Ο Θεός δεν ζητά τίποτε από κανέναν. Ούτε κάποιο λάδι στο καντήλι κανενός δεν σώζεται έτσι ξαφνικά και κυρίως χωρίς αιτία. Ο Δαρβίνος τα έλυσε αυτά τα θέματα προ πολλού. Άλλο η αιτιότητα κι άλλο η παρηγορία του Θείου.
Όταν η Πολιτεία δεν ασχολείται αποκλειστικά με το πρώτο το δεύτερο γίνεται συγχωροχάρτι για τους α-νόητους.
Η παράσταση που ανεβαίνει κάθε φορά στα ΜΜΕ με αφορμή ένα τραγικό συμβάν είναι απολύτως ενδεικτική της μαύρης μας της μοίρας.
Αυτού δηλαδή που συνέβη δεκαετίες τώρα στο «σώμα» της ελληνικής κοινωνίας μετατρέποντας το «φιλότιμο» και την «τσίπα» ενός αγράμματου αλλά με επίγνωση του «διάγουμε εν κοινωνία» λαού σε ένα αρπακολατζίδικο όραμα πλουτισμού παντί τρόπω του τύπου «ό,τι φάμε, ό,τι πιούμε κι ό,τι αρπάξει ο κώλος μας».
Όταν επικρατεί το δεύτερο το μόνο που μένει είναι η ευχή να μην καεί κι ο δικός μας κώλος.
Ο πρωταγωνιστής του δράματος αντί της λυτρωτικής σιωπής και ενδοσκόπησης θρηνολογεί στις οθόνες με γνήσια νεοελληνική αργκό.
Τα ΜΜΕ κορφολογούν θανόντες και επιζώντες και κάποια εξ αυτών σπεύδουν να κορφολογήσουν τον έχοντα και κατέχοντα έτερο τραγικό πατέρα.
Δεξιοί κι αριστεροί στήνουν ταξικές «μάχες» στο σασί γνωστής αυτοκινητοβιομηχανίας οσάν να μην είδαν και να μην κατάλαβαν ότι το όραμα πλουτισμού της μεταπολιτευτικής Ελλάδας και το σκαρφάλωμα στα ανώτερα κλιμάκια της κοινωνίας ακούμπησε σε τέσσερα ακριβά αμορτισέρ με τις ευλογίες του Παππά του χωριού, με το αζημίωτο φυσικά.
Δεν είναι και λίγο να ζητά από το Θείο να σε σώσει από τη βλακεία σου.
Κανονική όπερα μπούφα, κι όπως κάθε όπερα μπούφα είχε και έχει ένα μακρό μνημονιακό φινάλε.
«Αμορτισέρ, αξεσουάρ, βολάν, βιζαβί, ντιστριμπιτέρ, μοτέρ, καπό, καμπριολέ, ταμπλό, παρμπρίζ, κοντέρ, λεβιέ, πορτ μπαγκάζ, μπουζί, μαρσπιέ, ντεμπραγιάζ, ντελαπάρισμα, ντελαπάρω, σασμάν, ρεζερβουάρ, ρεκτιφιέ, συσπανσιόν, σασί, σιλανσιέ, ταξί, τετ-α-κέ, καρμπιρατέρ) και πάμε πάλι απ’ την αρχή «Αμορτισέρ, βολάν, βιζαβί…» κι ο Θεός βοηθός.