Νύχτες Επιδαύρου

Νύχτες Επιδαύρου

Ουδόλως ενοχλήθηκαν η Ατοσσα και το φάντασμα του Δαρείου από τον βόμβο του στρατιωτικού ελικοπτέρου με το οποίο κατέφτασε στην Επίδαυρο ο Ελληνας πρωθυπουργός για να παρακολουθήσει τους «Πέρσες».

 Αλλωστε την απάντησή τους την έδωσαν μέσα από τον λόγο του Αισχύλου: «Οταν ανθίζει η έπαρση καρπίζει στάχυ θυμού και συμφορές σκορπάει». Δυσανασχέτησε όμως σφόδρα η αισθητική με την εικόνα του σκηνοθέτη Δ. Λιγνάδη να ασπάζεται στο τέλος το γύψινο ομοίωμα του Παρθενώνα. Ηταν η ύστατη προσπάθειά του να πείσει τους θεατές ότι ένα έργο-κόλαφος στην αλαζονεία των νικητών μετατράπηκε σε εθνικοπατριωτικό αφήγημα. Εκκλησιαστικά στασίδια, λίγη λύρα, ερασμιακά ελληνικά και ευειδείς νέοι που λικνίζονται ορεξάτοι σαν σε ρέιβ πάρτι ουδεμία σχέση έχουν με την άφατη οδύνη που περικλείει το κείμενο.

Το χλιαρό χειροκρότημα του κοινού δεν θύμιζε σε τίποτε τις οργισμένες αντιδράσεις άλλων εποχών, κυρίως μετά τη μεταπολίτευση όταν σταμάτησε το μονοπώλιο του Εθνικού. Υστερα από την ανανέωση που έφεραν το Αμφιθέατρο του Ευαγγελάτου και το Θέατρο Τέχνης του Κουν αφήνοντας πίσω τους τις χλαμύδες και τον στόμφο, ακολούθησαν πιο τολμηροί πειραματισμοί. Τις πρώτες αποδοκιμασίες δέχτηκε η «Αντιγόνη» σε σκηνοθεσία του Γ. Ρεμούνδου επειδή εμφανίστηκε επί σκηνής να σέρνει βαριές αλυσίδες. Συνήθως όσοι επαίρονται για την οικουμενικότητα και τη διαχρονικότητα των αρχαίων τραγωδιών είναι οι πρώτοι που φωνάζουν «έξω οι Ρώσοι από την Επίδαυρο» και «τι έχει να μας πει ο Βούλγαρος». Τα γιουχαϊσματα που εισέπραξαν ο Ρ. Στούρουα για τον «Οιδίποδα Τύραννο» λόγω ενός τσιγάρου, ο Α. Βασίλιεφ για τη «Μήδεια» και ο Ν. Γκότσεφ για τους «Πέρσες» είναι ενδεικτικά της μονομαχίας που συχνά διεξάγεται ανάμεσα στους συντελεστές μιας παράστασης και τους θεατές. Ενας ψευδεπίγραφος πατριωτισμός που υποκρύπτει ξενοφοβία αποκαλεί σκάνδαλο και βεβήλωση του ιερού χώρου τη διαφορετική ματιά.

Τα πρωτεία ωστόσο των αντιδράσεων κατέχει η «Αλκηστις» του Γ. Χουβαρδά. Πρωτοστατούσης της Αννας Συνοδινού, η λέξη «αίσχος» δονούσε μια ξάστερη νύχτα του 1984 δίνοντας το έναυσμα για πρωτοφανή επεισόδια με χειροδικίες εναντίον των ηθοποιών και διακοπή της παράστασης. Μια αμφιλεγόμενη ερωτική σκηνή τροφοδότησε τότε τους τίτλους των εφημερίδων: «Τσόντα στην Επίδαυρο. Οι μοντέρνοι πάνε να αλλοιώσουν τον πολιτισμό μας».

Ανάλογες βέβαια συμπεριφορές συνιστούσαν στοιχείο θεατρικής πράξης και στην αρχαιότητα. Οι Αθηναίοι για να αντέξουν το πολύωρο θέαμα είχαν μαζί τους και φαγητά τα οποία ενίοτε εκσφενδόνιζαν στην ορχήστρα.

Τα ταπεράκια των αρχαίων αντικαταστάθηκαν από το φαγοπότι στην ιστορική ταβέρνα του Λεωνίδα στο Λυγουριό. Στο λεύκωμα που κυκλοφόρησε πρόσφατα «Η Κάλλας, ο Μινωτής, ο Κουν και τα μαγειρευτά της Κάκιας» καταγράφονται οι γαστρονομικές προτιμήσεις όχι μόνο των ανθρώπων του θεάτρου αλλά και διάσημων θεατών. Οι αγαπημένες ελιές του Μινωτή, τι παρήγγειλαν ο Βισκόντι, ο Ντελόν και η Ρόμι Σνάιντερ, η τυρόπιτα του Μιτεράν και το γιουβέτσι της Μελίνας. Μέσα από γλαφυρές αφηγήσεις γίνονται επίσης γνωστές ίντριγκες και παραξενιές όπως η εντολή της Κάλλας να ψεκαστούν τα τζιτζίκια για να μην παρεμβάλλονται στη φωνή της.

Η εποχή της θορυβώδους ευφροσύνης με γλέντια και γιούχα μάλλον πέρασε. Ας αρκεστούμε στις αναπολήσεις των μεγάλων αστέρων. Διανύουμε την περίοδο των αστερίσκων.

H Χρύσα Κακατσάκη είναι φιλόλογος ιστορικός Τέχνης

Ετικέτες

Documento Newsletter