Ένα χρόνο μετά το ολέθριο φθινόπωρο του 2020, όταν τα νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης… στέναζαν, οι υγειονομικοί λύγιζαν μπροστά σε εκατοντάδες εισαγωγές και νεκρούς καθημερινά, τα μεγάλα νοσοκομεία της πόλης δέχονται πάλι ασφυκτική πίεση.
Είναι ενδεικτικό ότι τέτοιες μέρες (7.10.2020) δηλώνονταν τέσσερις νεκροί από τον ΕΟΔΥ ενώ την ίδια μέρα φέτος 30. Το ίδιο διάστημα ειδικοί και ΜΜΕ χαρακτήριζαν τη Θεσσαλονίκη «Covid free» και εξηγούσαν πώς η πόλη είχε κερδίσει το στοίχημα, ενώ παράλληλα η κυβέρνηση ετοιμαζόταν για παρελάσεις και παράτες.
«Το πάθημα δεν έγινε μάθημα» συμπεραίνουν οι νοσοκομειακοί γιατροί που έζησαν τον εφιάλτη του περσινού φθινοπώρου, οι οποίοι χωρίς καμία ιδιαίτερη ενίσχυση, επιβαρυμένοι από τις αναστολές και φανερά κουρασμένοι καλούνται για άλλη μια φορά να σταθούν όρθιοι στις επάλξεις. Αυτήν τη φορά όχι μόνο για τους ασθενείς Covid, αλλά και για την πιεστική λοιπή νοσηρότητα που πλέον δεν «αντέχει» να κρύβεται κάτω από το χαλί.
«Τα κρούσματα αυξάνονται και η χωρητικότητα των εντατικών έχει ξεπεράσει το 100%. Πρέπει με κάποιον τρόπο να ελαττωθεί ο αριθμός των κρουσμάτων» φωνάζουν οι γιατροί της Θεσσαλονίκης την ώρα που η κυβέρνηση Μητσοτάκη φαίνεται να σχεδιάζει παρελάσεις και εορτασμούς χωρίς να έχει ενισχύσει το σύστημα υγείας και κυρίως χωρίς να έχει λάβει μέτρα για τους χώρους συγχρωτισμού, όπως τα μέσα μαζικής μεταφοράς και οι σχολικές αίθουσες.
«Το θέμα είναι να μαθαίνουμε από τα λάθη μας» ανέφερε φέτος ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ κληθείς να απαντήσει σε ερώτηση για το ποιο θεωρεί το μεγαλύτερο λάθος του. «Είχα πει για την πανδημία» σημείωσε «ότι κάναμε λάθος που δεν κλείσαμε τη Θεσσαλονίκη πριν. Το ίδιο με τις πυρκαγιές. Ουδείς αλάθητος. Το θέμα είναι να μαθαίνουμε από τα λάθη μας». «Δεν φαίνεται να έμαθε» σχολιάζουν από την πλευρά τους οι νοσοκομειακοί γιατροί.
Γιατί πιέζονται τα νοσοκομεία
Τις αντοχές τους συνεχίζουν να δοκιμάζουν τα μεγάλα νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης που έχουν πάρει πάνω τους μέχρι στιγμής τα περιστατικά Covid, ενώ προσπαθούν να καλύψουν και τις ανάγκες των υπόλοιπων τμημάτων στα οποία παρατηρείται πολύ αυξημένη κίνηση. «Το Covid κομμάτι το έχουν στα χέρια τους τα τέσσερα μεγάλα νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης.
Τα μικρά νοσοκομεία δεν έχουν ανοίξει για Covid ούτε και πάρα πολλά επαρχιακά νοσοκομεία» περιγράφει η παθολόγος – εντατικολόγος του Ιπποκράτειου Χριστίνα Κυδώνα. Εξηγεί ότι «μπορούν να αναπτυχθούν και άλλες πτέρυγες, το ζήτημα είναι πως είναι δύσκολο να συμβεί αυτό λόγω των πολύ μεγάλων αναγκών σε άλλες κλίνες πλην Covid. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με την εντατική. Εχουν μετατραπεί κάποιες μονάδες σε Covid αλλά όχι όλες, επειδή υπάρχει άλλη νοσηρότητα που επίσης καίει».
Οπως σημειώνει η γιατρός, «υπάρχουν λιγότερες διαθέσιμες κλίνες Covid και στις κλινικές και στις ΜΕΘ. Αυτό συμβαίνει επειδή το υπόλοιπο σύστημα υγείας είναι επίσης αναγκαίο για τους ασθενείς, δεν έχει μειωθεί καθόλου η εισαγωγή ασθενών με οποιοδήποτε άλλο πρόβλημα».
Η εντατικολόγος εξηγεί ότι υπάρχουν δύο συγκεκριμένοι λόγοι που η κίνηση στα δημόσια νοσοκομεία έχει αυξηθεί.
«Στα προηγούμενα τρία κύματα συνέβαινε μια “τραμπάλα”, δηλαδή όταν ανέβαιναν τα περιστατικά Covid έπεφτε η κίνηση στα άλλα τμήματα. Αυτήν τη φορά δεν υπάρχει “τραμπάλα”, η κίνηση μετά το τρίτο κύμα, που ήταν αρκετά μακρόσυρτο σε όλες τις υπόλοιπες ειδικότητες και σίγουρα στην παθολογία, είναι πάρα πολύ αυξημένη. Τα παραμελημένα προβλήματα υγείας σκάσανε σε μεγάλο βαθμό και είναι αυτά που πλέον χρειάζονται και πιο σοβαρές νοσηλείες.
Φαίνεται στην αρχή του τέταρτου κύματος ότι δεν θα δούμε αυτή την “τραμπάλα” καθώς ο κόσμος, πρώτον, δεν φοβάται πια τα νοσοκομεία και, δεύτερον, φαίνεται ότι έχει εξαντλήσει την οικονομική δυνατότητά του ώστε να απευθυνθεί στο ιδιωτικό για άλλα θέματα υγείας. Αυτό σημαίνει ότι οι ανάγκες για non Covid κλίνες είναι πάρα πολύ μεγάλες» καταλήγει.
Ερχεται δύσκολος χειμώνας
Πολύ δύσκολο χειμώνα περιμένουν οι νοσοκομειακοί γιατροί που μπορεί λόγω των εμβολιασμών να μη θυμίζει το περσινό τραγικό φθινόπωρο της βόρειας Ελλάδας, ωστόσο αναμένουν μια ελεγχόμενη σφοδρότητα, η οποία θα κοστίσει πάλι πολλές ανθρώπινες ζωές. «Τον άλλο μήνα περιμένω μεγάλη αύξηση των κρουσμάτων και των εισαγωγών στα νοσοκομεία.
Μεγάλη πίεση στο σύστημα υγείας, πάρα πολλοί άνθρωποι θα χαθούν εκτός ΜΕΘ και πάρα πολλοί θα χαθούν γιατί θα πρέπει να τους βγάλουμε πιο γρήγορα μετά τη ΜΕΘ» επισημαίνει ο διευθυντής της μονάδας εντατικής θεραπείας στο νοσοκομείο «Παπανικολάου» Νίκος Καπραβέλος και συνεχίζει: «Δεν περιμένω μια κατάσταση σαν το περσινό φθινόπωρο, γιατί τότε δεν υπήρχε εμβόλιο και ασκήθηκε εκρηκτική πίεση στο σύστημα υγείας. Δεν προλαβαίναμε να δούμε τον ασθενή στα εξωτερικά ιατρεία, ενώ τα ασθενοφόρα έρχονταν το ένα πίσω από το άλλο. Τώρα δεν υπάρχει αυτή η απότομη αύξηση· υπάρχει μια σταδιακή επιδείνωση των επιδημιολογικών δεδομένων. Θα έχουμε δηλαδή μια ελεγχόμενη σφοδρότητα».
Μάλιστα σχολιάζοντας τη νέα τακτική της κυβέρνησης για τη διαχείριση της πανδημίας αναφέρει: «Θεωρώ ότι θα επικρατήσει σιωπηλά η άποψη της ανοσίας της αγέλης των ανεμβολίαστων. Γιατί δεν βλέπω καμία αυστηρότητα προς τους ανεμβολίαστους και από την άλλη πλευρά δεν παίρνουν και κανένα μέτρο αύξησης της διαθεσιμότητας των νοσοκομείων» εξηγεί ο Ν. Καπραβέλος, περιγράφοντας ταυτόχρονα την ανησυχητική κατάσταση που επικρατεί στα νοσοκομεία: «Αυτήν τη στιγμή οι ΜΕΘ είναι 100% γεμάτες. Συγκεκριμένα στο “Παπανικολάου” έχουμε 22 κλίνες για Covid και 21 για non Covid και είναι όλες καλυμμένες. Δεν μπορούμε να επιβάλουμε εμείς μεγαλύτερη διαθεσιμότητα, γιατί αυτό θα γίνει σε βάρος των υπόλοιπων νοσημάτων» καταλήγει.
Η ίδια κατάσταση επικρατεί και στα άλλα νοσοκομεία της πόλης. Ο πρόεδρος των νοσοκομειακών γιατρών του ΑΧΕΠΑ Θανάσης Σιούλης αναφέρει ότι «οι κλίνες εντατικής θεραπείας λειτουργούν οριακά με πληρότητα πάνω από 85% έως και 100%. Δηλαδή μπορεί να λήξει η εφημερία σήμερα και να έχουμε μηδενικά κρεβάτια σε κλίνες που έχουν οριστεί ως μονάδες Covid. Πέρυσι σε αυτή την τεράστια δυσκολία που αντιμετώπισε η πόλη μας και το πανελλήνιο κάθε χώρος εντατικής μονάδας είχε καταληφθεί για ασθενείς με Covid και έτσι τα υπόλοιπα νοσήματα έμπαιναν σε δεύτερη και τρίτη μοίρα και διακινούνταν ασθενείς προς τον ιδιωτικό τομέα».
Πιεσμένο και το Ιπποκράτειο, που μπορεί να μην αντιμετωπίζει τον περσινό φόρτο, ωστόσο η πίεση είναι πολύ μεγάλη. «Στην αιχμή του δεύτερου κύματος στο Ιπποκράτειο φτάσαμε να αναπτύξουμε δέκα πτέρυγες, δηλαδή είχαμε ταυτόχρονα 350 ασθενείς Covid. Τώρα μιλάμε για δύο πτέρυγες και για 70-80 ασθενείς. Πέρυσι τον Νοέμβριο βάζαμε σε κάθε εφημερία 100 ασθενείς και τώρα βάζουμε 25.
Παρ’ όλα αυτά ζοριζόμαστε γιατί εφημερεύουμε κάθε τέσσερις μέρες. Αρα, πόση διακίνηση να κάνεις; Πόσο εύκολα θα δώσεις εξιτήριο σε έναν Covid άρρωστο; Οπότε είμαστε συνεχώς οριακά για να ανοίξουμε και άλλη πτέρυγα ή για να παρθεί απόφαση να ανοίξουν και τα μικρά νοσοκομεία τις πτέρυγές τους» περιγράφει τον δυσεπίλυτο γρίφο της διαχείρισης των περιστατικών η Χρ. Κυδώνα.
Είναι ελάχιστη η ενίσχυση
Ενα χρόνο μετά οι βελτιώσεις στο ΕΣΥ είναι ελάχιστες, όπως εξηγούν οι γιατροί που βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή του «ισοπεδωτικού» δεύτερου κύματος της πανδημίας. «Η πολιτεία έφερε τα μηχανήματα που ζητήσαμε και έκανε και κάποιες λίγες προσλήψεις επικουρικού προσωπικού. Εντούτοις δεν καλύπτουν τις ανάγκες μας σε προσωπικό, με δεδομένο ότι πέρασε ένας χρόνος στη διάρκεια του οποίου συνταξιοδοτήθηκε κάποιο προσωπικό ή κάποιοι υγειονομικοί “καίγονται”, φτάνουν σε σημείο δηλαδή να ζητούν να μην είναι στα Covid τμήματα και πρέπει αυτό να γίνει σεβαστό.
Πρέπει να γίνει εναλλαγή του προσωπικού γιατί είναι φοβερά ψυχοφθόρο. Τέτοιες εφεδρείες δεν έχουμε και όταν δεν τις έχουμε σε ένα Ιπποκράτειο, είναι βέβαιο ότι δεν τις έχουν τα επαρχιακά νοσοκομεία που δεν μπορούν να στηρίξουν ούτε τις non Covid πτέρυγές τους» αναφέρει η Χρ. Κυδώνα και συνεχίζει αναφερόμενη στις καθυστερήσεις για την κάλυψη των κενών θέσεων ειδικευόμενων γιατρών: «Με το που παραιτείται ή τελειώνει την ειδικότητά του ένας ειδικευόμενος, οπότε αδειάζει η θέση του, περνάει ένα απίστευτο χρονικό διάστημα για την αντικατάστασή του, ενώ υπάρχουν λίστες αναμονής».
Οπως εξηγεί, «στο Ιπποκράτειο περιμένουμε πάνω από μισό χρόνο ενώ έχουμε λίστα αναμονής πολλών υγειονομικών για να συμπληρωθεί μια θέση που άδειασε τον Μάρτιο και πλέον έχουμε Οκτώβριο. Απλώς το κράτος γλιτώνει γι’ αυτούς τους μήνες ακόμη έναν μισθό ειδικευόμενου, καθυστερώντας τρομερά την αντικατάστασή του. Αυτό σημαίνει ότι το καλοκαίρι και ακόμη και τώρα οι υπάρχοντες ειδικευόμενοι φτάνουν τις εννέα εφημερίες τον μήνα. Η υπερεργασία είναι τρομακτική» καταλήγει.
Αιωρείται η απειλή για όσους τόλμησαν να μιλήσουν πέρσι
Σε εκκρεμότητα παραμένει η υπόθεση του προέδρου των νοσοκομειακών γιατρών του ΑΧΕΠΑ Θ. Σιούλη, ο οποίος είχε «τολμήσει» να μιλήσει για την αφόρητη πίεση που δεχόταν το ΑΧΕΠΑ τον «εφιαλτικό» Νοέμβριο του 2020.
Ο γιατρός είχε κληθεί σε απολογία για να διαπιστωθεί αν διέπραξε το αδίκημα της διασποράς ψευδών ειδήσεων επειδή στο πλαίσιο δηλώσεών του στα ΜΜΕ, όταν η πανδημία «σφυροκοπούσε» τη Θεσσαλονίκη στις 10 Νοεμβρίου, ανέφερε μεταξύ άλλων ότι η εφημερία του νοσοκομείου ΑΧΕΠΑ ξεκινούσε τότε με πληρότητα 100% στις κλίνες της ΜΕΘ Covid και ότι ανάλογη εικόνα επικρατούσε και στα υπόλοιπα νοσοκομεία. Είχε ακολουθήσει άμεση διάψευση από την πλευρά της διοίκησης ότι το νοσοκομείο ξεκίνησε την εφημερία του με επτά κλίνες κενές.
«Το πρόβλημα αυτό παραμένει σε εκκρεμότητα» επισημαίνει μιλώντας στο Doumento και συνεχίζει: «Μέχρι τώρα ούτε η διοίκηση του νοσοκομείου ούτε η διοίκηση της υγειονομικής περιφέρειας ούτε η εισαγγελική αρχή η οποία ενεπλέχθη δεν έχουν κάνει καμία κίνηση για να πουν αν η υπόθεση μπήκε στο αρχείο ή ορίστηκε δικάσιμος ή οτιδήποτε άλλο» καταλήγει.
Ο ίδιος μιλά για τη συμπαράσταση των συναδέλφων του, αλλά και για την πιθανή σκοπιμότητα της διοίκησης να ακολουθεί τη συγκεκριμένη τακτική. «Πιθανώς η διοίκηση θεωρεί ότι αφού επικρέμεται αυτή η απειλή ενάντια στον κ. Σιούλη, ένας άλλος εργαζόμενος νεαρός ειδικευόμενος μπορεί να φοβηθεί να μην κάνει κάτι άλλο, να μην κάνει καμία δήλωση» εξηγεί.