για τη διάδοχη κατάσταση στη μετά Μακρόν εποχή προοιωνίζονται ότι η Δεξιά θα έχει το πάνω χέρι.
Με διαφορετική οπτική
Στη συγκέντρωση συμμετείχαν εκπρόσωποι της Νέας Λαϊκής και Κοινωνικής Ενωσης (Nupes), των Πρασίνων (EELV), των LR του Ερίκ Σιοτί καθώς και του Εθνικού Συναγερμού (RN) του Ζορντάν Μπαρντελά (γαμπρού της Μαρίν Λεπέν, ο οποίος ανέλαβε την προεδρία του κόμματος μέσω εσωκομματικής διαδικασίας στα τέλη του 2022, αφήνοντας στη Λεπέν τη θέση της προέδρου της ΚΟ). Η συνάντηση κράτησε σχεδόν δώδεκα ώρες, με τους εκπροσώπους των κομμάτων να βγαίνουν ξεθεωμένοι στις 3.14 τα ξημερώματα της Πέμπτης. Τα αριστερά κόμματα προσήλθαν χωρίς αυταπάτες. Οπως επισήμανε η επικεφαλής των Πρασίνων Μαρίν Τοντελιέ, οι προηγούμενες πρωτοβουλίες του προέδρου για διάλογο δεν οδήγησαν σε κάτι απτό. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις: η μεγάλη διαβούλευση που υποσχέθηκε μετά τις κινητοποιήσεις των «κίτρινων γιλέκων», τα βιβλία παραπόνων τα οποία μαζεύουν σκόνη σε κάποιο υπόγειο υπουργείου και η συνέλευση πολιτών για το κλίμα, οι προτάσεις της οποίας προσέκρουσαν στα σχέδια του προέδρου για την πυρηνική ενέργεια… Ο Ολιβιέ Φορ του Σοσιαλιστικού Κόμματος προειδοποίησε για μια «επικοινωνιακή επιχείρηση» αλλά θέλησε να επιδείξει εποικοδομητική στάση.
«Οι μικροί συνδυασμοί ή τα σχέδια ad hoc δεν ανταποκρίνονται στην κατάσταση» προειδοποίησε από την πλευρά του ο επικεφαλής των LR Σιοτί, που έδωσε το σήμα ότι πρόκειται να πουλήσει πολύ ακριβά το τομάρι του, αναφέροντας μετά τη συνάντηση ότι «δεν πείστηκε». Ο πρόεδρος του RN Ζορντάν Μπαρντελά προσπάθησε να φανεί φιλολαϊκός κάνοντας λόγο για την ενίσχυση της αγοραστικής δύναμης των πολιτών.
Δημοψηφίσματα
Ο Μακρόν είχε την ευκαιρία να μιλήσει για όλα τα θέματα εξωτερικής πολιτικής: για την Αφρική, την Ουκρανία, το Μαγκρέμπ, την Ευρώπη, τη λεκάνη της Μεσογείου, τη σχέση με τη Γερμανία. Οι έντεκα αρχηγοί των κομμάτων μίλησαν χωρίς χρονικό περιορισμό, γεγονός που εξηγεί τη μεγάλη διάρκεια της συνεδρίασης. Το μόνο σημείο στο οποίο αποδεικνύεται ότι υπάρχει απόλυτη συναίνεση μεταξύ τους είναι η πολιτική της Γαλλίας σχετικά με την Ουκρανία και αυτό μπορεί να γίνει θεμέλιος λίθος μιας «γέφυρας» μεταξύ της κυβέρνησης και των υπόλοιπων κομμάτων.
Παρά ταύτα, το χάσμα Δεξιάς – Αριστεράς επανήλθε για τα εσωτερικά ζητήματα. Ο Μανουέλ Μπομπάρ (της Ανυπότακτης Γαλλίας του Μελανσόν) έκανε λόγο για δημοψήφισμα για τις συντάξεις. Το ίδιο ζήτησαν για τη μετανάστευση ο Σιοτί με τον Μπαρντελά, γνωστοί για τις ξενοφοβικές τους θέσεις. Σε αυτούς ο Μακρόν απάντησε ότι «δεν μπορούμε να αντιτάξουμε τη νομιμότητα του κοινοβουλίου σε αυτήν του δημοψηφίσματος». Πάντως ο Γάλλος πρόεδρος δεν έκλεισε εντελώς την πόρτα στον Σιοτί και τον Μπαρντελά, αφού προσφέρθηκε «να κρατήσει τη συζήτηση ζωντανή» και πήγε ένα βήμα παρακάτω προτείνοντας να ξεκινήσουν εργασίες για το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 11 του συντάγματος, το οποίο διέπει τα δημοψηφίσματα.
Βέβαια στη Γαλλία τα δημοψηφίσματα δεν συνηθίζεται να αφορούν ζητήματα οργάνωσης των πολιτικών εξουσιών και μεταρρυθμίσεις που σχετίζονται με την οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική πολιτική.
Ταραχή μέσα στο κόμμα
Η όλο και μεγαλύτερη μετατόπιση του Μακρόν προς τη Δεξιά, από τη δεξαμενή της οποίας αντλούν ψηφοφόρους τόσο η «κανονικοποιημένη» Μαρίν Λεπέν, μέσω του… άβατάρ της Ζορντάν Μπαρντελά, όσο και ο πιο ακραίος Ερίκ Ζεμούρ –η ακραιφνώς ρατσιστική ρητορική του κάνει το πάλαι ποτέ Εθνικό Μέτωπο να μοιάζει μετριοπαθές κέντρο–, έχει προκαλέσει εσωκομματικό ανταγωνισμό. Σε αυτό το πλαίσιο, οι πολιτικοί της κυβερνητικής πλειοψηφίας προσπαθούν να τοποθετηθούν σε πλεονεκτική θέση για τη μετά Μακρόν εποχή, που θα ξεκινήσει έπειτα από το 2027, οπότε και λήγει η συνταγματικά κατοχυρωμένη δεύτερη θητεία του.
«Δελφίνοι» του Μακρόν είναι τρεις: ο πρώην πρωθυπουργός Εντουάρ Φιλίπ, ο υπουργός Οικονομικών Μπρουνό Λεμέρ και ο υπουργός Εσωτερικών Ζεράλ Νταρμανέν. Από τους τρεις συντηρητικούς πολιτικούς αυτός που φαίνεται πιο φιλόδοξος –και κατ’ επέκταση πιο έτοιμος να ψαρέψει στα θολά νερά της ακροδεξιάς– είναι ο Νταρμανέν. Ο υπουργός Εσωτερικών δεν κρύβει τις φιλοδοξίες του, αφού έχει κάνει κινήσεις για τη συγκέντρωση στήριξης από τις διάφορες πτέρυγες της κυβερνητικής πλειοψηφίας, εισπράττοντας τον χαρακτηρισμό του φραξιονιστή. Ο Νταρμανέν είναι γνωστός για την εθνικιστική και αντιμεταναστευτική ρητορική του. Χαρακτηριστικά, σε ντιμπέιτ με τη Μαρίν Λεπέν την κατηγόρησε ότι ήταν πολύ «χαλαρή» σχετικά με το ισλάμ και ότι έπρεπε να πάρει τις βιταμίνες της… Σε αντιδιαστολή με τον Νταρμανέν, η Ελιζαμπέτ Μπορν, που προέρχεται από τις τάξεις του Σοσιαλιστικού Κόμματος, διεμήνυσε από την πλευρά της ότι δεν θα αφήσει την ακροδεξιά να έρθει στην εξουσία και έκανε έκκληση για ενότητα στην κυβέρνηση, η οποία μόλις ένα χρόνο μετά την επανεκλογή του Μακρόν μοιάζει να έχει διαρραγεί ανεπανόρθωτα.