Αρχές Αυγούστου, µες στην καλοκαιρινή ραστώνη, απολαµβάνουµε µε τρεις φίλους δροσερά αναψυκτικά στη γειτονιά µας, τα Εξάρχεια. Πίσω µας έχουν ήδη υψωθεί οι πρώτες λαµαρίνες που αποµονώνουν τον χώρο για την κατασκευή του σταθµού του µετρό.
Ο ιδιοκτήτης του γωνιακού βιβλιοπωλείου είναι εξοργισµένος γιατί έµαθε πως κλείνει η πλατεία µόνο όταν είδε τις λαµαρίνες λίγα µέτρα µπροστά στο µαγαζί του. Από τις παρόδους εµφανίζονται µε σταθερή ροή όργανα της τάξης. ∆υο δυο, µετά τρεις τρεις, δέκα δέκα. Προτού το καταλάβουµε βρισκόµαστε στο κέντρο ενός πεδίου µάχης µε αστυνοµικούς και ΜΑΤ να µας έχουν περικυκλώσει. Μπορεί να κάνουν αστέρια τα µάτια µου, αλλά µέτρησα καµιά 100αριά άτοµα. Εκατό όργανα της τάξης που ήρθαν για να επιβάλουν µε τη βία το µετρό στην πλατεία Εξαρχείων. Αυτό δεν έχει πλέον καµιά σχέση µε πολεοδοµία, αυτό είναι καταστολή.
Εχει σηµασία να ξεχωρίσουµε λίγο τα ζητήµατα που προκύπτουν στα Εξάρχεια σε σχέση µε το µετρό, καθώς θα βρούµε αυτούς που δεν θέλουν καθόλου µετρό στα Εξάρχεια, αυτούς που θέλουν µετρό αλλά όχι στην πλατεία, αυτούς που θέλουν µετρό στην πλατεία κι αυτούς που δεν θέλουν τίποτε, αλλά µε αυτούς δεν θα ασχοληθώ. Κάποια από τα ζητήµατα που προκύπτουν είναι τεχνικά και κάποια αµιγώς πολιτικά.
Στα τεχνικά ζητήµατα θα µπω πολύ επιφανειακά γιατί υπάρχουν συνάδελφοι πολύ πιο ειδικοί από µένα. Υπάρχει καταρχάς µια συζήτηση επί της αρχής. Σύµφωνα µε έναν όχι ευκαταφρόνητο αριθµό ατόµων, τα Εξάρχεια δεν χρειάζονται µετρό. Κατά τη γνώµη τους, Οµόνοια, Σύνταγµα και στο µέλλον Ευελπίδων αρκούν για να εξυπηρετήσουν την περιοχή. Η αντίθετη άποψη λέει πως µια περιοχή µε τέτοια πυκνότητα χρειάζεται δικό της µετρό, που άλλωστε δεν θα εξυπηρετεί µόνο την πλατεία αλλά και την πολύ πυκνή Νεάπολη.
Eνα δεύτερο τεχνικό ζήτηµα είναι κατά πόσο ο σταθµός θα µπορούσε να είναι αλλού, π.χ. στην oδό Τοσίτσα. Υπάρχει µάλιστα µια µελέτη του 2018 που δείχνει πως κάτι τέτοιο είναι εφικτό. Εδώ τίθεται όµως ένα σοβαρό διαδικαστικό θέµα, καθώς όταν γίνεται αυτή η πρόταση έχει ήδη δροµολογηθεί η δηµοπράτηση για σταθµό πάνω στην πλατεία.
Από προηγούµενη πείρα που έχουµε από τα έργα της Αττικό Μετρό ξέρουµε πως η πλατεία θα µείνει για δέκα χρόνια εργοτάξιο και µάλιστα ότι οι πιθανότητες να έχει και πάλι υψηλό πράσινο µετά την περάτωση των έργων είναι ελάχιστες. Αρκεί να δει κανείς το χάλι που έχουν οι περισσότερες είσοδοι των σταθµών του µετρό για να καταλάβει ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος να εµπιστευόµαστε τους υπεύθυνους.
Κεντρικό βέβαια στην όλη συζήτηση είναι το ζήτηµα των αξιών γης. Αν το µετρό είναι ένα πολύ σηµαντικό συστατικό της λεγόµενης βιώσιµης κινητικότητας, δεν κάνει να ξεχνούµε πως έχει τεράστιες επιπτώσεις στις αξίες γης και ότι η κατασκευή του συνδέεται άµεσα και µε κτηµατοµεσιτικά συµφέροντα. Μια στάση του µετρό στα Εξάρχεια θα αλλάξει τις τιµές της γης –είναι βέβαιο– κι αυτό θα φέρει τεράστιες µεταβολές στην περιοχή. Εχουµε κάθε λόγο να πιστεύουµε πως οι περισσότερες θα είναι καταστροφικές, καθώς θα οδηγήσουν στην αποµάκρυνση κατοίκων, εµπορικών, πολιτιστικών και κοινωνικών χρήσεων.
Οµως το κυρίως θέµα είναι κατεξοχήν πολιτικό. Μια κυβέρνηση που θεωρεί πως ένα πολεοδοµικό έργο έχει τόση ανάγκη προστασίας από τα ΜΑΤ για να πραγµατοποιηθεί δείχνει ότι όχι απλώς δεν αντιλαµβάνεται τον δηµόσιο χαρακτήρα του έργου, αλλά ότι τα αντανακλαστικά της είναι η βία και η καταστολή. Υπάρχουν υποχρεωτικές διαδικασίες διαβούλευσης που πιστεύω πως έχουν ακολουθηθεί (υποχρεωτικές αναρτήσεις στο διαδίκτυο, διάλογος µε φορείς κ.λπ.). Και φυσικά υπάρχει εδώ ένα πολύ σοβαρό ζήτηµα: γιατί δεν πήραν θέση όσο ήταν ακόµη καιρός οι υπεύθυνοι φορείς και περίµεναν µέχρι να είναι πολύ αργά για οποιαδήποτε τροποποίηση;
Αλλά συµµετοχή δεν είναι µόνο η υποχρεωτική διαβούλευση µε φορείς. Είναι ένα σύστηµα ανοιχτών διαύλων επικοινωνίας µε τους κατοίκους, τους επιχειρηµατίες και τους χρήστες της κάθε γειτονιάς. Αυτή ξεκινάει από την έγκαιρη πληροφόρηση και µπορεί να καταλήξει ακόµη και στην από κοινού αναζήτηση ενδιάµεσων ή παροδικών λύσεων. Κι εδώ η αποτυχία είναι ολική. Αντ’ αυτού επιλέχθηκαν η βία και η καταστολή µε τρόπο που κάνει ακόµη κι εµένα –που τείνω από την επαγγελµατική µου πείρα να πιστεύω πως δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική από ένα σταθµό στην πλατεία– να αµφιβάλλω για τις προθέσεις του όλου εγχειρήµατος.
Οι παρεµβάσεις στην πόλη είναι πάντα ένα τεστ δηµοκρατικότητας. Και για µια ακόµη φορά η πολιτεία δείχνει το πιο αντιδηµοκρατικό της πρόσωπο.
Ο Αρης Καλαντίδης είναι πολεοδόμος. Ζει στην Αθήνα και στο Βερολίνο.