Ο Κυριάκος και ο ελέφαντας

Ο Κυριάκος και ο ελέφαντας

Στην Ελλάδα οι έννοιες «αγορά» και «επιχειρηµατικότητα» έχουν τη δική τους διάσταση. Μετά το τέλος του Β΄ Παγκόσµιου Πολέµου στη χώρα αναπτύχθηκαν οικογένειες επιχειρηµατιών οι οποίες, ενώ προς τα έξω εµφανίζονταν µε την ιδεατή εικόνα του εργασιοµανούς που πέτυχε, στην πραγµατικότητα ήταν πειρατές που είχαν κάνει ρεσάλτο στον κρατικό κορβανά, με πειρατικό τις ίδιες τις ελληνικές κυβερνήσεις. Μεγάλωσαν γενιές και γενιές «αρίστων» της εποχής που τα πορτοφόλια τους ήταν συνδεδεμένα με το κράτος όπως το μωρό με το ρωγοβύζι.

Από την εποχή που διάφοροι κομπραδόροι έγιναν εφοπλιστές, επιδοτούμενοι με τα γνωστά Liberty ως δήθεν θύματα γερμανικών επιδρομών στον πόλεμο, ως τους πιο πρόσφατους χρόνους με τους εθνικούς εργολάβους που έριχναν πίσσα στους δρόμους και γινόταν χρυσάφι στις τράπεζες δεν άλλαξαν και πολλά πράγματα. Κομμάτι της ελληνικής επιχειρηματικότητας είναι κολλημένο σαν θανατηφόρος μύκητας πάνω στο κράτος. Δίπλα σε ανθρώπους που επιχειρηματικά παλεύουν σε δύσκολες συνθήκες, αναζητώντας την καινοτομία και επιλέγοντας το ρίσκο, υπάρχει μια επιχειρηματική ελίτ η οποία έχει το κράτος ως χρηματοδότη, πελάτη και αιμοδότη.

Σημασία δεν έχει τόσο η αναλογία των μεν και των δε στο επιχειρηματικό στερέωμα όσο το γεγονός ότι οι πρώτοι, που εκφράζουν τη στρεβλή επιχειρηματικότητα, καταφέρνουν, μέσα από τις διασυνδέσεις με την πολιτική, να καθορίζουν την επιχειρηματικότητα στη χώρα και να αναγεννούν τις παθογένειες. Ταυτόχρονα αναπαράγουν τη στρεβλή πεποίθηση ότι πετυχημένος επιχειρηματίας είναι όποιος παράγει πλούτο βάζοντας το δημόσιο σε ρόλο κότας που γεννά χρυσά αυγά.

Δεν έχουμε να κάνουμε με φαινόμενα του καπιταλισμού, αλλά με ειδικές συνθήκες που αφορούν ένα ελληνικό μοτίβο με κοτζαμπάσηδες που παριστάνουν τους οραματιστές επιχειρηματίες και κακομαθημένους λεφτάδες που δηλώνουν τυχεροί της εξοντωτικής εργασίας.

Η σχέση της οικογένειας Μητσοτάκη με αυτό το είδος των επιχειρηματιών δεν είναι άγνωστη. Η οικογένεια έχει κατηγορηθεί από ανθρώπους της δεξιάς παράταξης ότι ευνόησε την κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα, ενώ η σύγκρουση Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και Αντώνη Σαμαρά τη δεκαετία του 1990 είχε πληθώρα αλληλοκατηγοριών με αντικείμενο τους ευνοημένους επιχειρηματίες και τις… επιταγές τους (διπλής ανάγνωσης το «επιταγές»).

Στους λίγους μήνες διακυβέρνησης ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει δείξει ελάχιστη αγωνία για όσα συμβαίνουν με την επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα. Στον τουρισμό το τοπίο είναι θολό και η κατάσταση εύφλεκτη, ενώ στους άλλους τομείς επιχειρηματικότητας υπάρχει μια ψεύτικη εικόνα περί χρηματοδοτήσεων της οικονομίας. Το μόνο κομμάτι «παραγωγικότητας» που συγκέντρωσε το ενδιαφέρον του πρωθυπουργού ήταν το εργοστάσιο με τις μάσκες που δημιούργησε σε ένα βράδυ κάποιος πρωθυπουργικός φίλος και οι πλατφόρμες του Βρούτση για την τηλεκπαίδευση των επιστημόνων. Σε όλα τα υπόλοιπα υπάρχει επιτηδευμένη ασάφεια που μετατρέπεται από τα δελτία ειδήσεων σε δήθεν σωτήρια πολιτική, αόρατη ωστόσο στην τσέπη και στο πορτοφόλι.

Δειλά δειλά έχει ήδη ξεκινήσει η ενοχοποίηση του δημοσίου μέσα από την εκμετάλλευση του κοινωνικού αυτοματισμού και όλα δείχνουν ότι ακολουθεί και ο πέλεκυς. Οπως ακριβώς συνέβη και με την κρίση του 2010 και τις τράπεζες, το κράτος ενδέχεται να κληθεί να σώσει διάφορες επιχειρήσεις στο όνομα της εθνικής ανάγκης, η οποία ωστόσο δεν αναγνωριζόταν ως τέτοια στο παρελθόν ώστε οι τομείς αυτοί να είναι υπό την ευθύνη του κράτους. Το κακό κράτος θα κληθεί να πληρώσει τα σπασμένα, να εξυγιάνει, να βάλει πλάτη, δηλαδή να κάνει τα ιδιωτικά χρέη δημόσια και στη συνέχεια θα κατηγορηθεί κιόλας για τα χάλια του.

Ενα αυθόρμητο ερώτημα είναι αν τελικώς η κυβέρνηση του Μητσοτάκη αναγνωρίζει ότι υπάρχουν τομείς της οικονομίας που πρέπει να τους διαχειρίζεται το κράτος επειδή έχουν ιδιαίτερη σημασία. Φυσικά θα απαντήσουν «όχι», αλλά την ίδια ώρα βάζουν το κράτος να παίζει ρόλο που δεν συνάδει με κανέναν κανόνα της αγοράς. Είναι δύσκολο να βρεις κάποιον οπαδό της επιχειρηματικότητας μητσοτακικού τύπου που να μην έχει γαντζωθεί στο δημόσιο, το οποίο κατά τα άλλα σιχαίνεται. Μέχρι και ένας γραφικός τύπος που διοργάνωνε τις κινητοποιήσεις για το «Μένουμε Ευρώπη» αποκαλύφθηκε ότι σιτίζεται κανονι-κά από το δημόσιο με εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ για να κόβει «επικίνδυνα δέντρα». Ισως οι συμβάσεις εννοούν δέντρα που δαγκώνουν ή κλοτσάνε. Πάλι καλά, στα χρόνια του πατρός Μητσοτάκη υπήρχαν και δέντρα που ψήφιζαν.

Αυτές τις μέρες γίνεται μεγάλη συζήτηση για τον κλάδο των αερομεταφορών. Είναι γεγονός ότι έχει πληγεί εξαιτίας της πανδημίας, ενώ είναι συνδεδεμένος με τη βαριά βιομηχανία της χώρας, τον τουρισμό. Το κράτος καλείται να παρακάμψει τους ως τώρα κανόνες της αγοράς και να παρέμβει. Με ποια κριτήρια και κανόνες; Θα επιδοτήσει η κυβέρνηση με εκατοντάδες εκατομμύρια την Aegean χωρίς να απαιτήσει να τηρηθούν κανόνες σε ό,τι αφορά τις θέσεις εργασίας αλλά και την ιδιοκτησία της εταιρείας; Δηλαδή θα δώσει χρήμα αλλά δεν θα πάρει μετοχές, όπως συμβαίνει για παράδειγμα στη Γερμανία με τη Lufthansa;

Και αν υποθέσουμε ότι το κάνει με τους αερομεταφορείς, ποιο είναι το κριτήριο ώστε να γίνει ή να μη γίνει με άλλες επιχειρήσεις; Σώζει την Aegean αλλά τι γίνεται με άλλους επιχειρηματίες που έχουν ξενοδοχεία ή με τομείς που έχουν πληγεί εξίσου;

Εδώ μπαίνει ένα ηθικό θέμα για τον κ. Μητσοτάκη. Τυγχάνει οι μέτοχοι της Aegean να έχουν ιδιαίτερη σχέση με την οικογένεια Μητσοτάκη. Ενας μάλιστα εξ αυτών φαίνεται να είναι ο κρυφός χρηματοδότης της συζύγου του πρωθυπουργού. Μέσα από την offshore εταιρεία Velvet Success επένδυσε στην εταιρεία της Μαρέβας Γκραμπόφσκι-Μητσοτάκη και ταυτόχρονα στην εφημερίδα «Πρώτο Θέμα».

Οταν το Documento αποκάλυψε αυτή την οικονομική σχέση είχαμε ζητήσει από τον νυν πρωθυπουργό να δηλώσει ποιοι είναι οι χρηματοδότες της συζύγου του, γιατί όσο παραμένουν κρυφοί μπορεί να υποθέσει κάποιος ότι πρόκειται να ευνοηθούν στο μέλλον για τη χάρη που έκαναν στην οικογένεια. Ο πρωθυπουργός αντί απαντήσεων προτίμησε να λέει ότι χτυπάμε τη σύζυγό του. Να, όμως, που φτάσαμε στο σημείο ο Μητσοτάκης να επιχειρεί να σώσει την Aegean όπου μεγαλομέτοχος είναι ο φερόμενος χρηματοδότης της συζύγου του κ. Λασκαρίδης. Από το θεωρητικό τότε ερώτημα που θέταμε, μπαίνουμε στο πρακτικό.

Από τη μια λοιπόν έχουμε μια εταιρεία που πρέπει πραγματικά να σωθεί και από την άλλη μια αδιαφανή σχέση μεταξύ πρωθυπουργού και επιχειρηματία που γεννά υπόνοιες. Είναι οι αποφάσεις για τη σωτηρία της αεροπορικής εταιρείας αποτέλεσμα πραγματικής ανάγκης ή αντίδωρο στο δώρο που δόθηκε στην πρωθυπουργική οικογένεια; Το ερώτημα δεν θα το απαντήσουμε εμείς αλλά ο πρωθυπουργός, ο οποίος και τότε και τώρα επιλέγει τη σιωπή και την αδιαφάνεια. Αντε τώρα να πείσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης ότι δεν είναι ελέφαντας.

Documento Newsletter