Σκανδαλώδης χαρακτηρίζεται από έγκριτους νομικούς η αρχειοθέτηση του σκανδάλου Novartis για τον ελεγχόμενο Άδωνη Γεωργιάδη καθώς παρά το πλήθος των στοιχείων που υπάρχουν σε βάρος του για εμπλοκή στο μεγάλο σκάνδαλο, ο αρμόδιος εισαγγελέας είδε μόνο τις επίσημες εταιρείες του και τις βρήκε καθαρές από… μαύρο χρήμα !
Το αδιανόητο αυτό νομικό σκεπτικό του οικονομικού εισαγγελέα, από τον οποίο μάλιστα είχε ζητηθεί να τελειώνει με τις ανοιχτές δικογραφίες του σκανδάλου (διαβάστε σχετικά: Σκάνδαλο Novartis: Επίσπευση της έρευνας για Άδωνη και Αβραμόπουλο ζητεί ο οικονομικός εισαγγελέας) καταρρίπτει πανηγυρικά δικαστική απόφαση ανώτερου δικαστηρίου αλλά και δικαστικό βούλευμα που είχε εκδοθεί, εδώ και επτά χρόνια, για υπόθεση δωροδοκίας και ξεπλύματος μαύρου χρήματος στην οποία δεν είχε εντοπιστεί το οικονομικό αντάλλαγμα.
«Tο προϊόν της δωροδοκίας δεν μπαίνει σε τραπεζικούς λογαριασμούς, ώστε να μπορεί εύκολα να εντοπιστεί, ούτε βέβαια αξιοποιείται άμεσα από αυτόν που το έχει εισπράξει», ήταν το εύλογο σκεπτικό του παραπεμπτικού βουλεύματος αλλά κυρίως και της καταδικαστικής κρίσης του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων της Αθήνας, που ναι μεν δεν είχε εντοπίσει το μαύρο χρήμα και την διαδρομή του, πλην όμως στηριζόμενο σε άλλα αποδεικτικά στοιχεία είχε προχωρήσει σε βαριές καταδίκες κάθειρξης σε βάρος του Πέτρου Μαντούβαλου και του δικαστή Γιώργου Ευσταθίου για υπόθεση παραδικαστικού κυκλώματος.
Μια απόφαση που δικαίως τότε είχε χαρακτηριστεί και από έγκριτους νομικούς ως πρόκριμα για τις εξελίξεις στο σκάνδαλο Novartis σε σχέση με την ποινική μεταχείριση των εμπλεκόμενων πολιτικών προσώπων, καθώς ανεξάρτητα από το εαν θα εντοπίζονταν τα τυχόντα προιόντα παθητικής δωροδοκίας, δηλαδή το μαύρο χρήμα, εντοπίστηκαν από τις έρευνες σε ελεγχόμενους, όπως εν προκειμένω ο Άδωνης Γεωργιάδης, σωρεία άλλων ενδείξεων ενοχής. Τα οποία στοιχεία εν προκειμένω είναι ένα πλήθος εγγράφων, όπως υπουργικές αποφάσεις, mails, αλλά και «καυτές» μαρτυρίες που δικαιολογούσαν την άσκηση της ποινικής δίωξης, όπως είχε γίνει με την υπόθεση του παραδικαστικού, αλλά πολύ πιθανό και περαιτέρω ποινικές εξελίξεις.
Μάλιστα στην υπόθεση του παραδικαστικού, που έφτασε με τα ίδια δεδομένα και στο ακροατήριο, το δικαστήριο δεν είχε θεωρήσει απαραίτητη, για να προχωρήσει σε καταδικαστική ετυμηγορία, την αποκάλυψη της διαδρομής του μαύρου χρήματος για να μοιράσει βαριές καταδίκες για δωροδοκία και ξέπλυμα μαύρου χρήματος.
Το δικαστήριο υιοθετώντας ως ορθό και το σκεπτικό του σχετικού παραπεμπτικού βουλεύματος (υπ. αριθμόν 939/2015) του Συμβουλίου Εφετών Αθήνας που δεν θεώρησε απαραίτητη την αποκάλυψη της διαδρομής του χρήματος για να στείλει στο εδώλιο τους εμπλεκόμενους, προχώρησε σε βαριές καταδίκες με βάση άλλα αποδεικτικά στοιχεία-μαρτυρίες, σύμφωνα με τα οποία υπήρξε παθητική δωροδοκία και ξέπλυμα βρόμικου χρήματος.
Το σκεπτικό του επίμαχου βουλεύματος, το οποίο είχε εκδοθεί πολύ προτού ξεκινήσει η διερεύνηση του σκανδάλου της Novartis, και βεβαίως η απόφαση του δικαστηρίου που το υιοθέτησε είναι η απάντηση –η οποία στηρίζεται στη νομική κρίση και ανώτερων δικαστών– σε όσους σήμερα οδηγούνται σε αρχειοθετήσεις για το σκάνδαλο Novartis, ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της παθητικής δωροδοκίας απαιτείται να εντοπιστεί η διαδρομή του μαύρου χρήματος… Οπως μάλιστα τονιζόταν στο επίμαχο βούλευμα (σε ελεύθερη μετάφραση), το προϊόν της δωροδοκίας δεν μπαίνει σε τραπεζικούς λογαριασμούς, ώστε να μπορεί εύκολα να εντοπιστεί, ούτε βέβαια αξιοποιείται άμεσα από αυτόν που το έχει εισπράξει…
Αναφέρεται επί λέξει στο εν λόγω βούλευμα: «…Με πρόθεση απέκτησε και κατέχει περιουσία, εν γνώσει, κατά τον χρόνο κτήσης της, του γεγονότος ότι η περιουσία προέρχεται από εγκληματική δραστηριότητα και δη από το έγκλημα της παθητικής δωροδοκίας δικαστή, ενώ απέκρυψε και την αλήθεια όσον αφορά τη φύση, προέλευση, διάθεση, χρήση αυτής και τον τόπο που βρίσκεται, εν γνώσει, ομοίως, του γεγονότος ότι προέρχεται από εγκληματική δραστηριότητα ….».
Κι επιπρόσθετα: «…με τις ενέργειές του αυτές επεδίωκε να προσδώσει νομιμοφανή υπόσταση στα προερχόμενα από την εγκληματική δραστηριότητά του έσοδα και συγκεκριμένα επεδίωκε την απόκρυψη της αλήθειας, όσον αφορά την προέλευσή τους και τη συγκάλυψη της παράνομης προέλευσης από το αδίκημα της παθητικής δωροδοκίας, με την αποφυγή: α) χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος, οπότε, ενόψει και του σημαντικού ύψους αυτής της περιουσίας θα ήταν ευχερέστερη η διαπίστωση της ύπαρξής της και η προέλευσή της από αξιόποινη δραστηριότητα, καθώς και από τους συγκεκριμένους συγκατηγορουμένους του ως δωροδότες και β) της άμεσης αξιοποίησής της, για να μην είναι δυνατή η διαπίστωση της χρήσης παράνομων εσόδων…».
Διαβάστε εδώ το σκεπτικό του οικονομικού εισαγγελέα που αρχειοθέτησε την υπόθεση ως προς Άδωνη Γεωργιάδη και κάντε τις νομικές αλλά και λογικές συγκρίσεις με την απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθήνας που είχε καταδικάσει Μαντούβαλο και Ευσταθίου.
Μια εκ των εισαγγελεων δεν ηθελε αρχειοθετηση
Αξίζει πἀντως να σημειωθεί οτι μια εκ των επίκουρων εισαγγελέων οικονομικού εγκλήματος είχε την άποψη ότι έπρεπε να ζητηθεί η άδεια της Βουλής και να κληθεί ο Άδωνης Γεωργιάδης σε εξηγήσεις, άποψη που δεν υποστηρίχθηκε από τους άλλους δύο επίκουρους, ούτε από τον επικεφαλής της Οικονομικής Εισαγγελίας αλλά και από τον εποπτεύοντα την έρευνα κ.κ. Μπαρδάκη και Καψιμάλη, αντίστοιχα.