Το νομοσχέδιο του υπουργείου Υγείας διαλύει την καρδιά του ΕΣΥ προς όφελος μεγαλογιατρών και ιδιωτών.
Με ένα νομοσχέδιο που μπήκε σε δημόσια διαβούλευση την περασμένη Πέμπτη το υπουργείο Υγείας διαλύει τη βασική αρχή συγκρότησης του Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ). Οι νοσοκομειακοί γιατροί εξηγούν ότι η κατάργηση της πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης στο ΕΣΥ και η μερική απασχόληση ιδιωτών γιατρών στο δημόσιο σύστημα υγείας, όπως προβλέπεται μεταξύ άλλων στο εν λόγω σχέδιο νόμου, δεν αποτελούν μόνο σαρωτικές αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις των γιατρών του ΕΣΥ αλλά κυρίως αποτελούν ένα θεμελιώδες χτύπημα στην καρδιά της δημόσιας υγείας. «Το νομοσχέδιο μας πάει 40 χρόνια πίσω» λένε οι νοσοκομειακοί γιατροί στο Documento και εκδηλώνουν τη βαθιά ανησυχία τους για την υγεία εκείνων των ασθενών – και είναι οι συντριπτικά περισσότεροι– που δεν θα έχουν την οικονομική δυνατότητα η οποία θα τους ανοίγει τις πόρτες για αξιοπρεπή περίθαλψη χωρίς πολύμηνες αναμονές σε λίστες χειρουργείων.
«Αντί να μας δώσουν τα χρήματα που δικαιούμαστε, μας στέλνουν να τα βρούμε με τους ασθενείς» καταγγέλλουν οι γιατροί, επισημαίνοντας τις πελατειακές σχέσεις που μπορεί να πυροδοτήσει αυτό το νομοσχέδιο μεταξύ μιας μικρής μερίδας γιατρών και ασθενών. Οι ίδιοι ξεκαθαρίζουν ότι οι προϋποθέσεις που θέτει το νομοσχέδιο ώστε να μπορέσει να προσφέρει ιδιωτικό έργο ένας μαχόμενος γιατρός είναι πρακτικά ανέφικτες και ότι οι μόνοι που ενδεχομένως να βγουν κερδισμένοι από αυτό είναι ορισμένοι μεγαλογιατροί.
Οι νοσοκομειακοί γιατροί είναι ξεκάθαροι: «Το νομοσχέδιο αυτό δεν συζητιέται, πετιέται» και εξηγούν στο Documento τι θα προκαλέσει τόσο στους ασθενείς όσο και στους γιατρούς.
«Θεμελιώδες χτύπημα στη δημόσια υγεία»
Οι ριζικές αλλαγές στη δευτεροβάθμια περίθαλψη έρχονται ακριβώς μετά την καταστροφική διαχείριση της πανδημίας από πλευράς κυβέρνησης, που οδήγησε στην κατάρρευση του ΕΣΥ. Μετά την εγκατάλειψη των δημόσιων νοσοκομείων, η οποία προκάλεσε την υπολειτουργία τους, πλέον ήρθε και το τελευταίο χτύπημα για τον δημόσιο χαρακτήρα του ΕΣΥ από το κυβερνητικό επιτελείο, το οποίο έχει αδιαφορήσει πλήρως γι’ αυτό –καμιά ουσιαστική υλική και ηθική ενίσχυση, καμιά ανάσχεση του brain drain των γιατρών– όσο κρατά το τιμόνι της διακυβέρνησης.
Υστερα από όλα αυτά η κυβέρνηση έρχεται πλέον να δείξει «στοργική» προς τους γιατρούς των δημόσιων νοσοκομείων. Αγγίζει το θέμα της πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησής τους δίνοντάς τους το πράσινο φως –υπό προϋποθέσεις– για να μπορούν να ασκούν και ιδιωτικό έργο. Σύμφωνα με το σχέδιο νόμου, επιτρέπει στους γιατρούς του ΕΣΥ να απασχολούνται και στον ιδιωτικό τομέα εφόσον συμμετέχουν τουλάχιστον δύο φορές την εβδομάδα –εκτός του τακτικού ωραρίου και εφημεριών– στην ολοήμερη λειτουργία του νοσοκομείου. Αυτοί θα μπορούν να έχουν ιδιωτικό ιατρείο ή να παρέχουν ιατρικές υπηρεσίες δύο φορές την εβδομάδα σε ιδιωτική κλινική ή σε ιδιωτικό διαγνωστικό ή θεραπευτικό εργαστήριο και γενικότερα σε κάθε είδους ιδιωτικές επιχειρήσεις που παρέχουν ή καλύπτουν υπηρεσίες υγείας.
Πέραν του ότι οι παραπάνω προϋποθέσεις είναι ανέφικτο για διάφορους λόγους να πληρούνται από την πλειονότητα των γιατρών, η άρση της πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης ανοίγει και πολύ σκοτεινά μονοπάτια με μοναδικούς χαμένους τους ασθενείς. «Θέλουν να κάνουν τον υγειονομικό δισυπόστατο, δηλαδή στη μισή του δουλειά θα βλέπει τον ασθενή δωρεάν και στην άλλη μισή θα βλέπει τον ασθενή ιδιωτικά. Αυτό είναι το θεμελιώδες χτύπημα στη δημόσια υγεία. Μας δίνουν μισθούς κατώτερους και από τη Ρουμανία και μας λένε “πηγαίνετε και βρείτε τα με τον ασθενή”» καταγγέλλουν οι γιατροί.
«Με αυτό το νομοσχέδιο επιβεβαιώνεται ότι θα γυρίσουμε στα χρόνια προ ΕΣΥ όπου τα πάντα εμπορευματοϊδιωτικοποιούνται, οι ασθενείς θα πληρώνουν είτε στον αμιγή ιδιωτικό τομέα είτε στον ιδιωτικοποιημένο δημόσιο. Αυτή την έννοια έχει η κατάργηση της πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης των νοσοκομειακών γιατρών» εξηγεί ο εντατικολόγος και πρόεδρος του σωματείου εργαζομένων του νοσοκομείου Αττικόν Μιχάλης Ρίζος. «Είναι μια επιστροφή στην κατάσταση που ζήσαμε πριν από 40 χρόνια». Ο ίδιος ξεκαθαρίζει ότι η κατάργηση της πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης δεν είναι μόνο εργασιακό θέμα, «είναι θεμελιώδες χτύπημα στη δημόσια υγεία. Διότι όρος για ένα δημόσιο σύστημα υγείας είναι η πλήρης και αποκλειστική απασχόληση του γιατρού και του υπόλοιπου προσωπικού».
Βάζουν τους γιατρούς να δουν το ΕΣΥ σαν πάρεργο
Τίθεται βέβαια αυτομάτως και το ερώτημα αν είναι εφικτό για ένα μαχόμενο γιατρό του δημοσίου να πληροί όλες αυτές τις προϋποθέσεις ώστε να μπορέσει να προσφέρει και ιδιωτικές υπηρεσίες υγείας προκειμένου να αυξήσει το εισόδημά του. «Με αυτά που προβλέπονται στο νομοσχέδιο, για να έχει τη δυνατότητα να ασκήσει ένας γιατρός ιδιωτικό έργο θα πρέπει να συμμετέχει στο πρωινό ωράριο, στις εφημερίες και να έχει συμμετοχή και στην απογευματινή λειτουργία του νοσοκομείου. Με βάση τη στελέχωση που υπάρχει αυτήν τη στιγμή στο δημόσιο σύστημα υγείας, αυτό συνεπάγεται τουλάχιστον 70 ώρες εργασία την εβδομάδα» απαντά ο πρόεδρος των νοσοκομειακών γιατρών Θεσσαλονίκης Χρήστος Καραχρήστος.
Οπως σημειώνει σχετικά με τις απολαβές, «υποτίθεται ότι προσφέρουν τη δυνατότητα για ιδιωτικό έργο ώστε οι γιατροί να αυξήσουν τις απολαβές τους, την ώρα που αυτές θα έπρεπε να επαρκούν από την εργασία τους στο ΕΣΥ για την εξασφάλιση της ποιοτικής διαβίωσής τους».
Και για τους ασθενείς τι επιπτώσεις μπορεί να έχει; Ο ίδιος εξηγεί ότι το να μπορέσει ένας γιατρός να προσφέρει και ιδιωτικό έργο με αυτές τις προϋποθέσεις συνεπάγεται «ατέλειωτες ώρες δουλειάς, κυνήγι πελατών και αντιμετώπιση ουσιαστικά της εργασίας στο ΕΣΥ σαν πάρεργο. Επίσης σημαίνει μηδαμινός χρόνος ξεκούρασης και, το κυριότερο, μηδαμινός χρόνος εκπαίδευσης, η οποία θα πρέπει να είναι καθημερινή και συνεχής για να μπορεί να είναι up-to-date στην ιατρική γνώση». Επισημαίνει επιπλέον ότι «για τη μεγάλη μερίδα γιατρών που θέλουν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στο δημόσιο σύστημα υγείας το νομοσχέδιο αποτελεί ουσιαστικά δυσμενή ανατροπή των εργασιακών σχέσεών τους και του ωραρίου εργασίας».
«Είναι τζαμπατζήδες, δεν θέλουν να πληρώσουν»
Οι νοσοκομειακοί γιατροί είναι σαφείς ότι το νομοσχέδιο δεν απευθύνεται στους μαχόμενους γιατρούς. «Αφορά μια μικρή μερίδα πανεπιστημιακών καθηγητών, οι οποίοι είναι ούτως ή άλλως εκτός καθημερινής ιατρικής λειτουργίας του νοσοκομείου, αλλά και μια ακόμη μικρότερη ομάδα μεγαλοδιευθυντών των δημόσιων νοσοκομείων. Η μεγάλη πλειονότητα των μαχόμενων γιατρών δεν υπάρχει περίπτωση να προλάβει να τα κάνει όλα αυτά και να αντέχει να λειτουργεί μέσα σε αυτούς τους ρυθμούς για να πάρει αυτά που της αξίζουν» επισημαίνει ο Στέλιος Τσόχατζης, γραμματέας της Ενωσης Ιατρών Νοσοκομείων Αχαΐας (ΕΙΝΑ).
Μάλιστα ο ίδιος εξηγεί τους λόγους για τους οποίους η κυβέρνηση, πέρα από την ιδεοληψία της σε σχέση με τον ιδιωτικό τομέα, έδωσε το πράσινο φως για ιδιωτικό έργο στους γιατρούς του δημοσίου: «Είναι τζαμπατζήδες. Δεν θέλουν να πληρώσουν, θέλουν να παραμείνουν οι μισθοί πείνας, που θα είναι το ένα τρίτο από τα χρήματα που παίρνει ένας γιατρός στην Κύπρο και το μισό από τους μισθούς της Ρουμανίας. Είναι μια διέξοδος για την κυβέρνηση προκειμένου να μην πληρώσει επιπλέον χρήματα, επειδή υπάρχει και η απόφαση του ΣτΕ που είναι δεσμευτική για την κυβέρνηση, η οποία της επιβάλλει να επαναφέρει τους μισθούς στα επίπεδα πριν από το 2012. Για να μην αυξήσει τους μισθούς δίνει στους γιατρούς τη δυνατότητα να βγάλουν και ένα επιπλέον έσοδο μέσα από την ιδιωτική άσκηση της ιατρικής».
«Περαστικοί» γιατροί από το ΕΣΥ
Η δεύτερη μεταβολή που φέρνει το σχέδιο νόμου αφορά την είσοδο των ιδιωτών γιατρών στο ΕΣΥ με καθεστώς μερικής απασχόλησης για «άγονες» θέσεις. Οπως αναφέρει, ως θέσεις μερικής απασχόλησης δύνανται να προκηρύσσονται οι θέσεις σε άγονες και προβληματικές περιοχές της χώρας, καθώς και οι θέσεις σε ειδικότητες που χαρακτηρίζονται άγονες. Το σχέδιο νόμου αναφέρει ότι οι γιατροί με καθεστώς μερικής απασχόλησης θα εργάζονται στο ΕΣΥ τρεις ημέρες την εβδομάδα σε επτάωρο συνεχές πρωινό τακτικό ωράριο, θα συμμετέχουν στο πρόγραμμα εφημερίας των νοσοκομείων και θα λαμβάνουν αναλογία αποδοχών ιατρού κλάδου ΕΣΥ αντίστοιχου βαθμού πλήρους απασχόλησης. Κοινώς, ένας γιατρός που θα διατηρεί ιδιωτικό ιατρείο θα μπορεί να εργάζεται και στο ΕΣΥ για κάποιες μέρες της εβδομάδας, με σοβαρό κίνδυνο, όπως εξηγούν οι γιατροί, το ΕΣΥ να αποτελέσει ένα «πέρασμα» γι’ αυτούς αλλά και μια δεξαμενή πελατών, με ό,τι αυτό σημαίνει για τις παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας στους ασθενείς.
«Θα είναι σε βάρος της υγείας των ασθενών»
Εν τω μεταξύ οι μεγάλες λίστες αναμονής στα χειρουργεία και οι κακές συνθήκες λόγω υποστελέχωσης σε πολλά νοσοκομεία ενδέχεται, όπως εξηγούν οι νοσοκομειακοί γιατροί, να αποτελέσουν βούτυρο στο ψωμί μικρής μερίδας γιατρών του δημοσίου ώστε να μεταφέρουν ασθενείς στον ιδιωτικό τομέα. «Οποιος μπορεί να βγάλει λεφτά νόμιμα κάνοντας ένα ιδιωτικό πάρεργο θα σπρώχνει τους ασθενείς στο ιδιωτικό πάρεργο προφασιζόμενος διαφορές δικαιολογίες και εκμεταλλευόμενος υπαρκτές δυσλειτουργίες του συστήματος, όπως για παράδειγμα ότι η αναμονή είναι ενάμιση χρόνο, οπότε πάμε να το κάνουμε ιδιωτικά» τονίζει το μέλος της εκτελεστικής γραμματείας της ΟΕΝΓΕ Γιάννης Γαλανόπουλος.
Ο ίδιος εξηγεί ότι αυτό μπορεί να συμβεί και με τους ιδιώτες γιατρούς που θα εργάζονται στο ΕΣΥ με καθεστώς μερικής απασχόλησης. «Η άλλη μεταβολή είναι ότι οι θέσεις που καθίστανται άγονες θα προκηρύσσονται εκ νέου ως μερικής απασχόλησης, δηλαδή θα δουλεύει κάποιος τρεις ημέρες και τις υπόλοιπες δύο θα κάνει ιδιωτικό έργο. Δηλαδή και πάλι κάποιος θα επιδιώκει να δίνει βαρύτητα στις δύο μέρες που θα είναι το ιδιωτικό του επάγγελμα. Αυτό θα είναι εις βάρος των ασθενών. Οι ήδη υπάρχουσες υπηρεσίες υγείας θα γίνουν πολύ πιο δυσπρόσιτες για ένα πολύ μεγάλο κομμάτι του κόσμου» καταλήγει.