Ο διάσημος ηθοποιός και μουσικός αυτοβιογραφείται με θάρρος και ειλικρίνεια
Χωρισμένη σε 23 κεφάλαια και γραμμένη σε συνεργασία με τον Μαρκ Μάνσον, συγγραφέα του «The subtle art of not giving a f*ck», η αυτοβιογραφία του Γουίλ Σμιθ διαθέτει αρκετές δόσεις σκληρής αυτοκριτικής. Στα πρώτα κεφάλαια ο διάσημος σταρ αναφέρεται στη δύσκολη παιδική ηλικία του στη δυτική Φιλαδέλφεια. Κεντρικά πρόσωπα οι γονείς του. Ο αυστηρός πατέρας που πάλευε με τους δικούς του δαίμονες («ήταν από τους πιο έξυπνους ανθρώπους που έχω γνωρίσει, αλλά όταν ήταν πιωμένος ή θυμωμένος κατέστρεφε τα πάντα») και η δυνατή αλλά συγκρατημένη μητέρα «που μίλαγε μόνο όταν αυτό βελτίωνε τη σιωπή». Τα σκηνικά βίας που βιώνει ο Γουίλ και τα αδέρφια του τον σημαδεύουν για μια ζωή. Ο πατέρας του όταν μεθούσε χτυπούσε τη μητέρα του αλλά εκείνη πάντα σήκωνε ανάστημα («ω είσαι πολύ άντρας. Νομίζεις πως το να χτυπάς μια γυναίκα σε κάνει άντρα;») και δεν το έβαζε ποτέ κάτω. Η μεγαλύτερη αδερφή και ο μικρότερος αδερφός του ήταν δυνατοί και προσπαθούσαν να την προστατέψουν. Αλλά όχι κι ο Γουίλ.
Hθοποιός… από φόβο
Στο πιο σπαραχτικά ειλικρινές κεφάλαιο του βιβλίου που έχει τίτλο «Ο φόβος» ο Γουίλ φοβισμένος συνειδητοποιεί την ήττα του. «Ολοι στην οικογένειά μου είναι πολεμιστές. Ολοι εκτός από μένα. Εγώ ήμουν ο αδύναμος και ο δειλός της οικογένειας». Στο σημείο αυτό παραθέτει έναν από τους βασικούς λόγους για τους οποίους επέλεξε το επάγγελμα του ηθοποιού. «Στην υποκριτική η κατανόηση των φόβων ενός χαρακτήρα είναι ζωτικό κομμάτι της κατανόησης της ψυχής του. Οι φόβοι δημιουργούν επιθυμίες οι οποίες επισπεύδουν τις πράξεις. Το ίδιο γίνεται και στην πραγματική ζωή. Κάτι κακό μας συμβαίνει και αποφασίζουμε να το αφήσουμε πίσω προσπαθώντας να μη μας ξανασυμβεί. Ο τρόπος που αποφασίζουμε να αντιδράσουμε στους φόβους μας είναι τελικά ο άνθρωπος που γινόμαστε. Εγώ αποφάσισα να γίνω ο αστείος που θα διασκεδάζει τους άλλους». Και φυσικά τα κατάφερε. Καταρχάς με μια τεράστια τηλεοπτική επιτυχία, τον «Πρίγκιπα του Bel-Air».
Το 1996, λίγες μέρες μετά το τέλος της δημοφιλούς σειράς, λίγο πρoτού βγει στις αίθουσες η ταινία «Ημέρα της ανεξαρτησίας», ο ράπερ –ηθοποιός Γουίλ Σμιθ συνάντησε στα εγκαίνια του Planet Hollywood στο Σίδνεϊ τον Αρνολντ Σβαρτσενέγκερ και τον ρώτησε ποιο ήταν το μυστικό της επιτυχίας του. Εκείνος του απάντησε ως εξής: «Σκέψου τον εαυτό σου ως πολιτικό που τρέχει για το μεγαλύτερο αστέρι του κινηματογράφου στον κόσμο». Δεν ξέρουμε αν πήρε στα σοβαρά την παραπάνω συμβουλή ο 28άχρονος τότε ηθοποιός. Ομως η συνέχεια στην καριέρα του ήταν σχεδόν παραμυθένια. Στο Χόλιγουντ, που ήταν ακόμη πιο… λευκό απ’ ό,τι σήμερα, η επιτυχία του Σμιθ δεν είχε προηγούμενο. Οι ταινίες «Οι άντρες με τα μαύρα» και «Δημόσιος κίνδυνος», καθώς και οι οσκαρικές υποψηφιότητες για τα «Ali» και «Το κυνήγι της ευτυχίας» τον μετέτρεψαν σε απόλυτο σούπερ σταρ. Κατέχει το απίθανο ρεκόρ των οκτώ διαδοχικών ταινιών με εισπράξεις άνω των 100 εκατ. δολαρίων.
Βιογραφία αλά Χόλιγουντ
Διαβάζοντας το βιβλίο παρακολουθούμε τη διαδρομή ενός ανθρώπου που περιγράφει την ιλιγγιώδη πορεία προς την καταξίωση εστιάζοντας κυρίως στα χρήσιμα μαθήματα που πήρε από αυτή. Και στον κινηματογράφο αλλά και στον χώρο της μουσικής βιομηχανίας, όπου γνώρισε για πρώτη φορά την επιτυχία: «Το ραπάρισμα δεν μου πρόσφερε μόνο την επιδοκιμασία που τόσο απεγνωσμένα λαχταρούσα από τους συνομηλίκους μου – μου έδωσε κυρίως μια αίσθηση δύναμης, η οποία όμως γνώριζα πως ήταν παροδική».
O φτασμένος πλέον σταρ δεν παύει στιγμή να προσπαθεί να παραμένει προσγειωμένος και ταπεινός. Τα περισσότερα κεφάλαια του βιβλίου είναι αφιερωμένα στην αγωνία του να πετύχει την ουσιαστική ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής επιτυχίας, προσωπικής ευτυχίας και ανθρώπινης επικοινωνίας.
Το «Will» είναι ενδιαφέρον βιβλίο με ολοζώντανες περιγραφές που δίνει χρήσιμες πληροφορίες γύρω από την εξέλιξη ενός συνηθισμένου παιδιού από τη Φιλαδέλφεια σε έναν από τους μεγαλύτερους σταρ της ραπ της εποχής του και στη συνέχεια σε κορυφαίο χολιγουντιανό σταρ.
Η αυτοβιογραφία του ακολουθεί την κινηματογραφική λογική μιας καλογυαλισμένης εποποιίας. Ρίχνει το βάρος κυρίως στα πιο συγκινητικά κομμάτια, όπως είναι το κεφάλαιο «Ο τοίχος», όπου ο Γουίλ Σμιθ εξιστορεί τις συμβουλές και τα μαθήματα ζωής που έδινε σε αυτόν και τον αδερφό του ο κατά τα άλλα σκληρός πατέρας τους («μπαμπακούλης», όπως τον αποκαλούσε).
Ολα τα επόμενα κεφάλαια της διήγησης της πορείας του (ο πρώτος παιδικός έρωτας, τα σχολικά χρόνια, η γνωριμία με το χιπ χοπ, ο κολλητός Τζεφ, ο γάμος με την Τζέιντα, η γέννηση των παιδιών του, η συναναστροφή με τους σταρ κ.λπ.) μοιάζουν απλώς με μικρά κάδρα που καρφώνονται σε εκείνο τον στιβαρό τοίχο. Οσο για το περιβόητο χαστούκι που είχε δώσει στον Κρις Ροκ στην περσινή τελετή απονομής των Οσκαρ, μην ψάχνετε λεπτομέρειες και ζουμερό παρασκήνιο. Το βιβλίο είχε γραφτεί νωρίτερα.