Ο Άκι Καουρισμάκι προσπαθεί να κλέψει τις εντυπώσεις από τη Γωγώ Αντζολετάκη και τον Αλέκο Σακελλάριο

Ο Άκι Καουρισμάκι προσπαθεί να κλέψει τις εντυπώσεις από τη Γωγώ Αντζολετάκη και τον Αλέκο Σακελλάριο

Αγαπητό μου Μπερλινολόγιο – Ημέρα 7η προς 8η (14-15/2)_x000D_
_x000D_

Ο ΤΑΖ ανακαλύπτει ότι δεν υπάρχει ομορφότερος ύπνος από αυτόν που σε πιάνει σε μια βερολινέζικη κινηματογραφική αίθουσα, δεν κάνει ή μάλλον δεν γράφει για σεξ επειδή του τα κόβει ο Φρούντζος και οργανώνει παρέα με άλλους τρελούς σαν αυτόν ρετροσπεκτίβες ιδιαίτερων γούστων και αισθητικής, ντυμένος παπαδοπαίδι εφόσον «ο έρωτας είναι εκκλησία».

Κάτι περίεργο συμβαίνει όταν βρίσκεσαι στο Βερολίνο στις 7.00 το πρωί στο σπίτι του Μακεδονομάχου και ακούς για 10η φορά τη Γωγώ Αντζολετάκη από βινύλιο να σου τραγουδάει «Είν’ η αγάπη μας μια φυλακή κι ο έρωτας μία εκκλησία, που μπαίνουμε και οι δυο μέσα εκεί, και κάνουμε και κάνουμε (σ.σ.: το κάνουν δηλαδή δύο φορές) θυσία». Και στο καπάκι να της απαντά ο Άγγελος Αντωνόπουλος, στο ίδιο σούπερ καλτ τραγούδι με τον τίτλο «Θυσία», με σοβαρή πρόζα σε μπάσο τόνο σαν να παίζει «Βασιλιά Λιρ»: «Kι όταν το αύριο θυμάσαι, στα μάτια σου σταλάζει η βροχή, με ένα φιλί σου λέω μη φοβάσαι, το τέλος μας θα είναι όπως η αρχή» (σ.σ.: οι στίχοι που έγραφα στα τραγούδια της Κορομηλά αρχίζουν και μου φαίνονται πολύ πιο λογικοί).

Τέσπα, ο Μακεδονομάχος είναι μάγειρας απίστευτος, δεν υπάρχει – τσακίσαμε το αρνί, τσακίσαμε το κοτόπουλο, τσακίσαμε τα γεμιστά, το υπέρτατό σουξέ του, τσακίσαμε τις μπρουσκέτες με αντζούγια συν ότι αλκοόλ υπήρχε με αποτέλεσμα να έχει πάει 10.00 το βράδυ και να συζητάμε φιλοσοφικά για την εικαστική σημειολογία ενός καρπουζί κτιρίου που βλέπαμε από το μπαλκόνι του, μέσα από τα γυμνά χειμερινά κλαδιά ενός δέντρου, ενώ ταυτόχρονα ο Νοσφεράτου αισθανόταν τεκνό σε ταινία του Γουόρχολ και άλλαζε θέσεις ύπνου όλο το βράδυ κρατώντας ένα ποτήρι κρασί. Άνετα τον έκανα πειραματικό φιλμάκι 6ωρο μονοπλάνο με ακίνητη κάμερα σαν το «Sleep» του Άντι. Σίγουρα θα είχε πολύ πιο ενδιαφέρον και καλλιτεχνική αξία από όλη την παπαριά της φετινής Μπερλινάλε που πιάνει πάτο θριαμβευτικά. Θέλω να πω ότι, ναι, είναι υπέροχος ο Άκι Καουρισμάκι με το «The other side of hope», μια από τις καλύτερες δουλειές τού ούτως ή άλλως αγαπημένου σκηνοθέτη που έσπασε το κοντέρ στις βαθμολογίες του «Screen International» και ηγείται της κούρσας με 3,7/5 (δηλαδή παρά τρία αριστούργημα αν υπολογίσεις πως 4 είναι το μάξιμουμ αλλά υπάρχει και το 0 που μπορεί να είναι μηδέν αλλά θεωρείται κλίμακα αξιολόγησης).

Αυτό το μηδέν έχει προκαλέσει και το μεγαλύτερο διχασμό του φεστιβάλ με το κατά γενική ομολογία δυνατό «The party» της Σάλι Πότερ που άρεσε στους περισσότερους, αλλά με έναν μαλάκα από τη Γαλλία (από πού αλλού;) να του έχει βάλει 0 και πλέον να έχει τον απαράδεκτο για την ποιότητα της ταινίας μέσο όρο 2. Όσο για τον Καουρισμάκι, χωρίς επ’ ουδενί να αμφισβητώ την ποιότητα της δουλειάς του, αναρωτιέμαι τι πραγματικά προσφέρει ένα φεστιβάλ όσον αφορά την εξερεύνηση της σύγχρονης κινηματογραφικής πραγματικότητας όταν η πιο πετυχημένη του ταινία στο διαγωνιστικό προκύπτει από έναν καραβραβευμένο και αναγνωρισμένο σκηνοθέτη με συγκεκριμένο στιλ και καριέρα δεκαετιών. Μέχρι στιγμής πάντως με 12 ταινίες να έχουν παιχτεί από το διαγωνιστικό, 3 είναι τα φαβορί για τον Αρκουδιάρη τον Χρυσό. Το ουγγαρέζικο «Of body and soul», που στο είχα επισημάνει από την αρχή, της Ιλντίκο Ενιέντι, φυσικά ο Καουρισμάκι και το «Α fantastic woman» του Σεμπάστιαν Λέλιο. Όμως το ερώτημα του τι τελικά αντιπροσωπεύει αυτό το φεστιβάλ και για ποιον λόγο πραγματικά γίνεται παραμένει. Δεν είναι τυχαίο πως σήμερα Τετάρτη, που έκλεισε η «αγορά», σταμάτησε να εκδίδεται το «Screen International». Επομένως, όλη η παρέλαση γίνεται στην ουσία για τα φράγκα, τους αγοραστές και τους πωλητές με άλλοθι όλους εμάς τους υπόλοιπους ως κριτικούς και θεατές και την ιδέα του «κάνουμε πάρτι». Ναι, με τη Γωγώ Ατζολετάκη. Παρ’ όλα αυτά εγώ προσωπικά κάνω πάρτι.

Δεν θα μπορούσε να υπάρξει πιο κατάλληλος σκηνοθέτης για το ριμέικ στο σουρεαλιστικό ντελίριο γοτθικού τρόμου «Suspiria» που γύρισε ο Ντάριο Αρτζέντο γράφοντας ιστορία το 1977 από τον Ιταλό σκηνοθέτη Λούκα Γκουαντανίνο («Είμαι ο έρωτας») και πρωταγωνίστρια την Τίλντα Σουίντον. Τα γυρίσματα της ταινίας έχουν ολοκληρωθεί και στην Ελλάδα η Seven Films έχει αγοράσει τα δικαιώματα προβολής. Είναι ο Λούκα Γκουαντανίνο, που εντελώς αδικαιολόγητα βρίσκεται εκτός του διαγωνιστικού, με την ταινία που λάτρεψαν με δάκρυα όλοι, το «Call me by your name». Στο κόκκινο χαλί η Κατρίν Ντενέβ προσπάθησε να χαρίσει λίγο από το στιλ και την κομψότητά της όπως και στο γκαλά Cinema for Piece, αλλά τελικά δεν τα κατάφερε, γιατί ποζάρισε σαν να είχε πάθει εγκεφαλικό. Η Σιένα Μίλερ με τον Ρόμπερτ Πάτινσον –που ήταν υπέροχοι στην προβολή του έτσι και γιουβέτσι «City of Z» του Τζέιμς Γκρέι–, αργότερα το βράδυ, σε εντελώς κουλ χωρίς φανφάρες, νεανική ενδυματολογική διάθεση, το έκαψαν στο V.I.P. ενώ το θέαμα έξω από την καμένη σάουνα Apollo, με τους τρεις νεκρούς, γεμάτη στην είσοδο από λουλούδια και gay σημαίες, σου θυμίζει με έναν σχεδόν απόκοσμο τρόπο όλα σου τα παιχνίδια με τη φωτιά. Σε ένα Βερολίνο γεμάτο ήλιο σήμερα και τον παγωμένο μέχρι χτες ποταμό Σπρε να σου θυμίζει πως πάγος και φωτιά είναι ζωή, με ποταμόπουλα να διασχίζουν γαλήνια τα νερά του αφήνοντας στο πέρασμά τους μια μικρή γραμμή, υπενθύμιση της πορείας τους στο νερό. Πορείες και διασταυρώσεις περίεργες όπως αυτή που με έφερε κοντά στην εγγονή του Αλέκου Σακελλάριου, Tίνυ Λεονάρδου, η οποία και πρόκειται να μου δώσει μια αποκλειστική συνέντευξη για τη μαγική ζωή του παππού της, που θα δημοσιευτεί στο Documento της Κυριακής.

Ετικέτες

Documento Newsletter