«Νταλαρολόγοι»: Η ακατονόµαστη δηµοσιογραφία

«Νταλαρολόγοι»: Η ακατονόµαστη δηµοσιογραφία

Ο έρωτας, ο θάνατος, ο πόλεµος και τα ανθρώπινα πάθη αποτελούν τους τέσσερις βασικούς άξονες γύρω από τους οποίους κινείται η λογοτεχνία από την αρχαιότητα µέχρι σήµερα. Εκείνο όµως που διακρίνει τα εύπεπτα best sellers από τα αριστουργήµατα είναι η γλώσσα, το ύφος και η ικανότητα ψυχολογικής διείσδυσης των συγγραφέων στους ήρωές τους.

Το ίδιο ισχύει και στη ζωή. Συχνά δεν έχει σηµασία τι λες αλλά πώς το λες. Και κάπως έτσι ξέσπασε ένας ακόµη µικρός «εµφύλιος» µε αφορµή τις δηλώσεις του Γιώργου Νταλάρα για τους ρεπόρτερ των πρωινάδικων. Oσοι τάχθηκαν στο πλευρό του επικαλέστηκαν την αδιαµφισβήτητη προσφορά του στη µουσική και στο τραγούδι. Στον αντίποδα, οι επικριτές του ισχυρίζονται ότι ένας εθνικός τροβαδούρος δεν ταυτίζεται υποχρεωτικά µε τον εθνικό τιµητή, ενώ ξέθαψαν και παλιότερες δηµόσιες τοποθετήσεις του που δεν συνάδουν καθόλου µε τον έντονα καταγγελτικό λόγο για τα νεαρά παιδιά µε τα µαρκούτσια. Η «χαριτωµένη» κοπέλα βέβαια, σοκαρισµένη από την «ντροπή που έπρεπε να νιώθoυν αυτή και οι γονείς της», δεν είχε την ετοιµότητα να του πει τον τίτλο από το τραγούδι του Τσιτσάνη «T’ άδικο ο Θεός δεν θέλει» ή το «Mη µου θυµώνεις µάτια µου που κάνω ερωτήσεις» ή ότι το σύνθηµα «Aλήτες, ρουφιάνοι, δηµοσιογράφοι» δεν αναφέρεται σ’ αυτούς.

Το ατόπηµα του Νταλάρα ήταν ότι οργίστηκε για τους σωστούς λόγους αλλά µε λάθος ανθρώπους και δεν κατονόµασε τις πραγµατικές πηγές του κακού. ∆εν τα έβαλε, π.χ., µε τον Ακη Παυλόπουλο που δοκιµάζει τις αντοχές µας λέγοντας πως µε τέσσερα τοστ χορταίνει µια οικογένεια. Ούτε µε τους καναλάρχες που συνειδητά επιλέγουν εκποµπές κλειδαρότρυπας, ώστε οι θεατές όταν αγοράζουν 18 ευρώ τη φέτα να ξεχνιούνται µε τα κουτσοµπολιά.

Η Ελλάδα έχει κερδίσει επαξίως την 107η θέση, γιατί επιβεβαιώνει τη φράση του Ουµπέρτο Εκο πως για να επιβληθεί δικτατορία δεν χρειάζονται πλέον τανκς παρά µόνο ο έλεγχος των ΜΜΕ. Και η κυβέρνηση Μητσοτάκη το εφαρµόζει επιτυχώς επιχορηγώντας κάθε τόσο όσα ΜΜΕ αντικαθιστούν την αλήθεια µε την προπαγάνδα. Που δεν προβάλλουν ως πρώτη είδηση τη συγκλονιστική αγόρευση της µητέρας ενός θύµατος στα Τέµπη. Που ανέχεται να κυκλοφορούν σε ιστοσελίδες αρθρογράφοι-φαντάσµατα. Απολύτως δίκαιη η 107η θέση µιας χώρας στην οποία αντί να τιµωρούνται οι υπεύθυνοι των σκανδάλων, διώκονται οι δηµοσιογράφοι που τα αποκαλύπτουν.

Εποµένως δεν ευθύνονται αποκλειστικά οι νέοι που ξεροσταλιάζουν για µια ειδησούλα λαϊφστάιλ. Αυτοί αποτελούν απλώς το σύµπτωµα µιας γενικότερης παρακµής της δηµοσιογραφίας που εξοβέλισε την έρευνα και αρκείται σε µια διεκπεραίωση ενηµέρωσης µε σκόπιµη ιεράρχηση των γεγονότων της επικαιρότητας.

Τόσο στο δοκίµιο «Η ψευδαίσθηση της αλήθειας» όσο και στο βιβλίο «Φύλλο µηδέν» ο Εκο προσπαθεί να εντοπίσει τις αιτίες αυτής της παρακµής: η κατάρρευση της αντικειµενικής µατιάς, η επικράτηση του διαδικτύου, η χρήση της τεχνολογίας για την κατασκευή fake news αλλά και το ίδιο το κοινό που χωρίς κριτική σκέψη δεν διασταυρώνει ό,τι του σερβίρουν.

Ο Νταλάρας έχει τη δυνατότητα να δώσει αφιλοκερδώς µια συναυλία για την Παλαιστίνη και µετά όλοι µονιασµένοι να συζητήσουν για το «τις πταίει» και τι µέλλει γενέσθαι.

Documento Newsletter