Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο περίμενε αυτήν τη νύχτα σε ολόκληρη τη ζωή του. Μεγαλωμένος στο περιθώριο της ελληνικής κοινωνίας μαζί με τα ρακένδυτα αδέρφια και τους πάμπτωχους γονείς του, νηστικός, κυνηγημένος, ένα αγόρι λιπόσαρκο που βγήκε στη βιοπάλη προτού ακόμη βγάλει γένια, ονειρευόταν να ξεφύγει από τη μιζέρια, να βγει από το σκοτάδι, να σταθεί ευθυτενής κάτω από τους προβολείς και να εκπροσωπήσει ολόκληρο το έθνος στο οποίο έμαθε να ανήκει.
Οταν σε κάποια μαθητική παρέλαση αξιώθηκε να γίνει σημαιοφόρος ντυμένος με την κόκκινη στολή του Φιλαθλητικού έκλεινε τα μάτια και οραματιζόταν να παρελαύνει κάτω από την ολυμπιακή φλόγα. Ισως στα 22 του, στο εξωτικό Ρίο ντε Τζανέιρο. Ή στα 26 του, στην άλλη άκρη του πλανήτη, στο Τόκιο. Για τη φαμίλια που ήρθε από τη μαύρη Αφρική για να αναζητήσει μια θέση στον ήλιο της Ελλάδας όλες οι χώρες του «πρώτου κόσμου» φαίνονταν ίδιες. Το αργότερο στα 30 του, το 2024, στο Παρίσι, κάτω από τον Πύργο του Αϊφελ…
Το όνειρο έγινε πραγματικότητα το βράδυ της Παρασκευής στο τρομαγμένο από τις απειλές Παρίσι και τα ζεστά δάκρυα του Γιάννη κόντεψαν να πλημμυρίσουν τον Σηκουάνα. Καταξιωμένος πρωταθλητής πλέον στο ΝΒΑ, δύο φορές πολυτιμότερος παίκτης στον κόσμο, χαζομπαμπάς και αφοσιωμένος σύντροφος, πλούσιος, διάσημος και μολαταύτα ταπεινός, ο Γιάννης ήθελε να ζήσει το παιδικό του όνειρο και να το αφιερώσει στη μνήμη του πατέρα του.
Ο Τσαρλς Αντετοκούνμπο αποχαιρέτισε τούτο τον μάταιο κόσμο τον Σεπτέμβριο του 2016, αλλά ήταν νοερά παρών προχτές στο Παρίσι, πίσω από κάθε σύννεφο, μέσα στους κυματισμούς του ποταμιού, δίπλα στα σκουρόχρωμα πρόσωπα των μεταναστών. Ο Γιάννης ανέμιζε την ελληνική σημαία και αναζητούσε με το βλέμμα τον πατέρα του μες στους δρόμους, μες στο πλήθος. «Μακάρι να ήσουν εδώ, μπαμπά, να καμαρώσεις το παιδί σου. Τα καταφέραμε, μπαμπά, ο κόσμος είναι δικός μας».
Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο εμφανίστηκε πρώτος στην Παρέλαση των Εθνών και έκρυβε όλο τον κόσμο στα μάτια του. Η πολυτάραχη ζωή του παιζόταν μπροστά στα μάτια του σαν ένα τρυφερό φιλμ του Τριφό, σαν τις σουρεαλιστικές ταινίες του Ζαν-Λικ Γκοντάρ. Οσοι γνώριζαν την ιστορία του συγκινήθηκαν μαζί του, δάκρυσαν για λογαριασμό του.
Τρεις χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά η Ελλάδα ολόκληρη –πλην Λακεδαιμονίων– συμπορευόταν με τον εκλεκτότερο εκπρόσωπό της. Η Αντιγόνη Ντρισμπιώτη, δίπλα στον Γιάννη, απάστραπτε. Μια γυναίκα-σύμβολο ντυμένη στα χρώματα μιας χώρας που τη γυναίκα την έχει για την κουζίνα και για την κρεβατοκάμαρα. Οι δύο σημαιοφόροι μας αντιπροσωπεύουν την ελληνική κοινωνία μας όχι όπως είναι αλλά όπως θα έπρεπε να είναι: ανοιχτόμυαλη, πολυπολιτισμική, συμπεριληπτική, ανεκτική, ανθρώπινη. Ας είναι, όμως. Εδώ οι ξένοι πιστεύουν ακόμη ότι η Ελλάδα συστρατεύεται με το αρχαίο πνεύμα το αθάνατο και με τις διδαχές του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες ξεκίνησαν στην κοιτίδα του Διαφωτισμού με την αναπόφευκτη φαντασμαγορία, με πυροτεχνήματα, με χρώματα, με αρώματα, με χαμόγελα γνήσια αλλά και τεχνητά, με ΛεΜπρόν Τζέιμς και Ναδάλ και Τζόκοβιτς και Ντουπλάντις, με 10.000 αθλητές να στριμώχνουν τα όνειρά τους σε πλεούμενα, με σανσόν και συγκίνηση, με ορδές αστυνομικών να ιδρώνουν από άγχος και αγωνία έναντι της αδιόρατης απειλής, με Ισραήλ, Παλαιστίνη και Ουκρανία αλλά δίχως Ρωσία (πλην ολίγων αθλητών πίσω από τη λευκή σημαία), με… Μητσοτάκη, με τον Πύργο του Αϊφελ φωτισμένο στα χρώματα της ισότητας, με καγχασμούς κάθε φορά που ακούγονταν εκκωφαντικές λέξεις όπως «ειρήνη» και «εκεχειρία».
Στο δικό μας μυαλό θα μείνει παντοτινά χαραγμένο το φωτεινό πρόσωπο του Γιάννη Αντετοκούνμπο, του παιδιού που ζούσε το πιο παράτολμο όνειρο, περνούσε όρθιος την Αψίδα του Θριάμβου και ένιωθε ότι έπαιζε τον πλανήτη στα δάχτυλά του. Οταν –πρωί Παρασκευής– του είπαν ότι το ταξίδι από τη Λιλ στην πόλη του φωτός κινδύνευε με ματαίωση λόγω του σαμποτάζ στα τρένα, εκείνος επαναστάτησε: «Εγώ ήρθα εδώ για να κρατήσω τη σημαία και, αν χρειαστεί, θα πάω στο Παρίσι με τα πόδια».
Διαβάστε επίσης
Πραξικόπημα στη Βουλή με το πόθεν έσχες – Στο Documento που κυκλοφορεί – Μαζί το Docville
Ολυμπιακοί Αγώνες: Ακρο – αριστερή οργάνωση αναλαμβάνει την ευθύνη για σαμποτάζ των σιδηροδρόμων