Ο σκηνοθέτης και συγγραφέας Ανδρέας Αποστολίδης μιλάει στο Documento για όσα ορίζουν το ξεχωριστό είδος της λατινοαμερικανικής αστυνομικής λογοτεχνίας.
«Στα μέσα της δεκαετίας του ’70, μερικοί συγγραφείς από διάφορες χώρες της Λατινικής Αμερικής αποφασίσαμε να δημιουργήσουμε ένα νέο είδος αστυνομικού μυθιστορήματος. Πώς όμως να γράψεις αστυνομικό μυθιστόρημα σε μια χώρα όπου ο βασικός εγκληματίας είναι το κράτος; Πώς στον δαίμονα θα δουλέψεις με αστυνομικούς όταν στη Λατινική Αμερική είναι η δύναμη του κακού; Αυτό μας ανάγκασε να επανεφεύρουμε αυτό το είδος της λογοτεχνίας» λέει ο Μεξικανός συγγραφέας Πάκο Ιγνάσιο Τάιμπο ΙΙ στην εναρκτήρια σεκάνς του ντοκιμαντέρ «Latin noir». Ο Ανδρέας Αποστολίδης, σκηνοθέτης, συγγραφέας νουάρ μυθιστορημάτων και μελετητής του είδους, ταξίδεψε στη Λατινική Αμερική, αναζητώντας τους συγγραφείς του νέου ρεύματος του νουάρ που μιλούσε ισπανικά και καταγράφοντας την κοινωνική πραγματικότητα, μήτρα αυτού του είδους. Το αποτέλεσμα του ταξιδιού του αποτυπώθηκε σε μια ταινία και σε ένα βιβλίο που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άγρα. Συναντηθήκαμε λοιπόν μαζί του για να µιλήσουµε σχετικά µε το Latin noir και το κοινωνικό του πλαίσιο.
Από πού άντλησε την έµπνευσή του το Latin noir;
Είναι ένα είδος αστυνοµικού µυθιστορήµατος το οποίο ευδοκίµησε τη δεκαετία του ’70. Είναι µια περίοδος που στην πλειονότητα των χωρών της Λατινικής Αµερικής επικρατούν οι δικτατορίες. Οι άνθρωποι οι οποίοι αρχίζουν να δουλεύουν τα αστυνοµικά έχουν λάβει µέρος στα κινήµατα εναντίον των στρατιωτικών δικτατοριών και στη συνέχεια αφιερώνονται στη συγγραφή αστυνοµικών µυθιστορηµάτων. Το διαφορετικό από άλλες «εθνικές» σχολές της Ευρώπης, όπως η σκανδιναβική όπου οι κεντρικοί ήρωες είναι αστυνοµικοί –γι’ αυτούς είναι αυτονόητο ότι µια υπόθεση θα λυθεί στον βαθµό που θα λάβουν µέρος οι θεσµοί–, είναι ότι η αστυνοµία (ειδικά εκείνη την περίοδο) είναι τµήµα του προβλήµατος. Οι ήρωες σε αυτά τα µυθιστορήµατα είναι δηµοσιογράφοι, ιδιωτικοί ντετέκτιβ ή δικαστικοί που λειτουργούν έξω από το πλαίσιο της υπηρεσίας τους και αντιµετωπίζουν κάποιο µυστήριο που θα προσπαθήσουν να λύσουν χωρίς να τα καταφέρουν. Προσεγγίζουν την αλήθεια, αλλά τελικά η δικαιοσύνη δεν αποδίδεται. Αυτό είναι το χαρακτηριστικό της σχολής του Latin noir.
Αυτό µας οδηγεί στον πυρήνα του αµερικανικού hard-boiled…
Αυτοί οι συγγραφείς µετέφεραν το «σκληρό» αστυνοµικό, το οποίο ευδοκιµούσε στη Βόρεια Αµερική, στον νότο, στα δικά τους δεδοµένα, καθώς οι πρωταγωνιστές αυτών των µυθιστορηµάτων ήταν αντισυµβατικοί χαρακτήρες. Αυτό ήταν βολικό δεδοµένο για τη δική τους µυθοπλασία.
Ακόµη και στο βορειοαµερικανικό πρότυπο ο ήρωας, ο οποίος βρίσκεται στο περιθώριο του συστήµατος, αντιµετωπίζει τα φαινόµενα της προϊούσας κοινωνικής σήψης…
Πράγµατι. Στα βορειοαµερικανικά αστυνοµικά ο κεντρικός ήρωας συνήθως είναι ιδιωτικός ντετέκτιβ που βρίσκεται στο περιθώριο της κοινωνίας και αυτό το πρότυπο τους ταίριαζε. Είναι αυτός ο ήρωας που προσπαθεί να βρει δουλειά στις µεγαλουπόλεις και να επιβιώσει προσφέροντας κάποιου είδους υπηρεσία και δικαιοσύνη µέσα από την ατοµική του δουλειά και όχι µέσα από τους µηχανισµούς του συστήµατος. Βέβαια, ο Βορειοαµερικανός ντετέκτιβ δεν βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση µε την αστυνοµία – κάπως συνεργάζεται. Υπάρχει κάποια στοιχειώδης γέφυρα. Στα λατινοαµερικανικά είναι πιο σπάνια αυτή η γέφυρα. Πάντως οι Λατινοαµερικανοί αντιγράφουν τους Βορειοαµερικανούς µε πολύ συνειδητό τρόπο και κατά κάποιον τρόπο σχολιάζουν τα έργα τους, τα κριτικάρουν ή τα λοιδορούν. Σε κάθε περίπτωση ασπάζονται το hard-boiled και το οµολογούν ευθέως.
Οι αναφορές τους βρίσκονται στον Χάµετ και τον Τσάντλερ ή σε παλαιότερους λογοτέχνες των χωρών τους;
Ισχύουν και τα δύο. Το µοντέλο σαφώς είναι δανεισµένο από τον Χάµετ και τον Τσάντλερ. Ωστόσο δεν µένουν ανεπηρέαστοι από το λογοτεχνικό µπουµ της Λατινικής Αµερικής της δεκαετίας του ’60 – από συγγραφείς όπως ο Κορτάσαρ, ο Φουέντες, ο Λιόσα, ο Μάρκες και ο Μπόρχες: αυτοί έχουν έναν τρόπο αντιµετώπισης της λογοτεχνίας και των διάφορων ειδών πολύ ελεύθερο και θεωρούν λογοτεχνικό τρόπο γραφής πάρα πολλά είδη, από τη φανταστική λογοτεχνία έως και το αστυνοµικό. Οπότε η γενιά του ’70 βρίσκει στρωµένο το έδαφος ώστε να µπορεί χωρίς ενοχή να εκφραστεί σε πολλές φόρµες χωρίς να χρειάζεται να δικαιολογηθεί για την επιλογή της. Ενώ αντίθετα σε άλλες χώρες αντιµετώπιζαν το αστυνοµικό αφήγηµα σαν κάτι εµπορικό, ψυχαγωγικό, δευτερεύον ως προς την εκφραστική ποιότητα.
Υπάρχουν δύο γενιές λογοτεχνών, η παλαιά και η νεότερη…
Λίγο σχηµατικά θα λέγαµε ότι η παλαιά γενιά είναι από το 1970 έως το 2000, όταν στις περισσότερες χώρες κυριαρχεί η δικτατορία και στη συνέχεια υπάρχει µετάβαση σε κάποιο είδος δηµοκρατικού καθεστώτος. Μετά το 2001 καίριο είναι το θέµα της οικονοµικής κρίσης, µε την Αργεντινή να πρωταγωνιστεί σε αυτό το πεδίο.
Σαφέστατα η Κούβα βρίσκεται έξω από το σχήµα που περιγράψατε.
Για την Κούβα υπήρχε µια ιδιαιτερότητα ως προς τα αστυνοµικά. Μετά το 1970 το κράτος αγκάλιασε τα αστυνοµικά µυθιστορήµατα και τα θεώρησε ικανοποιητική µορφή έκφρασης – το έκανε φυσικά για προπαγανδιστικούς λόγους. Το κράτος χρησιµοποίησε εργαλειακά το είδος για να υποδείξει πώς πρέπει να είναι ο σωστός πολίτης, τι ορίζει τον επαναστάτη και τι τον αντεπαναστάτη. Το αποτέλεσµα ήταν να καταλήξει σε ένα είδος εντελώς βαρετό, καθώς όλα ήταν προβλέψιµα, ενώ το αστυνοµικό ως είδος είναι καλό στον βαθµό που δεν είναι προβλέψιµο. Ο ήρωας από την άλλη πρέπει να είναι κάπως αντισυµβατικός χαρακτήρας. Εκεί ήταν όλα αναµενόµενα.
Αλλαξε όµως το τοπίο µε την εµφάνιση του Λεονάρδο Παδούρα.
Πράγµατι, άλλαξε µε την εµφάνισή του. Αν και ο ήρωάς του είναι κρατικός υπάλληλος, δεν συµβιβάζεται µε τις παθογένειες και τις δυσλειτουργίες των µηχανισµών, κρατάει κριτική στάση και περιγράφει µε ρεαλιστικούς όρους ό,τι συµβαίνει γύρω του. Οπότε µε τον Παδούρα άλλαξε το σκηνικό και η αστυνοµική ιστορία άρχισε να γίνεται ενδιαφέρουσα. Οταν άρχισε να γράφει ο Παδούρα, στο τέλος της δεκαετίας του ’80, η Κούβα περνούσε δύσκολη φάση, καθώς η κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης όξυνε τα ήδη υπαρκτά προβλήµατα της οικονοµίας της.
Ξεχωρίζετε κάποιον συγγραφέα του Latin noir;
Νοµίζω ότι ο πιο σηµαντικός είναι ο Τάιµπο, ο οποίος άλλωστε ένωσε όλους αυτούς τους συγγραφείς. Το 1988 εµπνεύστηκε ένα φεστιβάλ αστυνοµικής λογοτεχνίας στη Χιχόν της Ισπανίας, τη Semana Negra. Σε αυτό το φεστιβάλ βρέθηκαν οι συγγραφείς του Latin noir και γνωρίστηκαν µεταξύ τους. Ετσι σταδιακά σχηµατίστηκε µια κοινή βάση και διαµόρφωσαν κοινή συνείδηση και αντίληψη.
INFO