Ο Δημήτρης Μυστακίδης γράφει για τη νέα συναυλιακή πραγματικότητα μεταφέροντας την προσωπική του εμπειρία από τη συναυλία που έδωσε στην Καβάλα
Η περίοδος της καραντίνας έδειξε με τον πιο γλαφυρό τρόπο τις παθογένειες του κλάδου των μουσικών αφενός και τον τρόπο που η πολιτεία αντιμετωπίζει τους καλλιτέχνες αφετέρου. Δεν υπάρχει λόγος να γίνει εκτενής αναφορά εδώ γι’ αυτά τα θέματα μιας και τα συνδικαλιστικά μας σωματεία ασχολούνται μαζί τους με μεγάλη συνέπεια. Επίσης τι έχει συμβεί όλο το καλοκαίρι στον τουρισμό, στα μέσα μαζικής μεταφοράς, στα μπιτς μπαρ και αλλού είναι λίγο πολύ γνωστά σε όλους μας.
Η σωτηρία της ψυχής είναι για διάλογο
Δεν συμμερίζομαι καθόλου τις απόψεις που αμφισβητούν τις γνώμες των ειδικών, πόσο μάλλον των γιατρών. Η ζωή μού έμαθε με πολύ άσχημο τρόπο ότι η ιατρική είναι σπουδαία επιστήμη και πως τα δεδομένα μπορούν πολύ εύκολα να αλλάξουν από τη μια στιγμή στην άλλη, είτε προς το καλό είτε προς το κακό, ειδικά όταν μιλάμε για κάτι σπάνιο και πρωτόγνωρο όπως αυτή η πανδημία.
Αλλωστε δεν έχω καμία γνώση γι’ αυτά τα θέματα, πώς θα μπορούσα να έχω άποψη; Αρα δεν μου κάνει καμία εντύπωση που τώρα για παράδειγμα κρίνεται απαραίτητη η χρήση της μάσκας ενώ πριν από δυο τρεις μήνες δεν ήταν. Εμπιστεύομαι τους ειδικούς. Ομως για να συνεχίσω να το κάνω πρέπει η a priori εμπιστοσύνη που έχω στους θεσμούς να επιβεβαιώνεται. Είπαμε, σας εμπιστεύομαι αλλά συνεχίζω να έχω και κριτική σκέψη. Οταν, ας πούμε, στην ερώτηση «μεταδίδεται ο ιός με τη θεία κοινωνία;», η απάντηση είναι «όσον αφορά τα θέματα της θρησκείας ο δημόσιος διάλογος δεν βοηθάει […]. Θεωρώ ότι η ερώτηση μπορεί να απαντηθεί στο πλαίσιο ενός δημιουργικού διαλόγου», συγγνώμη, γιατρέ μου, αλλά με μπερδεύεις. Ναι ή όχι;
Γιατί εάν είναι να ανοίξουμε δημιουργικό διάλογο γι’ αυτό το θέμα, θα έπρεπε να κάνουμε το ίδιο και για την κατάσταση που επικρατεί στις συναυλίες. Θα ήθελα, ας πούμε, να ρωτήσω γιατί στη συναυλία μου προχθές το βράδυ οι λιμενικοί περπατούσαν ανάμεσα στον κόσμο για να δουν εάν κάποιος αφαιρέσει τη μάσκα του, ενώ δέκα μέτρα παραπέρα όλα κυλούσαν σαν να μη συμβαίνει τίποτε.
Γιατί σε ένα τόσο ελεγχόμενο περιβάλλον όπου όλοι κάθονταν στις θέσεις τους, μάλιστα ανά δύο μέτρα, εγώ έπρεπε σώνει και καλά να σταματήσω να παίζω στις δώδεκα; Οι άνθρωποι παρακολουθούσαν συναυλία με όλα τα μέτρα ασφαλείας, δεν έπιναν όλοι από την ίδια μπίρα! Ασε που δεν μπορούσαν να πιουν γιατί απαγορευόταν να βγάλουν τη μάσκα και ως γνωστόν –τουλάχιστον μέχρι σήμερα– για να πιεις κάτι πρέπει να έχεις το στόμα σου ελεύθερο. Εκτός αν άλλαξε και αυτό το δεδομένο.
Ο κοινωνικός αυτοματισμός ενεργοποιείται
Αυτό που ενοχλεί δεν είναι τα μέτρα. Σαφώς σε μια τέτοια ειδική κατάσταση που ζούμε θα έπρεπε να ληφθούν. Αυτό που ενοχλεί είναι οι πολλαπλές ταχύτητες με τις οποίες εφαρμόζονται (αλλιώς εδώ, αλλιώς δέκα μέτρα παραπέρα: αεροπλάνα γεμάτα – θέατρα άδεια, χώροι εστίασης και διασκέδασης έως τις δώδεκα – καζίνο έως τις 4.30).
Μέσα σε όλα άρχισε να δουλεύει και ο κοινωνικός αυτοματισμός που χαρακτηρίζει καλούς τους καλλιτέχνες που ακυρώνουν τις συναυλίες τους και κακούς αυτούς που συνεχίζουν και παίζουν «χωρίς να τους νοιάζει για τις συνέπειες κοιτώντας μόνο τα φράγκα».
«Χθες πήγα σε μια συναυλία. Σε όλη τη διάρκεια έπρεπε να φοράς μάσκα. Αν κάποια στιγμή την έβγαζες, έρχονταν οπλισμένοι λιμενόμπατσοι και σου κάνανε παρατήρηση. Στον αριθμό ήταν άπειροι. Και πάνω από τα κεφάλια μας πετούσαν ντρόουν! Επιστημονική φαντασία. Εννοείται ότι δεν κουνιόσουν από τη θέση σου. Και 12 ευρώ. Αίσχος. Κανείς λογικός άνθρωπος δεν πρέπει να ξαναπατήσει σε θεάματα με αυτές τις συνθήκες. Ας ψοφήσουν. Ας χρεοκοπήσουν. Ας πάθουν ό,τι θέλουν αφού δεν μάθανε να σέβονται και να εκτιμούν». Αυτό το σχόλιο είναι από μια κυρία που παρακολούθησε τη συναυλία μου. Θεωρεί ότι εγώ είμαι υπεύθυνος για ό,τι της έχει συμβεί. Υπάρχει μια λογική πάντως που την έχουν ακολουθήσει και αρκετοί συνάδελφοι. Η λογική αυτή λέει ότι «εάν τα πράγματα δεν είναι όπως πρέπει να είναι, δεν παίζουμε».
Γιατί να το κάνεις αφού οι συνθήκες δεν ευνοούν; Εχετε όμως αναρωτηθεί ποτέ πόσος κόσμος δουλεύει για μια συναυλία; Μουσικοί, τεχνικοί, διαφημιστές, γραφεία παραγωγής, αφισοκολλητές – ανάλογα με το μέγεθος της συναυλίας δε αυξάνεται ο αριθμός των εργαζομένων. Ολοι αυτοί οι άνθρωποι πώς θα ζήσουν; Γιατί από όσο ξέρω καμία άλλη υποχρέωση δεν έχει ανασταλεί. Εκτός αυτού, έχει ο κόσμος ανάγκη να παρακολουθήσει μια συναυλία, έστω και με αυτές τις δύσκολες συνθήκες; Η απάντηση, εάν κρίνω από την προσέλευση σε όσες συναυλίες γίνονται, είναι πως ναι.
Στο τέλος του Αυγούστου και για όλο τον Σεπτέμβριο είχαν προγραμματιστεί πολλές συναυλίες, οι οποίες σχεδόν στο σύνολό τους ακυρώθηκαν με σκοτεινές μεθοδεύσεις. Βουλευτές τηλεφωνούσαν σε περιφερειάρχες, αυτοί σε δημάρχους και αυτοί σε διοργανωτές ζητώντας τους να ακυρώσουν τις προγραμματισμένες συναυλίες. Γιατί δεν το κάνατε με επίσημο τρόπο; Η απάντηση φυσικά είναι εύκολη. Γιατί τότε θα έπρεπε όλοι αυτοί οι εργαζόμενοι να αποζημιωθούν. Εάν τα πράγματα είναι τόσο επικίνδυνα, ακυρώστε όλες τις συναυλίες επίσημα. Βάλτε σε αναστολή εργασίας όλους τους εμπλεκόμενους κλάδους και επιδοτήστε τους μέχρι να μπορέσουν να δουλέψουν κανονικά.
Μια κυβέρνηση και μια επιτροπή επιστημόνων πρέπει να στέκονται αντάξιες της εμπιστοσύνης που απολαύουν από τους πολίτες.
INFO
Η επόμενη προγραμματισμένη συναυλία του Δημήτρη Μυστακίδη είναι στις 25 Σεπτεμβρίου στο City Garden Festival στον εξωτερικό χώρο Christmas Theater των ολυμπιακών εγκαταστάσεων Γαλατσίου, όπου εμφανίζεται με την Ελένη Τσαλιγοπούλου