«Οι µεγάλοι κλέβουν ενώ οι µέτριοι µιµούνται». Τη φράση του Ιγκόρ Στραβίνσκι έχουν επικαλεστεί αρκετοί δηµιουργοί, οµολογώντας τις επιρροές τους, αλλά και για να καταδείξουν ότι µόνο στο σύµπαν υπάρχει παρθενογένεση. Eνα τέτοιο επιχείρηµα φαίνεται ωστόσο ότι δεν έπεισε τους δικαστές που αποφάσισαν τις προάλλες να επιθυµούν βαρύ χρηµατικό πρόστιµο στην Εθνική Βιβλιοθήκη και στον Μιχάλη Μαδένη, του οποίου η έκθεση µε τίτλο «Οι εξόριστοι» περιλάµβανε πίνακες-δουλική αντιγραφή από τις φωτογραφίες ψυχασθενών του Γιώργου Κατσάγγελου. Παρά ταύτα εξακολουθεί να είναι µέλος του ∆Σ του Βυζαντινού Μουσείου. Η αλήθεια είναι ότι σπανίως υποθέσεις για την πατρότητα µιας ιδέας ή ενός κειµένου έρχονται στο φως, παρά µόνο όταν εµπλέκονται δηµόσια πρόσωπα ή φορείς. Αυτό είχε συµβεί µε άρθρο του Αλέξη Σταµάτη που είχε πέσει θέµα στις πανελλήνιες και είχε µάλιστα κατατεθεί σχετική επερώτηση στη Βουλή. Το καλοκαίρι που µας πέρασε στα λογοτεχνικά πηγαδάκια επίκεντρο των συζητήσεων έγινε καταξιωµένος ποιητής όταν αποκαλύφθηκε ότι το τελευταίο του βιβλίο είναι σε µεγάλο µέρος πιστή αντιγραφή από ξένο συγγραφέα. Για τον ίδιο λόγο έχουν κατηγορηθεί κατά καιρούς ο Κούλογλου, ο Κορτώ, ο ∆ρακονταειδής, ο εγκληµατολόγος Πανούσης κ.ά.
Η απόφαση για τον Μαδένη επαναφέρει το ζήτηµα της λογοκλοπής και της πνευµατικής ιδιοκτησίας, βάζει τέρµα στην οµερτά και στο κουτσοµπολιό ανάµεσα στις συντεχνίες και τα κυκλώµατα και ορίζεται το µέχρι πρότινος ασαφές νοµικό πλαίσιο. Παραµένουν όµως ενεργές οι θεωρίες περί διακειµενικότητας και περί του δικαιώµατος του καθενός να εµπνέεται από οµοτέχνούς του. Υπ’ αυτό το πρίσµα δεν θα κατηγορούσαµε ως λογοκλόπο τον Σολωµό που παραθέτει αυτούσια χωρία από τον «Ερωτόκριτο», τον Σεφέρη και τον Ελύτη µε εµφανείς επιδράσεις από άλλους ποιητές. Στην ίδια λίστα θα έµπαιναν λογοτέχνες που αντλούν το υλικό τους από διαφορετικές πηγές ή αρχαίους µύθους. ∆ιαπιστώνεται δηλαδή η αντίφαση ότι αυτοί που ληστεύουν τους σύγχρονους συγγραφείς κοιτάζουν πώς να κρύψουν την κλεψιά τους, ενώ εκείνοι που ξαφρίζουν τους αρχαίους πώς να προσµετρηθεί στο ενεργητικό τους. Ο Λωτρεαµόν υποστήριζε ότι η λογοκλοπή είναι αναγκαία, διότι αυτό επιτάσσει η πρόοδος. Οι χάκερ διατείνονται, µε σχεδόν µαρξιστική δικαιολογία, ότι όπως οι παλιοί γαιοκτήµονες αντικαταστάθηκαν από τους κεφαλαιοκράτες, έτσι και η νέα τάξη που διαχειρίζεται την πληροφορία θα πρέπει να καταργηθεί και η πληροφορία να είναι ελεύθερη για όλους τους πολίτες, απειθαρχώντας στους νόµους του copyright.
Για τους καλλιτέχνες λοιπόν το θέµα βρίσκεται στο ζύγι, τουτέστιν κατά πόσο το προσωπικό ταλέντο µπορεί να µεταγράψει, χωρίς να αντιγράψει, µια προγενέστερη ιδέα. Αντίθετα, για τους επίδοξους λογοκλόπους που εκπονούν µεταπτυχιακές εργασίες και διδακτορικά τα πράγµατα είναι ξεκάθαρα. Η διαδικτυακή εφαρµογή Τurnitin ανιχνεύει τα κλεµµένα αποσπάσµατα και την απουσία βιβλιογραφικών αναφορών. Κάπως έτσι εντοπίστηκαν οι λαθροχειρίες στις διατριβές διάφορων υπουργών σε ευρωπαϊκές χώρες και άπαντες παραιτήθηκαν. Μόνο ο δικός µας Πατούλης έστελνε εξώδικα στις εφηµερίδες.
Το να σφετερίζεσαι τον ιδρώτα και τα ξενύχτια κάποιου δεν είναι µόνο παράνοµο αλλά και η ακίδα που ερεθίζει τον σεισµογράφο της ηθικής. Το διαδίκτυο είναι ευλογία για τους κατεργάρηδες που κάνουν καριέρα µε ξένα κόλλυβα, αλλά κατάρα για όσους πιάνονται µε τη γίδα στην πλάτη.