Η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου αποτελεί το μεγάλο ορόσημο της Αντίστασης μετά το έπος του Αλβανικού Μετώπου. Άρης Βελουχιώτης και Ναπολέοντας Ζέρβας συνεργάζονται για πρώτη φορά με 84 άνδρες του ΕΛΑΣ, 32 του ΕΔΕΣ και 12 βρετανούς κομάντος να επιχειρούν από κοινού μαζί.
Με αφορμή την επέτειο της ανατίναξης της Γέφυρας του Γοργοποτάμου και την Ημέρα Πανελλαδικού Εορτασμού Εθνικής Αντίστασης (25/11) ταξιδεύουμε πίσω στο χρόνο μαζί με τη Βασιλική Λάζου, ιστορικό, διδάσκουσα του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών ΑΠΘ και πρόεδρο των Φίλων Μουσείου Εθνικής Αντίστασης και Σύγχρονης Ιστορίας Ρούμελης. Ένα γεγονός καθοριστικής σημασίας για την αντίσταση στον κατακτητή που έδειξε τι μπορεί να πετύχει με τις δυο μαζικότερες αντιστασιακές οργανώσεις να συνεργάζονται με τη βοήθεια των Συμμάχων.
Η απόλυτη επιτυχία της ανατίναξης της γέφυρας 221 μέτρων μήκους και 30 μέτρων ύψους το βράδυ της 25ης Νοεμβρίου 1942 δεν ήταν δεδομένη, αν δεν υπήρχε η συνεργασία των δυο αρχικαπετάνιων, με τον υπαρχηγό της επιχείρησης Κρις Γούντχαουζ να έχει τονίσει: «Χωρίς τον Ζέρβα δεν θα γινόταν. Χωρίς τον Άρη δεν θα πετύχαινε».
Ο αντίκτυπος εντός και εκτός Ελλάδος
Ρωτώντας την κ. Λάζου ποιος ήταν ο αντίκτυπος για την Αντίσταση μετά την έκρηξη και ποιος για τους ναζί, τονίζει στο documentonews.gr ότι «η καθυστέρηση της εκτέλεσης της επιχείρησης είχε μικρή επίδραση στο μέτωπο της Αφρικής, ήδη από τις αρχές Νοεμβρίου του 1942, τα γερμανοϊταλικά στρατεύματα είχαν απωθηθεί στην Τυνησία μετά τη νίκη των Συμμάχων στο Ελ Αλαμέιν. Καθόλου όμως ωστόσο δε μειώνεται η σημασία της. Η διακοπή της μοναδικής σιδηροδρομικής σύνδεσης Βορρά – Νότου της χώρας μας για έξι εβδομάδες ελάττωσε σημαντικά τη διακίνηση πολεμοφοδίων και πρώτων υλών προς και από την Ελλάδα. Η γέφυρα τέθηκε ξανά σε λειτουργία την 5η Ιανουαρίου 1943, μεσοδιάστημα στο οποίο η μεταφορά στρατιωτικών αγαθών γινόταν κάτω από αντιξοότατες συνθήκες. Η επιχείρηση είχε ακόμη αφυπνιστική δράση στον κατεχόμενο λαό και ενίσχυσε το ηθικό των ανταρτών και του πληθυσμού που πύκνωσε τις γραμμές της Αντίστασης».
Σχετικά με τη συνεργασία Βελουχιώτη και Ζέρβα αναφέρει ότι το αντάρτικο στην Ελλάδα αποτέλεσε ένα από τα μεγαλύτερα της Ευρώπης, μετά από αυτά στην τότε Σοβιετική Ένωση και στη Γιουγκοσλαβία. Πριν από την Απελευθέρωση (12/10/1944) ο ΕΛΑΣ ξεπερνούσε τους 100.000 άνδρες με τις εφεδρικές δυνάμεις.
Σύμφωνα με την κ. Λάζου η σύμπραξη ΕΛΑΣ – ΕΔΕΣ «κατέδειξε τις δυνατότητες της Αντίστασης. Τη συνέδεσε με τον παγκόσμιο αντιφασιστικό αγώνα. Και αυτό σε μια περίοδο που οι σιδηρόφραχτες στρατιές της Βέρμαχτ είχαν κατακτήσει ολόκληρη σχεδόν την Ευρώπη και επιχειρούσαν βαθιά μέσα στα σοβιετικά εδάφη. Η συνεργασία αυτή, αντίθετα με ό,τι ευρέως πιστεύεται, δεν ήταν η μοναδική. Τον Ιούλιο 1943 συγκροτήθηκε το Κοινό Γενικό Στρατηγείο Ανταρτών. Οι αντιστασιακές ομάδες, παρά τις μεταξύ τους διαφορές, υπήχθησαν στο Στρατηγείο Μέσης Ανατολής και πραγματοποίησαν κοινές επιχειρήσεις στο πλαίσιο του γενικότερου συμμαχικού σχεδιασμού (π.χ. “Animals” και “Noah’s Ark”)».
Το ματωμένο 1964
Αν και θεσμοθετημένη από την πρώτη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ εορτή με την Ημέρα Πανελλαδικού Εορτασμού Εθνικής Αντίστασης (ν. 1582/1982), τα γεγονότα του Γοργοποτάμου δεν εορτάζονται στα ελληνικά σχολεία. Απουσιάζει έτσι μια κορυφαία στιγμή ενότητας μέσα στην Κατοχή που ανύψωσε το ηθικό του εξαθλιωμένου λαού. Η κ. Λάζου είναι ξεκάθαρη στο γιατί δεν λέγεται λέξη για αυτή τη σελίδα της Αντίστασης στα σχολεία.
«Ο Γοργοπόταμος δεν γιορτάζεται στα ελληνικά σχολεία για τον ίδιο λόγο που δεν γιορτάζουμε και την Απελευθέρωση. Γιατί θα πρέπει να απαντήσουμε στο ερώτημα ποιοι ήταν αυτοί που αντιστάθηκαν και ποιοι ήταν αυτοί που απουσίαζαν από το εθνικό προσκλητήριο ή συνεργάστηκαν με τον κατακτητή. Το σκληρό αντικομμουνιστικό μετεμφυλιακό καθεστώς με τις πολιτικές διώξεις των αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης ποινικοποιούσε οποιαδήποτε αναφορά στα γεγονότα. Μόλις το 1963 έγινε ο πρώτος εορτασμός της ανατίναξης της γέφυρας και ένα χρόνο αργότερα συνέβη η θανατηφόρα έκρηξη της νάρκης».
Πρόκειται για τη ματωμένη επέτειο της ανατίναξης στους εορτασμούς του 1964, με 13 νεκρούς και 51 τραυματίες. Αμέσως μετά την έκρηξη υπήρχε η πεποίθηση πως επρόκειτο για ατύχημα. Τα πολιτικά κόμματα και η ίδια η ΕΔΑ αποδέχτηκαν πως ήταν ατύχημα, με αυτό να αμφισβητείται από σύγχρονους ερευνητές, οι οποίοι δείχνουν ότι η επέτειος της κοινής δράσης των ανταρτικών ομάδων αποτέλεσε άλλη μια στιγμή αγεφύρωτου μίσους και διχασμού.
Οι μαζικοί εορτασμοί της δεκαετίας του 1980 ατόνησαν και μετατράπηκαν σε σχεδόν τυπική διαδικασία τονισμού μιας επίπλαστης εθνικής ενότητας. Η κ. Λάζου τονίζει πάντως το γεγονός ότι «τα τελευταία χρόνια με την πρωτοβουλία ιστορικών φορέων και σωματείων, όπως οι Φίλοι Μουσείου Εθνικής Αντίστασης και Σύγχρονης Ιστορίας Ρούμελης και τη συνδρομή της τοπικής αυτοδιοίκησης, γίνεται προσπάθεια αναζωπύρωσης του ενδιαφέροντος μέσω δράσεων δημόσιας ιστορίας, ιστορικών περιπάτων, εκπαιδευτικών προγραμμάτων και μουσειακών εκθέσεων. Χρειάζεται ωστόσο η αναφορά του γεγονότος στα σχολικά βιβλία να αποκτήσει ουσιαστικό περιεχόμενο».
Παραχάραξη
Τέλος, σε ό,τι αφορά τις προσπάθειες μείωσης ή παραχάραξης του γεγονότος και την υποτίμηση του ρόλου του ΕΛΑΣ και του πρωτοκαπετάνιου του Άρη Βελουχιώτη η ιστορικός και διδάσκουσα στο ΑΠΘ διευκρινίζει: «Τις επόμενες ημέρες μετά την ανατίναξη της γέφυρας η βρετανική προπαγάνδα, παρόλο που μέσω του ΒΒC έδωσε μεγάλη δημοσιότητα στην ανατίναξη, τόνισε μονομερώς τη συμμετοχή του Ζέρβα, ενώ η αντίστοιχη του ΕΛΑΣ αποσιωπήθηκε. Η άδικη μοιρασιά της δόξας και ο υπερτονισμός της συμβολής του ΕΔΕΣ στην επιχείρηση ήταν το μοτίβο που ακολουθήθηκε και στα επόμενα χρόνια».
Αντικομουνισμός και εθνικοφροσύνη οδήγησαν στην κατασυκοφάντηση του πρωτοκαπετάνιου του ΕΛΑΣ. Η κ. Λάζου καταλήγει ότι «επίδοξοι αναθεωρητές επιχειρούν να μειώσουν και να διαστρέψουν τη συμβολή του ΕΛΑΣ και του Βελουχιώτη όχι μόνο στην επιχείρηση (π.χ. στο επιχειρησιακό σχέδιο ή τον αριθμό των ανδρών του ΕΛΑΣ) αλλά και γενικότερα στον αγώνα για την απελευθέρωση της χώρας».