Ο φιλμικός στοχασμός του Αντρέι Ταρκόφσκι

Μέχρι την Τετάρτη 4 Σεπτεμβρίου ο κινηματογράφος Ριβιέρα παρουσιάζει ένα πλήρες αφιέρωμα στο έργο του Αντρέι Ταρκόφσκι 

Στη σύντομη -αλλά καθοριστική για την κινηματογραφική ιστορία- ζωή του, ο Αντρέι Ταρκόφσκι (πέθανε στις 29 Δεκεμβρίου 1986  σε ηλικία 54 ετών), κατάφερε να αποτυπώσει όσο λίγοι την κρίση της ανθρωπότητας με τις μεταμορφώσεις του χρόνου να παραπέμπουν στο ρόλο ενός ανίκητου τιμωρού από τον οποίο δεν ξεφεύγει κανείς. Ταυτόχρονα στις ταινίες του ο Ταρκόφσκι αναζήτησε το ακατάβλητο πρόσωπο της πίστης αλλά με μια ευλάβεια που απέχει αισθητά από τα βιβλικά πρότυπα και το θρησκευτικό περίβλημα, προκειμένου να αναδείξει τις φιλοσοφικές αναζητήσεις της μοντέρνας εποχής.

Από την πρώτη κιόλας ταινία του, το συγκλονιστικό «Τα παιδικά χρόνια του Ιβάν» που γύρισε το 1962 στα 30 του μόλις χρόνια, ο διασημότερος – μαζί με τον Σεργκέι Αϊζενστάιν- ρώσος σκηνοθέτης, επιχείρησε να συλλάβει κινηματογραφικά την πνευματική διάσταση της πραγματικότητας. «Κάνω κινηματογράφο επειδή αναζητώ πάντα την αλήθεια», συνήθιζε να λέει, θεωρώντας ότι η ουσία μιας ταινίας δεν αποκαλύπτεται αυτομάτως με την ολοκλήρωση της από το σκηνοθέτη που την υπογράφει, αλλά στον ρευστό και υπό διαμόρφωση χαρακτήρα της αρκετό καιρό μετά από την προβολή της στις αίθουσες και μετά από συνεχή συνδιαλλαγή με το κοινό. Ο χρόνος και πάλι ως αυστηρός κριτής, είναι εκείνος που έχει κι εδώ τον τελευταίο λόγο.

Ο Ταρκόφσκι γεννήθηκε στις 4 Απριλίου 1932 στο χωριό Ζαβράζιε της περιφέρειας Ιβάνοβο από τον ποιητή και μεταφραστή πατέρα του Αρσένι Αλεξάντροβιτς Ταρκόφσκι, που καταγόταν από το Κίροβοχραντ της Ουκρανίας, και τη μητέρα του Μαρία Ιβάνοβα Βισνιάκοβα που ήταν απόφοιτη του Ινστιτούτου Λογοτεχνίας Μαξίμ Γκόρκι. Δίπλα τους μυήθηκε από νωρίς στη μυσταγωγία αλλά και την ποιητική διάσταση της τέχνης. Η διεθνής καταξίωση του ήρθε από την πρώτη κιόλας ταινία του: τα «Παιδικά χρόνια του Ιβάν» κέρδισαν τον Χρυσό Λέοντα στο φεστιβάλ Βενετίας 1962. Η επόμενη ταινία του «Αντρέι Ρουμπλιόφ» (1966) με θέμα την ζωή του ομώνυμου ρώσου αγιογράφου του 15ου αιώνα λογοκρίθηκε από το σοβιετικό καθεστώς καθώς έδειχνε μια όχι και τόσο εξιδανικευμένη μορφή της ζωής στην μεσαιωνική Ρωσία. Θα χρειαστεί να περάσουν τρία χρόνια πριν αναγνωριστεί η αξία της ταινίας που προβλήθηκε εκτός συναγωνισμού στο φεστιβάλ των Κανών του 1969 αποσπώντας το βραβείο της FIPRESCI. Τη δεκαετία του ’70 ο Ταρκόφκσι υπογράφει τα τρία εμβληματικά αριστουργήματα του («Σολάρις»- 1972, «Καθρέφτης»- 1975, «Στάλκερ»-1979) για να ακολουθήσει η «Νοσταλγία» το 1983 και το κύκνειο άσμα του «Θυσία» τρία χρόνια αργότερα, το οποίο καταπιάνεται με την καταστροφή της ανθρωπότητας ύστερα από πυρηνικό πόλεμο.

Έως την Τετάρτη 4 Σεπτεμβρίου στον κινηματογράφο Ριβιέρα θα παρουσιαστεί το σύνολο του έργου του. Εκτός από τις 7 μεγάλου μήκους ταινίες τους, θα προβληθεί η  μεσαίου μήκους ταινία «Το βιολί και ο οδοστρωτήρας» και το ντοκιμαντέρ του γιου του Αντρέι Α. Ταρκόφσκι, «Αντρέι Ταρκόφσκι- Σινεμά σαν προσευχή».

Τρέιλερ:

ΣΙΝΕ ΡΙΒΙΕΡΑ - ΕΒΔΟΜΑΔΑ ΑΝΤΡΕΪ ΤΑΡΚΟΦΣΚΙ

Οι ταινίες θα προβληθούν με πλήρως αποκατεστημένες ψηφιακά κόπιες DCP 2K ή 4Κ, που κατασκευάστηκαν από τη MOSFILM (Μόσχα), τη RAI (Μιλάνο) και το Σουηδικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου (Στοκχόλμη). Σε κάθε προβολή θα υπάρξει πρόλογος από κινηματογραφιστές, κριτικούς, συγγραφείς κ.ά. Η εβδομάδα τελεί υπό την αιγίδα του Διεθνούς Ινστιτούτου Αντρέι Ταρκόφσκι, που διευθύνεται από τον γιο του Αντρέι Ταρκόφκσι, Αντρέι Αντρέγεβιτς Ταρκόφσκι με τις προβολές να είναι αφιερωμένες στη μνήμη του Μισέλ Δημόπουλου, που στις 2 Σεπτεμβρίου θα έκλεινε τα 75 του χρόνια.

Κλείνουμε το κείμενο με την απάντηση στο ερώτημα «Για ποιον λοιπόν λόγο να επισκεφθεί κάποιος μια κινηματογραφική αίθουσα για να παρακολουθήσει τις ταινίες του Ταρκόφσκι το 2024;», όπως την περιγράφει διεξοδικά το δελτίου τύπου της εταιρείας διανομής «Σινέ Ριβιέρα- Carousel films» που επιμελείται το αφιέρωμα. «Προφανώς για τη συλλογική εμπειρία της ομαδικής θέασης, θα έλεγε κανείς. Σίγουρα για την πλήρη απόλαυση της αυθεντικής ποιητικής εικονογραφίας του, όπως μπορεί πια να προβληθεί χάρη στην τεχνολογία, προσφέροντάς μας την πρωτότυπη εικόνα όπως γυρίστηκε, παρά ένα κακέκτυπο οποιασδήποτε ανάλυσης, είναι αλλιώς να βλέπεις την αυθεντική Μόνα Λίζα στο Λούβρο κι αλλιώς να χαζεύεις μια καρτ ποστάλ με τη Μόνα Λίζα. Φυσικά συντρέχουν λόγοι ενημέρωσης, ιστορίας της Τέχνης και του Κινηματογράφου κλπ. Όμως, στην περίπτωση Ταρκόφσκι δεν είναι μόνο αυτά (που οπωσδήποτε έχουν τη σημασία τους). Το βάσανο και το κινηματογραφικό μέσο έκφρασής του είναι ο Χρόνος και το σμίλεμά του, η απογύμνωση του Χρόνου από τα περιττά, προς την κατεύθυνση της Αλήθειας. Μιας Αλήθειας που βέβαια δεν αποτελείται από απαντήσεις σε υπαρξιακά, κοινωνικά, πολιτικά, πολιτισμικά ερωτήματα, αλλά που βιώνεται μυστηριακά, όπως στις λειτουργίες των πιστών κάθε θρησκείας. Η Τέχνη του Σμιλέματος του Χρόνου στο έργο του Ταρκόφσκι, από το παραμικρό καρέ ως το σύνολο των ταινιών του, μπορεί να συλληφθεί και να βιωθεί από το βλέμμα μας μόνο στο σινεμά, γιατί απλούστατα μόνο στην αίθουσα ο φιλμικός χρόνος διαρκεί την πραγματική διάρκειά του. Πέρα από την αισθητική απόλαυση, τον προβληματισμό, τα οράματα και τα πολλαπλά σύμπαντα της Ταρκοφσκικής ποιητικής, είναι η μοναδική εμπειρία του σμιλεμένου χρόνου που μας κατακτά, σε κάθε θέαση κάθε ταινίας του».