Ο δρόμος για την κόλαση περνούσε από μια μετάταξη στην καλύτερα αμειβόμενη τάξη των σταθμαρχών και την προς τούτο «ρουσφετάρα». Βρέθηκε φυλακή με το βαπτιστικό του όνομα να συμβολίζει πλέον έννοιες βαρύτατα φορτισμένες αρνητικά. Πως λέμε ότι Πηλιογούσης ή Εφιάλτης συμβολίζει την προδοσία, κατά ανάλογο τρόπο ο κ. Σκέρτσος κατέστησε τον χθεσινό ομοϊδεάτη του συνώνυμο της καθυστέρησης θεσπίζοντας τον «κυρ-βασιλισμό».
Ο κ. Σκέρτσος ως politically correct είχε εγκαλέσει δημοσίως την εισαγγελέα της δίκης Τοπαλούδη ότι δεν σεβόταν τα δικαιώματα των βιαστών. Ο ίδιος όμως αδίστακτα εργαλειοποιεί προς πολιτική χρήση το πρόσωπο του κατηγορούμενου των Τεμπών προκειμένου να μας αφηγηθεί ότι οι επερχόμενες εκλογές δεν θα είναι παρά μια προσωπική μονομαχία Κυριάκου – Κυρ-Βασίλη.
Το κοινό δεν πρέπει να μπερδευτεί από το γεγονός ότι οι αντίπαλοι θα κατέβουν κι οι δυο με blue εμφανίσεις. Ο μεταξύ τους αγών θα είναι σκληρός, χωρίς αύριο, και με έπαθλο το “βαθύ κράτος”. Σκληρός όσο κάτι στημένοι αγώνες κατς, όπου οι υποτιθέμενοι προς αλληλοεξόντωση αντίπαλοι είναι φιλαράκια και τα πίνουν παρέα.
Η αριστεία
Αυτή η πολλοστή επικοινωνιακή γραμμή άμυνας θα πάει άκλαυτη σαν τις προηγούμενες.
Θύμισε όμως κάτι παλιούς μύθους που χιλιοτραγουδήθηκαν τον καιρό του Μωυσέως. Ανάμεσα στα συντρίμμια του διαλυμένου ψηφιακού κράτους, της διαχειριστικής υπεροχής, του ικανού μεταρρυθμιστή κείται κι ο θρύλος της “αριστείας”. Ποιός ή ποιοί αποδείχθηκαν μη άριστοι;
Όσον αφορά στην αξιοκρατία, οι πιο προχωρημένοι της σχολής Σκέρτσου ίσως δεχόταν να αναγνωρίσουν ως “κυρβασιλισμό” και φαυλότητα την μεθύστερη αλλαγή του ηλικιακού ορίου των 48 ετών της προκήρυξης της μετάταξης με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών χάριν παράνομου ρουσφετιού (αναξιοκρατία).
Η αριστεία όμως είναι κοινωνικό ήθος κι όχι απλώς ακριβοδίκαιη διαδικασία (αξιοκρατία), οπότε έφταιγαν οι άρχοντες ή η λαϊκή τους πελατεία; Για την αριστεία το μείζον είναι ο κυρ Βασίλης (Σαμαράς) ή μήπως ο κυρ Κωστάκης (Καραμανλής) κι ο κυρ Κυριάκος (Μητσοτάκης);
Κρίσιμες θέσεις
Για τον μεν σταθμάρχη ισχύει ότι κάθε άνθρωπος κρατάει στα χέρια του την τύχη του και δεν την προδιαγράφει η καταγωγή του (γενετική ή κοινωνική). Στην ελληνική παράδοση θεωρείται ανήθικο το να στερηθεί κάποιος τη δυνατότητα μύησης σε μία εκπαίδευση που τη δικαιούνται όλοι κι όχι μόνο οι πιο προικισμένοι. Δεν μετράμε τόσο τις αφετηριακές δυνατότητες καθενός όσο την καταβαλλόμενη προσπάθεια. Η παιδαγωγική έμφαση δίνεται κυρίως στην εργασία και την πειθαρχία κι όχι τόσο στις ξεχωριστές πνευματικές δυνατότητες. Με αυτή την έννοια μπορεί και πρέπει ο κάθε εργαζόμενος να βελτιώνει δια βίου την μοίρα του, είτε δουλεύει στον ΟΣΕ είτε στον ΕΦΚΑ κ.ο.κ. Η ίδια ακριβώς αρχή της αυτονομίας είναι αυτή που δεν αφήνει και περιθώρια επιείκειας για τον “φτωχό υπάλληλο” γενικώς.
Για δε τους ιθύνοντες φαίνεται ότι η απόρριψη του βιολογικού και κοινωνικού ντετερμινισμού δεν είναι διόλου εξασφαλισμένη, όπως δείχνουν τα περί «αριστείας» της ΝΔ, αλλά κυρίως αυτή η σύμπτωση στις θέσεις ευθύνης. Ο παραιτηθείς υπουργός, ο μη παραιτηθείς Πρωθυπουργός και κάμποσοι ακόμη είναι γόνοι. Μετά τα Τέμπη (μ.Τ.) η «αριστεία» μας στοιχειώνει.
Μάχη ιδεών
Συνήθως, η συζήτηση περί αριστείας εστιάζεται απλώς στην ειλικρίνεια όσων την επικαλούνται. Η Αριστερά επιδεικνύει τη διαδρομή ανθρώπων της, αυτοδημιούργητων που διακρίθηκαν παρά τις αντιξοότητες και τους αντιπαραβάλει με μια παράταξη γόνων και θυγατέρων, ταυτισμένη ιστορικά με την αναξιοκρατία και το ρουσφέτι. «Ντενεκέδες ξεγάνωτοι!» όπως έλεγε ο Ευάγγελος Γιαννόπουλος. Το κατεστημένο απαντά: Αυτά ήταν παλιά. Τώρα έχουμε μια νέα χρυσή γενιά, τη γενιά των Αρίστων!
Προσωπικώς δεν θα έβρισκα επίσης κανένα ενδιαφέρον σε μια συζήτηση περί αξιολογικών συγκρίσεων του τεχνοκρατικού δυναμικού των παρατάξεων. Εξ άλλου στην υπόθεσή μας οι τεχνοκράτες εμφανίστηκαν μετά την καταστροφή.
Το αληθινό πρόβλημα είναι η αριστοκρατική δομή που επιβιώνει παραδόξως. Γιατί οι “άριστοι” δεν είναι παρά ψευδώνυμο μιας αριστοκρατίας και καθόλου ακριβής απόδοση του όρου excellence. Σε καμία περίπτωση δεν εννοούν διαδικαστική αξιοκρατία.
Τι αρμόζει άραγε στη φύση των γόνων;
Αν στο κλειστό οργανωμένο σύμπαν του Αριστοτέλη η αρμόζουσα θέση βάσει της φύσης του καθενός ήταν ευχερώς προσδιορίσιμη, στο άπειρο σύμπαν της νεωτερικότητας, η αρχή της ανισότητας στην ιεραρχία των όντων κλονίστηκε τόσο που o παλιός εκείνος κόσμος κατέρρευσε.
Ίσως όχι εδώ, όπου ο παρατεινόμενος ηγεμονισμός γόνων όπως οι κκ Μητσοτάκης, Καραμανλής κ.λπ. εμπεριείχε ανέκαθεν έναν ρετρό ιδεασμό βάσει του οποίου οι ήρωες συνεχίζουν να βρίσκονται αποκλειστικά στις τάξεις των αρχόντων (κατά το ομηρικό ήθος).
Στην αντίληψη τους το «έμφυτο» (της καταγωγής) προηγείται κι έπεται η αλλαγή της μοίρας εκάστου δια της εκπαίδευσης και της προσπάθειας. Προεξάρχει η πραγμάτωση του εαυτού κι όχι η υπέρβασή του.
Σχόλιο
Δεδομένης της ευτελούς προέλευσης της τοπικής ιθύνουσας τάξης, η «νοσταλγία» της αυτή προς μίαν ανύπαρκτη φεουδαρχική παράδοση αριστοκρατίας είναι εντελώς κίβδηλη. Το κυριότερο όμως είναι ότι αν τυχόν σοβαρολογούσαν στα όσα «αριστοκρατικά» υποδύονται, ο μόνος δρόμος θα ήταν εκείνος του Αίαντα. Ευτυχώς που δεν το εννοούν στ’ αλήθεια ότι εμπνέονται από την ομηρική ηθική.-