Μια απίστευτη καταγγελία σε βάρος του «θεματοφύλακα και παραστάτη των κρατικών συμφερόντων», του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (ΝΣΚ), αποκαλύπτεται και στοιχειοθετείται σε επιστολή-βόμβα που φέρνει στη δημοσιότητα το Documento.
Συντάκτης της επιστολής είναι νομικό γραφείο της Αθήνας το οποίο είχε εξουσιοδοτηθεί να εκπροσωπήσει ως πολιτική αγωγή μεγάλο αριθμό κρατικών νοσοκομείων στην εκδίκαση ενός εκ των πλέον πολύκροτων σκανδάλων στον πολύπαθο χώρο της Υγείας, της υπόθεση DePuy – θυγατρικής της πολυεθνικής Johnson & Johnson.
Αποδέκτης της επιστολής είναι η πολιτική και υπηρεσιακή ηγεσία του υπουργείου Υγείας. Η επιστολή-βόμβα αναφέρεται στην παρέμβαση των εκπροσώπων του ΝΣΚ στην εκδίκαση της υπόθεσης DePuy ενώπιον του Γ΄ Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων. Στην επιστολή καταγγέλλεται επί λέξει: «[…] το ΝΣΚ δεν συντάχθηκε με το πλευρό μας και επέλεξε να πάρει στην καλύτερη μια ουδέτερη θέση και στη χειρότερη περίπτωση να φανεί ότι τάσσεται με το πλευρό των κατηγορουμένων […]. Ζητήσαμε από τον δικηγόρο του ΝΣΚ να μας απαντήσει εάν έχει λάβει εξουσιοδότηση προκειμένου να παίρνει αυτήν τη θέση […] ή αν θα καταθέσει έγγραφο περί αυτής της θέσης του. Ο δικηγόρος δεν απάντησε τίποτε».
Πολυεθνικό λάδωμα 11,5 εκατ. ευρώ
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά τους. Στις 8 Μαΐου 2017 ξεκίνησε ενώπιον του Γ΄ Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών η δίκη κατά δεκατεσσάρων Ελλήνων και αλλοδαπών με τις κατηγορίες της απάτης, δωροδοκίας και νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα σε βάρος 114 ελληνικών νοσοκομείων, τα οποία υπέστησαν συνολική ζημία 11.593.452,80 ευρώ, σύμφωνα με το υπ’ αρ. 343/2016 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών. Κατηγορούμενοι ήταν ο Αγγλος Γκάρι Νέιλ Φιτζπάτρικ, επικεφαλής της βρετανικής εταιρείας DePuy, θυγατρικής της αμερικανικής Johnson & Johnson η οποία εμπορεύεται ορθοπαιδικό υλικό και μηχανισμούς, καθώς και άλλα δεκατρία άτομα, αλλοδαποί –στελέχη της εν λόγω εταιρείας– αλλά και Ελληνες γιατροί.
Ας σημειωθεί ότι δίκες σχετικές με την υπόθεση είχαν διεξαχθεί με κατηγορουμένους δωροδοκηθέντες Ελληνες γιατρούς και σε Πάτρα, Θεσσαλονίκη οι οποίες κατέληξαν σε επιβολή πολυετούς κάθειρξης στους περισσοτέρους των κατηγορουμένων που είχαν συλληφθεί με τεράστια ποσά στους λογαριασμούς τους, προϊόν δωροληψίας όπως αποδείχτηκε (προκειμένου να προωθούν τα προϊόντα της DePuy στα κρατικά νοσοκομεία στα οποία εργάζονταν).
Επειτα από γνωμοδότηση του Γραφείου Νομικού Συμβούλου ΝΣΚ υπουργείου Υγείας (έγγραφο 235-1051/17281/2.9.2016) η ηγεσία του με επείγον έγγραφό της (Α3α/65933/30.9.2016 ) ενημέρωσε τα νοσοκομεία ότι είχαν τη δυνατότητα να δηλώσουν παράσταση πολιτικής αγωγής στη δίκη της υπόθεσης DePuy που ξεκινούσε στις 17 Οκτωβρίου 2016 και αναβλήθηκε για τις 8 Μαΐου 2017. Πράγματι εκπροσωπώντας εννέα νοσοκομεία, τα ΓΝΑ Αθηνών «Γ. Γεννηματάς», Γενικό Νοσοκομείο Χανίων, Γενικό Νοσοκομείο Παίδων Πεντέλης, Γενικό Νοσοκομείο Μυτιλήνης, ΓΝ Σισμανόγλειο – «Αμαλία Φλέμιγκ», Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Ηρακλείου – Βενιζέλειο, Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Λάρισας, Γενικό Νοσοκομείο Ρόδου και ΝΠΙΔ Γενικό Νοσοκομείο «Παπαγεωργίου» δήλωσε παράσταση πολιτικής αγωγής η δικηγορική εταιρία Κεσσές – Νικολόπουλος – Σταματιάδης. Επιπροσθέτως και άλλα νοσοκομεία επροσωπήθηκαν μέσω άλλων νομικών παραστατών. Στη δίκη παράλληλα με τα νοσοκομεία αίτηση παράστασης κατέθεσε και το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους. Ουδέν περίεργο μέχρι στιγμής. Τα ωραία αρχίζουν από εδώ και πέρα.
Αντί ισόβιας κάθειρξης ένας χρόνος φυλακή
Η συνέχεια της δίκης έκρυβε πολλές εκπλήξεις. Μετά τις δηλώσεις παράστασης πολιτικής αγωγής οι εκπρόσωποι των κατηγορουμένων ζήτησαν να μην επιτραπεί στα κρατικά νοσοκομεία να παραστούν ως πολιτική αγωγή. Το θέμα όμως δεν ήταν αυτό, επειδή μια τέτοια κίνηση ήταν αναμενόμενη. Προς γενική κατάπληξη, ο εκπρόσωπος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ζήτησε και αυτός τον αποκλεισμό των νοσοκομείων από τη διαδικασία! Και αυτό όταν στο υπουργείο Υγείας το ΝΣΚ ήταν εκείνο που είχε ζητήσει την παράστασή τους (με το έγγραφό του 235-1051/17281/2016)!
Βεβαίως το ΝΣΚ είχε τα νομικά του επιχειρήματα, αλλά προφανώς κρινόμενη επί της ουσίας η στάση του γεννά ερωτήματα. Ερωτήματα που πληθαίνουν και για τη στάση που κράτησε ο εκπρόσωπος του ΝΣΚ και σε ένα άλλο μείζον θέμα. Ο κατηγορούμενος Ρ.Τζ. Ντούγκαλ, πρόεδρος του ΔΣ της DePuy Hellas –είχε καταδικαστεί από τα δικαστήρια της Αγγλίας και της Ουαλίας σε φυλάκιση μόλις ενός έτους (με αναστολή!) για διαφθορά και δωροδοκία στην Ελλάδα, και αυτό επειδή συνεργάστηκε και έδωσε στοιχεία και ονόματα στις βρετανικές αρχές– ζήτησε να εξαιρεθεί από τη δίκη και να τεθεί τέλος στην εις βάρος του ποινική δίωξη επειδή ακριβώς είχε ήδη δικαστεί στη Βρετανία.
Οι νομικοί παραστάτες των νοσοκομείων αρνήθηκαν κατηγορηματικά να αποδεχτούν την πρόταση αυτή. Οπως σημειώνεται στην έκθεση-επιστολή των προαναφερθέντων δικηγόρων των νοσοκομείων προς το υπουργείο Υγείας (υπογραμμισμένο μάλιστα από τον συντάκτη της επιστολής): «Θα πρέπει ο εν λόγω κατηγορούμενος να δικαστεί και εδώ στην Ελλάδα ενώ σε καμιά των περιπτώσεων δεν θα πρέπει να λογοδοτήσουν οι ελληνικές αρχές για το τι θα πράξουν με έναν κατηγορούμενό τους. Το συμφέρον τόσο των νοσοκομείων όσο και του δημοσίου ήταν να παραμείνει ο εν λόγω κατηγορούμενος στη δίκη καθώς αυτός κινούσε πολλά από τα νήματα της δωροδοκίας –σύμφωνα πάντα με το παραπεμπτικό βούλευμα– και τελικώς δικάστηκε στην Αγγλία για πράξη που έκανε στην Ελλάδα, σε βάρος των δικών μας νοσοκομείων που ζημιώθηκαν 11.593.452,80 ευρώ και τελικώς πήρε μια ποινή φυλάκισης 1 έτους με αναστολή τη στιγμή που τα αδικήματα αυτά στην Ελλάδα επισύρουν ποινή ισόβιας κάθειρξης».
Διπλωματικό ζήτημα όπως με τη Fraport!
Η συνέχεια στο δικαστήριο ήταν πραγματικά καταπληκτική. Ο πληρεξούσιος δικηγόρος του ΝΣΚ έλαβε την εξής θέση (σύμφωνα με την ήδη αναφερθείσα επιστολή των νομικών παραστατών των νοσοκομείων): «Αφήνουμε το ζήτημα στην κρίση του Δικαστηρίου […] δεν εκφράζουμε συγκεκριμένη άποψη επ’ αυτού […] σε κάθε περίπτωση δεν πρέπει να τεθεί διπλωματικό ζήτημα μεταξύ Ελλάδας και Αγγλίας, όπως στην περίπτωση της Frapport»!
Οπως ήταν λογικό ξεσηκώθηκε θύελλα ερωτημάτων από την τοποθέτηση αυτή. Η επιστολή του δικηγορικού γραφείου που εκπροσωπεί κρατικά νοσοκομεία προς το υπουργείο Υγείας καταλήγει ως εξής: «Συμπερασματικά το ΝΣΚ σε αυτήν τη δίκη η οποία αποτελεί την πρώτη δίκη διαφθοράς σε βάρος των νοσοκομείων στην Ελλάδα, όχι μόνο δεν έχει ενεργό ρόλο αλλά αντιθέτως τηρεί αρνητική στάση απέναντί μας […] ενώ θα μπορούσε να ισχυρισθεί ότι αμφότεροι έχουμε ζημιωθεί. […]. Δεν νοείται να μη συμπορευόμαστε νοσοκομεία και ΝΣΚ στη δίκη αυτή […] θα θέλαμε να μάθουμε αν η στάση αυτή των συνηγόρων του ΝΣΚ αντιπροσωπεύει το ΝΣΚ, το υπουργείο Υγείας και το δημόσιο».
Για την ιστορία, το δικαστήριο απέβαλε τα ενοποιημένα νοσοκομεία και απέβαλε το σύνολο των νοσοκομείων για το διάστημα 2000-2005 που λόγω και των Ολυμπιακών Αγώνων ήταν περίοδος μεγάλων προμηθειών και άρα…
Υπερκοστολόγηση και μίζες σε γιατρούς 114 νοσοκομείων
Το σκάνδαλο DePuy έσκασε το 2006 στις ΗΠΑ (Νιου Τζέρσι) όταν η Johnson & Johnson (J&J) αποφάσισε υπό την πίεση των αρχών να προχωρήσει σε εσωτερική έρευνα για θέματα διαφθοράς.
Στην Ευρώπη τα προϊόντα της αμερικανικής εταιρείας διακινούνταν από τη βρετανική DePuy International. Αυτή είχε δραστηριότητα στην Ελλάδα από το 1997 μέσω μιας ελληνικής εμπορικής εταιρείας διανομής. Σύμφωνα με τη δικογραφία, ο Ελληνας ιδιοκτήτης της εταιρείας διανομής εμφανιζόταν ταυτοχρόνως ως ιδιοκτήτης offshore εταιρειών στον φορολογικό παράδεισο στη βρετανική κτήση Νήσο του Μαν, μέσω των οποίων οι μίζες διοχετεύονταν στους γιατρούς. Οπως αναφέρεται σε βούλευμα (813/2014) του Συμβουλίου Εφετών Θεσσαλονίκης, τα «μαύρα» αποκαλούνταν συνθηματικά «επαγγελματική επιμόρφωση» (professional education)!
Οι ελληνικές αρχές ζήτησαν δικαστική συνδρομή και ακολούθησε ομολογία του Ρόμπερτ Τζον Ντούγκαλ, αντιπροέδρου Στρατηγικών Σχέσεων της DePuy, ο οποίος κατέθεσε: «Το κυρίως κίνητρο για την αύξηση των πωλήσεων της εταιρείας στην Ελλάδα ήταν η καταβολή αμοιβής στους ορθοπαιδικούς γιατρούς που χρησιμοποιούσαν τα προϊόντα της, υπολογιζόμενης σε ποσοστό 20% επί της αξίας των υλικών. Αυτή η αμοιβή ονομαζόταν professional education, εν συντομία ProFed».
Ο ίδιος εκτίμησε ότι «από το 2002 μέχρι και το 2005 δόθηκαν περισσότερα από 5 εκατ. ευρώ μίζες σε Ελληνες γιατρούς». Για αυτήν την περίοδο ακριβώς, που αφορά τις μισές από τις αποκαλυφθείσες μίζες, το δικαστήριο αποφάσισε τον αποκλεισμό όλων των ελληνικών νοσοκομείων από τη δίκη (τους στέρησε τη δυνατότητα να παραστούν ως πολιτική αγωγή) με τη σύμφωνη γνώμη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών, από το 2000 μέχρι και το 2006, η εταιρεία φέρεται να δωροδόκησε γιατρούς σε 114 δημόσια νοσοκομεία και θεραπευτήρια, με χρηματικά ποσά και άλλες παροχές και δώρα για να χρησιμοποιούν τα ορθοπαιδικά είδη της, τα οποία ωστόσο πωλούνταν υπερκοστολογημένα κατά 35%. Από την υπερκοστολόγηση οι γιατροί φέρεται να εισέπρατταν ποσοστό της τάξεως του 20%.