Ο κ. Λιαργκόβας είδε το φως του και αναγνωρίζει ότι η οικονομία αποκτά δυναμική!

Άλλη… έκθεση σε σχέση με την προηγούμενη, αυτή που έδωσε στη δημοσιότητα για τελευταία φορά από την θέση του συντονιστή του Γραφίου Προϋπολογισμού της Βουλής ο κ. Π. Λιαργκόβας πριν τοποθετηθεί στα ψηφοδέλτια της Ν.Δ., όπως λένε οι φήμες πέριξ του περιστυλίου στο Ελληνικό Κοινοβούλιο.

Ο κ. Λιαργκόβας ομιλεί για οικονομία που επιτέλους ανακάμπτει και πως, οι θετικές αυτές εξελίξεις δημιουργούν προϋποθέσεις για μόνιμη έξοδο στις αγορές στο τέλος του μνημονίου, τον Αύγουστο του 2018.

Προσθέτει ωστόσο πως «η Ελλάδα, ακόμα και αν όλα πάνε καλά, θα υπάγεται στους ισχύοντες για τα κράτη-μέλη περιορισμούς της δημοσιονομικής διακυβέρνησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) και ειδικά της Ευρωζώνης» και υπενθυμίζει ότι η εποπτεία για κράτη-μέλη που έχουν δανειστεί από τον ΕΜΣ προβλέπεται να είναι ενισχυμένη.

Όπως αναφέρει η έκθεση, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, η ελληνική οικονομία παρουσίασε ενδείξεις ανάκαμψης την περίοδο Ιανουάριος – Σεπτέμβριος 2017 (οι οποίες φαίνεται να συνεχίστηκαν και στο τελευταίο τρίμηνο). Η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης του προγράμματος οικονομικής προσαρμογής και η κορύφωση της τουριστικής κίνησης διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο. Κρίνεται, επίσης, κρίσιμο πλέον οι προσπάθειες να μετατοπισθούν στη βελτίωση των συνθηκών στην «πραγματική οικονομία», προκειμένου η ελληνική οικονομία να ξεφύγει από τη στασιμότητα.

Εξάλλου, σημειώνει ότι τον ρόλο της «τρόικας» αναλαμβάνουν, με διαφορετική βέβαια μορφή, οι ίδιες οι αγορές. Ωστόσο, το Γραφείο Προϋπολογισμού προειδοποιεί τα εξής: «Στον βαθμό που η οικονομική πολιτική χαρακτηρίζεται από συνέπεια αναφορικά με τους στόχους της (π.χ. δημοσιονομική σταθερότητα), οι αγορές θα ανταμείβουν τη χώρα με αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας και χαμηλότερα επιτόκια δανεισμού. Αν όμως οι αγορές διαπιστώσουν ότι οι κυβερνήσεις δεν χαρακτηρίζονται από συνέπεια στην άσκηση οικονομικής πολιτικής (π.χ. εφαρμόζουν πελατειακές πρακτικές για την εξασφάλιση πολιτικού οφέλους), θέτοντας σε κίνδυνο την δημοσιονομική σταθερότητα, οι αγορές θα είναι τιμωρητικές, ανεβάζοντας τα επιτόκια και δυσκολεύοντας ή/και ακυρώνοντας τυχόν πρόσβαση σε δανειακά κεφάλαια».

Επίσης, για το 2018, η Εισηγητική Έκθεση Προϋπολογισμού προβλέπει οικονομική μεγέθυνση της ελληνικής οικονομίας κατά 2,5% σε σταθερές τιμές.

Αναφορικά με τα ποσοστά ανεργίας, το τρίτο τρίμηνο του 2017, το ποσοστό ανεργίας διαμορφώθηκε στο 20,2%, χαμηλότερα τόσο από το 21,1% του δευτέρου τριμήνου του 2017, όσο και έναντι του τρίτου τριμήνου του 2016 (22,6%).

Σύμφωνα με την έκθεση, η δημοσιονομική διαχείριση του 2017 οδήγησε σε ένα πρωτογενές πλεόνασμα 3% του ΑΕΠ που ξεπέρασε τον συμφωνημένο «μνημονιακό» στόχο του 1,75% του ΑΕΠ. Αυτό επέτρεψε στην κυβέρνηση να διανείμει μέρος του στα τέλη του 2017 – τη φορά τούτη με σαφέστερα κριτήρια: Εφάπαξ βοήθημα με εισοδηματικά κριτήρια, εξόφληση οφειλών του Δημοσίου έναντι της ΔΕΗ, επιστροφή εσφαλμένως καταβληθεισών εισφορών υγείας στους συνταξιούχους. Με τον τρόπο αυτό μειώθηκε το υπερπλεόνασμα στο 2,3% του ΑΕΠ.

Όσον αφορά τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του δημοσίου (σε επίπεδο Γενικής Κυβέρνησης) προς τους προμηθευτές του ανήλθαν στα € 3,14 δισ. τον Νοέμβριο του 2017 σημειώνοντας μείωση κατά 24,55% σε ετήσια βάση.

Μας λέει ακόμα ότι η έξοδος στις αγορές δεν ισοδυναμεί με το τέλος της λιτότητας, καθώς η χώρα:

α) Έχει δεσμευθεί θεσμοθετώντας μια σειρά συγκεκριμένων δημοσιονομικών στόχων για τα χρόνια μετά το 2018: πρωτογενή πλεονάσματα και μέτρα στο ασφαλιστικό σύστημα το 2019 και στη φορολογία το 2020, συνολικά της τάξης του 2% ΑΕΠ προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% ΑΕΠ μέχρι το 2022.

β) Θα πρέπει, στη συνέχεια, να διατηρήσει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 2% του ΑΕΠ μέχρι το 2060, τα οποία ενδέχεται να αποδειχθούν ανέφικτα αν η χώρα δεν ακολουθήσει τον δρόμο της διατηρήσιμης ανάπτυξης.

Με τον τρόπο αυτόν,η έκθεση επισημαίνει ότι θα είναι εφικτό να αντιμετωπιστούν ευκολότερα και οι προκλήσεις των ελληνικών τραπεζών (μη εξυπηρετούμενα δάνεια), του ΕΦΚΑ και της ΔΕΗ (εισπραξιμότητα), οι οποίες, λόγω του μεγέθους τους, αποτελούν τους βασικούς συστημικούς κινδύνους στην ελληνική οικονομία.

https://www.documentonews.gr/filegrid/2018/02/01/5a730807cd3a1859ef6b31ec.pdf