Ο Γιάννης Νιάρρος στο Documento: «Δεν υπάρχει δόξα, στην Ελλάδα είμαστε»

Φωτογραφία Σωτήρης Δημητρόπουλος /Eurokinissi

Ο ηθοποιός Γιάννης Νιάρρος μιλάει για το θέατρο και τους ανθρωπότυπούς του λίγο πριν από την πρεμιέρα της παράστασης «Merde» στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.

Ο Γιάννης Νιάρρος έχει χαρακτηριστεί ως ένας από τους καλύτερους ηθοποιούς της γενιάς του. Οτιδήποτε συμβατικό τον βρίσκει αντίθετο και προτιμά να πειραματίζεται ρισκάροντας κάθε φορά με τις επιλογές του. Από τις 24 Ιανουαρίου θα παίζει στο «Merde» σε κείμενο του Suyako και σκηνοθεσία Γιώργου Κουτλή και Βασίλη Μαγουλιώτη. Μαζί με τον Γιάννη Παπαδόπουλο έχει συνθέσει και τη μουσική της παράστασης. Πρόκειται για ένα έργο που στόχο έχει να φωτίσει με παιγνιώδη τρόπο τα κακώς κείμενα του θεάτρου. Μην πάει ο νους σας στο κακό. Ολα γίνονται με αγαθές προθέσεις. Προλήψεις, «κουλτουριάρηδες» σκηνοθέτες, αδίστακτοι παραγωγοί, ηθοποιοί σε αναζήτηση ταυτότητας, νάρκισσοι κριτικοί θεάτρου και πάνω από όλους το κοινό. Με τον Γ. Νιάρρο συζητήσαμε λίγες μέρες πριν από την πρεμιέρα.

Τι να ευχηθώ πρώτα για να πάει καλά η συζήτησή μας;

Α, δεν ξέρω. Στο θέατρο λέμε «σκατά» και αυτό είναι ένα είδος ευχής να πάνε όλα καλά. Στη δική μας περίπτωση θα ευχηθώ να έχουμε μια αληθινή συζήτηση, χωρίς πρέπει και μη και χωρίς δεύτερες σκέψεις.

Πώς είναι μια συνέντευξη με δεύτερες σκέψεις;

Ξέρετε, όταν οι ερωτήσεις είναι ίδιες και στην ουσία δεν νοιάζεται κανείς να μιλήσει αληθινά, αλλά όλο αυτό γίνεται διεκπεραιωτικά με σκοπό να τελειώνουμε και οι δύο.

Πείτε μου για το «Merde».

Merde είναι γαλλιστί τα σκατά, μια ευχή που ανταλλάζουμε μεταξύ μας οι ηθοποιοί πριν από την πρεμιέρα, όπως ανέφερα και πριν. Κατά τη διάρκεια των «Παικτών» ο Βασίλης Μαγουλιώτης κάθισε κι έγραψε ένα κείμενο για όλα όσα γίνονται πίσω και μπροστά από τη σκηνή. Η πρόθεση είναι να γελάσουμε σχολιάζοντας όλα όσα γίνονται στο θέατρο. Οι βασικοί πρωταγωνιστές του αποτελούν πολύ ισχυρά σύμβολα. Πρόκειται για τον κουλτουριάρη σκηνοθέτη, τον εμπορικό ή κωμικό ηθοποιό, τον στυγνό παραγωγό που υποδύεται ο Νίκος Καραθάνος – και μόνο από αυτό καταλαβαίνετε τι γίνεται στις πρόβες. Ο δικός μου ρόλος είναι ενός καταραμένου σκηνοθέτη, ενός ενεργειακού βαμπίρ που κακοποιεί τους συνεργάτες του με τις εμμονές του. Ο Ηλίας Μουλάς υποδύεται έναν ηθοποιό που έχει χαρακτηριστεί κωμικός, αλλά θέλει να παίξει σε δράμα. Η Λυδία Τζανουδάκη κάνει μια κριτικό θεάτρου που όλοι έχουμε αγαπήσει ή τέλος πάντων οτιδήποτε άλλο… Και νομίζω πως είπα ήδη πολλά.

Στόχος της παράστασης είναι να θίξει τα κακώς κείμενα του θεάτρου;

Σε καμία περίπτωση δεν έχουμε να κάνουμε με μια καταγγελτική παράσταση. Θέλουμε να αποσυμπιέσουμε αυτό που συμβαίνει στο θέατρο με χιούμορ. Αγαπάμε το θέατρο και τους ανθρώπους του. Εντάξει, όχι όλους, αλλά και πάλι πολλούς. Μιλάμε για πράγματα που αφορούν κι εμάς τους ίδιους, τις εμμονές και τις χαρές μας. Είμαστε μέρος αυτής της παράστασης όχι μόνο ως συντελεστές αλλά και ως σύμβολα. Μάλλον να μαλακώσουμε τα κακώς κείμενα θέλουμε και να γλυκάνουμε το άγχος που έχουμε. Πάμε να ξορκίσουμε τον καρνάβαλο του θεάτρου μέσα από το πρίσμα της αγάπης.

Θα αναγνωρίσουμε πρόσωπα του χώρου;

Συμβολικά είναι σίγουρα αναγνωρίσιμοι και οπωσδήποτε όσοι σχετίζονται με τον χώρο θα έχουν πιο καθαρές αναφορές.

Δεν φοβάστε ότι κάποιοι μπορεί να μην εκτιμήσουν το χιούμορ σας;

Οχι, μωρέ, γιατί δεν γινόμαστε δεικτικοί. Δεν είναι αυτή η πρόθεσή μας. Δεν θέλουμε να κανιβαλίσουμε κανέναν. Οι δημοσιογράφοι δεν έχετε αστεία που λέτε μεταξύ σας; Ε, εμείς θα τα πούμε και λίγο παραέξω.

Τι σας αγχώνει στη σκηνή;

Μην πάθω κρίση πανικού. Καμιά φορά νιώθω να ιδρώνω, ταχυπαλμίες και βάρος στα πνευμόνια, αλλά έχω μάθει να το διαχειρίζομαι. Ξέρω πάρα πολλούς ανθρώπους που παθαίνουν κρίσεις πανικού και συνεχίζουν το πρόγραμμά τους. Δεν είμαστε ρόλοι, είμαστε άνθρωποι κι έχουμε και τις δύσκολες στιγμές μας.

Διαβάζετε κριτικές; Σας επηρεάζουν στη δουλειά σας;

Κάποιες φορές ναι. Δεν έχει να κάνει με το τι λένε για εσένα αλλά ποιος το λέει. Υπάρχουν αξιόλογοι κριτικοί θεάτρου που η γνώμη τους μετράει. Ανεξάρτητα αν γράφουν θετικά ή αρνητικά. Το θέμα είναι οι προθέσεις. Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν εμπάθεια. Οχι μόνο με ένα πρόσωπο αλλά με όλο τον χώρο. Γράφουν και πιο πολύ τους νοιάζει να προβληθούν οι ίδιοι μέσα από την κριτική τους. Τους βλέπεις με τα μπλοκάκια τους λες και θα σε περάσουν από εξέταση. Ε, πώς να τους πάρεις σοβαρά. Και να πεις ότι αιτιολογούν και αυτά που γράφουν; Βλέπεις την εμπάθεια στο πρόσωπό τους. Φυσικά και μια σοβαρή κριτική θα τη διαβάσω και θα της δώσω σημασία. Οταν λέω σοβαρή, δεν εννοώ αυτή που λέει καλά λόγια. Υπάρχουν σοβαροί κριτικοί. Υπάρχουν όμως και αυτοί που έχουν ψωνιστεί και νομίζουν πως είναι παράγοντες. Αυτούς δεν νομίζω στα αλήθεια πως τους υπολογίζει κανείς.

Για ποιο λόγο κάνετε θέατρο; Για την ψυχή σας ή για τη δόξα; Θα έλεγα και για τα λεφτά, αλλά η εποχή των χρημάτων έχει τελειώσει.

Γιατί μου αρέσει. Γιατί αυτή είναι η δουλειά μου. Μου αρέσει που εμπλέκομαι με άλλους ανθρώπους. Που μπορώ να είμαι ο εαυτός μου και κάποιος άλλος ταυτόχρονα. Δεν υπάρχει δόξα. Είναι αστείο αυτό. Στην Ελλάδα είμαστε. Αν ήθελα να βγάλω φράγκα, θα γινόμουν ινσταγκράμερ. Αν μπορείς να κάνεις έναν άνθρωπο να χαρεί, να νιώσει μαζί σου, είναι πολύ όμορφο. Για μένα το θέατρο είναι μοίρασμα. Αυτή είναι η δουλειά μου κι έχουν καιρό να με ρωτήσουν τι δουλειά κάνω. Αυτό κάνω, είμαι ηθοποιός.

INFO
Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, πρεμιέρα 24/1