Ο Φωκίωνας Μπόγρης, το «Πρόστιμο» και οι κρυφές ματιές πίσω από τη διπλανή πόρτα

Ο Βαγγέλης Μουρίκης στο «Πρόστιμο»

Μια συζήτηση με τον σκηνοθέτη Φωκίωνα Μπόγρη για την ταινία του «Πρόστιμο» και τον αγώνα επιβίωσης σε μια αφιλόξενη και εχθρική κοινωνία.

Ο Φωκίωνας Μπόγρης βρίσκει ενδιαφέροντες χώρους κινηµατογραφικά τα πάρκινγκ, τα υπόγεια µπαρ, τις κουζίνες των εστιατορίων. Χώρους µετάβασης που λειτουργούν σαν κατώφλια, που εντοπίζονται ακριβώς για να διαχωρίσουν το µέσα από το έξω.

Φωκίωνας Μπόγρης

Ο σκηνοθέτης τοποθετεί τους κινηµατογραφικούς του ήρωες, τους οποίους την ώρα που µιλά αποφεύγει εντέχνως να χαρακτηρίσει «ήρωες» ή «περιθωριακούς», στο πλατύσκαλο της ελληνικής κοινωνίας.

Οι αφανείς άνθρωποι της διπλανής πόρτας

Στην τελευταία του ταινία «Πρόστιµο» κεντρικό ρόλο παίζουν ένας ντίλερ, µια σεξεργάτρια και ένας «νονός» του αθηναϊκού υπoκόσµου. «Επιλέγω αυτούς τους χαρακτήρες γιατί αυτούς γνωρίζω. ∆εν έτυχε να γνωρίσω τους άλλους µε τα γαλλικά και το πιάνο. Ή µάλλον τους γνώρισα καλά και τους απέρριψα γρήγορα. Θέλησα να κάνω µια ταινία για να εκθέσω την κατάστασή τους µε ακρίβεια και ωµότητα. Να πω την αλήθεια τους. ∆εν γίνεται να τους κρίνω. Καλούµαι να τους καταλάβω. ∆εν θα έλεγα πως είναι περιθωριακοί χαρακτήρες. Είναι άνθρωποι που ζούνε δίπλα µας, όχι κάτω από µας. Ο κόσµος τους δεν είναι υπόγειος σε σχέση µε την ελληνική κοινωνία· είναι γειτονικός. Αυτός είναι και ο λόγος που νεότεροι σε ηλικία επέλεξαν να δουν την ταινία. Πήγαν να δουν κάτι το οποίο γνωρίζουν, βλέπουν δίπλα τους, συναναστρέφονται µε αυτό» λέει ο Φ. Μπόγρης.

Ο Βαγγέλης Ευαγγελινός και ο Στάθης Σταμουλακάτος

Ισως το γεγονός ότι αυτοί οι χαρακτήρες τοποθετούνται σε ένα κοινωνικό κατώφλι να αντανακλά τον λόγο για τον οποίο πρέπει να αναπαρίστανται κινηµατογραφικά. Λειτουργούν υπογραµµίζοντας τις αντιθέσεις ανάµεσα στην κοινωνική ένταξη και στον κοινωνικό αποκλεισµό. Παραµένουν ανένταχτοι. ∆εν είναι καθόλου ήρωες στη ζωή τους. Είναι φτιαγµένοι από εύφλεκτο υλικό. Η έκρηξη που προκύπτει από τη µεταξύ τους τριβή είναι αναµενόµενη και απολύτως αναπόφευκτη. «Ξέρεις ότι έρχεται το µπαµ βάζοντάς τους στον ίδιο χώρο, το νιώθεις εξαρχής, απλώς περιµένεις να δεις πώς θα γίνει» λέει ο σκηνοθέτης, περιγράφοντας το κινηµατογραφικό του σύµπαν ως ένα περιβάλλον εξαντλητικού ανταγωνισµού µεταξύ αρσενικών, κεντρικό ρόλο στον οποίο κατέχει η έννοια της ανασφάλειας. «Ο πρωταγωνιστής µου είναι ανασφαλής. Ειδικά όταν βρίσκεται σε αυτό το περιβάλλον ανταγωνιστικών αρσενικών. Αυτό είναι το βασικό θέµα της ταινίας: το να καταφέρει να σταθεί ανάµεσα στους συγκεκριµένους ανταγωνιστικούς τύπους. Μια και ανέφερες την ανασφάλεια, κι εγώ είχα µεγάλη κάνοντας αυτή την ταινία» συµπληρώνει.

Η ανασφάλεια έχει να κάνει µε µια διαρκή κατάσταση χρέους, µε το αίσθηµα µιας ευαλωτότητας που προκύπτει από τη συνθήκη συνεχούς κρίσης και επισφάλειας. Εγγράφεται στο κοινωνικό σώµα. Ανάγεται στον κατεξοχήν πολιτισµικό παράγοντα που το χαρακτηρίζει. Και πιο πολύ χαρακτηρίζει τη γενιά των σηµερινών τριαντάρηδων που δεν πρόλαβαν να ζήσουν τίποτε άλλο εκτός από αλλεπάλληλες κρίσεις. «Η γενιά µας δέχεται διαρκή χτυπήµατα. Αρχικά ήταν η οικονοµική κρίση. Εκεί που νοµίσαµε πως πάµε να ορθοποδήσουµε ήρθε η τωρινή κυβέρνηση, στη συνέχεια η Covid-19 και τώρα ο πόλεµος» λέει ο Φ. Μπόγρης.

Αναζητώντας την ελάχιστη συνθήκη τρυφερότητας

Στον πυρήνα της ταινίας βρίσκεται µια παράδοξη µορφή περιθωριακής οικογενειακότητας. Ο Βαγγέλης (Βαγγέλης Ευαγγελινός) βιοπορίζεται πουλώντας κάνναβη. Προσπαθεί να πιάσει νόµιµη δουλειά. Το ποινικό του µητρώο όµως έχει στιγµατιστεί. Οταν οι γείτονές του απειλούν πως θα τον καταδώσουν εκείνος µετακοµίζει στην αδερφή του, όπου γνωρίζει τον αρραβωνιαστικό της τον Πέτρο (Στάθης Σταµουλακάτος), συνεργάτη της αθηναϊκής µαφίας. Οταν ο Πέτρος γίνεται βίαιος µε την αδερφή του Βαγγέλη, ο τελευταίος επεµβαίνει.

Αναρωτιέµαι αν υπάρχει κάποια αίσθηση τρυφερότητας στην ταινία. «Υπάρχει µόνο µια αγκαλιά. Τη στιγµή που ο Βαγγέλης φροντίζει το τραύµα που προκάλεσε ο Πέτρος στην Κατερίνα. Οταν της παρέχει καταφύγιο. Οταν τη βάζει στο αυτοκίνητο για να ξεφύγει από τον Πέτρο». Για τον σκηνοθέτη οικογένεια είναι εκείνο που επουλώνει τα τραύµατα, που παρέχει καταφύγιο. Συγγένεια σηµαίνει αδερφοποίηση, κοινό βίωµα, κοινό τραύµα, κοινή µνήµη. Η αλήθεια είναι πως µια τέτοια κοινωνική λειτουργία είναι πιο εύκολο να αναπτυχθεί µεταξύ ατόµων του περιθωρίου παρά µεταξύ νοικοκυραίων.

Η ανασφάλεια, η ευαλωτότητα, το βίωµα της χαµηλής τάξης ζητούν επούλωση. Είναι τα στοιχεία που ενώνουν τους χαρακτήρες µεταξύ τους, συγγενοποιώντας τους. Τα ίδια αυτά στοιχεία τούς διαχωρίζουν από το κοινωνικό σύνολο καθιστώντας τους απόκληρους. Αυτά τα κοινωνικά χαρακτηριστικά τούς δηµιουργούν την ανάγκη για καταφύγιο, θαλπωρή, συντροφικότητα και τελικά συνθέτουν τον πυρήνα της «οικογένειάς» τους. Η αυτοσυνείδητη συγγένεια έρχεται ως στρατηγική συνένωση ευάλωτων σωµάτων µε στόχο την επιβίωσή τους σε µια αφιλόξενη κοινωνία. Αυτοί οι χαρακτήρες δεν είναι παρά θύµατα της κοινωνικής τους τάξης και είναι καθήκον του ανεξάρτητου σινεµά να πει την αλήθεια τους.

INF0

Το «Πρόστιμο» του Φωκίωνα Μπόγρη διανέμεται από το Cinobo