Και ξαφνικά γίνεσαι κοµµάτι της μαύρης στατιστικής. Κάπου εκεί ανάμεσα στα άψυχα νούμερα είναι κρυμμένο το όνομά σου αναζητώντας στήλη στο εξελάκι.
Πού θα καταλήξεις τελικώς; Στα απλά κρούσµατα; Στους νοσηλευόµενους; Ή θα ρίξεις ζαριά µε τον θάνατο σε ένα κρεβάτι ΜΕΘ;
∆ιαγνώστηκα µε κορονοϊό πριν από δύο εβδοµάδες. Οπως και άλλοι, φαντάζοµαι, αναρωτήθηκα το αυτονόητο: και τώρα τι κάνουµε; Ποια περιπέτεια ξεκινάει; Τι µορφή έχει το τέρας; Φανταζόµουν τον εαυτό µου σε ένα κρεβάτι ΜΕΘ (όχι, δεν είναι εικόνες δανεισµένες από ταινίες, ξέρω καλά και την εικόνα και την ανατριχίλα της) µε µια απροσδιόριστη αγωνία. Θα καταλαβαίνω; Θα αισθάνοµαι; Θα πονάω; Θα επιβιώσω;
Αυτό που ζούσα ήταν συµπτώµατα µιας γρίπης, µε δέκατα, πόνους στο σώµα και εξάντληση. ∆εν ήξερα όµως αν αυτό είναι ο δρόµος για κάτι άλλο ή η ίδια η αρρώστια.
Ανησυχούσα πως κάπου γύρω µου υπήρχε ένα όριο που ήµουν έτοιµος να το περάσω. Θα συνέβαινε;
Πίστευα µέσα µου αυτό που έλεγε η γυναίκα µου και έστελναν οι φίλοι µε µήνυµα «µα καλά, ξέρει πού πήγε και έµπλεξε ο κορονοϊός;». Την ώρα που γέλαγα όµως µε όλα αυτά, µέσα µου αναπτυσσόταν ο αρχέγονος φόβος του θηλαστικού που είναι αδύναµο πάνω στη Γη έχοντας γύρω του δυνάµεις ισχυρότερες από αυτό που µόλις ανακαλύπτει. Ο χαρακτήρας µου, ή µάλλον οι παραδοχές µου πως όλα είναι καλά, δεν µε άφηνε ούτε να εκφραστώ ούτε να υποχωρήσω. Ξέρω όµως ότι στην πραγµατικότητα ήµουν ένα ανθρωπάκι που προσδοκούσε να του συµβεί το καλύτερο σενάριο και που το θάρρος του όλο ήταν ακριβώς ο φόβος που δεν το άφηνε να κάνει άσχηµες σκέψεις.
Η µάχη όλη ήταν η µάχη της κάθε στιγµής, αλλά απέναντι ο µεγάλος εχθρός δεν ήταν ο ιός, ήταν η αβεβαιότητα. ∆εν είχα καµία ένδειξη πως ανήκω στην κατηγορία εκείνη που «καταλήγει» στα δελτία ειδήσεων, αλλά ο µεταφυσικός φόβος είναι πιο ισχυρός από τον ορθολογισµό. ∆εν είναι τυχαίο που χιλιάδες χρόνια ο άνθρωπος κατασκευάζει θεούς στους οποίους εµπιστεύεται τη φθαρτή του φύση.
Οπως πλέον είναι εµφανές, όλα έχουν πάει καλά. Τόσο καλά που σχεδόν δεν έλειψα από τη δουλειά. ∆εν θα εµπνεύσω επικήδειους άµεσα, δεν θα λείψω σε κανέναν, αντιθέτως θα συνεχίσω να είµαι εφιάλτης για πολλούς.
Η περιπέτεια αυτή µε έκανε να δω αυτό που ονοµάζουµε πανδηµία από άλλη σκοπιά. Οταν µιλάµε για την πανδηµία συνήθως µιλάµε για όσα συµβαίνουν µε φόντο τον θάνατο και τις εντατικές. Ο κορονοϊός όµως ακουµπάει δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους που στην πραγµατικότητα είναι απροστάτευτοι και χωρίς βοήθεια. Υποφέρουν σε ένα κρεβάτι περιµένοντας έως και το µοιραίο. Με τους περισσότερους συνέβη ό,τι και µε εµένα. Επειδή είχαν κάποια συµπτώµατα, έκαναν το τεστ. Το νοσοκοµείο ή το διαγνωστικό κέντρο τους είπε πως πρέπει να περιµένουν στο σπίτι µέχρι να επιδεινωθεί η κατάσταση, η οποία πιθανόν να τους οδηγήσει σε κάποιο νοσοκοµείο, παρακολουθώντας τον πυρετό.
Αν δεν έχεις κάποιον γιατρό και µάλιστα µε σχετική εµπειρία για να σου πει µερικά πράγµατα, είσαι ένας µελλοθάνατος σε διαρκή αγωνία. Ετσι τουλάχιστον αισθάνεσαι.
Αυτήν τη στιγµή δεν υπάρχει κανένα πρωτόκολλο του ΕΟ∆Υ που να αφορά τους ανθρώπους που έχουν Covid και µένουν στο σπίτι. Τους λένε µόνο να µετράνε τον πυρετό. Είναι γνωστό όµως πως όταν κάποιος φτάσει στο νοσοκοµείο είναι πλέον αργά. Γιατί δεν την πατάει από τον πυρετό αλλά από τον κορεσµό οξυγόνου. Αυτό δηλαδή που πρέπει να παρακολουθεί κάποιος είναι το οξυγόνο του µε εκείνο το µηχανηµατάκι στο δάχτυλο (οξύµετρο). Χαµηλός κορεσµός σηµαίνει πως πρέπει να πάει στο νοσοκοµείο προτού καταρρεύσει. Είναι κάτι που δεν το λένε ο ΕΟ∆Υ και οι οδηγίες του. ∆εκάδες χιλιάδες άνθρωποι ζουν το δράµα της προσπάθειας αντιµετώπισης του ιού χωρίς πληροφόρηση. Επίσης κανένας δεν λέει πως είναι καλό να πάρεις προληπτικά αντιβιοτικό για να µην υπάρξει κάποια µικροβιακή µόλυνση στη φλεγµονή και ένα συγκεκριµένο φτηνό αντιφλεγµονώδες που φαίνεται να επιδρά ευεργετικά στη φλεγµονή.
Ο ΕΟ∆Υ δίνει απλώς σαν τηλεφωνητής τυπικές και ξεπερασµένες πλέον οδηγίες, λειτουργώντας όπως το παλιό αµαρτωλό ΚΕΕΛΠΝΟ µε µοναδικό ενδιαφέρον τις συµβάσεις, για τις οποίες θα διαβάσετε σήµερα στο Documento.
Προσπάθησα κι εγώ ως ασθενής να επικοινωνήσω µε τον ΕΟ∆Υ. Το τηλέφωνο επικοινωνίας δεν απάντησε ποτέ. Παρότι το τεστ µου ήταν θετικό, κανένας δεν µου είπε τι πρέπει να προσέχω εγώ και οι οικείοι µου και φυσικά δεν έγινε καµιά προσπάθεια ιχνηλάτησης του δικού µου κρούσµατος. Ολο αυτό το διάστηµα δεν χτύπησε κανένα τηλέφωνο για να µου δοθούν οδηγίες ή να δώσω εγώ στοιχεία. Μπορούσα µάλιστα να κυκλοφορώ έξω αν ήθελα. Μερικές µέρες µετά το θετικό τεστ, από περιέργεια, έστειλα στο 13033 µήνυµα ότι θέλω να βγω έξω και κανένας δεν µου έστειλε απάντηση ότι απαγορεύεται επειδή είµαι βεβαιωµένο κρούσµα. Τι ρόλο λοιπόν έχει η συναίνεσή µου µετά το τεστ να δοθούν τα στοιχεία µου στο εθνικό κέντρο καταγραφής, αν όχι για να προστατευτεί ο πληθυσµός κι εγώ;
∆ηλαδή στον δρόµο η αστυνοµία θα µπορούσε να µου κόψει πρόστιµο αν κυκλοφορούσα χωρίς να στείλω µήνυµα στο 13033, αλλά όχι γιατί κυκλοφορούσα µε κορονοϊό. Ο απόλυτος παραλογισµός.
Από το πρώτο κύµα της πανδηµίας παίζεται ένα θεατρικό έργο µε πρωταγωνιστές τα µέλη της κυβέρνησης και κοµπάρσους τα µέλη της επιστηµονικής επιτροπής. Ανακοινώνονται νούµερα, µαγειρεύονται νούµερα, επιλέγονται νούµερα για να υπάρξει ένα πολιτικό και επικοινωνιακό αφήγηµα. Το σύστηµα προστασίας το οποίο έχουν δοµήσει στην πραγµατικότητα είναι ένα σαθρό πράγµα που απλώς βρίσκεται εκεί για να ανακοινώνει την καταστροφή. Κονδύλια εκατοµµυρίων ευρώ δίνονται για να διαφηµίσει ο Πέτσας τα µέτρα προστασίας τα οποία δεν είναι τίποτ’ άλλο από επιταγές για να πάρουν κάποιοι λεφτά.
Το έγκληµα αυτής της κυβέρνησης δεν µετριέται µόνο µε τους θανάτους. Μετριέται και µε την καταδίκη να οδεύουν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι χωρίς ουσιαστικές οδηγίες και βοήθεια, πολλές φορές µε µοιραία κατάληξη τον θάνατο. Ανθρωποι που είναι αβοήθητοι στο σπίτι να µετράνε µε ένα θερµόµετρο τον πυρετό και µε το µυαλό τους στις κακές σκέψεις.
ΥΓ.: Αισθάνοµαι την ανάγκη να πω ευχαριστώ στην οικογένειά µου για τη στήριξη, αλλά και στους φίλους και γιατρούς µου ∆ηµήτρη Τσιαχρή και Αντώνη Σιδερή. Με βοήθησαν να µην πορεύοµαι στο σκοτάδι της αβεβαιότητας και των άσχηµων σκέψεων.