Την τρίτη 17 Σεπτεμβρίου 2019, στο Πρωτοδικείο Αθηνών εκδικάστηκαν οι ανακοπές των Τραπεζών, των ασφαλιστικών ταμείων κ.λ.π, που αμφισβητούν τις τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις, οι οποίες στο σύνολό τους προβλέπουν: Την προνομιακή καταβολή στους εργαζόμενους του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη των αποζημιώσεων απόλυσης.
Σύμφωνα με την Εργασιακή Επιτροπή των Εργαζομένων ΔΟΛ:
Η παρουσία πολλών δεκάδων εργαζομένων του ΔΟΛ σε μία μεγάλου όγκου και σημασίας δίκη για την πορεία των δικαιωμάτων τους, έδινε το στίγμα της έντασης. Δόθηκαν πολλές ευκαιρίες για να εκδηλωθεί ένταση, αλλά οι εργαζόμενοι έδειξαν αυτοσυγκράτηση.
Με τον αγώνα τους – κάποιων περισσότερο και κάποιων λιγότερο – έχουν καταφέρει μέχρι σήμερα να έχουν το δικαίωμα και δικαστικές αποφάσεις που έχουν τελεσιδικήσει να λάβουν έστω την αποζημίωσή τους. Οι τράπεζες, το δημόσιο, ασφαλιστικοί οργανισμοί το αμφισβητούν ζητώντας να προηγηθούν οι δικές τους απαιτήσεις και αυτό το αντικείμενο είχε η σημερινή δίκη στο Πρωτοδικείο Αθηνών.
Από κοινού στην ίδια πλευρά οι συνήγοροι των εργαζομένων. Από κοινού στην άλλη πλευρά (αν και δεν είχαν τους ίδιους ρόλους στην δίκη) οι συνήγοροι τραπεζών, δημοσίου, ΕΦΚΑ και των ειδικών διαχειριστών. Η ταύτιση τραπεζών και ειδικών διαχειριστών είναι παλαιά και συνεχής. Ξεκινάει από την εκκίνηση της ίδιας ομάδας υποθέσεων, όταν ο δικηγόρος τους μετατράπηκε σε ειδικό διαχειριστή και ο ειδικός διαχειριστής σε στενό και άμεσο συνεργάτη του αγοραστή.
Ενας συνεχής ψίθυρος για έξωθεν παρεμβάσεις, με δυσπιστία, που φανερώνει ότι η χώρα χωλαίνει από τον κοτζαμπασισμό και δεν έχει ούτε Δημοκρατία, ούτε Δικαιοσύνη, αφού Πολιτεία και Δικαιοσύνη συνωθούνται για να εμπεδώσουν ως ανάγκη τα συμφέροντα των λίγων ισχυρών έναντι των πολλών.
Και μέσα σε αυτό το κλίμα, η πρόεδρος του δικαστηρίου να αρνείται διαρκώς αιτήματα και δικαιώματα των εργαζομένων, ακόμα και να εξετάσουν μάρτυρες ή να υπάρχει ενιαία αντιμετώπιση της δίκης, ώστε να μην αναγκαστούν οι εργαζόμενοι σε υπέρογκα δικαστικά έξοδα. Το πρώτο αναγκάστηκε να το δεχθεί μετά από πολλές πιέσεις, χωρίς η ίδια να υποβάλει καμία ερώτηση στους μάρτυρες. Σαν να μην την ενδιέφεραν οι καταθέσεις τους. Το δεύτερο δεν το δέχθηκε.
Και όταν από τις ολιγόλεπτες και με πίεση της προέδρου να μην ερωτούν οι συνήγοροι των εργαζομένων καταθέσεις, αναπτύχθηκε το καθεστώς εμπαιγμού των εργαζομένων, η εικόνα δεν άλλαξε. Ενδιαφέρον δεν διεφάνη.
Πολλές φορές είναι ο τρίτος, ο παρατηρητής, που εννοεί και αντιλαμβάνεται την γενική εικόνα σε μία δίκη, τις θέσεις και τις προθέσεις και εδώ φάνηκε να υπάρχουν και θέσεις και προθέσεις από αυτούς που πρέπει να σκέφτονται και να ενεργούν με πλήρη ισότητα.
Ας θυμίσουμε μόνο στους αναγνώστες ότι οι εργαζόμενοι έχουν καταφέρει να κριθεί ότι οι απαιτήσεις τους για την αποζημίωση προηγούνται στην ικανοποίησή τους έναντι αυτών των τραπεζών και αυτό προσβάλουν στην δίκη αυτή οι τράπεζες.
Από την άλλη πλευρά, οι εργαζόμενοι με ενέργειές τους έχουν καταφέρει να είναι σήμερα εκκρεμείς ως μη νόμιμες οι απαιτήσεις των τραπεζών. Αυτές οι απαιτήσεις των τραπεζών, οι εργαζόμενοι ζητούν να μην ικανοποιηθούν. Όπως ζητούν, 2 χρόνια μετά, να μάθουν που είναι οι εισπράξεις του ΔΟΛ στο διάστημα της ειδικής διαχείρισης, γιατί για αυτές οι ειδικοί διαχειριστές δεν αναφέρθηκαν, ούτε για το ύψος τους, ούτε για το που βρίσκονται και δεν τις εμφάνισαν στον πίνακα διανομής. Εν ολίγοις, εισπράξεις πολλών εκατομμυρίων αγνοούνται και αυτοί που έκαναν την είσπραξη και πάλι δεν απάντησαν … . Η πρόεδρος δεν τους πίεσε, παρότι άκουσε.
Φυσικά και οι εργαζόμενοι θα οδεύσουν τις υποθέσεις έως το τέλος όσο μακριά και εάν βρίσκεται αυτό, θα αγωνιστούν, θα εκθέσουν τα επίπεδα δημοκρατίας και δικαιοσύνης στην χώρα, εάν αποδειχθούν ανεπαρκή και επιφατικά.
Σε επίπεδο φυσικής παρουσίας και άμεσης αντίδρασης έδειξαν και πάλι αυτοσυγκράτηση, πάλι αλλά μέχρι πότε;