Ντόμινο ακρίβειας και αισχροκέρδειας στη βενζίνη

Ντόμινο ακρίβειας και αισχροκέρδειας στη βενζίνη

Στη δίνη της κρίσης που φέρνει η άνοδος της τιµής του πετρελαίου έχει περιέλθει η ελληνική κοινωνία µε απόλυτη ευθύνη της κυβέρνησης Μητσοτάκη, η οποία παρά τις εκκλήσεις αρµοδίων και καταναλωτών επιµένει να µην προχωρά στη µείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης (ΕΦΚ). Εµµένοντας σε µια παντελώς αδιέξοδη πολιτική, την οποία έχει προ καιρού απορρίψει σχεδόν το σύνολο των κρατών-µελών της ΕΕ, η κυβέρνηση της Ν∆ συνεχίζει απλώς να διαπιστώνει τις αυξήσεις, να προβλέπει ακόµη µεγαλύτερες δυσκολίες και να προτρέπει τους πολίτες να «κρατούν µικρό καλάθι» ενόψει των ακόµη µεγαλύτερων προβληµάτων που θα επιφέρει η κατάσταση η οποία έχει διαµορφωθεί λόγω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και του ντόµινο που αυτή προκαλεί.

Τα στοιχεία του ρεπορτάζ σύµφωνα µε τα οποία από πέρυσι τέτοια εποχή η τιµή της βενζίνης έχει αυξηθεί κατά τουλάχιστον 0,50 ευρώ και όσα λένε στο Documento πρόεδροι ενώσεων βενζινοπωλών ανά την επικράτεια καταδεικνύουν επιπλέον ότι, σε αντίθεση µε τους κυβερνητικούς ισχυρισµούς, ο πόλεµος δεν αποτελεί τη µοναδική αιτία για την αύξηση των τιµών.

Την ίδια στιγµή πάντως που άλλες χώρες όπως η Κύπρος, η Πορτογαλία και η Ιρλανδία ανακοινώνουν µειώσεις του ειδικού φόρου κατανάλωσης προκειµένου να ελαφρύνουν κατά το δυνατόν το βάρος που πέφτει στις πλάτες των πολιτών, ο Αδωνης Γεωργιάδης προαναγγέλλει ότι «οι τιµές θα αυξάνονται υποχρεωτικά κατά το µέτρο που αυξάνεται η τιµή της πρώτης ύλης», ενώ ο αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών Στέλιος Πέτσας, αναπαράγοντας το προσφιλές κυβερνητικό αφήγηµα περί ευθύνης την οποία µοιράζονται όλοι, επανέλαβε µεσοβδόµαδα από τη συχνότητα της ΕΡΤ ότι «θα πρέπει όλοι µαζί να ξεπεράσουµε την κρίση».

Οι δηλώσεις αυτές έρχονται βεβαίως να προστεθούν στους ισχυρισµούς τόσο του πρωθυπουργού όσο και του κυβερνητικού εκπροσώπου, οι οποίοι ανερυθρίαστα έχουν δηλώσει αφενός ότι η µείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης θα είχε πολύ µεγάλη δηµοσιονοµική επίπτωση αλλά µικρό τελικά όφελος στην τελική τιµή του προϊόντος, αφετέρου ότι από µια ενδεχόµενη µείωση το µεγαλύτερο όφελος θα το είχαν εκείνοι που έχουν τις µεγαλύτερες καταναλώσεις.

Στην πραγµατικότητα βέβαια η Ελλάδα παραµένει η τέταρτη ακριβότερη χώρα ως προς το πετρέλαιο και τα παράγωγά του µεταξύ των χωρών-µελών της ΕΕ και τούτο ενώ δεν υπάρχει πρόβληµα παραγωγής πετρελαίου, πράγµα που ευλόγως θα αύξανε την τιµή, όπως ισχυρίστηκε πρόσφατα ο υπουργός Ανάπτυξης. Η χώρα µας βέβαια κατέχει την τέταρτη θέση µεταξύ των κρατών-µελών της ΕΕ και ως προς τον ειδικό φόρο κατανάλωσης.

Σύµφωνα µε τη νοµοθεσία της ΕΕ, το ελάχιστο ύψος που προβλέπεται όσον αφορά τον ΕΦΚ στη βενζίνη ανέρχεται στo 0,36 ευρώ ανά λίτρο, µε την Ελλάδα να υπολείπεται (µε φόρο 0,7 ευρώ ανά λίτρο) µόνο των Κάτων Χωρών, της Ιταλίας και της Φινλανδίας. Ο χαµηλότερος ΕΦΚ αντιθέτως επιβάλλεται στην Ουγγαρία και διαµορφώνεται στο 0,34 ευρώ ανά λίτρο. Εξάλλου, σύµφωνα µε πρόσφατη έρευνα του ΙΜΕ/ΓΣΕΒΕΕ σε συνεργασία µε τη δηµοσκοπική εταιρεία Marc, η αύξηση της τιµής της βενζίνης αποτελεί την κατηγορία µε τη µεγαλύτερη αρνητική επίδραση στο εισόδηµα των νοικοκυριών µετά τις τιµές του ρεύµατος και των τροφίµων.

Καµία διάθεση για µείωση του ΕΦΚ

Ο Θέµης Κιουρτζής, πρόεδρος της Ενωσης Βενζινοπωλών Θεσσαλονίκης και της Πανελλήνιας Οµοσπονδίας Πρατηριούχων Εµπόρων Καυσίµων (ΠΟΠΕΚ), σηµειώνει για παράδειγµα ότι η ανοδική πορεία παρατηρήθηκε µετά το πρώτο lockdown το 2020 και εντάθηκε από το καλοκαίρι του 2021. «Τώρα µε τον πόλεµο» εξηγεί «τα διεθνή funds που διαχειρίζονται τα πετρέλαια βρήκαν την ευκαιρία κι έβαλαν “καπέλο”. ∆εν υπάρχει πρόβληµα παραγωγής και διάθεσης καυσίµων αυτήν τη στιγµή. Η αγορά παγκοσµίως τροφοδοτείται κανονικά. Η αρχική αύξηση που παρατηρήθηκε λόγω του κορονοϊού οφείλεται στην ανάγκη να καλυφθούν οι ζηµιές που είχαν οι πετρελαιοπαραγωγές χώρες. Με τον φόβο του πολέµου όµως βρήκαν ευκαιρία και αύξησαν τις τιµές κατακόρυφα».

Ο Θ. Κιουρτζής

 

Ο κ. Κιουρτζής δεν παρέλειψε να σηµειώσει ότι η Ελλάδα είχε πάντοτε τις ακριβότερες τιµές, ακόµη κι όταν το λίτρο κόστιζε 1,50 ευρώ. «Αυτό συµβαίνει και σήµερα. Και συµβαίνει επειδή έχουµε ιδιαίτερα στη βενζίνη υψηλό ΕΦΚ» είπε.

Στο ίδιο µήκος κύµατος κινείται και η πρόεδρος της Ενωσης Βενζινοπωλών Αττικής Μαρία Ζάγκα. Σύµφωνα µε την ίδια, «από τότε που άρχισε η αγορά να κινείται εκ νέου, µετά τα συνεχή lockdowns, θέλησαν οι πετρελαιοπαραγωγές χώρες να βγάλουν τα σπασµένα. Ετσι άρχισε η αύξηση των τιµών. Εµείς αµέσως µετά τα Χριστούγεννα είδαµε τις τιµές να “τσιµπούν”».

«Το µεγάλο πρόβληµα µε την τιµή του καυσίµου στην Ελλάδα είναι ο υψηλός ΕΦΚ. Η Κύπρος τον µείωσε, έχει και χαµηλό ΦΠΑ και πωλεί αντί 1,37 ευρώ το λίτρο. ∆εν αισιοδοξώ ότι θα µειωθεί ο ΕΦΚ, αλλά ως πρόεδρος της ένωσης θα συνεχίσω να το διεκδικώ. Είναι πολύ µεγάλο το ποσό που εισπράττει το κράτος. Τα ¾ είναι φόροι. Αν φύγει αυτό, η βενζίνη θα γίνει αυτό που πρέπει να είναι: κοινωνικό αγαθό» συµπληρώνει.

Ο Θ. Κιουρτζής από την πλευρά του υπερθεµατίζει. Οπως τονίζει στο Documento: «Η Κύπρος, στην οποία η τιµή του καυσίµου είναι πολύ χαµηλότερη, είχε πάντοτε χαµηλότερο ΕΦΚ και χαµηλότερο ΦΠΑ. Είχε ούτως ή άλλως χαµηλότερη τιµή. Τα δε πρατήρια στην Κύπρο δουλεύουν µε µεγαλύτερο περιθώριο κέρδους από εµάς. Εδώ δεν µπορούµε να έχουµε µεγάλο περιθώριο κέρδους επειδή το λαθρεµπόριο που δεν ελέγχεται κινεί την αγορά προς τα κάτω».

Ο Ηρ. Ξυδάκης

 

«Αυξητική τάση στη διεθνή τιµή του πετρελαίου άρχισε να παρατηρείται από πέρυσι το καλοκαίρι» λέει από τη δική του πλευρά στο Documento και ο πρόεδρος των βενζινοπωλών του Ρεθύµνου Ηρακλής Ξυδάκης. «Ωστόσο» συνεχίζει «από τον Φεβρουάριο και µετά παρατηρούµε ότι οι τιµές έχουν εκτοξευτεί. Το κέρδος µας από την ποσότητα καυσίµων που έχουµε προµηθευτεί δεν επαρκεί ώστε να πληρώσουµε την επόµενη παραγγελία. Το µεγάλο πρόβληµα για εµάς είναι ο ΕΦΚ. Αν δεν µπορούν όµως να µειώσουν αυτό τον φόρο, ας µειώσουν τουλάχιστον τον ΦΠΑ. Και η Κύπρος και η Βόρεια Μακεδονία αγοράζουν από την Ελλάδα. Οµως είδατε ότι στην Κύπρο µείωσαν τον ειδικό φόρο. Γιατί εµείς δεν το κάνουµε;» διερωτήθηκε.

Φοβούνται λουκέτα οι βενζινοπώλες

Οπως επισηµαίνουν στο Documento οι γνωρίζοντες την αγορά, η αύξηση της τιµής των καυσίµων όχι απλώς δεν ευνοεί τους πρατηριούχους αλλά λειτουργεί σαν µέγγενη η οποία από στιγµή σε στιγµή µπορεί να οδηγήσει ακόµη και σε λουκέτα ή απολύσεις. «Η κατανάλωση µειώνεται διαρκώς. Το παρατηρούµε αυτό και στη βενζίνη και στο πετρέλαιο θέρµανσης. Μάλιστα βλέπουµε κόσµο ο οποίος έρχεται να προµηθευτεί πετρέλαιο µε µπιτόνι για να συµπληρώσει για µια δυο ηµέρες επειδή δεν έχει τη δυνατότητα να βάλει ακόµη 500 ευρώ ή και παραπάνω.

Σκεφτείτε ότι πέρυσι κάποιος έβαζε 40% περισσότερο καύσιµο απ’ ό,τι φέτος. Τον επαγγελµατία δεν τον συµφέρουν τα αυξηµένα καύσιµα για πολλούς λόγους: πρώτον, χάνει µέρος του κεφαλαίου του. Η αγοραστική του δύναµη έχει περιοριστεί κατά 40%. Ενας πρατηριούχος της µεσαίας τάξης δεν µπορεί να ανταποκριθεί όταν υπάρχουν αυξήσεις, γιατί καθίσταται µη ανταγωνιστικός σε σχέση µε εκείνον που έχει χρήµατα. Και χρήµατα ποιος έχει; Πέρα από ορισµένους πρατηριούχους οι οποίοι είναι χρόνια στο επάγγελµα και µπορεί να έχουν ένα κεφάλαιο, χρήµατα έχουν τα διυλιστήρια τα οποία έχουν θυγατρικά πρατήρια. Τι σηµαίνει αυτό; Οτι µπορούν να ελέγχουν την αγορά. Εκείνοι λοιπόν που κερδίζουν είναι οι µεγάλες εταιρείες. Τα διυλιστήρια τις τελευταίες δέκα ηµέρες κέρδισαν 400 ευρώ ανά τόνο» υποστηρίζει ο Θ. Κιουρτζής.

Η Μαρία Ζιάγκα

«Η κατάσταση είναι πλέον δύσκολη και για τα µαγαζιά µας, επειδή βλέπετε ότι έχει µειωθεί πολύ η δουλειά, από 20-30% σε ορισµένα πρατήρια. Χάνουµε και εµείς και ο καταναλωτής και το κράτος» συµπληρώνει η Μ. Ζάγκα, επισηµαίνοντας ότι «µε τιµή καυσίµου 1,90 ευρώ πληρώνουµε κατευθείαν φόρο 1,30 ευρώ. Από το 0,60 ευρώ που αποµένει, παραπάνω από το µισό καταλήγει στα διυλιστήρια. Ο,τι αποµένει το µοιραζόµαστε τρεις: µεταφορείς, εταιρείες πετρελαιοειδών και βενζινάδικο. Τι νοµίζετε ότι µένει για τον πρατηριούχο; Τρίχες. Σας ρωτώ λοιπόν: πώς θα δουλέψουµε αν δεν έχουµε έσοδα κι ενώ τα έξοδα τρέχουν; Κάποιος ο οποίος δεν παρανοµεί θα κλείσει ή θα αναγκαστεί να προχωρήσει σε απολύσεις».

«Εµείς ως πρατηριούχοι έχουµε απώλειες» λέει από την πλευρά του και ο Ηρ. Ξυδάκης. «Η πτώση της κατανάλωσης αγγίζει το 25-30% από τη στιγµή που ξεκίνησε ο πόλεµος. ∆υστυχώς, θα πρέπει να σκεφτούµε ακόµη και να µειώσουµε το προσωπικό µας. Είναι πολλοί οι συνάδελφοι που το σκέφτονται. Με αυτή την κατάσταση δηλαδή είναι πιθανό να αυξηθεί και η ανεργία. Το ρεύµα αυτήν τη στιγµή είναι δυσβάσταχτο. Εκεί που πληρώναµε 700 έως 900 ευρώ τον µήνα, τώρα πληρώνουµε 2.000 έως 2.300 ευρώ» εξηγεί εµφανώς προβληµατισµένος.

Κανένας έλεγχος για λαθρεµπόριο

Ως µείζον πρόβληµα της αγοράς περιγράφουν πάντως οι βενζινοπώλες το λαθρεµπόριο και τους ανύπαρκτους ελέγχους. Σύµφωνα µε όσα λένε στο Documento, καµία κυβέρνηση µέχρι σήµερα δεν έχει φροντίσει να ρυθµίσει και να περιορίσει το εν λόγω µείζον ζήτηµα που δηµιουργεί ακόµη µεγαλύτερα προβλήµατα στους επαγγελµατίες.

Στο ερώτηµα αν κερδίζει κάποιος από την κατάσταση που διαµορφώνεται, η Μ. Ζάγκα δεν µασά τα λόγια της. «Ασφαλώς κερδίζει» λέει. «Το παρεµπόριο, το οποίο χτυπάει κόκκινο. ∆εν υπάρχει κλάδος που να θέλει περισσότερο από εµάς να καθαρίσει ο χώρος, αλλά τα ελεγκτικά όργανα του κράτους αδιαφορούν. Μη µου πει καµία κυβέρνηση ότι έκανε κάθαρση. Ποτέ, µε καµία κυβέρνηση δεν γίνονταν έλεγχοι. Πρατηριούχοι δεν κάνουν παρεµπόριο. Αυτό είναι κύκλωµα. Υπάρχουν άνθρωποι µε χρήµατα ύποπτης προέλευσης και τα ξεπλένουν. Εµείς δεν θέλουµε να ασχοληθούµε µε αυτούς γιατί τους φοβόµαστε. Είναι δουλειά του κράτους να ασχοληθεί. Ευτυχώς φαίνεται να το κατάλαβε τώρα και ο κ. Γεωργιάδης αυτό, που µέχρι προχτές καλούσε τον κόσµο να πάει στα φτηνά πρατήρια. Μα τους έχει ελέγξει αυτούς που είναι φτηνοί αν είναι σωστοί; Πώς υπάρχουν αυτήν τη στιγµή µαγαζιά που πωλούν κάτω από την τιµή του διυλιστηρίου; ∆ηλαδή στην τιµή που αγοράζουµε χονδρικώς κάποιοι πωλούν λιανικώς. Πώς γίνεται αυτό; Απευθύνουµε έκκληση για ελέγχους. Μπορεί να υπάρχουν πραγµατικά φτηνά πρατήρια. Αλλά πώς βγάζουν τα έξοδά τους; Ενοίκια, µισθούς εργαζοµένων, ρεύµα. Ενα πρατήριο έχει έξοδα. Μειώνονται τα έσοδα και αυξάνονται τα έξοδα».

Ως µείζον περιγράφει το πρόβληµα και ο Θ. Κιουρτζής από τη Θεσσαλονίκη. «Τα τελευταία χρόνια εξαιτίας της κρατικής ανεπάρκειας να κάνει ελέγχους έχει αυξηθεί πολύ η παραβατικότητα» επισηµαίνει. «Ως παραβατικότητα» συνεχίζει «περιγράφουµε το λαθρεµπόριο, τη νοθεία καυσίµων και το κλέψιµο στην αντλία. ∆υστυχώς εκείνοι που συµµετέχουν σε αυτό αυξάνονται κατά τη διάρκεια της κρίσης και ιδίως όσο αυξάνεται η τιµή του καυσίµου. Είναι όµως λάθος να ακούγεται ότι οι επαγγελµατίες του χώρου αισχροκερδούν. Τι ποσοστό πιστεύει κανείς ότι µπορεί να θεωρηθεί αισχροκέρδεια; Κανένας δεν απαντάει σε αυτό το ερώτηµα. Ο επαγγελµατίας πρέπει να περιφρουρήσει την κεφαλαιακή του επάρκεια. Αν αγοράσω σήµερα σε τιµή 1,90 ευρώ και πουλάω 1,95 ευρώ και αύριο αγοράσω σε τιµή 2,10 ευρώ, θα έχω βάλει χρήµατα από την τσέπη µου. Είναι τόσο µεγάλες οι αυξήσεις. Λένε πολλοί ότι ο τάδε πρατηριούχος αύξησε την τιµή προτού αγοράσει. Ναι, γιατί αν δεν το κάνει µε τον ρυθµό που αυξάνονται οι τιµές, αύριο δεν θα µπορεί να αγοράσει. Κάπως πρέπει να έχει χρήµατα. Πάντως έλεγχοι από το κράτος δεν γίνονταν ποτέ. Σας το τονίζω αυτό. Ποτέ η πολιτεία δεν έκανε το καθήκον της. Ούτε οι νυν ούτε οι προηγούµενοι».

 

 

 

 

Ετικέτες

Documento Newsletter