Με ανακοίνωση της η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων παρεμβαίνει στο θέμα της Novartis, με αφορμή αυτή τη φορά την πρωτοφανή κίνηση του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά να καταθέσει μήνυση σε βάρος του πρωθυπουργού Α. Τσίπρα, αλλά και των εισαγγελέων που χειρίζονται το σκάνδαλο.
Στην ανακοίνωση της η ΕΔΕ αναφέρεται μεν στη λειτουργική ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και στους κινδύνους που ελλοχεύουν όταν οι ενέργειες γίνονται αντικείμενο πολιτικής αντιπαράθεσης, πλην όμως, εύκολα συνάγεται ότι: «Θέλει η ΕΔΕ να κρυφτεί αλλά η σκοπιμότητα δεν την αφήνει». Μια και μόνο φράση από την ανακοίνωση της που σε πρώτη ανάγνωση φαίνεται ότι εκδόθηκε για να υπερασπιστεί την ανεξάρτητη δικαιοσύνη και τους λειτουργούς της, καταδεικνύει ότι μάλλον ρέπει προς την πλευρά Σαμαρά…
«Ανεξάρτητα από τη βασιμότητα ή μη των καταγγελιών για τις οποίες δεν μπορούμε ούτε δικαιούμαστε να έχουμε οποιαδήποτε θέση…» αναγράφει η ΕΔΕ στη ανακοίνωση της επιδεικνύοντας μία όψιμη ευαισθησία δήθεν αποστασιοποίησης από την ουσία της υπόθεσης. Καθίσταται όμως σαφές από την ίδια τη φράση, ότι εγείρει προβληματισμό για τη βασιμότητα των όσων πρωτοφανών έχει συμπεριλάβει στη μήνυση του ο Α. Σαμαράς.
Να επισημάνουμε ότι μάλλον χλιαρή μπορεί να χαρακτηριστεί ακόμη και αυτή η δήθεν στήριξη προς τους εισαγγελείς, σε αντίθεση με τις «πύρινες» ανακοινώσεις που έχει εκδώσει κατά καιρούς το συνδικαλιστικό όργανο των δικαστών και εισαγγελέων για να στηρίξει άλλα προφανώς πιο προσφιλή προς αυτήν μέλη της.
Πάντως σε καμία από τις ανακοινώσεις που έχει εκδώσει στο παρελθόν η ΕΔΕ, σε βάρος του DOCUMENTO για αποκαλύψεις σχετικά με έργα και ημέρες μελών της, δεν έχει εκφράσει ποτέ επιφύλαξη για τα αληθές ή όχι του περιεχομένου των επίμαχων δημοσιευμάτων.
Ακολουθεί ολόκληρη η ανακοίνωση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων:
«Με την από 12 Φεβρουαρίου 2018 ανακοίνωση, η Ένωση επισήμανε τους κινδύνους που εγκυμονεί για τη Δικαιοσύνη η όξυνση της πολιτικής αντιπαράθεσης. Η κατάθεση μηνύσεων κατά εισαγγελικών λειτουργών που χειρίστηκαν την υπόθεση της Novartis επιβεβαιώνει τις ανησυχίες μας. Οι δικαστές και εισαγγελείς λειτουργούν μέσα στο πλαίσιο της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας που ορίζει το Σύνταγμα. Εντός του πλαισίου αυτού προβλέπεται ο έλεγχος από τα θεσμικά όργανα για κάθε πράξη ή παράλειψη. Μόνες αρμόδιες για την αξιολόγηση και κρίση σε κάθε υπόθεση είναι οι κατά περίπτωση επιλαμβανόμενες δικαστικές και εισαγγελικές αρχές. Ανεξάρτητα από τη βασιμότητα ή μη των καταγγελιών για τις οποίες δεν μπορούμε ούτε δικαιούμαστε να έχουμε οποιαδήποτε θέση, επισημαίνουμε και πάλι ότι είναι αναγκαίο να πρυτανεύσει η ψυχραιμία και η νηφαλιότητα ως προϋποθέσεις αναγκαίες για τη διαλεύκανση της υπόθεσης».