Ο ηχολήπτης (άμα δε και ιερόδουλος της τέχνης) γράφει για τον πολιτισμό τον καιρό που ο έλεγχος ερμηνεύεται ως ασφάλεια, ο φόβος ως σύνεση, η απάτη ως πολιτική
Τον τελευταίο καιρό έχουµε γίνει όλοι µάρτυρες της συνεχούς επίθεσης που δέχεται ο χώρος της τέχνης και του πολιτισµού µε πρόφαση την εξάπλωση της Covid-19 στις κάθε λογής καλλιτεχνικές εκδηλώσεις (συναυλίες, θέατρα, κινηµατογράφοι κ.λπ.).
Καταρχάς θέλω να ξεκαθαρίσω πως βλέπω την τέχνη σαν µια σπίθα που µπορεί να φουντώσει τις ανθρώπινες καρδιές. Να τις αφυπνίσει, να βάλει τους ανθρώπους σε σκέψεις, να τους παροτρύνει να ενεργοποιηθούν και να δράσουν. Ο Πλάτωνας αναφέρει χαρακτηριστικά για τη µουσική (έχοντας επέκταση στην τέχνη γενικότερα): «Από τη µουσική εύκολα τρυπώνει η επανάσταση χωρίς να το καταλάβεις. Φαίνεται στην αρχή σαν παιχνίδι που δεν µπορεί σε τίποτε να βλάψει. Κι όµως, αφού σιγά σιγά εγκατασταθεί, αρχίζει αθόρυβα σαν το νερό να τρέχει υπόγεια και να διαβρώνει τα ήθη και τις ασχολίες. Κι από κει δυναµώνοντας χτυπάει τις συναλλαγές και χωρίς να λογαριάσει τίποτε προχωρεί καταπάνω στους νόµους και τους θεσµούς της πολιτείας ώσπου καταλήγει να τα αναποδογυρίσει όλα. Και τη δηµόσια και την ιδιωτική τάξη». Βέβαια ο Πλάτωνας διατυπώνει την άποψη αυτή από τη σκοπιά της διατήρησης της εξουσίας, της άρχουσας τάξης. Από όποια πλευρά κι αν το δούµε όµως, πρέπει να κατανοήσουµε πως η τέχνη έχει τη δυνατότητα να συµβάλει στη διαµόρφωση συνειδήσεων.
Έτσι κι αλλιώς κάθε καλλιτεχνική δηµιουργία είναι ιδεολογική πράξη, είτε χειρίζεται τον λόγο είτε άλλα αισθητικά µέσα. Ανέκαθεν η τέχνη δεχόταν (και δέχεται) τη µεγαλύτερη διαστρέβλωση και διαβρωτική επίθεση από την εκάστοτε άρχουσα κοινωνική τάξη. Βασικός σκοπός της είναι να αναπαράγει µέσω της τέχνης την προπαγάνδα της. Η λεγόµενη εµπορική τέχνη, αποσκοπώντας συχνά στην καλλιέργεια µιας συνεχιζόµενης χυδαιότητας στην αισθητική της µάζας, κυριαρχεί καθοριστικά ως αντι-κουλτούρα. Η διανοµή προϊόντων χαµηλής αισθητικής αξίας ταυτόχρονα µε το στήσιµο µιας µηχανής παραγωγής προτύπων, συµβόλων και ιδεών στην ουσία υποσκάπτει την προσπάθεια της ανθρώπινης συνείδησης να κατανοήσει την πραγµατικότητα γύρω της.
Ας µην ξεχνάµε πως η εκπαίδευση µαζί µε την τέχνη καθορίζει κατά κύριο λόγο αυτό που αποκαλούµε πνευµατικό επίπεδο του ανθρώπου. Επιπλέον οι προλήψεις, οι ιδεολογικές αγκυλώσεις και οι αυταπάτες που βαραίνουν µια συνείδηση δεν είναι προϊόντα αφέλειας ενός ατόµου, αλλά τέκνα του πολιτισµού µε τον οποίο γαλουχήθηκε αυτή η συνείδηση και συνέπειες των συνθηκών και των δυνάµεων που ασκούνται µέσα στην κοινωνία.
Μπορούµε να πούµε λοιπόν πως η τέχνη από µόνη της δεν µπορεί να αλλάξει τον κόσµο, µπορεί όµως να βοηθήσει να αλλάξουν οι ατοµικές συνειδήσεις σε αρκετά µαζικό επίπεδο. Να συγκινήσει, να προβληµατίσει, να οξύνει την κρίση και τη φαντασία και εντέλει να διεγείρει την ανάγκη για δράση σε αυτούς στους οποίους απευθύνεται.
Στον αντίποδα όλων αυτών, η καλλιτεχνική δηµιουργία στον καπιταλισµό αντιµετωπίζεται σαν εκτελεστικό όργανο οικονοµικών συµφερόντων. Η τέχνη ως τέχνη όµως δεν µπορεί να µετρηθεί µε καµία γνωστή µονάδα µέτρησης, γι’ αυτό συχνά έρχεται αντιµέτωπη µε το µένος όλων των νεοφιλελεύθερων κυβερνήσεων που έχουν µάθει να µετρούν κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα µε βάση το οικονοµικό κέρδος. Από τη στιγµή που δεν καταφέρνουν να κάνουν την όποια καλλιτεχνική δηµιουργία δέσµια του ίδιου του συστήµατος, προσπαθούν να τη διαβάλουν και εντέλει να την εξοντώσουν υλικά και να την απαξιώσουν ηθικά σε µια εποχή που ακόµη και οι λέξεις και οι έννοιες έχουν διαφοροποιηθεί ως προς τη σηµασία τους. Έτσι στη σηµερινή εποχή (και το βλέπουµε καθηµερινά γύρω µας) η καταπίεση ερµηνεύεται ως ελευθερία, η κατανάλωση ως δύναµη, ο έλεγχος ως ασφάλεια, ο φόβος ως σύνεση, η απάτη ως πολιτική.
Αυτός λοιπόν είναι ο βασικός λόγος των απαγορεύσεων που βιώνουµε και όχι η δήθεν διασπορά του ιού στις καλλιτεχνικές εκδηλώσεις (παρεµπιπτόντως, στη συντριπτική πλειονότητά τους αποτέλεσαν υπόδειγµα τήρησης µέτρων προστασίας). Ας συνεχίσουµε λοιπόν να δηµιουργούµε, ταρακουνώντας µερικές ναρκωµένες συνειδήσεις µε όποιον τρόπο µπορούµε σε πείσµα των καιρών.